Γράφτηκε στις .

Στὴν Ἱερὰ Μονὴ Tismana, Μητρόπολη Ὀλτενίας: «Ὁ Μοναχισμὸς ὡς προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Παρουσίαση τοῦ βιβλίου στὸ Συνέδριο ποὺ διοργάνωσε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ὀλτενίας, στὴν Ἱερὰ Μονὴ Tismana, τὴν 23 Σεπτεμβρίου 2006

Στην ρουμανική γλώσσα το βιβλίο τοῦ Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Ο Μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή»

Αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσω θερμότατα τὸν Μητροπολίτη Ὀλτενίας κ. Θεοφάνη, ἀφ' ἑνὸς μὲν γιὰ τὴν πρόσκλησή του νὰ συμμετάσχω στὸ παρὸν Συνέδριο, πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἀφ' ἑτέρου δὲ γιατί μὲ ἐντολή του μεταφράσθηκε στὴν ρουμανικὴ γλῶσσα τὸ βιβλίο μοῦ «Ὁ Μοναχισμὸς ὡς προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωὴ» καὶ ἐνέταξε στὸ παρὸν Συνέδριο τὴν παρουσίαση τοῦ βιβλίου αὐτοῦ.

Ἐγνώρισα τὸν Σεβασμιώτατο κατὰ τὴν πρὸ ἐτῶν ἐπίσκεψή μου στὴν Κραϊόβα καὶ στὴν Μονὴ αὐτὴ συνοδεύοντας τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλο καὶ διέκρινα καὶ τὸ ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Μοναχισμό.

Ἡ χαρά μου εἶναι μεγάλη, γιατί ἔρχομαι σὲ ἐπικοινωνία μὲ τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμό της Ρουμανίας, στὸν ὁποῖο ἔτρεφα ἀπὸ παλαιὰ μεγάλο σεβασμό.

Εἰσαγωγικὰ πρέπει νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι ἡ θεολογική μου σκέψη διαμορφώθηκε ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἀπὸ μοναχούς, Ἐπισκόπους καὶ θεολόγους ποὺ ἐκφράζουν αὐτὴν τὴν παράδοση καὶ ἔζησαν καὶ ζοῦν σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς γῆς, ἰδιαιτέρως ἐδῶ στὰ Βαλκάνια καὶ τὴν Ρωσία. Ἑπομένως, μᾶς συνδέουν ἡ ἴδια θεολογία, ἡ κοινὴ ζωή, οἱ κοινὲς παραδόσεις, ὁ ἴδιος πόνος καὶ ἡ ἴδια χαρά. Πάντοτε σεβόμουν τὸν ἀείμνηστο Ἱερομόναχο π. Κλεόπα καὶ τὸν ἀείμνηστο μεγάλο θεολόγο π. Δημήτριο Στανιλοάε.

Ἑπομένως, καὶ μὲ τὸ βιβλίο μου καὶ μὲ τὴν σημερινὴ παρουσίαση αἰσθάνομαι ὅτι δὲν ἔχω τίποτε τὸ καινούριο νὰ προσφέρω σὲ σᾶς, ἀλλὰ νὰ ἐκφράσω τὴν κοινὴ πνευματική, μοναχικὴ καὶ πολιτιστικὴ παράδοση ἡ ὁποία μᾶς διακρίνει.

1. Ἡ αἰτία συγγραφῆς

Θὰ πρέπη νὰ σᾶς ἀποκαλύψω ὅτι δὲν ἐπεδίωξα νὰ εἶμαι συγγραφέας, ἀλλὰ αὐτὸ ἔγινε ἀπὸ μιὰ διάθεση ποιμαντικῆς διακονίας.

Διεπίστωσα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς διακονίας μου στὴν Ἐκκλησία ὅτι ἡ ποιμαντικὴ πρέπει νὰ συνδέεται μὲ τὴν θεολογία καὶ ἡ θεολογία πρέπει νὰ συνδέεται μὲ τὴν ποιμαντική. Οἱ δύο αὐτὲς πλευρὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς δὲν πρέπει νὰ ἀποσυνδέονται μεταξύ τους. Ἡ ἀποσύνδεση δὲν ὠφελεῖ οὔτε τὴν ποιμαντικὴ οὔτε τὴν θεολογία.

