Γράφτηκε στις .

Τὸ νόημα τῆς ἁγιοβασιλόπιττας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Δημοσιεύουμε τὸν λόγο τοῦ Σεβασμιωτάτου στὴν τελετὴ κοπῆς τῆς Βασιλόπιττας γιὰ τοὺς Ναυπακτίους τῶν Ἀθηνῶν (12-1-2006)

***

Θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω τὴν ΟΣΥΝ καὶ τὴν ΕΝΑΜ διότι καὶ ἐφέτος μὲ προσκάλεσαν σ' αὐτὴν τὴν ὡραία ἐπικοινωνιακὴ καὶ σημαντικὴ ἐκδήλωση στὴν ὁποία μας δίνεται ἡ εὐκαιρία καὶ νὰ συναντόμαστε καὶ νὰ ἐπικοινωνοῦμε καὶ νὰ ἀνταλλάσουμε τὶς ἀπαραίτητες εὐχὲς γιὰ τὴν νέα χρονιά. Εὐχαριστῶ ἐπίσης γιὰ τὸ ὅτι μοῦ ἀναθέτετε νὰ ἐκφράσω μερικὲς σκέψεις μου, ποὺ κάθε φορὰ ἔχουν διαφορετικὸ περιεχόμενο, τὸ ὁποῖο ἔχει σχέση μὲ τὴν ἑορταστικὴ αὐτὴ ἐκδήλωση καὶ μὲ τὴν ἀρχὴ τοῦ ἔτους. Ἐφέτος ἐπέλεξα τὸ θέμα: «Τὸ νόημα τῆς Ἁγιοβασιλόπιττας», ποὺ εἶναι σημαντικὸ καὶ θὰ τονισθοῦν μερικὲς ἀπόψεις ποὺ ἔχει ἐνδιαφέρουσες πλευρές.

1. Ἡ προέλευση τοῦ ἐθίμου τῆς Ἁγιοβασιλόπιττας

Κάθε χρόνο κόβουμε τὴν βασιλόπιττα εἴτε στὸ σπίτι μας εἴτε σὲ κοινωνικοὺς χώρους, ἀλλὰ δὲν γνωρίζουμε ἐπακριβῶς τὴν προέλευση τοῦ ἐθίμου αὐτοῦ. Ὁ λαογράφος Δημήτριος Λουκάτος μᾶς δίνει μερικὲς πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὴν προέλευση τοῦ ἐθίμου τῆς Ἁγιοβασιλόπιττας, καὶ κυρίως τονίζει τρία γεγονότα ἀπὸ τὰ ὁποῖα προέρχεται τὸ ἔθιμο αὐτό. Τὸ ἕνα εἶναι ὁ «ἑορταστικὸς ἄρτος» τὸν ὁποῖο συναντοῦμε στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, συνδεδεμένος μὲ τὴν λατρεία καὶ τὶς γιορτές, ποὺ ἦταν οἱ ἀπαρχὲς τῶν καρπῶν, ἀλλὰ καὶ τὸ σύμβολο τῆς ἐνδυναμώσεως μὲ τὴν συνεστίαση τῶν ἐορταστών. Αὐτὸ τὸ ἔθιμο διατηρεῖται ἀκόμη σήμερα στὶς ἀκολουθίες τῆς ἀρτοκλασίας κατὰ τοὺς ἑσπερινοὺς τῶν ἑορτασίμων ἁγίων, καθὼς ἐπίσης συνεχίζεται καὶ μὲ τὸ λεγόμενο χριστόψωμο τῶν Χριστουγέννων, τὴν βασιλοκουλούρα τῆς Πρωτοχρονιᾶς καὶ τὴν λαμπροκουλούρα τοῦ Πάσχα.

