Skip to main content

Ἀναστασίου Φιλιππίδη: Ἡμέρες τοῦ Σχίσματος 1054 (Β)

Ἀναστασίου Φιλιππίδη

(συνέχεια ἀπὸ τὸ προηγούμενο)

Β. Τὰ Στάδια τοῦ Σχίσματος

Τὸ Σχίσμα ἦταν στὴν πραγματικότητα σταδιακό. Ὡστόσο, ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὴν παπικὴ προπαγάνδα πολλῶν αἰώνων, ὁ ἱστορικοὶ συνήθως ἀνατρέχουν σὲ "σχίσματα" τοῦ 5ου, τοῦ 7ου καὶ κυρίως τοῦ 9ου αἰῶνα (ἐπὶ Φωτίου) τὰ ὁποῖα δὲν συνέβησαν ποτέ. Στὶς μέρες μας, χάρη στὶς σημαντικὲς ἔρευνες τοῦ F. Dvornik καὶ τοῦ Π. Ι. Ρωμανίδη, ἀποκαθίσταται σταδιακὰ ἡ ἀλήθεια. Ἔτσι τὰ στάδια ποὺ ὁδήγησαν στὸ Σχίσμα τοῦ 1054 δὲν ἦταν ἡ εἰκονομαχικὴ στάση τῆς Κωνσταντινούπολης τὸν 8ο αἰῶνα, οὔτε κάποιος μυθικὸς ἀφορισμὸς τοῦ Φωτίου τὸν 9ο αἰῶνα. Ὅλα αὐτά, ὅπως καὶ προηγούμενες διαφορές, ἐπιλύθηκαν μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου καὶ ἐπικυρώθηκαν ἐπίσημα σὲ Συνόδους μὲ τὴ συμμετοχὴ τόσο τῶν Ἀνατολικῶν Πατριαρχείων ὅσο καὶ τοῦ Πάπα. Τὰ πραγματικὰ στάδια ποὺ ὁδήγησαν στὸ 1054 ἦταν τὰ ἀκόλουθα τέσσερα:

Τὸ πρῶτο βῆμα ἔγινε τὸ 794 ὅταν οἱ Φράγκοι ἐπὶ Καρλομάγνου συγκάλεσαν τὴ Σύνοδο τῆς Φραγκφούρτης ἡ ὁποία ἀπέρριψε τὴν Ἑβδόμη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τοῦ 787. Ἔτσι ἡ Φραγκικὴ Ἐκκλησία διαφοροποιήθηκε ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη Χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Στὴ συνέχεια, τὸ 809, οἱ Φράγκοι ἐπισημοποίησαν τὸ φιλιόκβε, στὴ Σύνοδο τοῦ Ἄαχεν, εἰσάγοντας ἔτσι στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως μιὰ δογματικὴ διαφορὰ μὲ τὴν ὑπόλοιπη ἑνωμένη Ἐκκλησία. Ἡ κίνησή τους βέβαια ἀπορρίφθηκε σθεναρὰ ἀπὸ τὸν Πάπα Λέοντα Γ'. Ἡ ἀπόρριψη ἐπαναλήφθηκε ἐπίσημα στὴ θεωρούμενη Ὄγδοη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τοῦ 879. Ἡ Ἐκκλησία τῶν πέντε Πατριαρχείων παρέμενε ἑνωμένη τὸν ἔνατο αἰῶνα, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία τῶν Φράγκων, οἱ ὁποῖοι κατεῖχαν μεγάλο τμῆμα τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης εἶχε ἀποσχιστεῖ.