Στην Ιερά Μονή Tismana, Μητρόπολη Ολτενίας: «Ο Μοναχισμός ως προφητική, αποστολική και μαρτυρική ζωή»

Φυσικά, ὅταν κάνω λόγο γιὰ θεολογία, ἐννοῶ τὸν λόγο περὶ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήση γνώση καὶ κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ αὐτομάτως συνδέεται μὲ τὴν ποιμαντική. Ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐπέφερε ἀλλοιώσεις στὸν ψυχοσωματικὸ ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἑπομένως ἡ ἐπανασύνδεση τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ γίνεται μὲ τὴν ποιμαντικὴ ἐπιστήμη, ποὺ λέγεται καὶ θεραπευτικὴ ἀγωγή.

Ἀναζητοῦσα ἀπὸ τὴν ἐφηβική μου ἡλικία αὐτὴν τὴν παράδοση ποὺ βίωναν οἱ ἅγιοι. Ἰδιαιτέρως ὅταν ἔγινα Κληρικὸς καὶ Πνευματικὸς Πατέρας καὶ ἤμουν ὑποχρεωμένος νὰ βοηθήσω τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μοῦ ἔστελνε ὁ Θεός, προσπαθοῦσα νὰ βρω αὐτὴν τὴν σύνδεση μεταξὺ ποιμαντικῆς καὶ θεολογίας.

Ἔκφραση αὐτῆς τῆς συνδέσεως εἶναι τὰ βιβλία τὰ ὁποῖα ἔχω συγγράψει. Ἐνδεχομένως αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ἔκαναν ἐντύπωση σὲ πολλοὺς Ὀρθοδόξους καὶ πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ μεταφράσθηκαν σὲ 16 γλῶσσες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ στὴν ρουμανικὴ γλῶσσα. Στὰ βιβλία αὐτὰ στὴν πραγματικότητα, ἐκθέτω τὴν νηπτική-ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ἔχει ἀνάγκη σήμερα ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καὶ ἡ ὁποία ἀπαντᾶ στὰ μεγάλα ἐσωτερικὰ ὑπαρξιακά του προβλήματα καὶ ἔχει ἔντονο κοινωνικὸ χαρακτῆρα, ὅπως φαίνεται καὶ στὴν ζωὴ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ἑπομένως, αὐτὰ τὰ βιβλία δὲν εἶναι δικά μου, ἀλλὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, διὰ πρεσβειῶν τῆς Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν ἁγίων. Ὅταν ἤμουν νέος Κληρικός, εἶχα ἀκούσει στὴν Ἀθήνα τὸν ἀείμνηστο π. Δημήτριο Στανιλοάε νὰ ἀναλύη τὴν θεολογία τοῦ δώρου, ὅτι δηλαδὴ ὅλος ὁ κόσμος εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς προσφέρεται ὡς δῶρο στὸν ἄνθρωπο, ὥστε στὴν συνέχεια ὁ ἄνθρωπος νὰ προσφερθῇ ὡς δῶρο-ἀντίδωρο στὸν Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Αὐτό μου ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση, καὶ τὸ αἰσθάνομαι ἔντονα στὴν ποιμαντικὴ καὶ συγγραφική μου διακονία.

2. Τὸ περιεχόμενο τοῦ βιβλίου

Τὸ βιβλίο αὐτό, ὅπως ἀντιλαμβάνεσθε, περιγράφει τὰ πλαίσια τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ.

Θὰ πρέπη νὰ σᾶς ἀναφέρω ὅτι ὁ μοναχισμός μου ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια. Οἱ γονεῖς μου ζοῦσαν ὡς μοναχοί, μὲ ἀπόλυτη πίστη στὸν Θεό, μὲ προσευχή, νηστεία, μυστηριακὴ ζωή, μελέτη ἀσκητικῶν βιβλίων. Τὸ πιὸ προσφιλὲς βιβλίο στὸν πατέρα μου, τὸ ὁποῖο καὶ ἐμεῖς διαβάζαμε ἀπὸ τὰ μικρά μας χρόνια, ἦταν ἡ Κλίμακα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου του Σιναΐτου.