Τὸ δεύτερο εἶναι ὁ «μειλίχιος πλακοῦς» ἡ ἡ «μελιτούττα» τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Πρόκειται γιὰ τὸν πλακοῦντα ποὺ προσέφεραν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες στοὺς θεούς του ἅδη γιὰ τοὺς νεκρούς τους. Προφανῶς τὸ μέλι καὶ τὸ γλύκισμα ποὺ χρησιμοποιεῖται στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι γιὰ νὰ γλυκάνη τὸν ἅδη ὥστε νὰ ἀποβῇ ὠφέλιμος γιὰ τοὺς νεκρούς. Ὁ ὅρος «μειλίχιος πλακοῦς» μας ὑπενθυμίζει καὶ τὸν μειλίχιο λόγο, δηλαδὴ τὸν λόγο ἐκεῖνο ποὺ λέγεται μὲ ἕναν ὡραῖο καὶ γλυκὺ τρόπο. Τὸ ὅτι ὁ «μειλίχιος πλακοῦς» εἶχε προορισμὸ τοὺς θεούς του ἅδη φαίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι κοβόταν βραδυνὲς ὧρες ἡ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Δωδεκαημέρου ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν λαϊκὴ δοξασία ἦταν περίοδος ἀνόδου ἡ ταραχῆς τῶν ψυχῶν. Συνέχιση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος θεωροῦνται τὰ κόλυβα στὰ μνημόσυνα ἡ ὁ ἄρτος ποὺ προσφέρεται στὰ μνημόσυνα καὶ ἀλείφεται μὲ ζάχαρη.

Τὸ τρίτο εἶναι «ἡ δοκιμασία τῆς τύχης». Πάντα ὁ ἄνθρωπος ἤθελε νὰ μάθη γιὰ τὸ μέλλον του τὸ τί θὰ συμβῇ σ' αὐτὸν καὶ ἰδιαιτέρως αὐτὸ γινόταν ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ ρωμαϊκὰ χρόνια στὴν ἀρχὴ μιᾶς περιόδου εἴτε τοῦ μηνὸς εἴτε τοῦ ἔτους. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση αὐτὴ ἡ ὑγεία, ἡ χαρά, ἡ ἐπιτυχία καὶ ὁ πλοῦτος τῆς πρώτης ἡμέρας ἐξασφαλίζουν αὐτὴν τὴν κατάσταση γιὰ ὅλην τὴν περίοδο τοῦ μηνὸς αὐτοῦ τοῦ ἔτους. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο στὸ Βυζάντιο ἔβαζαν ἕνα κρυμμένο ἀντικείμενο ἡ νόμισμα στὸ ψωμὶ καὶ τὴν πίττα τῆς ἡμέρας αὐτῆς.

2. Ἡ ὀνομασία τῆς Ἁγιοβασιλόπιττας

Ἡ βασιλόπιττα, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως, εἶναι ἐξέλιξη τῶν τριῶν αὐτῶν γεγονότων ποὺ ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, ἤτοι τοῦ «ἑορταστικοῦ ἄρτου», τοῦ «μειλίχιου πλακοῦντος» καὶ τῆς «δοκιμασίας τῆς τύχης». Ἡ ὀνομασία, ὅμως, βασιλόπιττα συνδέεται μὲ δύο γεγονότα ὅπως καὶ πάλι ἀναλύει ὁ Δημήτριος Λουκᾶτος.