Τὸ δεύτερο βῆμα ἔγινε τὸ 962 ὅταν ὁ Σάξονας βασιλιᾶς Ὄθων Α' κατέβηκε μὲ τὸ στρατό του στὴ Ρώμη, ἐπεμβαίνοντας σὲ μιὰ τοπικὴ διαμάχη, καὶ ἀνάγκασε τὸν Πάπα Ἰωάννη ΙΒ' νὰ τὸν στέψη αὐτοκράτορα. Γιὰ νὰ ἐξασφαλίση τὴν ὑποταγὴ τοῦ ἑκάστοτε Πάπα, ὁ Ὄθων θεσμοθέτησε ὅτι ὅλοι οἱ μελλοντικοὶ Πᾶπες θὰ ἔπρεπε νὰ τοῦ ὁρκιστοῦν πίστη καὶ ὑποταγὴ πρὶν ἀνέλθουν στὸ θρόνο. Συνεπῶς οἱ Ρωμαῖοι δὲν μποροῦσαν πλέον νὰ ἐκλέγουν τὸν Πάπα χωρὶς Γερμανικὴ ἔγκριση. Ὁ πάπας Ἰωάννης ΙΒ' δὲν δέχθηκε αὐτὴ τὴν ἀξίωση καὶ ὁ Ὄθων συγκάλεσε σύνοδο Ἰταλῶν ἐπισκόπων τοὺς ὁποίους "ἔπεισε" νὰ ἐκθρονίσουν τὸν Ἰωάννη καὶ νὰ ἐκλέξουν τὸ δικό του ὑποψήφιο, τὸ 963. Ἔτσι ὁ Πάπας μετατράπηκε σὲ ὄργανο τῆς Γερμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Τὰ ἑπόμενα ἑκατὸ χρόνια, οἱ 21 ἀπὸ τοὺς 25 Πᾶπες ἐπιλέχθηκαν ἀπὸ τὸν Γερμανὸ βασιλιᾶ. Ἡ ἀντίδραση τῶν Ρωμαίων αὐτὸ τὸν αἰῶνα, ἀπὸ τὸν Ὄθωνα ὡς τὸ 1054, ἦταν ἡ γνώριμη ἀντίδραση κάθε λαοῦ ὑπὸ κατοχή: κάποιοι ἔγιναν συνεργάτες τῶν Γερμανῶν καὶ κάποιοι ἔγιναν ἀντιστασιακοί. Μιὰ καὶ ἡ κατοχὴ αὐτὴ δὲν ἔληξε ποτέ, καὶ τὴν ἱστορία τὴν ἔγραψαν οἱ νικητές, τὰ χρόνια αὐτὰ ἔχουν μείνει στὴν ἱστορία ὡς χρόνια παρακμῆς τοῦ παπικοῦ θρόνου καὶ εἰδικὰ ὁ πάπας Ἰωάννης ΙΒ' θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς πλέον "ἀνήθικους" πᾶπες τῆς Ἱστορίας...

Τὸ λογικὸ τρίτο βῆμα ἦταν ἡ ὁριστικὴ ἐκδίωξη τῶν Ρωμαίων ἀπὸ τὸν Παπικὸ θρόνο καὶ ἡ ἀντικατάστασή τους μὲ Γερμανούς. Ἐξ αἰτίας τῆς ἀντίστασης τῶν Ρωμαίων, ἀπαιτήθηκαν ἀρκετὰ χρόνια γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ τὸ βῆμα. Tὸ 996 ὁ Γερμανὸς αὐτοκράτορας Ὄθων Γ' τοποθέτησε τὸν πρῶτο Γερμανὸ Πάπα, τὸν νεαρὸ ξάδερφό του Μπροῦνο, ὡς Γρηγόριο Ε'. Ὁ νέος Πάπας δὲν ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, εἴτε ἐπειδὴ πρόσθετε τὸ φιλιόκβε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως εἴτε ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ στείλη Συστατικὴ Ἐπιστολὴ ἐκεῖ. Σύντομα ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους, οἱ ὁποῖοι ἐξέλεξαν ἕνα Ρωμηό, τὸν Ἰωάννη Φιλάγαθο. Αὐτὸς ἔστειλε Συστατικὴ Ἐπιστολὴ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ αὐτήν. Ὁ Ὄθων ἐξοργισμένος πῆγε στὴ Ρώμη καὶ ἀπεκατέστησε τὸν Γρηγόριο, ἀφοῦ συνέλαβε καὶ ἀκρωτηρίασε τὸν Ἰωάννη. Ὅταν πέθανε ὁ Γρηγόριος, ὁ Ὄθων τοποθέτησε τὸν πρῶτο Γάλλο Πάπα, τὸν Ζερμπὲρ ντ' Ὠριλάκ, ὡς Σίλβεστρο Β', ὁ ὁποῖος ἐπίσης δὲν καταγράφηκε στὰ δίπτυχα τῆς Κωνσταντινούπολης.