Ἀκόμη, χειροτονήθηκα ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας κυρὸ Καλλίνικο, ἕναν ἀσκητὴ Ἐπίσκοπο, καὶ ἔμενα μαζί του στὸ Ἐπισκοπεῖο καὶ διδάχθηκα στὴν πράξη τὴν σύνδεση μοναχισμοῦ καὶ ἱεραποστολῆς.

Ἔπειτα, συνδέθηκα στενὰ μὲ Ἁγιορεῖτες Πατέρες, ὅλων τῶν ἐθνικοτήτων, ὅπως τὸν π. Παΐσιο, τὸν π. Ἐφραίμ τον Κατουνακιώτη, τὸν π. Θεόκλητο τὸν Διονυσιάτη, ἄλλους Σέρβους καὶ Ρουμάνους μοναχούς. Ἐπίσης μεγάλη ἐπιρροὴ ἐπάνω μοῦ εἶχε ἡ θεολογία τοῦ Γέροντα Σωφρονίου Σαχάρωφ. Εἶχα γιὰ πολλὰ χρόνια ἐπικοινωνία μαζί του καὶ στὸ πρόσωπό του εἶδα πὼς συναντᾶται ὁ ἡσυχαστής, ὁ θεολόγος καὶ ὁ ποιμένας τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ τὰ τρία αὐτὰ ἐκφράζονταν στὴν ὕπαρξή του.

Ἀκόμη μὲ εὐλόγησε ὁ Θεὸς καὶ συγκροτήθηκε μιὰ μοναχικὴ ἀδελφότητα ἀπὸ πνευματικά μου παιδιά, τὴν ὁποία κατευθύνω πνευματικά, καὶ ἡ ὁποία ἐκδίδει καὶ τὰ βιβλία μου στὴν ἑλληνικὴ καὶ σὲ ἄλλες γλῶσσες. Ἔτσι γνώρισα τὴν μοναχικὴ ὀρθόδοξη ζωή.

Τὸ βιβλίο τὸ ὁποῖο παρουσιάζουμε ἐδῶ διαιρεῖται σὲ πέντε μεγάλες ἑνότητες, ποὺ δείχνουν ὅλο τὸ «πνεῦμα» τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ. Ἡ πρώτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Ὀρθόδοξος-Ησυχαστικός Μοναχισμός», ἡ δεύτερη ἑνότητα κάνει λόγο γιὰ τὸν «Ἁγιορείτικο καὶ Σιναϊτικὸ Μοναχισμό», ἡ τρίτη ἑνότητα ἀναλύει «Τὸ Μυστήριο τοῦ Σταυροῦ στὴν μοναχικὴ ζωή», στὴν τέταρτη ἑνότητα γίνεται λόγος γιὰ «τὸν Ὀρθόδοξο Μοναχισμὸ καὶ τὴν ἐκκοσμίκευσή του» καὶ στὴν πέμπτη ἑνότητα ἀναλύεται «ἡ κανονικὴ δομὴ τοῦ μοναχισμοῦ καὶ ἡ ἀκολουθία τῆς κουρᾶς».

Τὸ βιβλίο αὐτὸ διαβάσθηκε πολὺ στὴν Ἑλλάδα, κυρίως ἀπὸ μοναχοὺς καὶ μοναχές, ἔγινε ἀνάγνωση σὲ Μοναστήρια κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀκολουθίας τῆς Τραπέζης καὶ σὲ εἰδικὸ φάκελλο διατηρῶ τὶς ἐπιστολὲς ποὺ μοῦ ἔστειλαν πολλὰ Μοναστήρια γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὶς εὐχαριστίες τους γιὰ τὴν συγγραφή του.

3. Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες

Νομίζω ὅτι ὁ τίτλος τοῦ βιβλίο αὐτοῦ εἶναι ἐκφραστικὸς καὶ δείχνει τὴν διήκουσα ἔννοιά του, ὅτι, δηλαδή, ἡ μοναχικὴ ζωὴ εἶναι προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή.

Προφῆτες εἶναι ὅσοι βλέπουν τὸν Θεὸ καὶ ἔχουν γνώση τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸν τὸν λόγο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη οἱ Προφῆτες ὀνομάζονταν «ὁρῶντες» ἡ «βλέποντες», ὅπως ὁ Προφήτης Σαμουήλ, ἐπειδὴ ἔβλεπαν τὸν ἄσαρκο Λόγο τὸ Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ἀσάρκως καὶ μὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ κατευθύνουν τὸν λαό.

