Skip to main content

Ἡ διαχρονικὴ Ὀρθόδοξος Παρουσία στὴν Ἰσπανία (Α')

τού Σεβ. Μητροπολίτου Ισπανίας καί Πορτογαλίας κ. Πολυκάρπου (Σταυροπούλου)

Σεβ. Μητροπολίτης Ισπανίας καί Πορτογαλίας κ. ΠολύκαρποςΔημοσιεύουμε σέ δύο συνέχειες τήν ομιλία τού Ναυπάκτιου τήν καταγωγή Μητροπολίτου Ισπανίας καί Πορτογαλίας κ. Πολυκάρπου, τήν οποία εξεφώνησε ενώπιον τού Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, επισήμων προσκεκλημένων καί εκλεκτού ακροατηρίου στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, στίς 28 Απριλίου 2010.

*

Αποτελεί υψίστη τιμή καί εξαιρετική ευλογία γιά τόν ομιλούντα, υπό τήν ιδιότητά του ως Μητροπολίτου Ισπανίας καί Πορτογαλίας, η παρούσα διάλεξη στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη μέ θέμα τήν Ορθόδοξη διαχρονική παρουσία στήν Ισπανία, διά τούτο καί εκφράζω τίς εκ βάθους καρδίας υιϊκές ευχαριστίες μου πρός τήν Υμετέρα Σεπτή Κορυφή γιά τήν δοθείσα μοι ευκαιρία. Ό,τι εκτίθενται κατωτέρω, βασίσθηκαν στίς κατά καιρούς εργασίες τού Πρυτάνεως τών Ελλήνων Ισπανιστών, τού καθηγητού τού Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Ιωάννου Χασιώτη, ο οποίος ανάλωσε κυριολεκτικά τήν ζωή του ασχολούμενος μέ τίς επαφές καί τίς σχέσεις μεταξύ τών δύο άκρων τής Μεσογείου μας καί έγραψε πολλές εκατοντάδες σχετικά πονημάτα, διά τούτο τό Γένος καί η ιστορική επιστήμη τού οφείλουν πολλά. Παράλληλα, πολλά στοιχεία, πού αναφέρονται στό πρώτο κεφάλαιο τής διαλέξεώς μου, αντλήθηκαν από τό πόνημα τού καθηγητού Γεωργίου-Εμμανουήλ Πιπεράκη "Ισπανικό Ορθόδοξο Συναξάρι", πού εξέδωσε η Αποστολική Διακονία τής Εκκλησίας τής Ελλάδος. Η παρούσα διάλεξη αποτελεί ουσιαστικά μετάφραση στήν ελληνική τού κειμένου πού κατέθεσε η Ιερά Μητρόπολις Ισπανίας καί Πορτογαλίας στήν Γενική Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων τού Υπουργείου Δικαιοσύνης τής Ισπανίας, προκειμένου νά αναγνωρισθή από τό Ισπανικό Κράτους η Ορθόδοξη Εκκλησία στό σύνολό της ως Εκκλησία ιστορικά καί αριθμητικά ριζωμένη στό ισπανικό έδαφος, πράγμα τό οποίο εψηφίσθη, μέ απόλυτη πλειοψηφία, τήν Πέμπτη 15η Απριλίου ε.έ., από τήν Ολομέλεια τής Εθνικής Επιτροπής γιά τήν Θρησκευτική Ελευθερία.

Μέχρι πρίν μερικά χρόνια η γνώση τού πολιτισμού, τής ιστορίας καί τής πίστεως τών Ορθοδόξων Χριστιανών ήταν ουσιαστικά σχεδόν ανύπαρκτη στήν Ιβηρική Χερσόνησο. Η Ελληνορθόδοξη Ανατολή εφαίνετο πολύ μακρινή καί ως εκ τούτου οι μεταξύ τών δύο κόσμων σχέσεις υπήρξαν ελάχιστες, σέ σύγκριση π.χ. μέ τήν Ιταλική Χερσόνησο. Παρ' όλα, όμως, τά αρνητικά στοιχεία, όπως η μεγάλη απόσταση μεταξύ τών δύο άκρων τής Μεσογείου, η εχθρότητα μεταξύ τών Αυτοκρατοριών Ισπανικής καί Οθωμανικής, κλπ., υφίσταντο σχέσεις υπό τύπον προσκυνημάτων, πρεσβειών, εμπορίου, γάμων, καθώς καί πολέμων.

Γιά τό θέμα πού μάς ενδιαφέρει, παρορώμε τήν ύπαρξη τών αρχαίων ελληνικών αποικιών στήν Ισπανική Μεσόγειο καί ερχόμεθα στήν διαπραγμάτευσή του, διαιρώντας το σέ τρία κεφάλαια: α) αρχαία χριστιανική καί βυζαντινή εποχή, β) οθωμανική περίοδος καί γ) σύγχρονη εποχή.