Τὸ πρῶτο συνδέεται μὲ τὸ ὄνομα «βασιλεὺς» καὶ τὰ ἑορταστικὰ δεῖπνα, τὰ ὁποῖα ἔκαναν οἱ ἀρχαῖοι. Σύμφωνα μὲ τὸν Δημήτριο Λουκάτο κατὰ τὰ ρωμαϊκὰ χρόνια ὑπῆρχε συνήθεια νὰ κάνουν συμπόσια τὶς ἡμέρες τῆς Πρωτοχρονιᾶς καὶ τοῦ Δωδεκαημέρου καὶ μὲ ἕνα λαχνὸ κουκὶ ἡ φασόλι νὰ ἐκλέγουν τὸν βασιλιᾶ τῆς βραδιᾶς. Αὐτὸς ὁ ὁποῖος εὕρισκε τὸ κουκὶ ἡ τὸ φασόλι μέσα στὸν πλακοῦντα γινόταν ὁ βασιλιᾶς τῆς βραδιᾶς καὶ εἴτε ἦταν ἄσημος εἴτε δοῦλος ἀποκτοῦσε τιμὲς καὶ δόξες καὶ τοῦ ἐπέτρεπαν νὰ συμπεριφέρεται μὲ ἐλευθερία ποὺ ἔφθανε μέχρι τὸ σημεῖο νὰ κάνη ἀκόμη καὶ ὄργια. Αὐτὸς ποὺ κέρδιζε τὸ ἰδιαίτερο αὐτὸ ἀντικείμενο, ποὺ ἦταν μέσα στὴν πίττα ἦταν ὁ τυχερὸς τῆς βραδιᾶς καὶ ὅλου τοῦ χρόνου καὶ μετέδιδε εὐτυχία σὲ αὐτὸν ὁ ὁποῖος εἶχε ἐπαφῇ μαζί του. Τοῦ φοροῦσαν ψεύτικη κορώνα στὸ κεφάλι καὶ τοῦ προσέφεραν νὰ φάγη ἡ νὰ μοιράση γλύκισμα ποὺ τὸ ἔλεγαν «βασιλόγλυκο» ἡ «βασιλόπιττα». Ἄλλες φορὲς αὐτὴ ἡ προσφορὰ τοῦ γλυκίσματος γινόταν καὶ πρὶν τὴν ἐκλογὴ τοῦ «βασιλιᾶ».

Τὸ δεύτερο γεγονὸς εἶναι ὅτι ἡ ὀνομασία βασιλόπιττα προέρχεται ἀπὸ τὸ θαῦμα ποὺ ἔγινε τὴν ἐποχῇ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Σύμφωνα μὲ αὐτὸ οἱ Χριστιανοὶ ἔδωσαν κοσμήματα καὶ διάφορα ἀντικείμενα ὥστε νὰ προσφερθοῦν στὸν Ἔπαρχο τῆς Καππαδοκίας ποὺ πήγαινε στὴν Καισάρεια γιὰ νὰ εἰσπράξη βαρεῖς φόρους. Ὅταν ὅμως ὁ Ἔπαρχος πείσθηκε ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ ἀρνήθηκε νὰ λάβη τὰ δῶρα ποὺ προσέφεραν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τοὺς φόρους, τότε ὁ Μέγας Βασιλεῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ παρασκευασθοῦν μικρὰ πλακούντια (μικρὲς πίττες) καὶ μέσα σὲ καθένα ἀπὸ αὐτὰ ἔβαλε ἕνα πολύτιμο ἀντικείμενο. Καὶ μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ὁ καθένας ἔλαβε αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε προσφέρει.

Ἀναλύοντας ὅλα αὐτά, φαίνεται καθαρότερα ἡ σχέση μεταξὺ ἀρχαίας Ἑλλάδος καὶ Χριστιανισμοῦ. Ὁ Χριστιανισμὸς προσέλαβε ὅλα τὰ θετικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὰ ἐνέταξε στὶς παραδόσεις, τὰ ἀποφόρτισε ἀπὸ τὴν σημασία ποὺ εἶχαν καὶ τὰ φόρτισε μὲ νέα ἔννοια. Ἔτσι, τελικά, ὁ Ἑλληνισμός, ὡς πρὸς τὴν γλῶσσα, τὴν ὁρολογία, τὶς παραδόσεις, ἐμβαπτίσθηκε στὴν κολυμβήθρα τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἀπέκτησε μιὰ ἄλλη δύναμη καὶ ἔννοια, καὶ ἔτσι κατόρθωσε νὰ διατηρήση μέχρι τὶς ἡμέρες μας τὴν οἰκουμενικὴ καὶ διαχρονικὴ παράδοσή του.