Προφῆτες ὑπάρχουν καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη. Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ ἡ μόνη διαφορὰ εἶναι ὅτι οἱ Προφῆτες στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἔβλεπαν τὴν πρώτη παρουσία τοῦ Λόγου, ἐνῷ οἱ Προφῆτες τῆς Καινῆς Διαθήκης βλέπουν τήνΔευτέρά Παρουσία τοῦ Λόγου.

Οἱ Προφῆτες εἶχαν νοερὰ προσευχὴ καὶ θεωρία Θεοῦ. Ἡ νοερὰ προσευχὴ εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης στὸν Θεὸ καὶ ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο.

Ἀπόστολοι εἶναι οἱ εὐλογημένοι ἐκεῖνοι ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι δέχθηκαν τὴν κλήση ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀπετάγησαν τὰ πάντα, ἀκολούθησαν τὸν Χριστό, εἶδαν τὸν Χριστὸ διδάσκοντα καὶ θαυματουργούντα, μερικοὶ ἀπ ἄ?¬τούς εἶδαν τὴν δόξα τῆς θεότητός Του στὸ Ὅρος Θαβώρ, ὅλοι ἔλαβαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα αἰσθητῶς καὶ ὅλοι ἔδωσαν τὴν μαρτυρία περὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἔπειτα, οἱ Μαθητὲς ὑπέστησαν τὸ μαρτύριο γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος δὲν τελείωσε τὴν ζωὴ τοῦ μαρτυρικῶς, ἀλλὰ ὁ ἴδιος βίωσε ὅλο τὸ μαρτύριο πάνω στὸν Γολγοθᾶ καὶ γι' αὐτὸ δὲν χρειάσθηκε νὰ περάση καὶ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸ προσωπικὸ μαρτύριο.

Μάρτυρες εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔδωσαν τὴν μαρτυρία γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ὑπέστησαν τὸ μαρτύριο. Κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, τὸ μαρτύριο δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα τόλμης, ἰσχυρᾶς θελήσεως καὶ θάρρους, ἀλλὰ καρπὸς θεωρίας. Δηλαδή, οἱ Μάρτυρες ἔλαβαν μεγάλη Χάρη ἀπὸ τὸν Θεό, αὐτὴ ἡ Χάρη διὰ τῆς ψυχῆς μεταφέρθηκε στὸ σῶμα καὶ γι' αὐτὸ ἄντεξαν ὅλα τὰ φοβερὰ βασανιστήρια. Στὰ Συναξάρια τῶν ἁγίων βλέπουμε ὅτι οἱ μάρτυρες εἶχαν μέσα τους μεγάλη ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, ἀδιάλειπτη νοερὰ προσευχὴ καὶ πολλὲς φορὲς εἶχαν καὶ θεωρία Θεοῦ.

Καὶ οἱ τρεῖς αὐτὲς κατηγορίες (Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες) εἶχαν κοινὴ ζωή. Κέντρο τῆς ζωῆς τους ἦταν ὁ Χριστός, ὁ ἄσαρκος καὶ σεσαρκωμένος Λόγος. Εἶχαν κοινωνία μὲ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔζησαν ὅλη τὴν μέθοδο τῆς Ὀρθοδόξου εὐσεβίας καὶ τοὺς βαθμοὺς τῆς πνευματικῆς τελειώσεως ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς κάνει λόγο γιὰ πρακτικὴ φιλοσοφία (κάθαρση), φυσικὴ θεωρία (φωτισμὸς) καὶ μυστικὴ θεολογία (θέωση). Ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἡδονὴ καὶ τὴν ὀδύνη. Φωτισμὸς τοῦ νοὸς εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν λήθη καὶ τὴν ἄγνοια, ὁπότε ἀναπτύσσεται ἡ νοερὰ καρδιακὴ προσευχή. Καὶ θέωση εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν φαντασία καὶ τὴν λογικὴ ἐπεξεργασία.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναλύοντας τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον ζοῦσε ἡ Παναγία στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων παρουσίασε ὅλο τὸ περιεχόμενο τοῦ Ὀρθοδόξου Ἡσυχασμοῦ. Γράφει ὅτι ἡ Παναγία ἐλευθέρωσε τὸν νοῦ της ἀπὸ τὴν αἴσθηση καὶ τὰ αἰσθητά, ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴν φαντασία καὶ στὴν συνέχεια εἶδε τὸ ἄκτιστο Φῶς. Ἡ παρουσία της γιὰ δώδεκα χρόνια μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων στὴν πραγματικότητα ἦταν μέθεξη τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας ἔγινε ἀναστολὴ καὶ τῶν σωματικῶν ἐνεργειῶν.