Α). Αρχαία χριστιανική καί βυζαντινή εποχή

"Διό καί ενεκοπτόμην τά πολλά τού ελθείν πρός υμάς? νυνί δέ μηκέτι τόπον έχων εν τοίς κλίμασι τούτοις, επιποθίαν δέ έχων τού ελθείν πρός υμάς από πολλών ετών, ως εάν πορεύωμαι εις τήν Σπανίαν ελεύσομαι πρός υμάς? ελπίζω γάρ διαπορευόμενος θεάσασθαι υμάς καί υφ’ υμών προπεμφθήναι εκεί, εάν υμών πρώτον από μέρους εμπλησθώ" (Ρωμ. ιε’, 22-24). Αυτά έγραφε ο Απόστολος τών Εθνών Παύλος στούς Ρωμαίους, εκφράζων τήν επιθυμία του νά κηρύξη τό Ευαγγέλιο καί στήν Ισπανία. Παρ' όλες τίς αρχαίες παραδόσεις περί ελεύσεως τού Παύλου στήν Ισπανία καί μάλιστα στήν περιοχή τής Ταρραγόνας (Καταλωνία), τό τοιούτο δέν τεκμηριώνεται από τήν επιστημονική έρευνα. Άλλη αρχαιοτάτη καί ευσεβής παράδοση ομιλεί γιά τήν παρουσία καί δράση τού Αποστόλου Ιακώβου τού Αλφαίου στά ισπανικά εδάφη. Αλλά καί αυτού η παρουσία επιστημονικώς δέν επιβεβαιώνεται.

Εκείνο τό οποίον είναι εμφανές, είναι ότι ο ευαγγελισμός τής Ιβηρίας επραγματοποιήθη από αμέσους μαθητές τών Αποστόλων. Η πρώτη γιά τήν οποία έχομε πληροφορίες είναι η Αγία Πολυξένη, μαθήτρια αρχικά τών Αποστόλων Πέτρου καί Φιλίππου καί ακολούθως τού Αποστόλου Ανδρέου, ιδρυτού τής Εκκλησίας τού Βυζαντίου, ο οποίος τήν εβάπτισε, όταν δέ εκρίθη ότι εμυήθη πλήρως στήν χριστιανική πίστη, απεστάλη στήν Ιβηρία, συνοδευόμενη από τόν Απόστολο Ονήσιμο, τήν Αγία Ξανθίππη, κατά σάρκα αδελφή της καί σύζυγο τού Ρωμαίου Κυβερνήτη τής Ισπανίας Πρόβου, καί τήν Αγία Ρεβέκκα καί έφεραν στόν Χριστιανισμό πολλούς ειδωλολάτρες.

Σύμφωνα μέ ορισμένα Χρονικά τού 8ου μ.Χ. αιώνος, υπήρξαν οι "Επτά Αποστολικοί Άνδρες" (Los Siete Barones Apostolicos), οι οποίοι απεστάλησαν εκ Ρώμης από τούς Πρωτοκορυφαίους Αποστόλους Πέτρο καί Παύλο, οι ιδρυτές τών επτά πρώτων Επισκοπών τής Ισπανίας, μερικοί από τούς οποίους, όπως ο Άγιος Καικίλιος καί ο Άγιος Ινδαλέχιος, εχρημάτισαν μαθητές τού Αγίου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου καί πρώτου Επισκόπου τών Αθηνών. Άν καί αυτά τά "Χρονικά", ως επί τό πλείστον, συνιστούν θρύλους, όμως σχετίζονται μέ μία ιστορική πηγή αναφορικά μέ τούς ιδρυτές ορισμένων Επισκοπών καί τήν αρχήν των.

Τό έτος 304/306 συμμετέχουν στήν Σύνοδο τής Ελβίρας (Γρανάδα) 19 Επίσκοποι. Η Σύνοδος αυτή είναι γνωστή περισσότερον γιά τήν θέσπιση τής υποχρεωτικής αγαμίας τού κλήρου, η οποία επεκράτησε σταδιακά σέ ολόκληρη τήν Δυτική Εκκλησία. Στήν Σύνοδο τής Αρελάτης (314) έλαβον μέρος 6 Ισπανοί επίσκοποι. Στήν Σύνοδο τής Ελβίρας έπρεπε νά προεδρεύση ο μέγας Όσιος, επίσκοπος Κορδούης (Cordoba), ο οποίος έζησε γιά μεγάλο χρονικό διάστημα στήν αυλή τού Μεγάλου Κωνσταντίνου καί προήδρευσε τής τοπικής Συνόδου τής Αντιοχείας (324), ενώ έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στήν Α’ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια, 325). Ο Άγιος Όσιος είναι εκείνος πού επρότεινε τήν χρήση τού όρου "ομοούσιος" εναντίον τής αρειανικής δοξασίας. Θαυμασθείς καί υμνηθείς από τόν Αλεξανδρείας Άγιο Αθανάσιο τόν Μέγα, ο οποίος τόν αποκαλεί "πατέρα τών επισκόπων", εγνώρισε μέσω αυτού τήν μοναστική πρακτική τής Αιγύπτου, τήν οποία ασφαλώς θά μετέφερε στήν Ισπανία. Τό έτος 343 συμμετείχε στήν Σύνοδο τής Σαρδικής, μαζί μέ τόν Επίσκοπο Πρωτεξτάτο ή Πρωτογένη τής Βαρκελώνης. Επίσης, υπάρχουν ειδήσεις γιά τήν συμμετοχή του, ολίγο πρίν τήν κοίμησή του, καί σέ μία άλλη Σύνοδο στό Σίρμιο (350). Τήν εποχή αυτή η Εκκλησία τής Ιβηρίας ανέδειξε αξιόλογους θεολόγους συγγραφείς, πού άφησαν σημαντικά έργα, όπως ο Ελβίρας Γρηγόριος, ο Λισσαβώνος Ποτάμιος καί ο Μπράγκας Μαρτίνος.

