Skip to main content

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Τὸ πρόβλημα τῆς Οὐκρανίας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στὴν Ἐφημερίδα «Τὸ Βῆμα», στὶς 3-8-2008.)

Μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴν Οὐκρανία δημιουργήθηκαν διάφορες ἀντιδράσεις καὶ δημοσιεύθηκαν ἀναλύσεις καὶ καταγράφηκαν ἐκτιμήσεις, οἱ ὁποῖες ὅταν ἐξετάζονται ἀπὸ πλευρᾶς πολιτικῆς ἔχουν στοιχεῖα ἀληθείας, ἀλλὰ ὅταν κρίνονται ἀπὸ πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς καὶ θεολογικῆς εἶναι ἀνεπαρκεῖς. Ἐννοῶ ὅτι κατὰ ἐκτιμήσεις πολιτικῶν ἀναλυτῶν ἡ δυτικὴ πολιτικὴ (Ἀμερική-Ευρώπη) ἐπηρέασε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὸ παρεκίνησε νὰ παρέμβη στὶς ἐξελίξεις στὴν Οὐκρανία καὶ ὅτι δῆθεν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι ὄργανο τῆς ἐξωτερικῆς πολιτικῆς τῶν δυτικῶν Κρατῶν.

Τὰ πράγματα δὲν εἶναι ἔτσι, γιατί ἄλλος εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς πολιτικῆς τῶν Κρατῶν καὶ ἄλλος ὁ σκοπὸς τῆς Ἐκκλησίας, καίτοι σὲ μερικὰ σημεῖα μπορεῖ νὰ κινοῦνται παράλληλα. Στὴν προκειμένη περίπτωση νομίζω ὅτι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κινήθηκε ἐκκλησιαστικὰ καὶ ὄχι πολιτικά. Γι' αὐτὸ οἱ πολιτικοὶ ἀναλυτές, ὅταν κρίνουν τὶς κινήσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, πρέπει νὰ ἀποτοξινωθοῦν λίγο ἀπὸ τὴν πολιτικὴ σκέψη καὶ νὰ δοῦν τὴν ἐσωτερικὴ ἐκκλησιαστικὴ διάσταση τοῦ θέματος. 

Θὰ ἤθελα νὰ καταγράψω μερικὲς ἁπλὲς σκέψεις μου.

1. Ἱστορία καὶ Ἐκκλησία

Ἡ ἱστορία συνδέεται στενὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του ἐργάσθηκε στὸν χρόνο καὶ τὸν χῶρο καὶ ἡ Ἐκκλησία ζῆ στὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα. Ἡ γραμμένη Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱστορία τοῦ κόσμου, ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, εἶναι «τὰ ἴδια τὰ ἀχνάρια ποὺ ἀφήνει τὸ πέρασμα τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἱστορία, βλέπουμε πὼς ὁ Θεὸς περιπατεῖ ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς γραμμὲς τῶν ἀνθρώπων». Γι' αὐτὸ «ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἱστορία ὁδηγεῖ σὲ μιὰ αἱρετικὴ ξηρότητα, σὲ μιὰ δογματιστικὴ διάθεση». Ἂς προσέξουμε τὴν φράση ὅτι ὁ Θεὸς «περιπατεῖ ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς γραμμὲς τῶν ἀνθρώπων» ποὺ προφανῶς εἶναι ἡ λεγομένη «ἱερὰ ἱστορία», ποὺ διαφέρει σαφῶς ἀπὸ τὴν κοινὴ ἱστορία. Βέβαια, ἡ πραγματικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία δὲν ταυτίζεται πλήρως μὲ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, ἀλλὰ εἶναι τὸ ἁγιολόγιο καὶ τὸ ἐορτοδρόμιο τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, ἀλλιῶς βλέπει τὰ θέματα ἕνας ἱστορικὸς καὶ ἀλλιῶς ἕνας Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Πάντως, ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδεσμευθῇ ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ ταυτισθῇ μὲ αὐτήν.

