Κύριο ἄρθρο: Ἡ Προφητεία τῆς Ἀναστάσεως
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἀπὸ τὴν Πασχαλινὴ Ἐγκύκλιο τοῦ Σεβασμιωτάτου
Ἡ ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν προξενεῖ χαρὰ σὲ ὅλους μας, γιατί ἑορτάζουμε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ γιατί ἀποκτοῦμε τὴν βεβαιότητα τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως. Εἶναι μιὰ ἑορτὴ ποὺ ἀναφέρεται στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ σὲ μᾶς τοὺς ἰδίους.
Ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε καὶ μᾶς ἔδωσε τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεώς μας, πρῶτα ἀπὸ τὰ πάθη μας, τὰ ὁποῖα εἶναι μιὰ βίωση τοῦ θανάτου, καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ σώματός μας. Ὁ ἄνθρωπος δὲν δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ ζῆ μὲ τὰ πάθη τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας, ἀλλ’ οὔτε γιὰ νὰ πεθαίνη. Στὸν Παράδεισο, πρὶν τὴν πτώση, ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε διαφορετικὰ ἀπὸ ὅ,τι ζῆ σήμερα, εἶχε πραγματικὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, καὶ μὲ ὅλη τὴν κτίση, καὶ εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ μείνη ἀθάνατος. Ὅμως, μετὰ τὴν πτώση ἀναπτύχθηκαν στὸν ἄνθρωπο ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ ὀδύνη, καὶ ἦλθε ὁ θάνατος μέσα στὴν ὕπαρξή του. Ἔτσι, τώρα μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀρχίζει μιὰ νέα ζωή, ὁ ἄνθρωπος βιώνει τὴν δική του ἀνάσταση ἀπὸ τὰ πάθη, ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν τυραννία τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς ὀδύνης, ἀλλὰ ἀποκτᾶ καὶ τὴν βεβαιότητα τῆς μελλοντικῆς ἀναστάσεως τοῦ σώματός του.
Αὐτὸ τὸ βλέπουμε κατὰ τρόπο θαυμαστὸ σὲ μιὰ προφητεία τοῦ Προφήτου Ἰεζεκιήλ, ἡ ὁποία διαβάζεται στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ τὸ βράδυ, ὅταν ἐπιστρέφουμε σὲ αὐτοὺς μετὰ τὴν περιφορὰ τοῦ Ἐπιταφίου. Ἄλλωστε, τὴν ἡμέρα αὐτὴ ψάλλουμε τὸν Ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τότε ποὺ ὁ Χριστὸς θριάμβευσε στὸν ἅδη καὶ νίκησε τὸν θάνατο. Μὲ τὴν ἀνάγνωση τῆς προφητείας αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία θέλει νὰ μᾶς μεταγγίση τὴν βεβαιότητα τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν θάνατο καὶ νὰ μᾶς διαβεβαιώση γιὰ τὴν δική μας ἀνάσταση.