Γύρω στά 395 μία ισπανίδα μοναχή, η Αιθερία, ηγουμένη στήν περιοχή τής Γαλικίας, επραγματοποίησε ένα προσκύνημα στά Ιεροσόλυμα, μέσω Κωνσταντινουπόλεως καί Καππαδοκίας. Συνέγραψε, γιά τίς συνασκήτριές της στή μονή, ό,τι εβίωσε στό ταξίδι της, τό Itinerarium Egeriae, έργο μεγάλου ενδιαφέροντος γιά τήν φιλολογία καί τήν γεωγραφία καί μοναδικής αξίας γιά τήν ιστορία τής Λειτουργίας (Λειτουργική), λόγω τών λεπτομερών περιγραφών τών Ακολουθιών τής Μεγάλης Εβδομάδος καί τού Αγίου Πάσχα στά Ιεροσόλυμα. Η επίδραση τού Χρονικού τής Αιθερίας ήτο τόσο μεγάλη, ώστε μερικά πασχάλια λειτουργικά έθιμα τής Ανατολής νά εισαχθούν στά μοναστικά περιβάλλοντα τής Ιβηρίας.

Από τίς αρχές τού Ε’ αιώνος εξ αιτίας τών εισβολών τών διαφόρων βαρβαρικών Γερμανικών φύλων καί τής σοβαρής κρίσεως πού προεκάλεσε στήν τοπική Εκκλησία η διαμάχη μεταξύ τών Αρειανών Βησιγότθων καί τών Ορθοδόξων Σουηβών, ένα μεγάλο μέρος τού ισπανικού κλήρου μετανάστευσε στήν Βόρειο Αφρική καί ετέθη υπό τήν κανονική δικαιοδοσία τού Μητροπολίτου Καρθαγένης. Ήτο κατά τήν διάρκεια αυτής τής περιόδου πού αρχίζει η εξέλιξη εκείνου πού αργότερα θά ονομασθή "ρυθμός βησιγοτθικός ή μοζαραβικός ή ισπανικός". Φανερής συριακής επιρροής καί μέσω τής Αιγύπτου, οι Ισπανοί κληρικοί τής Βορείου Αφρικής, καθιέρωσαν έναν λειτουργικό ρυθμό καθαρά ισπανικό, απόλυτα προσαρμοσμένο γιά τούς ισπανικούς λαούς, ο οποίος εξαπλώθηκε σύντομα σέ όλη τήν Ισπανία, αρχής γενομένης από τής Γ’ Συνόδου τού Τολέδο (589). Τά μεγάλα ονόματα τής Ισπανικής Εκκλησίας εκείνης τής περιόδου Λέανδρος καί Ισίδωρος Σεβίλλης, Βραούλιος τής Θαραγκόθας καί Ιουλιανός καί Ιλδεφόνσος τού Τολέδου επηρεάσθησαν από τά ιδεώδη καί τήν κουλτούρα τού Βυζαντίου. Η Ισπανική Εκκλησία ζή τήν ενδοξότερη ιστορική περίοδό της, όπου δίπλα στούς μεγάλους Ιεράρχες της, έρχεται νά προστεθή καί ένας ανθηρός μοναχισμός, διεπόμενος από τούς μοναστικούς κανόνες τού Αγίου Ισιδώρου Σεβίλλης. Τήν βυζαντινή επίδραση δέχθηκαν οι ενσωματωθείσες εκ νέου στήν Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, μετά τίς κατακτήσεις τού Ιουστινιανού, Νοτιο-δυτική Ισπανία (Περιφέρεια Μουρκίας μέ πρωτεύουσα τήν πόλη τής Καρθαγένης, έδρα τού Αυτοκρατορικού Εξάρχου Ιβηρίας) καί οι Βαλεαρίδες Νήσοι. Η πρώτη περιοχή παρέμεινε κάτω από τό Βυζάντιο μόνον 80 έτη, ενώ οι Βαλεαρίδες σχεδόν 400 έτη.