3. Τὸ νόημα τῆς κοπῆς τῆς Βασιλόπιττας

Ἀπὸ ὅσα εἴδαμε μέρι τώρα φαίνεται καὶ τὸ νόημα τὸ ὁποῖο ἔχει ἡ ὅλη τελετὴ τῆς κοπῆς τῆς βασιλόπιττας. Θὰ παρουσιασθοῦν μὲ συντομία μερικὰ ἀπὸ αὐτὰ τὰ νοήματα, τὰ ὁποῖα ἐξάγονται ἀπὸ τὴν ὡραία αὐτὴ τελετή. Τὸ πρῶτον εἶναι ὅτι ἡ βασιλόπιττα τῆς ἑλληνικῆς Πρωτοχρονιᾶς ποὺ κόβεται στὸ τραπέζι εἴτε τὸ βράδυ τῆς παραμονῆς εἴτε τὸ μεσημέρι τῆς ἰδίας μέρας εἶναι στοιχεῖο ἑνότητος τῆς οἰκογένειας. Πρόκειται γιὰ μιὰ οἰκογενειακὴ ἑορτή, ἡ ὁποία ἀργότερα μεταφέρθηκε καὶ στοὺς Συλλόγους καὶ σὲ ἄλλες κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις.

Τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι κόβεται ἀπὸ τὸν νοικοκύρη τοῦ σπιτιοῦ καὶ τὰ κομμάτια μοιράζονται στοὺς συνδαιτημόνες. Ἐπίσης, κόβονται κομμάτια γιὰ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τὸν Ἅγιο Βασίλειο, τὸ σπίτι, τὸν φτωχό, τὸν ξενιτεμένο. Εἶναι ὅλοι αὐτοὶ νοερὰ παρόντες στὴν τελετὴ καὶ ἔτσι ἀποκτᾶται ἡ ἑνότητα μεταξὺ φτωχῶν καὶ πλουσίων, ζωντανῶν καὶ κεκοιμημένων, παρόντων καὶ ξενιτεμένων, ἁγίων καὶ ἁμαρτωλῶν. Ὁπότε, πρόκειται γιὰ ἕνα ἔθιμο ποὺ εἶναι «εἰρηνικό, συγκεντρωτικὸ καὶ ἑνωτικὸ» καὶ μᾶς ὑπενθυμίζει τὶς πρῶτες χριστιανικὲς ἀγάπες. Οἱ παριστάμενοι τρώγουν ἕνα κομμάτι, ἐνθυμοῦνται τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ξενιτεμένους ἀδελφούς τους καὶ ἡ ὅλη τελετὴ ὁμοιάζει σὰν μιὰ «τελετουργία ὁμαδικῆς ἀγάπης καὶ ἐνδυναμώσεως» (Δημητρίου Λουκάτου, ἐνθ. ἀνωτ.).

Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ ὅτι σὲ μιὰ τέτοια παρόμοια περίπτωση, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας, ὅπως διασώζεται στὴν Διδαχὴ τῶν Ἀποστόλων, ὁ Ἱερεὺς καθὼς ὕψωνε τὸν ἄρτο μὲ τὰ χέρια του, ἔλεγε μιὰ εὐχὴ ποὺ τὸ νόημά της ἦταν ὅτι ὅπως ὁ ἄρτος αὐτὸς ἀποτελέστηκε ἀπὸ σιτάρια ποὺ ἦταν ἐγκατεσπαρμένα σὲ ὅλα τὰ βουνὰ καὶ συγκεντρώθηκαν καὶ ἔτσι ἀπετέλεσαν μιὰ ἑνότητα, τὸν συγκεκριμένο ἄρτο, ἔτσι μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ νὰ συγκεντρωθῇ ὅλη ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ποὺ ζοῦνε σὲ ὅλες τὶς πατρίδες καὶ σὲ ὅλα τὰ ἔθνη ἀποτελοῦν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ὑπέρκειται τῶν ἐθνῶν καὶ τῶν πατρίδων καὶ πορεύονται πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Τὸ δεύτερο νόημα εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς μακροβιότητος. Τὸ κόψιμο τῆς ἁγιοβασιλόπιττας συνδέεται μὲ τὶς εὐχὲς γιὰ νὰ ζήση ὁ ἄνθρωπος μὲ ὑγεία κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἔτους, καθὼς ἐπίσης γιὰ νὰ ζήση πολλὰ ἔτη στὴν ζωή του. Ἡ προσδοκία τῆς μακροβιότητος εἶναι ὑποκατάστατη τῆς ἀνάμνησης τῆς ἀθανασίας καὶ εἶναι ἔνδειξη τῆς ἀναζήτησης τῆς αἰωνιότητος. Ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ ὅλη του ὕπαρξη νὰ εἶναι περιορισμένων ὑπαρκτικῶν ὁρίων, ἀλλὰ ἐπεκτείνεται καὶ πέρα ἀπὸ τὴν βιολογικὴ ζωή.