2. Πολιτικὴ καὶ θεολογία

Παράλληλη καὶ διαφοροποιημένη εἶναι καὶ ἡ σχέση μεταξὺ πολιτικῆς καὶ θεολογίας. Μερικὲς φορὲς πορεύονται παράλληλα, ἀλλὰ πάντοτε διαχωρίζονται σημαντικά. Ἡ διένεξη μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, γιὰ παράδειγμα, ἐπηρεάσθηκε ἀπὸ πολιτικοὺς παράγοντες καὶ συμπορεύθηκαν τὰ πολιτικὰ μὲ τὰ θεολογικὰ αἴτια. Ἡ διαφοροποίηση τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ξεκινοῦσε ἀπὸ πολιτικὲς σκοπιμότητες καὶ ἀκολούθησαν καὶ τὰ θεολογικὰ αἴτια ἡ τὸ ἀντίστροφο ἡ αὐτὸ γινόταν καὶ παράλληλα. Καίτοι συνυπῆρχαν αὐτὰ τὰ δύο αἴτια, ἐν τούτοις οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ οἱ μάρτυρες ποὺ ἐκφράζουν κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὸν ἐσωτερικὸ πυρῆνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, ἐνεργοῦσαν πάντοτε μὲ ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικὰ κίνητρα καὶ κριτήρια. Ὑπάρχουν δὲ περιπτώσεις ποὺ ἀντιτάχθηκαν στὴν πολιτική, γιατί αὐτὴ προσπαθοῦσε νὰ ἀλλοιώση τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Ἔτσι, δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποδώση πολιτικὰ ἐλατήρια στοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἔστω καὶ ἂν κινοῦνταν παράλληλα μὲ τοὺς σκοποὺς τῆς πολιτικῆς.

3. Τὸ ἔργο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο εἶναι φύλαξ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος, τὴν ὁποία κατοχυρώνουν καὶ περιφρουροῦν οἱ ἱεροὶ Κανόνες ποὺ θεσπίσθηκαν ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Οἱ ἱεροὶ Κανόνες δὲν εἶναι πολιτικὰ κείμενα, ἀλλὰ κατ' ἐξοχὴν ἐκκλησιαστικά, ποὺ ἀποβλέπουν στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ νὰ ἔχουν νομοτεχνικὴ διατύπωση, μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήθηκαν σὲ κάποια ἱστορικὴ φάση ἀπὸ τοὺς πολιτικοὺς τῆς χώρας, ἀλλὰ δὲν παύουν νὰ εἶναι κατ' ἐξοχὴν ἐκκλησιαστικὰ ἔργα, καρπὸς τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία.

Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἔχει διπλῆ ἰδιότητα. Ἡ πρώτη ἰδιότητά του εἶναι ὅτι εἶναι Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως – Νέας Ρώμης καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐθνοφυλετικὴ προέλευση τῶν μελῶν της, καὶ σὲ Ἐπισκοπὲς σὲ ὅλη τὴν Οἰκουμένη καὶ ἀσκεῖ ποιμαντικὴ καὶ διοικητικὴ ἐξουσία σὲ αὐτήν. Ἡ δεύτερη ἰδιότητά του εἶναι ὅτι εἶναι ὁ πρῶτος μεταξὺ ἴσων τῶν Πατριαρχῶν καὶ Ἀρχιεπισκόπων ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν, προεδρεύει καὶ συντονίζει διακονικὰ ὅλες τὶς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, ὀσάκις ἀναφύονται ἐκκλησιαστικὰ προβλήματα, χωρὶς βεβαίως νὰ ἐνεργὴ διάφορες διοικητικὲς πράξεις σὲ αὐτές, δηλαδὴ χωρὶς νὰ παρεμβαίνη στὴν ἐσωτερικὴ διοικητικὴ ζωὴ κάθε Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας.

Μὲ αὐτὴν τὴν δεύτερη ἰδιότητά του ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης μὲ σύνεση, διάκριση καὶ σοφία προβαίνει, κατὰ καιρούς, σὲ ἐνέργειες γιὰ τὴν καλὴ λειτουργία τῆς ἀνὰ τὸν κόσμον Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ στερήση αὐτὴν τὴν ἰδιότητα, καθὼς ἐπίσης κανεὶς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀπεμπολήση, ἐπειδὴ προσκρούει σὲ πολιτικὲς σκοπιμότητες ἡ κινεῖται παράλληλα μὲ αὐτές.

4. Ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση στὴν Οὐκρανία

Στὴν Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ὑφίσταται μία διάσπαση, ἕνα ἐκκλησιαστικὸ σχίσμα ποὺ προκαλεῖ τὴν ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση. Δὲν εἶναι δυνατὸν τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο νὰ παραμένη ἀδρανὲς καὶ νὰ κωφεύη, χωρὶς νὰ προδίδη τὴν ἐκκλησιαστική του ἀποστολή, ἐπειδὴ παίζονται διάφορα πολιτικὰ παιχνίδια. Ποιός Πρόεδρος ἑνὸς Σωματείου, μιᾶς Ὀργανώσεως, ποιός ὑπεύθυνος ἑνὸς Ὀργανισμοῦ γιὰ τὸν συντονισμὸ τῶν μελῶν του θὰ ἀρνηθῇ νὰ ἐκτελέση τὸ αὐτονόητο ἔργο του, ἐπειδὴ ἐνδεχομένως προσκρούει σὲ ἄλλες σκοπιμότητες, ἀκόμη καὶ πολιτικές;