Ο τάφος τού Αγίου Αποστόλου Ιακώβου τού Ζεβεδαίου, στήν ομώνυμη πόλη τής Γαλικίας στήν Βορειο-δυτική Ισπανία, είλκυε προσκυνητές απ' όλη τήν Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης καί τής καθ’ ημάς Ανατολής, στήν πλειοψηφία των μοναχούς, οι οποίοι εθεώρουν τό δύσκολο προσκυνηματικό ταξίδι στό Σαντιάγκο τής Κομποστέλλας ως έναν "μοναχικό κανόνα", ενώ τόν θάνατο κατά τήν διάρκειά του ισάξιο τού μαρτυρικού.

Τόν 8ο αιώνα (711), η Ισπανία προσεβλήθη από τούς Άραβες. Πρίν φθάσουν οι Άραβες στήν Ιβηρία, ευρίσκοντο σέ επαφή μέ τούς Βυζαντινούς. Αυτές οι επαφές, άν καί ήταν ως επί τό πλείστον πολεμικού χαρακτήρος, επέτρεψαν στούς πρώτους νά δεχθούν τίς αρχαίες ελληνικές επιστήμες, οι οποίες κληρονομήθησαν καί ανεπτύχθησαν περαιτέρω από τούς Βυζαντινούς. Έτσι, στήν Ισπανία μαζί μέ τήν νέα θρησκεία, εισήχθησαν η φιλοσοφία, η αστρονομία, τά μαθηματικά, η χημεία, η άλγεβρα, η ιατρική κλπ., καί από εκεί στήν πέρα τών Πυρηναίων Ευρώπη. Σέ γενικές γραμμές η Εκκλησία έτυχε ηπίας μεταχειρίσεως καί παρέμεινε διηρημένη σέ 3 εκκλησιαστικές Επαρχίες μέ 29 συνολικά Επισκόπους.

Σιγά-σιγά η Ρώμη επιβάλλει, όχι χωρίς αντιδράσεις, τό λατινικό τυπικό καί παράδοση καί έτσι έχομε τήν πλήρη λατινοποίηση τής Ισπανίας καί τήν σταδιακή εγκατάλειψη τού μοζαραβικού τυπικού, εκτός από τό Τολέδο, όπου εξακολουθεί νά τελείται μέχρι σήμερα.

Κατά τήν διάρκεια τών 12ου, 13ου καί 14ου αιώνων οι επαφές μεταξύ τών Βασιλικών Οίκων τής Καστίλλιας ή τής Αραγωνίας καί τού Βυζαντίου, ασφαλώς περιορισμένες, συνετέλεσαν στήν παραμονή στήν Ισπανία βυζαντινών αριστοκρατών ή μελών τής αυτοκρατορικής οικογενείας, όπως η Αυτοκράτειρα Κωνσταντίνα, η Ειρήνη Λάσκαρη, η Dona Angelica de Grecia, κλπ. Όμως, η επικοινωνία μεταξύ τών δύο κόσμων γίνεται πιό άμεση μέ τήν στρατιωτική παρουσία καί δράση τής Compania Catalana, αρχικά στήν Μικρά Ασία, Θράκη καί Μακεδονία καί αργότερα στήν Κεντρική καί Νότιο Ελλάδα, η οποία άφησε άσχημες εντυπώσεις στόν Ελληνικό λαό. Αυτή η εισβολή συνετέλεσε στήν δημιουργία τού Καταλανικού Δουκάτου τών Αθηνών καί Νέων Πατρών, τίτλος ο οποίος επέρασε στό Ισπανικό Στέμμα καί φέρει μέχρι σήμερα ο Βασιλεύς τής Ισπανίας. Μεταξύ τών συμβάντων αυτής τής επιδρομής, υπήρξε η εισβολή στό Άγιον Όρος καί η καταστροφή τής Μονής τών Αμαλφιτών ή Ιταλιωτών Πατέρων, μοναδικής Λατινικής Μονής στό Άγιον Όρος, η οποία παρέμεινε σέ λειτουργία καί μετά τό Σχίσμα μεταξύ τών Εκκλησιών Ανατολής καί Δύσεως, καθώς καί η καταστροφή μεγάλου τμήματος τής Μονής Βατοπαιδίου (Βιβλιοθήκη, Τράπεζα καί Πύργος).