Ὁ τελευταῖος Ὀρθόδοξος Πάπας παραιτήθηκε (γιὰ ἄγνωστους λόγους) τὸ 1009. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ τελευταία, μέχρι σήμερα, χρονιὰ στὴν ὁποία ἀναφέρεται τὸ ὄνομα τοῦ Πάπα στὰ δίπτυχα τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἔχει διατυπωθεῖ ἡ ἄποψη ὅτι ἀπὸ τότε οἱ Γερμανοὶ πᾶπες ἀντικατέστησαν ὁριστικὰ τοὺς Ρωμαίους. Φαίνεται ὅτι αὐτὴ ἡ ἄποψη δὲν εὐσταθεῖ, διότι καὶ στὶς ἑπόμενες τέσσερις δεκαετίες ὑπῆρχαν Ρωμαῖοι πᾶπες. Ὅπως, ὅμως, διαπίστωσε ὁ Π. Ι. Ρωμανίδης, προέρχονταν ἀπὸ ἀπολύτως γερμανόφιλες οἰκογένειες καὶ γι' αὐτὸ εἰσήγαγαν ἐπίσημα τὸ φιλιόκβε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἀπὸ τὸ 1014. Ἀργότερα, ἡ γερμανοκρατούμενη πλέον παπικὴ Ἐκκλησία ἀναγνώρισε ὡς "ἅγιο" τὸν βασιλιᾶ Ἑρρῖκο Β' (1002-1024) ὁ ὁποῖος πέτυχε τὴν ὁριστικὴ ἐκδίωξη τῶν ὀρθόδοξων Ρωμαίων ἀπὸ τὸν παπικὸ θρόνο καὶ τὴν εἰσαγωγή του φιλιόκβε. Μετὰ ἀπὸ διακόσια χρόνια προσπάθειας, ἡ προσθήκη του φιλιόκβε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἀντιπροσώπευε τὸ θρίαμβο τῆς Γερμανικῆς πολιτικῆς ἐκεῖ.

Τὸ τέταρτο βῆμα ἦταν τὰ γεγονότα τοῦ 1046-49 στὴ Ρώμη. Λόγῳ τῆς σύγκρουσης γερμανόφιλων καὶ ἀντιστασιακῶν, τὸ 1046 ὑπῆρχαν ταυτόχρονα τρεῖς Πᾶπες. Ὁ Γερμανὸς βασιλιᾶς Ἑρρῖκος Γ' κατέβηκε στὴ Ρώμη, ἐκδίωξε καὶ τοὺς τρεῖς καὶ τοποθέτησε τὸν δικό του ἐκλεκτό, ὁ ὁποῖος ὅμως πέθανε σὲ λιγότερο ἀπὸ ἕνα χρόνο. Ὁ Ἑρρῖκος τοποθέτησε ἕναν δεύτερο, ποὺ ἔζησε μόνο 23 ἡμέρες. Ὑπάρχει ἡ ὑπόνοια ὅτι καὶ οἱ δυὸ ἔπεσαν θύματα τῆς ρωμαϊκῆς ἀντίστασης κατὰ τῶν Γερμανῶν. Ὁ τρίτος ποὺ διορίστηκε ἀπὸ τὸν Ἑρρῖκο, ὁ ξάδερφός του Λέων Θ', ἦταν πιὸ τυχερὸς καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του στάλθηκε ἡ κρίσιμη ἀντιπροσωπεῖα μὲ τὸν Οὐμβέρτο στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1054.

Γ. Τὸ Καλοκαίρι τοῦ 1054

Τὰ γεγονότα τοῦ 1054 εἶχαν ὡς ἄμεση ἀφορμὴ τὶς στρατιωτικὲς ἐξελίξεις στὴ Νότια Ἰταλία, ὅταν ἀνατράπηκε ἡ ἰσορροπία δυνάμεων μεταξὺ τοῦ Παπικοῦ κράτους, τῶν Βυζαντινῶν καὶ τῶν Νορμανδῶν, ἐξ αἰτίας τῆς προέλασης τῶν τελευταίων. Οἱ τριβές, πάντως, εἶχαν ἀρχίσει ἀπὸ τὸ 1050, ὅταν ὁ Πάπας διόρισε ἀρχιεπίσκοπο Σικελίας τὸν καρδινάλιο Οὐμβέρτο, τὸν μετέπειτα ἀπεσταλμένο στὴ μοιραία πρεσβεία τοῦ 1054, ἐνῷ ἡ Σικελία ἀνῆκε στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινούπολης καὶ δὲν εἶχε κατακτηθεῖ (ἀκόμη) ἀπὸ τοὺς Νορμανδούς. Σὲ ἀντίποινα ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μιχαὴλ Κηρουλάριος πῆρε μέτρα κατὰ τῶν λατινικῶν ἐκκλησιῶν τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ παρότρυνε τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀχρίδος Λέοντα νὰ ἐκθέση γραπτῶς τὶς λατινικὲς πλάνες τὸ 1053. Ἡ νεώτερη ἔρευνα, πάντως, δὲν δέχεται ὅτι ὁ Πατριάρχης ἔκλεισε τὶς λατινικὲς ἐκκλησίες τῆς Πόλης, ὅπως πιστευόταν μέχρι πρόσφατα. Ὅταν ὁ Οὐμβέρτος βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1054 προέβη σὲ μεταρρυθμίσεις τῶν ἐθίμων ὁρισμένων Ἐκκλησιῶν ἐκεῖ, ἄρα, προφανῶς, οἱ λατινικὲς Ἐκκλησίες στὴν Κωνσταντινούπολη θὰ πρέπη νὰ παρέμεναν ἀνοικτές.