Ὑπάρχουν πολλὰ χωρία στὶς ἐπιστολὲς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων ποὺ δείχνουν ὅλη αὐτὴν τὴν πνευματικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν θέωση. Θὰ ἤθελα νὰ παρουσιάσω μόνον ἕνα ἀπὸ αὐτά, ποὺ τὸ συναντοῦμε στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Β Καθολικῆς Ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου.

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, καθοδηγῶντας τοὺς Χριστανούς, δὲν τὸ κάνει χρησιμοποιῶντας «σεσοφισμένους μύθους», ἀλλὰ μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας τὴν ὁποία ὁ ἴδιος εἶχε στὸ Ὅρος Θαβώρ. Ἀναφέρεται στὸ ὅτι γνώρισε τὴν δύναμη καὶ παρουσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἔγινε ἐπόπτης τῆς μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ καὶ ἄκουσε τὴν φωνὴ τῆς μεγαλοπρεποῦς δόξης τοῦ Πατρὸς «οὗτὸς ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, εἰς ὀν ἐγὼ εὐδόκησα» (Β Πέτρ. α , 16-18). Αὐτὴ ἡ θεωρία τὸν ἐνέπνεε, καὶ τὴν θέτει ὡς τὸ ὕψος καὶ τὸ τέλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ φθάση σὲ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ θεολογία.

Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὁδηγεῖ τοὺς Χριστιανοὺς πρὸς αὐτὴν τὴν ἐμπειρία. Μάλιστα διαγράφει καὶ τὴν πορεία ποὺ ὁδηγεῖ σὲ αὐτὴν τὴν προσωπικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτὸ συνιστᾶ τὴν ὀρθόδοξη ποιμαντική.

Στὴν ἀρχὴ τῆς ἐπιστολῆς του κάνει λόγο γιὰ τὸ ὅτι ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἐλάβαμε «ἰσότιμον πίστιν ἐν δικαιοσύνῃ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β Πέτρ. α , 1). Ἡ πίστη εἶναι «ἰσότιμη», δηλαδὴ ὅλοι ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἀποκτήσουν αὐτὴν τὴν ἴδια ζωή. Δὲν ὑπάρχουν προνομιοῦχοι καὶ μὴ σὲ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ πορεία.

Ὅπως γράφει στὴν συνέχεια, ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἐκλήθησαν γι' αὐτὴν τὴν γνώση καὶ σὲ ὅλους δόθηκαν «τὰ τίμια καὶ μέγιστα ἐπαγγέλματα», δηλαδὴ οἱ πολύτιμες καὶ μεγάλες ὑποσχέσεις γιὰ νὰ γίνουν «θείας κοινωνοὶ φύσεως» (Β Πέτρ. α , 3-4).

Ὅμως καταγράφει καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο φθάνει κανεὶς σ αὐτὸ τὸ ὕψος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Κυρίως γράφει δύο καταστάσεις, ἡ μία εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς μὲ τὴν ἀσκητικὴ ζωή, καὶ ἡ δεύτερη εἶναι ὁ φωτισμὸς τοῦ νοὸς μὲ τὴν ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος μέσα στὴν καρδιά.

Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γίνη κοινωνὸς θείας φύσεως, δηλαδὴ κοινωνὸς τῆς θείας ἐνεργείας ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν φύση τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὸ γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποφύγη τὸν κόσμο «ἐν ἐπιθυμίᾳ φθορᾶς». Οἱ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ προσφέρουν «σπουδὴν πᾶσαν», δηλαδὴ νὰ καταβάλλουν κάθε προσπάθεια γιὰ νὰ προσθέσουν ἐπάνω στὴν πίστη τὴν ἀρετή, ἐπάνω στὴν ἀρετὴ τὴν γνώση, ἐπάνω στὴν γνώση τὴν ἐγκράτεια, ἐπάνω στὴν ἐγκράτεια τὴν ὑπομονή, ἐπάνω στὴν ὑπομονὴ τὴν εὐσέβεια, ἐπάνω στὴν εὐσέβεια τὴν φιλαδελφία καὶ ἐπάνω στὴν φιλαδελφία τὴν ἀγάπη. Οἱ Χριστιανοὶ θὰ πρέπη νὰ καθαρίζουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ παλαιὲς ἁμαρτίες καὶ νὰ σπουδάζουν, δηλαδὴ νὰ δείχνουν μεγάλο ζῆλο καὶ νὰ καταβάλλουν προσπάθεια στὸ νὰ ἀποδεικνύουν «βεβαίαν τὴν κλῆσιν καὶ τὴν ἐκλογήν», διότι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ τοὺς χορηγηθῇ «ἡ εἴσοδος εἰς τὴν αἰώνιον βασιλείαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β Πέτρ. α , 4-11).

Στὸ χωρίο αὐτὸ φαίνεται ὅτι τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν θέα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ μπορεῖ ὅλοι νὰ φθάσουν ἐκεῖ, προηγεῖται ἡ ἀσκητικὴ ζωή, ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη, διότι ἔτσι ἀνταποκρίνεται ὁ ἄνθρωπος στὴν κλήση καὶ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Θεοῦ.

Καὶ ἕως ὅτου φθάση κανεὶς στὴν θέα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ὑπάρχει τὸ λυχνάρι τοῦ προφητικοῦ λόγου. Γράφει: «καὶ ἔχομεν βεβαιότερον τὸν προφητικὸν λόγον, ὦ καλῶς ποιεῖτε προσέχοντες ὡς λύχνῳ φαίνοντι ἐν αὐχμηρῷ τόπῳ, ἕως οὐ ἡμέρα διαυγάση καὶ φωσφόρος ἀνατείλη ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν» (Β Πέτρ. α , 19). Ἐδῶ σαφέστατα φαίνεται ὅτι τῆς μεγάλης ἡμέρας, δηλαδὴ τῆς θέας τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θὰ ἀνατείλη στὴν καρδιά, προηγεῖται ὁ λύχνος ποὺ φέγγει σὲ ἕνα σκοτεινὸ μέρος. Αὐτὸς ὁ λύχνος εἶναι ὁ φωτισμένος νοῦς μὲ τὴν νοερὰ προσευχή.

Μὲ ἄλλα λόγια, στὸ καταπληκτικὸ αὐτὸ κείμενο φαίνεται ὅλη ἡ πορεία τοῦ Χριστιανοῦ πρὸς τὴν θέωση. Ὅλοι ἔχουν λάβει τὴν κλήση νὰ φθάσουν στὴν θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ὅλοι ἔχουν τὴν «ἰσότιμον πίστιν» μὲ τοὺς Ἀποστόλους, ὅλοι ἔχουν λάβει τὶς ἴδιες ἐπαγγελίες, ἀλλὰ πρέπει νὰ περάσουν μέσα ἀπὸ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τὴν ἀπόκτηση τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ νοός. Πάντως, ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς ἀποτελεῖ τὸ τέλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Αὐτὸ ἔζησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ διαφόρους τρόπους καὶ βαθμούς, Προφῆτες, Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, ὅσιοι, ἀσκητές.

4. Ἡ μοναχικὴ ζωή

Στὴν ἀποστολικὴ ἐποχή, ὅπως τὸ βλέπουμε νὰ ἀναλύεται στὸ βιβλίο τῶν «Πράξεων τῶν Ἀποστόλων» καὶ τὶς ἐπιστολές τους, οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ ζοῦσαν αὐτὴν τὴν προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή. Ὅταν διαβάση κανεὶς προσεκτικὰ τὰ κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης, θὰ διαπιστώση ὅτι οἱ πρῶτοι Χριστιανοὶ εἶχαν λάβει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, εἶχαν νοερὰ προσευχή, καί, κατὰ διαφόρους βαθμούς, εἶχαν ἐμπειρία θεώσεως.