Η εμπορική εξάπλωση τών Ανατολικών Βασιλείων τής Ιβηρικής Χερσονήσου (Βαλένθιας καί Αραγκώνος) στήν Ανατολική Μεσόγειο βοήθησε στήν δημιουργία σκαλών, εμπορικών πρακτορείων, προξενείων καί μικρών ισπανικών παροικιών στήν Ρόδο καί τήν Κύπρο. Ελληνικά τοπωνύμια ενσωματώνονται στήν χαρτογραφία τής νήσου Μαγιόρκα τών Βαλεαρίδων, ενώ ναυτικοί τού Αραγωνικού Στέμματος κυκλοφορούν στό Αιγαίο καί τήν Ανατολική Μεσόγειο. Η βυζαντινή λογοτεχνία επηρεάζει τήν λογοτεχνική παραγωγή τής εποχής, ως φαίνεται από τό μυθιστόρημα Tirant lo Blanc, τού Βαλενθιανού Joanot Martorell, τού οποίου ο έρωας δρά στά εδάφη τής καθ’ ημάς Ανατολής. Στήν εμπορική δράση προστίθεται καί αυτή η πολιτική τού Αραγωνικού Στέμματος πρός απόκτηση δυναστικών δικαιωμάτων στήν Ανατολή καί ιδιαίτερα στήν Κύπρο. Η Οθωμανική παρουσία στήν Ανατολική Μεσόγειο εμείωσε τό ενδιαφέρον τού Αραγωνικού Στέμματος γιά τήν περιοχή μας, όμως αυτό δέν σταμάτησε. Ένας σημαντικός αριθμός στρατιωτών, ναυτικών καί εμπορευομένων από τήν Ανατολική Ισπανία συμμετείχε στήν άμυνα τής Κωνσταντινουπόλεως τό 1453 καί τής Ρόδου στά 1440 καί 1480.

Β). Οθωμανική περίοδος

Η επικράτηση τής Ισπανικής κυριαρχίας στήν Νότιο Ιταλία στίς αρχές τής Συγχρόνου Εποχής (Epoca Moderna), αναζωπύρωσε τίς ελπίδες τών Χριστιανών τής Ανατολής, ιδιαιτέρως τών Ελλήνων, γιά τήν εκδίωξη τών νέων κατακτητών από τά εδάφη των. Αυτές οι ελπίδες μειώθηκαν εξ αιτίας τών νέων πολιτικών καί εμπορικών συμφερόντων πού προκάλεσε η ανακάλυψη τής Αμερικής. Όμως, οι επαφές συνεχίσθησαν, έστω καί περιορισμένες. Σημαντικό ρόλο διεδραμάτισαν οι πρόσφυγες άνθρωποι τών γραμμάτων, τών επιστημών καί τών τεχνών από τήν καταλυθείσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τήν μία πλευρά καί εκείνοι τής μεγάλης Ισπανοφώνου Εβραϊκής Κοινότητος (Σερφαδίτες) από τήν άλλη, οι οποίοι εκδιωχθέντες από τήν Ισπανία κατέφυγαν στήν Τουρκοκρατούμενη Ανατολή καί κυρίως στήν Θεσσαλονίκη καί τήν Κωνσταντινούπολη. Παράλληλα, από τό 1450 χριστιανοί τής Ανατολής γυρίζουν τήν Ισπανία αναζητώντας χρήματα γιά τήν απελευθέρωση τών αιχμαλώτων συγγενών των στήν Βόρειο Αφρική, ενώ άλλοι, μέσω τής Νοτίου Ιταλίας, τόσον από αντίδραση πρός τήν Οθωμανική κυριαρχία, όσον από τήν φήμη τού ισπανικού πλούτου, καταφθάνουν στήν Ισπανία. Οι περισσότεροι ήσαν έμποροι καί ναυτικοί, οι τελευταίοι ειδικοί στόν αντιπειρατικό αγώνα, οι οποίοι προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες στούς Ισπανούς μονάρχες, πολλοί δέ από αυτούς κατευθύνθηκαν πρός τήν Ισπανική Αμερική. Αυτό μαρτυρείται από τά επώνυμα πού διασώθηκαν στά Ισπανικά Αρχεία: Juan Griego, Jacobo Griego, Mateo Griego, Pedro de Candia, κλπ. Αυτοί οι άνθρωποι ήτο φυσικό νά εμφορούντο καί από τήν ιδέα επαναστατικών κινημάτων εναντίον τών Οθωμανών. Όμως, δέν υπήρχαν μόνον άνθρωποι τών όπλων πού έφθασαν στήν Ισπανία. Διάφοροι διανοούμενοι, μέσω κυρίως τής Ιταλικής Χερσονήσου, εγκαταστάθηκαν στήν Χώρα, όπως π.χ. οι Κωνσταντίνος Λάσκαρης καί Δημήτριος Δούκας, ο οποίος εδίδαξε Αρχαία Ελληνικά στό Πανεπιστήμιο τού Αλκαλά Ντέ Ενάρες καί συνεργάσθη στήν κριτική έκδοση τής περιφήμου Biblia Poliglota Complutense. Έτσι, στίς σημαντικές ελληνικές παροικίες τής Ισπανοκρατούμενης Νοτίου Ιταλίας καί Σικελίας, έρχονται νά προστεθούν, άν καί αριθμητικά μικρές, εκείνες τού Τολέδο, Βαρκελώνης, Βαλένθιας, Βαγιαδολίδ, Σαλαμάνκας, Εσκοριάλ καί Σεβίλλης, τής τελευταίας αποτελούσης τήν θύρα πρός τήν Αμερική. Γενικώς, αποτελούντο από στρατιωτικούς, ναυτικούς, βιοτέχνες, κληρικούς, αντιγραφείς κωδίκων, καλλιτέχνες καί καθηγητές. Ονομαστοί υπήρξαν από τούς αντιγραφείς κωδίκων οι Ανδρέας Δαρμάριος καί Νικόλαος Τουριανός στό Εσκοριάλ, από τούς καλλιτέχνες ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, γνωστός ως El Greco, στό Τολέδο καί ο καθηγητής Νεόφυτος Ροδινός στό ονομαστό Πανεπιστήμιο τής Σαλαμάνκας. Η πλειοψηφία τών Ελλήνων προήρχετο από τήν Ήπειρο, Πελοπόνησο καί Κύπρο, μή λησμονούντες νά ζητούν από τόν Βασιλέα τής Ισπανίας τήν απελευθέρωση τής Πατρίδος.