Στὸ κείμενο αὐτὸ φαίνεται ὅτι ὁ Προφήτης Ἰεζεκιὴλ μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ βρέθηκε σὲ μιὰ πεδιάδα ποὺ ἦταν γεμάτη ἀπὸ ἀνθρώπινα ξηρὰ ὀστᾶ, τὰ ὁποῖα δὲν εἶχαν ζωή, δηλαδὴ σὲ μιὰ πεδιάδα τοῦ θανάτου, τῆς ἐρημώσεως, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀπογνώσεως. Ὁ Θεὸς ζήτησε ἀπὸ τὸν Προφήτη νὰ ὀμιλήση στὰ νεκρὰ αὐτὰ ὀστᾶ καὶ νὰ τοὺς ἀπευθύνη λόγο Κυρίου. Ἀμέσως, μόλις ὁ Προφήτης κήρυξε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει ἐνέργεια, ἔγινε σεισμός, τὰ ὀστᾶ πλησίασαν μεταξύ τους καὶ συναρμολογήθησαν, σχηματίζοντας τὰ σώματα, ὕστερα φύτρωσαν πάνω στὰ ὀστᾶ νεῦρα καὶ σάρκες, οἱ ὁποῖες καλύπτονταν ἀπὸ δέρμα, χωρὶς ὅμως νὰ ὑπάρξη ἀκόμη πνεῦμα, δηλαδὴ ψυχή. Στὴν συνέχεια ὁ Θεὸς ἔδωσε ἐντολὴ στὸν Προφήτη Ἰεζεκιὴλ νὰ ὀμιλήση ἐξ ὀνόματός Του στὸ Πνεῦμα, ὥστε ἐκεῖνο νὰ ἔλθη καὶ νὰ φυσήση στὰ νεκρὰ σώματα γιὰ νὰ ἀποκτήσουν ζωή. Ὁ Προφήτης ὁμίλησε καὶ τότε «εἰσῆλθεν εἰς αὐτοὺς τὸ πνεῦμα, καὶ ἔζησαν καὶ ἔστησαν ἐπὶ τῶν ποδῶν αὐτῶν, συναγωγὴ πολλὴ σφόδρα» (Ἴεζ. κέφ. λζ’, 1-10).
Αὐτὸ τὸ προφητικὸ γεγονὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἐκφράζει τὴν μελλοντικὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν σωμάτων. Θὰ ἔλθη ἐποχή, ὅπως πιστεύουμε ὡς Χριστιανοί, κατὰ τὴν ὁποία, μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, θὰ γίνη ἀνάσταση τῶν σωμάτων, θὰ εἰσέλθουν μέσα σὲ αὐτὰ οἱ ψυχὲς μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ εἶναι σώματα πνευματικά, ὥστε ὁ ἄνθρωπος ὁλόκληρος, μὲ ψυχὴ καὶ σῶμα, νὰ ζήση στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἔχη κοινωνία μαζί Του. Αὐτὸ εἶπε στὴν συνέχεια ὁ Θεὸς στὸν Προφήτη Ἰεζεκιήλ: «ἰδοὺ ἐγὼ ἀνοίξω τα μνήματα ὑμῶν καὶ ἀνάξω ὑμᾶς ἐκ τῶν μνημάτων ὑμῶν καὶ εἰσάξω ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραήλ». Καὶ λέγει: «καὶ δώσω πνεῦμα μοῦ εἰς ὑμᾶς, καὶ ζήσεσθε, καὶ θήσομαι ὑμᾶς ἐπὶ τὴν γῆν ὑμῶν, καὶ γνώσεσθε ὅτι ἐγὼ Κύριος» (Ἰεζεκιὴλ λζ , 12-14).
Ὅταν ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐξέρχεται ἀπὸ τὸ σῶμα του, τότε τὸ σῶμα πεθαίνει, εἶναι ξηρὰ ὀστᾶ. Κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ οἱ ψυχές, μὲ τὴν προσταγῇ τοῦ Θεοῦ, θὰ ἐπανέλθουν στὸ σῶμα γιὰ νὰ ἀναστηθῇ ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ θὰ ἔχουν καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα θὰ εἰσέλθουν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ νεκρανάσταση γίνεται καὶ στὴν ζωὴ αὐτή, ἀφοῦ μποροῦμε νὰ ἀποκτήσουμε τὴν πεῖρα τῆς πνευματικῆς ἀναστάσεως. Ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι πνευματικὰ νεκρὸς καὶ ὅταν ἀκούη λόγον Κυρίου ἀνασταίνεται πνευματικά, ἔρχεται μέσα στὴν ὕπαρξή του ἡ Χάρη τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ καὶ ζῆ πνευματικά, ὁπότε δὲν ἀπογοητεύεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, δὲν φοβᾶται ἀπὸ τὸν θάνατο, καὶ ζῆ τὴν ἀναστημένη ζωὴ ἀπὸ τὸν παρόντα βίο.