Τὸ τρίτο νόημα εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς εὐτυχίας. Ἡ λέξη εὐτυχία ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο ἐπί μέρους λέξεις, τὴν λέξη εὖ καὶ τὴν λέξη τύχη, καὶ σημαίνει νὰ ἔχη κανεὶς καλὴ τύχη, νὰ ἔλθουν ὅλα τὰ πράγματα καλὰ στὴν ζωή του. Ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸν ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ εἶναι ἕρμαιο τῆς τύχης καὶ τῆς εἱμαρμένης, οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ ἐλέγχεται ἀπὸ ἕναν ντετερμινισμὸ ποὺ καταργεῖ τὴν ἐλευθερία τοῦ προσώπου. Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν μιλᾶμε γιὰ τύχη, ἀλλὰ γιὰ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ ποὺ διευθύνει τὸν κόσμο, καθὼς ἐπίσης κάνουμε λόγο καὶ γιὰ συνέργεια, ὅτι δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἐλευθερία του συνεργεῖ.

Νομίζω, ὅμως, ὅτι τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἡ εὐτυχία, ἀλλὰ ἡ ἐλευθερία. Λέγεται αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι εὐτυχία μπορεῖ νὰ αἰσθάνεται κάποιος, ἀκόμη καὶ μὲ μιὰ προσωρινὴ εὐχαρίστηση ἀπὸ τὴν ἱκανοποίηση ἑνὸς ἐνστίκτου ἡ μιᾶς ἐπιθυμίας. Αὐτό, ὅμως, δὲν τοῦ προσδίδει ὁλοκληρωμένη διαχρονικὴ χαρά. Ἑπομένως, τὸ πρόβλημα εἶναι το πὼς ὁ ἄνθρωπος θὰ χαίρεται στὴν ζωή, πὼς θὰ χαίρεται τὰ ἀγαθὰ τοῦ βίου, ἀλλὰ καὶ πὼς θὰ ἔχη ὑπαρξιακὴ ἐλευθερία, εἴτε στὴν πλησμονὴ εἴτε στὴν ἔλλειψη τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Τὸ τέταρτο εἶναι ἡ βρώση τοῦ ἄρτου ποὺ εἶναι στοιχεῖο ζωῆς. Ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς γράφει «καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει». Ὁ ἄρτος μαζὶ μὲ τὸν οἶνο εἶναι τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ μάλιστα εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι ἡ προσφερομένη βασιλόπιττα στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα λεγόταν καὶ πλακοῦς. Ὁ συμπολίτης μας καὶ διακεκριμένος Καθηγητὴς κ. Νικόλαος Παπανικολάου, ἀκούγοντας πέρυσι τὴν εὐχὴ τῆς ἀκολουθίας στὴν ὁποία γινόταν λόγος γιὰ νὰ εὐλογήση ὁ Θεὸς τὸν πλακοῦντα, μοῦ ὑπενθύμισε ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ χαρακτηριστικότερη λέξη, ἡ ὁποία ἀπαντᾶται καὶ στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες. Ἐπίσης, μοῦ ὑπεγράμμισε ὅτι ὁ πλακοῦς μας ὑπενθυμίζει ὄχι μόνον ὡς λέξη ἀλλὰ καὶ ὡς σχῆμα τὸν πλακοῦντα ἀπὸ τὸν ὁποῖο τρέφεται τὸ ἔμβρυο στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του. Ὁπότε ὁ πλακοῦντας αὐτὸς τῆς βασιλόπιττας μπορεῖ νὰ μᾶς διδάξη ὅτι μέσα ἀπὸ αὐτὸν μποροῦμε νὰ τραφοῦμε ἀπὸ τὸν οὐράνιο Ἄρτο. Ὅπως τὸ ἔμβρυο μέσα ἀπὸ τὸν πλακοῦντα λαμβάνει τὸ ὀξυγόνο καὶ τὶς θρεπτικὲς οὐσίες ἀπὸ τὸ αἷμα τῆς μητέρας του, ἔτσι καὶ ἐμεῖς, ποὺ κατὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς ζοῦμε σὲ μιὰ μήτρα, τὴν μήτρα τῆς παρούσης ζωῆς καὶ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴν γέννηση σὲ μιὰ ἄλλη ζωή, μέσα ἀπὸ τὸν πλακοῦντα τοῦ οὐρανίου ἄρτου μποροῦμε νὰ λάβουμε τὸ ὑπαρξιακὸ ὀξυγόνο καὶ τὶς πνευματικὲς θρεπτικὲς οὐσίες γιὰ νὰ ὑπερβοῦμε τὸν θάνατο ποὺ συνδέεται μὲ τὴν βιολογικὴ ζωή.