Στὴ διάρκεια τοῦ 1053 σημειώθηκαν ραγδαῖες στρατιωτικὲς ἐξελίξεις στὴν Ἰταλία. Ἀρχικὰ ὁ Πάπας Λέων δὲν εἶχε πρόβλημα μὲ τὶς συνεχεῖς κατακτήσεις τῶν Νορμανδῶν, ἀφοῦ αὐτοὶ ἀνῆκαν στὴ Λατινικὴ Ἐκκλησία. Ὅταν ὅμως ἄρχισαν νὰ πλησιάζουν πρὸς τὴ Ρώμη, θορυβήθηκε καὶ προσπάθησε νὰ συνάψη συμμαχία μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία ἐπίσης εἶχε συμφέρον νὰ ἀνακοποῦν οἱ Νορμανδοί. Πρὶν καταφέρουν νὰ συναντηθοῦν οἱ δυὸ συμμαχικοὶ στρατοί, οἱ Νορμανδοὶ νίκησαν τοὺς βυζαντινοὺς τὸ Φεβρουάριο τοῦ 1053 καὶ αἰχμαλώτισαν τὸν ἴδιο τὸν Πάπα τὸν Ἰούνιο τοῦ 1053. Στὴ διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας του ὁ Πάπας ἔλαβε τὴν ἐπιστολή του Ἀχρίδος Λέοντα καὶ ἔδωσε ἐντολὴ στὸν καρδινάλιο Οὐμβέρτο νὰ συντάξη ἀπάντηση πρὸς τὸν Πατριάρχη. Σ' αὐτήν, χρησιμοποιῶντας ἐπιχειρήματα ἀπὸ τὴν Ψευδο-Κωνσταντίνεια Δωρεά, ὑπερασπιζόταν τὸ παπικὸ πρωτεῖο. Τὴν ἐπιστολὴ μετέφεραν μαζί τους οἱ ἀπεσταλμένοι του στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1054.

Οἱ λεπτὲς διπλωματικὲς ἰσορροπίες τῆς ἐποχῆς ἀντανακλῶνται στὶς δυὸ ἑπόμενες ἐπιστολὲς ποὺ ἔλαβε ὁ Πάπας στὴν αἰχμαλωσία του, μιὰ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο Μονομάχο καὶ μιὰ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη τὸν ἴδιο. Ἡ πρώτη, σὲ πολὺ φιλικὸ ὕφος, τασσόταν ὑπὲρ μιᾶς στενότερης πολιτικῆς συμμαχίας, ἐνῷ στὴ δεύτερη ὁ Κηρουλάριος ἀπευθυνόταν μὲ σεβασμὸ στὸν Πάπα καὶ προσευχόταν γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν δυὸ Ἐκκλησιῶν, χωρὶς νὰ ἀναφέρεται σὲ σημεῖα τριβής. Ὡστόσο ὁ Πάπας ἀγνόησε τὸ ὅλο ὕφος καὶ ἀντέδρασε στὸν τίτλο "Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης" μὲ τὸν ὁποῖο ὑπέγραφε ὁ Κηρουλάριος. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ στείλη τὴν παπικὴ ἀντιπροσωπεῖα ὑπὸ τὸν Οὐμβέρτο στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1054. (Ἀξίζει νὰ σημειωθῇ ὅτι τελικὰ ὁ Πάπας ἀναγνώρισε τοὺς Νορμανδοὺς καὶ συμμάχησε μαζί τους. Τὸ 1059 ὁ ἀρχηγός τους Ροβέρτος Γυισκάρδος ἔλαβε τὸν τίτλο τοῦ δούκα μὲ ἐξουσία στὴν Ἀπουλία καὶ Καλαβρία καὶ μὲ δικαίωμα νὰ ἐπεκτείνη τὴν ἀρχή του στὴ Σικελία, ἂν μποροῦσε νὰ τὴν κατακτήση. Ἀπὸ τὴ μεριά τους οἱ Νορμανδοὶ παρέδωσαν στὸν Πάπα τοὺς βυζαντινοὺς ναοὺς ποὺ βρίσκονταν στὴν ἐπικράτειά τους)

Τί ἀκριβῶς συνέβη ἐκεῖνο τὸ καλοκαίρι τοῦ 1054;

(συνεχίζεται στὸ ἑπόμενο)

  • Προβολές: 2738