Γράφτηκε στις .

Στυλιανοῦ Γερασίμου: Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Λαμπαδιστής

ὁδοιπορικὸ σὲ προσκυνήματα τῆς Κύπρου

Στυλιανοῦ Γερασίμου, Θεολόγου – Μουσικοῦ

Εὑρισκόμενος τὸν προηγούμενο μῆνα στὴν Κύπρο καὶ συγκεκριμένα στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Μόρφου, εἶχα τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία νὰ γνωρίσω ἁγίους, ποὺ διέπρεψαν σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε λίγα λόγια γιὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τον Λαμπαδιστή, ποὺ εἶναι ἕνας ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς Βυζαντινοὺς χρόνους. Εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς μαρτυρίες σημαντικὸς ἅγιος, ὄχι μόνο ἀπὸ πλευρᾶς ἁγιότητας, ἀλλὰ καὶ ἱστορικότητας, γιατί ἔζησε τὴν περίοδο ποὺ ἡ Κύπρος δοκιμαζόταν ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν Λατίνων καὶ τῶν Φράγκων. Στὶς καρδιὲς τῶν Κυπρίων ὁ ἅγιος κατέχει ἰδιαίτερη θέση. Ἀξιοποίησε τὴν τύφλωσή του κάνοντας ὑπομονή. Τὰ θαύματά του εἶναι πολλὰ καὶ ἀφοροῦν κυρίως περιπτώσεις ἀσθενῶν, ποὺ πάσχουν ἀπὸ δαιμονικὲς ἐνέργειες. Ἂς ἀναφέρουμε ὅμως λίγα λόγια γιὰ τὸν βίο του.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Λαμπάδα, τὸν καιρὸ τῆς βασιλείας τοῦ Νικηφόρου. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ὀνομαζόταν Κυριακὸς καὶ ἡ μητέρα του Ἄννα. Ὁ ἅγιος ἦταν παιδὶ μὲ ἰδιαίτερα χαρίσματα. Καὶ αὐτὸ μαρτυρεῖ τὸ ἄριστο μορφωτικό του ἐπίπεδο, τὸ ὁποῖο ἔγινε ἐμφανὲς ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία.

Οἱ γονεῖς του στὴ συνέχεια τὸν στείλανε στὸ διπλανὸ χωριό, γιὰ νὰ ἀρραβωνιαστῇ μιὰ κοπέλα. Ὅμως τὰ πεθερικά του, ποὺ τὸν μισοῦσαν, ἀγόρασαν ψάρι, ἔριξαν δηλητήριο, τοῦ τὸ ἔδωσαν νὰ τὸ φάη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάση το φῶς του. Ὁ ἅγιος ὅμως καρτερικὰ ὑπέμεινε αὐτὸ τὸ μαρτύριο εὐχαριστῶντας πάντοτε τὸ Θεὸ καὶ ἐξασκῶντας τὴν ἐλεημοσύνη. Ἔζησε μὲ μιὰ τέτοια καρτερία γιὰ δώδεκα χρόνια, διάγοντας τὴ ζωή του μὲ ἄσκηση, ἁγνότητα, προσευχή, ἡσυχία καὶ θεωρία.