Γιὰ παράδειγμα θὰ ἤθελα νὰ ἀναφέρω τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ποὺ συνδέει τὸ «πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας» μὲ τὴν νοερὰ προσευχή, ἡ ὁποία γίνεται μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μέσα στὴν καρδιά. Αὐτὸ τὸ βλέπουμε στὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ (Ρώμ. ἡ , 14-17) καὶ στὴν πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολὴ (Γάλ. δ , 4-7).

Ὅταν, ὅμως, οἱ Χριστιανοὶ ἐκκοσμικεύθηκαν, καὶ ἐν πολλοῖς χάθηκε αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ζωή, τότε ἀναπτύχθηκε ἡ τάξη τῶν ἀναχωρητῶν καὶ τῶν μοναχῶν, ποὺ ζοῦσαν τὴν προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή.

Οἱ πραγματικοὶ μοναχοὶ εἶναι προφῆτες, γιατί ἔχουν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, ἔχουν νοερὰ προσευχὴ καὶ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς φθάνουν τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Συγχρόνως εἶναι ἀπόστολοι, γιατί ἀπετάγησαν τὰ πάντα, ὑποτάσσονται στὸν Χριστό, γνωρίζουν τὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, μετέχουν τῆς θεοπτίας τοῦ Ὅρους Θαβώρ, τῶν Παθῶν καὶ τῆς Σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἀναστάσεώς Του, λαμβάνουν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἐπὶ πλέον εἶναι μάρτυρες, γιατί βιώνουν τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, σταυρώνουν στὴν σάρκα μὲ τὶς ἐπιθυμίες, λαμβάνουν την Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέχρι τὸ σῶμα τους, ὥστε νὰ μποροῦν νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸν Χριστό, ὅταν τὸ ἀπαιτήσουν οἱ περιστάσεις.

Βεβαίως, ὅπως καὶ σὲ ἄλλους τομεῖς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἔτσι καὶ στὸν μοναχισμό, παρατηρεῖ κανεὶς τὸ φαινόμενο τῆς ἐκκοσμικεύσεως, ποὺ εἶναι ἡ ἀλλοίωση τοῦ μοναχικοῦ «πνεύματος». Δηλαδή, ἀντὶ ὁ μοναχισμὸς νὰ βιώνεται ὡς προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή, βιώνεται ὡς μιὰ καλὴ ἠθικὴ καὶ κοινωνικὴ ζωή. Γι' αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν μεγάλων Πατέρων, ἐθέσπισε τοὺς ἱεροὺς Κανόνας, διὰ τῶν ὁποίων διασφαλίζεται ἡ μέθοδος τῆς θεραπείας, ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν θέωση, διὰ τῆς καθάρσεως καὶ τοῦ φωτισμοῦ, καθορίζεται τὸ «ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα» καὶ ἡ ἐκκλησιολογία τοῦ μοναχισμοῦ. Ὅταν καὶ οἱ μοναχοὶ ζοῦν αὐτὴν τὴν ποιμαντικὴ τὴν ὁποία ἔχουν καθορίσει οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διὰ τῶν Συνόδων καὶ τῶν ἱερῶν Κανόνων, τότε ζοῦν τὴν προφητική, ἀποστολικὴ καὶ μαρτυρικὴ ζωή.

Ζῶντας δὲ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ ζωή, ἐλευθερώνονται ἀπὸ τὰ πάθη τῆς φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καὶ τῆς φιλαργυρίας, θεραπεύουν τὸ λογιστικό, τὸ ἐπιθυμικὸ καὶ τὸ θυμικό, ζοῦν μὲ «πνεῦμα» ὑπακοῆς στὸν συνοδικὸ θεσμὸ καὶ τὸ πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀποφεύγουν τὸν φανατισμὸ καὶ τὸν ἐθνοφυλετισμό, ὑπερβαίνουν ἀκόμη καὶ τὴν θρησκεία, ἡ ὁποία πολλὲς φορὲς καταδυναστεύει τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι γνωστὸν ὅτι κάθε κοσμικὴ ἐξουσία ἐκμεταλλεύεται τὴν θρησκεία, ὅμως δὲν μπορεῖ ἡ κοσμικὴ ἐξουσία νὰ ἐκμεταλλευθῇ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη νηπτικὴ παράδοση.