Καὶ ἐπειδὴ γίνεται λόγος γιὰ τὴν αὐτοκεφαλία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, πρέπει νὰ ὑπογραμμισθῇ ὅτι αὐτὸ εἶναι ἔργο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ τῆς Πανορθοδόξου Συνόδου, ποὺ δίδεται μὲ σοφία, διάκριση καὶ ἐκκλησιαστικὲς προϋποθέσεις. Ἄλλωστε, δὲν πρέπει νὰ παροραθὴ ὅτι ἡ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔδωσε τὴν Αὐτοκεφαλία στὶς Ὀρθόδοξες Σλαυικὲς Ἐκκλησίες μὲ τὴν προοπτικὴ νὰ ἐπικυρωθῇ αὐτὴ ἡ ἀπόφαση ἀπὸ τὴν μέλλουσα νὰ συγκληθῇ Πανορθόδοξη καὶ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ὅταν μιὰ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀρνῆται αὐτὴν τὴν ἁρμοδιότητα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τότε ὑπονομεύει τὴν ἴδια τήν ταυτότητά της. Ἀκόμη ἐπειδὴ τὸ κρίσιμο θέμα εἶναι ὅτι ἡ Αὐτοκεφαλία δίδεται ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μὲ τὴν συγκατάθεση τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὴν ὁποία ἀποσπᾶται αὐτὴ ἡ Τοπικὴ Ἐκκλησία, γι' αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ παραθεωρηθὴ ὅτι μητέρα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας εἶναι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.

Βεβαίως στὴν Οὐκρανία γίνονται πολυποίκιλες πολιτικὲς διεργασίες καὶ ζυμώσεις, ἀσκοῦνται διάφορες ἐπιρροὲς καὶ πιέσεις, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο θὰ μείνη ἀπαθὲς στὸ ἐκκλησιαστικὸ δρᾶμα τοῦ σχίσματος ποὺ ταλαιπωρεῖ τὴν Ἐκκλησία αὐτή. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἔχει δικά του πνευματικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ κριτήρια, ἔχει αὐτοφυεῖς σκοπούς, ἐνεργεῖ αὐτοβούλως καὶ θεολογικῶς καὶ ἀποβλέπει στὴν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος. Ἂν σὲ μερικὰ σημεῖα συμπίπτουν τὰ κίνητρα καὶ τὰ ἀποτελέσματα τόσο τῆς Ἐκκλησίας ὅσο καὶ τῆς πολιτικῆς, δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ταυτόσημα, οὔτε ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἔχει λάβει ἐντολὲς ἀπὸ διάφορα πολιτικὰ κέντρα. Ἡ πρόσφατη ἱστορία ἔχει ἐπιβεβαιώσει αὐτὴν τὴν πραγματικότητα. Μερικὲς φορὲς οἱ «πολιτικὲς δράσεις» ἐξυπηρετοῦν τὰ σχέδια τῆς θείας Πρόνοιας, ὅμως ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἔχει τὸν δικό της ρυθμὸ δὲν ταυτίζεται μὲ τὶς δυνάμεις ποὺ κινοῦνται ἔξω ἀπὸ αὐτήν.

Οἱ θεολόγοι ὅταν μελετοῦν τὴν ἱστορία ἔχουν δικά τους ἑρμηνευτικὰ κριτήρια ποὺ δὲν ταυτίζονται μὲ τὰ κριτήρια τῶν θύραθεν ἱστορικῶν καὶ τῶν πολιτικῶν. Ἀντίθετα οἱ πολιτικοὶ ἀναλυτὲς ποὺ κρίνουν ἐκκλησιαστικὰ γεγονότα συνήθως ἔχουν ἄλλα κριτήρια, ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι σωστὰ κατὰ τὸ ἐξωτερικὸ σχῆμα, ἀλλὰ τελείως σφαλερὰ κατὰ τὴν ἐσωτερικὴ δομὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἱστορία καὶ ἡ Πολιτικὴ ἔχουν τὸν δικό τους βηματισμό, ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὸν δικό της ρυθμό, ποὺ δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν ζωὴ τοῦ κόσμου, μάλιστα δὲ τὴν ὑπερβαίνει.

  • Προβολές: 3284