Μετά τήν νίκη στήν Ναυμαχία τής Ναυπάκτου (1571), έχομε ένα νέο κύμα αφίξεων Ελλήνων. Δέν πρέπει νά λησμονούμε τήν τεράστια συμβολή τών Ελλήνων ναυτικών καί στρατιωτών σέ αυτήν τήν σημαντική Χριστιανική νίκη, τόσον αυτών πού ευρίσκοντο στά συμμαχικά πλοία, όσον καί εκείνων στά τουρκικά. Γιά τούς Έλληνες τής εποχής εκείνης ο Δόν Χουάν τής Αυστρίας εθεωρήθη ως νέος Μωϋσής. Στήν Δύση καθιερώθη η εορτή τής Παναγίας τής Ναυπάκτου ή τού Ροζαρίου, η οποία κατέστη δημοφιλής καί κάτι σάν τόν αντίστοιχο Ακάθιστο Ύμνο στήν Χριστιανική Ανατολή.

Μετά τήν οριστική εκδίωξη τών Μουσουλμάνων τό 1609, υπήρξε μία προσπάθεια εποικίσεως τών εγκαταλελειμμένων εδαφών μέ ελληνικούς πληθυσμούς από τήν Νοτιο-δυτική Πελοπόνησο. Οι Έλληνες αυτοί εγκαταστάθηκαν στά βορειο-ανατολικά παράλια τής Ισπανικής Μεσογείου Θαλάσσης, αλλά μετά από ολίγο καιρό δέν αισθάνθηκαν άνετα, κυρίως λόγω τής καχυποψίας τού τοπικού περιβάλλοντος γιά τίς θρησκευτικές πρακτικές των καί οδηγήθηκαν τελικά στήν Νότιο Ιταλία. Στήν πλειοψηφία των οι Έλληνες Ορθόδοξοι οι οποίοι παρέμειναν τελικά στήν Ισπανία, συνήψαν μικτούς γάμους καί μετά τήν τρίτη γενεά αφομοιώθηκαν από τό ισχυρό τοπικό ρωμαιοκαθολικό περιβάλλον. Γνωστή είναι η περίπτωση τής πλουσίας οικογενείας Δαρόλη, πού από τό 1530 διέμεινε στήν Σεβίλλη τής Ανδαλουσίας καί αναφέρεται στά Ισπανικά Αρχεία ως de Rodas. Επίσης ο υιός τού El Greco, Μανουήλ Θεοτοκόπουλος, μετεστράφη στόν ρωμαιοκαθολικισμό καί ισπανοποιήθη πλήρως. Αλλά καί στήν άλλη άκρη τής Μεσογείου συνέβαινε τό αντίστοιχο. Κλασικό παράδειγμα ο Λορέντζος Μαβίλης από τήν πόλη Αλικάντε, στενός συνεργάτης τού θείου του Juan de Bouligny στήν Ισπανική Πρεσβεία τής Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος εγκατεστάθη στήν Κέρκυρα, ενυμφεύθη τήν Ιωάννα Καποδίστρια καί ο υιός των Λορέντζος Μαβίλης, είχε ως μητρική γλώσσα τήν ελληνική, θρησκεία τήν ορθόδοξη χριστιανική καί ανεδείχθη ένας από τούς μεγάλους Έλληνες ποιητές.