Ὅσοι ἀκολουθοῦν τὴν μέθοδο τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, τὴν ἡσυχαστική - νηπτικὴ παράδοση, εἶναι ἐλεύθεροι ἀπὸ κοσμικὲς νοοτροπίες, ἐμπνέονται ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ εἶναι ἀπελεύθεροι Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀγαποῦν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ εἶναι ἀκόμη καὶ ὠφέλιμοι στὴν κοινωνία. Ἁπτὸ παράδειγμα εἶναι ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀπὸ τὴν Tismana, τοῦ ὁποίου ἑορτάζουμε τὰ 600 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του καὶ γιὰ τὸν ὁποῖο ἔχουμε ἀκούσει τόσα πολλὰ στὸ παρὸν Συνέδριο, ὅτι ἀπέκτησε κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ὑπῆρξε καὶ εὐεργετικὸς παράγων καὶ στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων.

Τελειώνοντας θὰ ἤθελα νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι τὰ Ὀρθόδοξα Μοναστήρια, ὅπως τὰ συναντοῦμε σὲ πολλὰ πατερικὰ κείμενα, ὀνομάζονται «ἱερὰ φροντιστήρια», μέσα στὰ ὁποῖα οἱ μοναχοὶ μαθαίνουν τὴν ὑπαρξιακὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ γι' αὐτὸ εἶναι οἱ πραγματικὲς Θεολογικὲς Σχολὲς καὶ οἱ πραγματικὲς πνευματικὲς ἰατρικὲς Σχολές. Οἱ Ὀρθόδοξοι μοναχοὶ θεραπεύουν τὴν ὕπαρξή τους ἀπὸ τὴν φιλαυτία, ὁδηγοῦνται στὴν φιλοθεΐα καὶ τὴν φιλανθρωπία, ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ ἀγάπη φθάνουν στὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη.

Οἱ μοναχοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν εἶναι περίεργοι καὶ ἀφύσικοι ἄνθρωποι, οὔτε ἀναρχικοὶ τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ οἱ πλέον φυσικοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦν εὐαγγελικά, δηλαδὴ τηροῦν τὸ Εὐαγγέλιο, τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, καὶ εἶναι οἱ ἀληθινοὶ Χριστιανοί. Καὶ γι' αὐτοὺς ἰσχύει ὅσα γράφονται στὴν πρὸς Διόγνητο ἐπιστολὴ τοῦ Β αἰῶνος, ὅτι «ἐπὶ γῆς διατρίβουσιν, ἀλλ' ἐν οὐρανῷ πολιτεύονται». Οἱ ἀληθινοὶ μοναχοὶ πλησιάζουν τὴν ζωὴ τῶν Πρωτοπλάστων πρὶν τὴν πτώση τους, καὶ ἀκόμη προσεγγίζουν τὴν ζωὴ τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἁγίων μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.

Τέτοιους μοναχοὺς ἔχω συναντήσει πολλοὺς στὴν ζωή μου. Τὴν ζωὴ τέτοιων μοναχῶν διαβάζουμε στὰ Γεροντικά. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα ἑνὸς τέτοιου ἁγίου καὶ εὐλογημένου μοναχοῦ, μὲ εἰρήνη στὴν καρδιά, μὲ ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ ἀγάπη γιὰ ὅλη τὴν κτίση εἶναι ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης τοῦ ὁποίου αὔριο ἑορτάζουμε τὴν ἱερὰ μνήμη. Τέτοιος ἦταν καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μονῆς καὶ προστάτης τῆς Μητροπόλεως αὐτῆς.

Τέτοιοι εὐλογημένοι μοναχοὶ ζοῦν τὸν γνήσιο ὀρθόδοξο ἀνθρωπισμὸ ποὺ εἶναι ὁ λεγόμενος Θεανθρωπισμός.

Ζητῶ τὶς εὐχές σας καὶ τὶς προσευχές σας, γιὰ νὰ μὴ γράφω μόνον γιὰ τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμό, ἀλλὰ νὰ ζῶ τὸν ὀρθόδοξο μοναχισμό, ποὺ εἶναι στὴν πραγματικότητα ἡ εὐαγγελικὴ ζωή.

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