Βέβαια, πολλὲς φορὲς ἡ βασιλόπιττα προσφέρεται σὲ ἕνα τετράγωνο σχῆμα, καὶ ὄχι κυκλικό. Πέρα ἀπὸ τὴν πρακτικὴ σκοπιμότητα αὐτοῦ τοῦ σχήματος, μπορεῖ νὰ δοῦμε καὶ μιὰ ἄλλη σημασία, ὅ,τι τὸ κυκλικὸ ἔχει σχέση μὲ τὸ συναίσθημα τοῦ ἀνθρώπου, τὴν καρδιά, ἐνῷ τὸ τετραγωνικὸ σχῆμα ἔχει σχέση μὲ τὴν λογική. Ὁπότε, ὥριμος ἀνθρῶπος θεωρεῖται ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τετράγωνη λογικὴ καὶ ὥριμο συναισθηματικὸ κόσμο.

4. Ἡ ἀκολουθία τῆς κοπῆς τῆς Βασιλόπιττας

Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε μεταμόρφωνε τὰ στοιχεῖα τοῦ βίου καὶ τὰ ἔθιμα τὰ ὁποῖα συναντοῦσε. Ἔτσι, στὴν ἑορτὴ τοῦ θεοῦ Ἡλίου τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καθόριζε νὰ ἑορτάζωνται τὰ Χριστούγεννα, δηλαδὴ ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ὁποῖος Χριστὸς εἶναι ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Καὶ πολλὰ ἄλλα ἔθιμα μεταμόρφωσε ἡ Ἐκκλησία. Μέσα στὴν προοπτικὴ αὐτὴ πρέπει νὰ δοῦμε καὶ τὴν μεταμόρφωση τοῦ ἐθίμου τῆς βασιλόπιττας. Ὁπότε, ἡ Ἐκκλησία συνέταξε μιὰ εἰδικὴ ἀκολουθία κοπῆς βασιλόπιττας, ὥστε αὐτὸ τὸ γεγονὸς ποὺ ἔχει τόσα πολλὰ νοήματα νὰ ἐκκλησιοποιηθή.

Στὴν ἀρχὴ τῆς ἀκολουθίας ψάλλονται τὸ ἀπολυτίκιο τῆς Δεσποτικῆς Ἑορτῆς τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ, τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τὸ Κοντάκιο τῆς ἀρχῆς τοῦ ἔτους. Ἔπειτα, ὁ Ἀρχιερεὺς ἡ ὁ Ἱερεὺς ἀπευθύνει δεήσεις στὸν Θεὸ γιὰ νὰ εὐλογήση τὸν νέο ἐνιαυτὸ τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ εἶναι εἰρηνικὸς καὶ σωτήριος καί, βεβαίως, νὰ εὐλογήση τοὺς παρισταμένους κατὰ τὴν ἱερὰ Ἀκολουθία.