Η πολιτική κατάσταση στά τέλη τού 17ου καί τίς αρχές τού 18ου αιώνος έπαψε νά έλκη τούς Έλληνες. Η Ισπανία δέν ήτο πλέον η πλούσια δύναμη τού παρελθόντος, ενώ συνήψε νέες σχέσεις μέ τούς Οθωμανούς. Οι Έλληνες από τήν πλευρά των προσαρμόσθησαν στήν νέα γεωπολιτική κατάσταση καί πολλοί κατέλαβαν τίς θέσεις τού Προξένου τής Ισπανίας σέ διάφορα λιμάνια τής Μεσογείου. Οι Έλληνες ναυτικοί εμπορεύονται, τώρα, κυρίως σιτάρι καί κάρβουνο, από τό λιμάνι τής Οδησσού στά ανατολικά λιμάνια τής Ισπανίας. Εμπόριο νόμιμο μερικές φορές, αλλά καί παράνομο άλλες.

Ως αποτέλεσμα τού Πολέμου τής Διαδοχής καί τής μετέπειτα Συνθήκης τής Ουτρέχτης (1713), οι Άγγλοι καταλαμβάνουν τήν νήσο Μενόρκα τών Βαλεαρίδων. Στήν πρωτεύουσα τής νήσου Μαόν εγκαθίσταται μία δραστήρια Ελληνική παροικία (1708-1795), η οποία στά 1750 θά φθάση νά αριθμή πάνω από 1.000 ψυχές σέ 22.000 κατοίκους πληθυσμό. Η παροικία αυτή, παρά τίς αντιδράσεις τού τοπικού ρωμαιοκαθολικού επισκόπου, μέ τήν άδεια τού Βρετανού διοικητού, κτίζει τόν περικαλλή ναό τού Αγίου Νικολάου, πού αποτελεί τόν πρώτο Ορθόδοξο ναό στήν Ισπανία, καθώς καί Ελληνικό Σχολείο καί Νοσοκομείο. Η εκκλησία αυτή σώζεται μέχρι σήμερα, επί τής οδού Cos de Grecia σέ κεντρικό σημείο τής Μαόν καί λειτουργεί ως ρωμαιοκαθολικός ναός αφιερωμένος στήν Άσπιλο Σύλληψη τής Θεοτόκου, είχα δέ τήν ευλογία νά τελέσω σέ αυτήν γάμο καί δύο βαπτίσεις οικογενείας ελληνο-βρετανών μονίμων κατοίκων τής νήσου. Οι κληρικοί απεστέλοντο από τό Πατριαρχείον Αλεξανδρείας, όπως καί αυτοί τών γειτονικών Κοινοτήτων Λιβόρνου καί Τύνιδος, ενώ η πλειοψηφούσα πατριά ήτο αυτή τών Πατμίων. Ο πρώτος Έλληνας μόνιμος ιερεύς ήτο ο Jorge (Γεώργιος) Katsaras de Mani, τό 1743, προερχόμενος από τό Αιάκειο τής γειτονικής Κορσικής. Πολιτικώς η Κοινότητα ετύγχανε τής υποστηρίξεως τής Τσαρικής Ρωσίας, η δέ Αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β’ εδώρησε πολύτιμα ιερά σκεύη στόν ναό τού Αγίου Νικολάου. Οι Έλληνες έμποροι τής Μαόν εμπορεύονταν κυρίως μέ τά νησιά τού Αιγαίου Πελάγους, τήν Ιταλία καί τήν Μαύρη Θάλασσα, σώζονται δέ στά Αρχεία τής εποχής τά ονόματα τών πλοίων των, όπως Virgen (Παναγία) de Hydra, Virgen de Turlani, San Miguel Arcangel, San Spiridon, San Nicolas, κλπ., ενώ οι καπετάνιοι έφεραν τά επίθετα : Χρυσόφιλος, Κανελάκης, Τσαμαδός, Σταμάτης, Αποστολάκης, κλπ. Παράλληλα, Ισπανοί ναυτικοί εργάζονταν στά ελληνικά πλοία.

Περατωθείσης τής βρετανικής κυριαρχίας (1782/83), οι Έλληνες εξεδιώχθησαν ως συνεργάτες τών Βρετανών καί η περιουσία τής Κοινότητος εδημεύθη, συμπεριλαμβανομένου καί τού ναού. Όλα τά ιερά αντικείμενα (δισκοπότηρα, σκεύη, εικόνες, άμφια, βιβλία, κλπ.), επετράπη καί μεταφέρθηκαν στόν Ναό τής Αγίας Τριάδος (1753) τής Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Λιβόρνου, μετά δέ τήν κατεδάφισή της τό 1953 από τίς Ιταλικές αρχές, χάριν τού νέου πολεοδομικού ανασχηματισμού τής πόλεως, φυλάσσονται, μαζί μέ αυτά τής Αγίας Τριάδος, στό Δημοτικό Μουσείο τού Λιβόρνου, πόλεως όπου κατέφυγε η πλειοψηφία τών εκδιωχθέντων Ελλήνων τής Μαόν. Οι ολίγοι πλούσιοι Έλληνες πού επετράπη νά παραμείνουν στό νησί, σιγά-σιγά, εξ αιτίας τών πιέσεων, μετεστράφησαν στόν ρωμαιοκαθολικισμό, διατηρήσαντες τήν αξιοπρέπεια τής ελληνικής καταγωγής των, όπως δείχνει η περίπτωση τών σπουδαίων ελληνικών οικογενειών Λαδικού, Παλαιολόγου καί Αλεξιάδη.