Ἔτσι καὶ σήμερα, ὁ κάθε Κληρικός, ὡς ἄλλος προφήτης, αἰσθάνεται ὅτι βρίσκεται σὲ μιὰ πεδιάδα θανάτου, στὴν ὁποία ἀκούγεται ἡ κραυγὴ τοῦ ἀνθρωπίνου πόνου καὶ τῆς κτίσεως ὁλοκλήρου, ἀφοῦ στὴν τραγικὴ αὐτὴ πεδιάδα ζοῦν ἄνθρωποι, ὡσὰν ὀστᾶ ἀποξηραμένα ἀπὸ τὴν ἀπελπισία, τὴν ἀπιστία, τὴν μοναξιά, τὴν τραγωδία, ἄνθρωποι χωρὶς πνεῦμα ζωῆς, χωρὶς νόημα ὕπαρξης καὶ ζωῆς, χωρὶς Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ ἐφ’ ὅσον ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση, ποὺ δὲν ἔχει πνεῦμα ζωῆς, γι’ αὐτὸ καὶ ὅλη ἡ κοινωνία καὶ ἡ κτίση πάσχουν καὶ ὑποφέρουν. Ἡ κοινωνία εἶναι ἀκοινώνητη, οἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἀλλοιώνονται, τὸ περιβάλλον βιάζεται, ἡ γῆ μολύνεται. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πνευματικὰ ἄρρωστος καὶ ὅλη ἡ κτίση ὑποφέρει καὶ βασανίζεται. Σὲ αὐτὴν τὴν πεδιάδα τοῦ θανάτου καὶ τοῦ πόνου ὁ Κληρικός, ὡς ἄλλος προφήτης, πρέπει νὰ ἀπευθύνη λόγο Κυρίου, ποὺ ζωοποιεῖ καὶ ἀνασταίνει τὰ πάντα, νὰ ὁμιλῇ γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ ζωοποιεῖ τὴν κάθε νέκρωση, νὰ κηρύττη τὸν ἀναστάντα Χριστό, ποὺ εἶναι τὸ Φῶς τὸ ἀληθινὸν ποὺ ἐκδιώκει τὸ σκοτάδι καὶ τὴν καταχνιά.
Ἡ προφητεία τοῦ Προφήτου Ἰεζεκιὴλ εἶναι ἐπίκαιρη σήμερα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά, ἀφοῦ σήμερα περισσεύει ὁ ἀνθρώπινος πόνος. Ἡ κοινωνία μας εἶναι μιὰ πεδιάδα μὲ πολλὰ ἀποξηραμένα ὀστᾶ, παντοῦ ὑπάρχουν διαιρέσεις, πόλεμοι, πεῖνα, ἀπελπισία, ἀρρώστιες, θάνατοι. Ὁπότε, μιμούμενοι καὶ ἕναν ἄλλο Προφήτη, τὸν Ἀββακούμ, ὅπως τὸ ψάλλουμε στὸν ἀναστάσιμο κανόνα, στεκόμαστε πάνω σὲ ὑψηλὸ μέρος, στὴν «θεία φυλακὴ» καὶ δεικνύουμε «φαεσφόρον Ἄγγελον, διαπρυσίως λέγοντα• Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμῳ ὅτι ἀνέστη Χριστὸς ὡς παντοδύναμος». Χαρῆτε, ἀδελφοί, τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀπὸ τὰ ξεραμένα ὀστᾶ συναρμόζει σώματα καὶ σὲ αὐτὰ τὰ ἄψυχα σώματα δίνει ζωὴ καὶ πνεῦμα, καὶ ἂς συμμετάσχουμε στὴν πνευματικὴ αὐτὴ νεκρανάσταση ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή, προγευόμενοι τῆς μελλοντικῆς ἀναστάσεως.
- Προβολές: 3792