Κάποια μέρα, ὅταν κόντευε ὁ δίκαιος νὰ παραδώση τὴν ψυχή του στὸν Κύριο, λέει στὸν ὑπηρέτη του: "Παιδί μου, βλέπω ἕναν ἀετὸ χρυσόφτερο νὰ πετᾶ γύρω μου καὶ μὲ τοῦτο τὸ σημεῖο προσδοκῶ πῶς αὔριο μετὰ τὸ μεσημέρι θὰ πάω στὸν Κύριο". Καὶ ἀμέσως λέει στὸν ὑπηρέτη του: "Πήγαινε στὸ ἀμπέλι καὶ φέρε μου ἕνα τσαμπί, τὸ καλύτερο ποὺ θὰ βρῇς!" Καὶ ὁ ὑπηρέτης του λέει: "Κύριέ μου, ὁ πατέρας σου δὲν ἦρθε ἀκόμη στὸ ἀμπέλι νὰ διαβάση τὴν εὐχή". Ὅμως ὁ δίκαιος Ἰωάννης θέλοντας μὲ τὸ γεγονὸς αὐτὸ νὰ δείξη τὴν βούληση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὑπῆρχε μέσα του, λέει πάλι στὸν ὑπηρέτη: "Σῦρε καὶ φέρε μου ἕνα τσαμπὶ καὶ μὴ φοβᾶσαι!". Ὁ πατέρας τοῦ ἐκείνη τὴ στιγμὴ βλέποντας τὸ γεγονός τον χαστούκισε λέγοντάς του: "Τυφλέ, πῶς ἔστειλες τὸν ὑπηρέτη νὰ κόψη σταφύλι, πρὶν δοθῇ ἡ εὐχὴ στὸ ἀμπέλι;" Τότε ὁ ἅγιος παρήγγειλε στὸν ὑπηρέτη του: "Παιδί μου, πάρε τὸ τσαμπὶ ποὺ μοῦ ἔφερες καὶ πήγαινε στὸ ἀμπέλι καὶ κόλλησέ το ἐκεῖ ἀπὸ ὅπου τὸ ἔκοψες!" Καὶ ὁ ὑπηρέτης ἔκανε ὑπακοή. Καὶ μὲ τὴν πρεσβεία τοῦ ἁγίου καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ξανακόλλησε τὸ τσαμπὶ ἐκεῖ ποὺ ἦταν προηγουμένως. Βλέποντας τὸ θαῦμα ὁ ὑπηρέτης ἀναφώνησε "Κύριε ἐλέησον!" Ἀπὸ τότε σὲ ὅλα τὰ κλήματα, στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ποὺ ἑνώθηκε τὸ τσαμπὶ μὲ τὸ κλῆμα φαίνεται μιὰ τομή, γι' αὐτὸ καὶ τὸ τσαμπὶ κόβεται ἀμέσως. Ὅταν ὁ ὑπηρέτης ἐπέστρεψε βρῆκε τὸν ἅγιο πεθαμένο, ὅπως ἀκριβῶς εἶχε πῇ, διότι ἦταν μεσημέρι. Τὸ λείψανό του τὸ ἔθαψαν στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἡρακλείδου.

Μετὰ ἀπὸ κάποιο διάστημα ἦρθαν κάποιοι σεληνιαζόμενοι ρωτῶντας νὰ βροῦν τὸν τάφο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη καὶ λέγοντας: "Ποὺ εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου καὶ δίκαιου Ἰωάννη τοῦ Λαμπαδιστή, γιὰ νὰ προσκυνήσουμε καὶ νὰ βροῦμε τὴ γιατρειά μας;" Ὁ πατέρας τοῦ π. Κυριακὸς τοὺς λέει: "Ἂν ἤρθατε ἐδῶ μὲ συνέργεια τοῦ Κυρίου, ἂς γίνη ὅπως θέλετε". Τότε μαζεύτηκαν ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔβλεπαν τὸ φῶς στὸ μνῆμα τοῦ ἁγίου καὶ μαζὶ μὲ τοὺς δυὸ ἐκείνους ἄνδρες πῆραν σκαπάνες, ἄνοιξαν τὸν τάφο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη καὶ βρῆκαν ὄχι μόνο τὰ λείψανά του ἀλλὰ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἄφθορη, τὴν ὁποία καὶ κατέθεσαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου.

Οἱ σεληνιαζόμενοι τότε βρῆκαν τὴν ὑγεία τους καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἅγιο ἔφυγαν. Ἀπὸ τότε πολλὰ καὶ μεγάλα θαύματα γίνονταν καὶ γίνονται στὸ λαό. 'Ἐπίσης ἔχει δώσει το φῶς σὲ πολλοὺς τυφλούς.Και γιαυτὸ πιστοὶ συρρέουν ἀπὸ ὅλη τὴν Οἰκουμένη, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸ τίμιο λείψανό του.

Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ἡ κᾶρα τοῦ ἁγίου, ἡ ὁποία φυλάσσεται σὲ ἀργυρεπίχρυση λειψανοθήκη, εἶναι ἀπὸ τὶς παλαιότερες λειψανοθῆκες ποὺ ὑπάρχουν στὴν Κύπρο ἀπὸ τὸ 1641. Πάνω της εἰκονίζεται ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Νικηφόρος νὰ φέρη τὸ αὐτοκρατορικὸ σκῆπτρο, ἕνα ἀπὸ τὰ σύμβολα τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου. Πάνω ἀπὸ τὴν λειψανοθήκη, στὸν τοῖχο, ὑπάρχουν πολλὲς ὑπογραφὲς εὐλαβῶν προσκυνητῶν ποὺ πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖ. Ἰδιαίτερα τῶν Καραμανλήδων, τῶν Μικρασιατῶν ποὺ κατοικοῦσαν στὰ ὄρη τῆς Καραμανίας. Αὐτοὶ κατέβαιναν στὴν παραλία τῆς Κερύνειας, στὴ Μονὴ τοῦ Ἀχειροποιήτου Μανδηλίου καὶ συνέχιζαν τὴν πορεία τους στὸν ἅγιο Μάμα τῆς Μόρφου. Ἀνέβαιναν τὰ ὄρη τῆς Σολέας καὶ ἔφταναν ἐδῶ γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν ἅγιο Ἰωάννη τον Λαμπαδιστή.

Τέλος ὁ ναὸς ποὺ ὑπάρχει στὴ Μονὴ εἶναι μονόκλιτος, δρομικός, μὲ ἕνα ἐξαίρετο εἰκονοστάσι, τοῦ τέλους τοῦ 16ου αἰῶνος. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τὸ εἰκονοστάσι γιὰ νὰ δοῦμε τὴν Σταύρωση καὶ τὰ δύο Λυπητερά. Κάτω ἀπὸ τὴν Σταύρωση ὑπάρχει τὸ Δωδεκάορτο, τοῦ 16ου αἰῶνος, ποὺ ὁμοιάζει πολὺ μὲ τὴν ἐργασία τοῦ Θεοφάνη του Κρητός, ποὺ ὑπάρχει στὸ Δωδεκάορτο τῆς Μονῆς Σταυρονικήτα στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἐνῷ οἱ μεγάλες εἰκόνες τοῦ τέμπλου εἶναι ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας.

Ἀξίζει νὰ εὐχαριστήσω τὸν Μητροπολίτη Μόρφου, κ. Νεόφυτο, λάτρη τῆς ἐκκλησιαστικῆς τέχνης καὶ τῆς παραδόσεως καὶ ἀγωνιστὴ τῆς διάσωσης καὶ ἀνακαίνισης τῶν ἐκκλησιαστικῶν μνημείων τῆς Μητροπόλεώς του, γιὰ τὶς πληροφορίες τὶς ὁποῖες μοῦ παρεῖχε σχετικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη, ποὺ κοσμεῖ τὴν Ὀρθοδοξία μας (ἑορτάζει τὴν 4η Ὀκτωβρίου).

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Τῆς Λαμπάδος τὸ κλέος καὶ Κυπρίων ἀγλάϊσμα καὶ θαυματουργὸς ὄντως ὤφθης, Ἰωάννη πατὴρ ἡμῶν ὅσιε, νηστεία καταστήξας τῆς σαρκός, ἀλόγους ἐνθυμήσεις πανσθενῶς· ὅθεν χάριν ἰαμάτων, ἐξ ουρανὼν ἐδέξω, θεόπνευστε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.