Τέλος, διαβάζει καὶ τὴν σχετικὴ εὐχὴ μὲ τὴν ὁποία παρακαλεῖ τὸν Χριστό, ὁ ὁποῖος ἔχει τὴν ἐξουσία τῶν καιρῶν καὶ τῶν χρόνων καὶ διευθύνει τὴν ζωή μας, νὰ εὐλογήση τὴν εἴσοδό μας στὸν νέο ἐνιαυτὸ τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου καὶ νὰ εὐλογήση τοὺς πλακοῦντας –εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι τοὺς ὀνομάζει πλακοῦντας, ὅπως οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες– ποὺ προσφέρθηκαν ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς πρὸς τιμὴ καὶ δόξα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἔπειτα, παρακαλεῖ τὸν Θεὸ νὰ στείλη την Χάρη Τοῦ σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι ἑτοίμασαν τὰ δῶρα καὶ σὲ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι πρόκειται νὰ γευθοῦν αὐτά. Δίνεται δὲ ἡ ὁμολογία ὅτι οἱ παριστάμενοι στὴν Ἀκολουθία ἐλπίζουμε στὸν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ζῶν Θεός. Καὶ ἐπὶ πλέον παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ εὐλογήση τὶς εἰσόδους καὶ ἐξόδους τοῦ ἔτους αὐτοῦ, νὰ πληθύνη τὴν ζωή μας μὲ ἀγαθὰ καὶ νὰ κατευθύνη τὰ διαβήματά μας στὴν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν, γιατί, ὅπως λέγεται, δὲν ζῇ ὁ ἄνθρωπος μόνον μὲ τὸν ἄρτο, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ πνευματικὴ τροφή.

Ἡ ὅλη ἀκολουθία μετατρέπει καὶ μεταμορφώνει τὴν κοινωνικὴ ἐκδήλωση σὲ ἕνα ἐκκλησιαστικὸ καὶ πνευματικὸ γεγονός.

Ἀγαπητοί μου,

Αἰσθάνθηκα τὴν ἀνάγκη νὰ ἀναλύσω αὐτὴν τὴν ἐκδήλωση καὶ τὴν ἀκολουθία, γιατί πρέπει νὰ νοηματοδοτοῦμε ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς μας. Θὰ πρέπη νὰ ξεφεύγουμε ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια καὶ νὰ εἰσερχόμεθα στὸ βάθος τῶν γεγονότων, τῶν πραγμάτων καὶ κυρίως νὰ δίνουμε μιὰ ὑπαρξιακὴ ἑρμηνεία σὲ ὅλα τὰ θέματα τῆς ζωῆς μας. Ἄλλωστε ὅλα τὰ πράγματα τοῦ βίου στὴν οὐσία εἶναι ἀνόητα, δηλαδὴ αὐτὰ καθ' ἑαυτὰ δὲν ἔχουν νόημα, ἀλλὰ ἐμεῖς δίνουμε σὲ αὐτὰ νόημα εἴτε θετικὸ εἴτε ἀρνητικό.

Ἡ σημερινὴ ἐκδήλωση ποὺ ἔγινε ἀπὸ τοὺς Συλλόγους τῆς περιοχῆς μας καὶ ὅλους ἐσᾶς ποὺ εἶσθε παρόντες πρέπει νὰ συντελέση στὴν ἑνότητα μεταξύ μας, γιατί, ὅπως εἶναι γνωστόν, ἡ ἰσχὺς ἐν τῇ ἑνώσει. Μὲ τὶς σκέψεις αὐτὲς εὔχομαι στοὺς Προέδρους καὶ τὰ Μέλη τῶν Διοικητικῶν Συμβουλίων καὶ ὅλα τὰ μέλη τῆς ΟΣΥΝ καὶ τῆς ΕΝΑΜ, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους τους παρόντες, καλὴ καὶ εὐλογημένη Χρονιὰ μὲ ἑνότητα καὶ ἀγάπη.–