Τό ότι η Ισπανία δέν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ τών Χωρών πού βοήθησαν τήν Ελλάδα κατά τήν Επανάσταση τής Ανεξαρτησίας (1821-1826), αυτό οφείλεται κυρίως στίς εσωτερικές πολιτικές δυσχέρειες τής εποχής εκείνης (Σύνταγμα τού Cadiz/Συνταγματική Τριετία). Όμως μερικοί Ισπανοί βουλευτές έγραψαν στήν προσωρινή επαναστατική Ελληνική Κυβέρνηση τά εξής: "Τό Ισπανικό Έθνος, άν δέν ευρίσκετο στήν ανάγκη νά σταθεροποιήση τήν ιδική του ελευθερία, ολόκληρο θά ήρχετο στήν Ελλάδα γιά νά πολεμήση γιά τήν ελευθερία σας. Σάς πληροφορούμε ότι οι Ισπανοί δέν αποκλείουν κανένα τύπο βοηθείας πρός τόν λαό σας καί θεωρούν τιμή των νά καθιερώσουν επαφές μαζί σας". Η αποκατάσταση, όμως, τής απολυταρχίας επί Φερνινάνδου τού Ζ’ δέν εβοήθησε καθόλου τούς επαναστατημένους Έλληνες. Τό 1836 καθιερώθηκαν διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ισπανίας καί Ελλάδος, μέ πρώτο Πρέσβυ τόν δραστήριο πολιτικό Ανδρέα Μεταξά, ο οποίος στήν ουσία εξορίσθη στήν Μαδρίτη. Τό 1843 καθιερώνεται τό Γενικό Προξενείο τής Ελλάδος στήν Βαρκελώνη.

Η απόσταση, αλλά πρωτίστως η ομοιότητα τών δύο κόσμων εξ απόψεως πολιτικής καί οικονομικής, δέν ευνόησαν τήν άφιξη Ελλήνων μεταναστών στήν Ιβηρία. Όμως, η αναγέννηση τού Ελληνικού Έθνους καί η δημιουργία τού Ελληνικού Κράτους δημιούργησε συμπάθειες μεταξύ τών διανοουμένων, κυρίως στήν Καταλωνία, οι οποίοι έβλεπον τήν νέα Ελλάδα ως τήν ιστορική συνέχεια τής αρχαίας, πράγμα τό οποίο επέτρεψε τίς επαφές μέ Έλληνες συγγραφείς καί ποιητές, τήν γνωριμία μέ τήν Νεοελληνική λογοτεχνία καί τήν συμβολή στήν αποκατάσταση τών Ολυμπιακών Αγώνων (Antoni Rubio καί Lluch).

Κατά τό 1890 μερικές δεκάδες οικογένειες από τήν Κάλυμνο, Κώ καί Σύμη εγκαταστάθηκαν στήν Βαρκελώνη καί στήν Costa Brava, ασχολούμενες μέ τό εμπόριο τών σπόγγων καί τού κοραλίου. Μερικές από αυτές τίς οικογένειες συνεδέοντο μέ άλλες από τήν Κοινότητα τής Μασσαλίας, οι ιερείς τής οποίας μετέβαιναν μέχρι τήν Βαρκελώνη γιά νά τελέσουν βαπτίσεις, γάμους καί άλλες ιερές Ακολουθίες σέ ιδιωτικά σπίτια. Επίσης, στήν Μαδρίτη, στήν Κοινότητα τών ολίγων Ελλήνων διπλωματικών, υπαλλήλων καί εμπόρων, προσετέθησαν έμποροι σπόγγων από τά Δωδεκάνησα καί γουναράδες από τήν Δυτική Μακεδονία, οι οποίοι αργότερα θά εξαπλωθούν στίς άλλες πόλεις τού Κέντρου καί τού Νότου, μέχρι τών Καναρίων Νήσων. Απόγονοι μερικών από τίς οικογένειες αυτές, άν καί ενσωματώθηκαν πλήρως στήν Ισπανική κοινωνία, συνεχίζουν νά μετέχουν δραστήρια στά πράγματα τής Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος Μαδρίτης. Τό υπόλοιπο τών Ελλήνων τής Ισπανίας εκείνης τής εποχής, αποτελείτο κυρίως από πράκτορες πού εσχετίζοντο μέ τήν Νότιο Αμερική καί μελετητές Ισπανιστές. Αξίζει νά αναφερθή εδώ η φράση τού Νίκου Καζαντζάκη: "Η ψυχή μου αισθάνεται νά ταιριάζη μέ τήν ισπανική όσο μέ καμμία άλλη".

(Συνεχίζεται στό επόμενο)

  • Προβολές: 3452