Γράφτηκε στις .

Συγκινητικές ιστορίες στα χρόνια του πολέμου

του Τρύφωνα Χατζηνικολάου

Όταν οι Ιταλοί μας κήρυξαν τον πόλεμο την 28η Οκτωβρίου 1940, στο χωριό Ξηρονομή Θηβών Βοιωτίας έφθασε μία ομάδα Ελλήνων Αξιωματικών και Στρατιωτών και ζητούσαν από τους κατοίκους να τους παραδώσουν τα υποζύγιά τους, άλογα και μουλάρια, για τις ανάγκες του Ελληνικού Στρατού. Η Ρουμελιώτισσα Μαριγώ Αναστασίου Μεϊδάνη από την Δόμβραινα ήταν παντρεμμένη στο χωριό Ξηρονομή με τον Λουκά Μίχα και πρώτη έτρεξε και παρέδωσε το άλογό της, τον Μπάλιο, με τα εξής πατριωτικά λόγια: «Ο άνδρας μου, πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών δεν είναι επιστρατεύσιμος και για να βοηθήσουμε την πατρίδα μας σας παραδίνω το άλογό μας, για να βοηθήση αυτό στο πόδι του ανδρός μου και των παιδών μου». Τα μάτια των αξιωματικών βούρκωσαν από τον αυθορμητισμό της Ρουμελιώτισσας και όταν συνήλθαν της έδωσαν τα συγχαριτήριά τους και παρέλαβαν το άλογο, το οποίο με πολλά άλλα μεταφέρθηκε στο Μέτωπο για τις ανάγκες του στρατού.

Με την εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων τον Απρίλιο του 1941 οι Έλληνες στρατιώτες επέστρεψαν στα σπίτια τους. Τέσσερις στρατιώτες από την Κόρινθο μαζί με ένα άλογο έφθασαν στη Λειβαδιά και από εκεί ακολούθησαν το βατό δρόμο προς Κόρινθο μέσω Αγίου Γεωργίου, Αγίας Άννης, Δόμβραινας και σαν έφθασαν στο χωριό Ξηρονομή το άλογο έγινε ασυγκράτητο, το βάδισμά του έγινε καλπασμός και τους έφερε στην αυλή του αφεντικού του. Εκείνη την ώρα στο σπίτι του Λουκά Μίχα ήταν η ηλικιωμένη μάνα του και το ενδεκάχρονο κοριτσάκι του, η Σπυριδούλα, που έτρεξε στο κοντινό χωράφι και πληροφόρησε τους γονείς της για την επιστροφή του αλόγου από το Μέτωπο. Σε λίγη ώρα ολόκληρη η οικογένεια του Λουκά και της Μαριγώς Μίχα, συγγενείς, γείτονες και συγχωριανοί μαζεύτηκαν στην αυλή και με χαρές, κεράσματα και τραγούδια γιόρτασαν την επιστροφή του Μπάλιου, που με δάκρυα στα μάτια δεχόταν στην κεφαλή του το χάϊδεμα των παιδιών και του αφεντικού του. Οι στρατιώτες μπροστά σ’ αυτή τη συγκινητική εικόνα και χωρίς προστριβές δεχθήκανε να επιστρέψουν το άλογο στην οικογένεια του Λουκά και της Μαριγώς Μίχα. Και αυτοί με τη σειρά τους πρόσφεραν στους στρατιώτες τροφές για την μακρινή πεζοπορία τους, αφού θα περνούσαν από τα Γεράνια όρη για να φθάσουν στην Κόρινθο.—