Κύριο ἄρθρο: Πασχαλινὴ Ἐγκύκλιος 2011. Ἡ πρώτη καὶ δεύτερη Ἀνάσταση
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἑορτάζουμε πανηγυρικά, ὕστερα ἀπὸ πολυήμερη νηστεία, μετάνοια καὶ προσευχή, εἶναι τὸ κεντρικὸ μυστήριο τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς μας. Χωρὶς τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ θὰ βρισκόμασταν κάτω ἀπὸ τὸ κράτος τοῦ θανάτου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου καὶ δὲν θὰ ὑπῆρχε καμμιὰ διέξοδος ζωῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύττει: «εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν ἔτι ἐστὲ ἐν ταὶς ἁμαρτίαις ὑμῶν» (Α' Κόρ. ἰε', 17). Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ἔδωσε τὴν Χάρη καὶ σὲ μᾶς νὰ ἀναστηθοῦμε πνευματικὰ ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτή, ἀλλὰ καὶ σωματικὰ κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος».
Συνήθως, ὅταν ἐξετάζουμε τὸ θέμα τῆς Ἀναστάσεως ἀπὸ πλευρᾶς λειτουργικοῦ τυπικοῦ κάνουμε λόγο γιὰ πρώτη Ἀνάσταση, ποὺ εἶναι ὁ ὄρθρος καὶ ἡ θεία Λειτουργία ποὺ γίνεται τὸ βράδυ τοῦ Πάσχα, καὶ γιὰ δεύτερη Ἀνάσταση, ποὺ εἶναι ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης, ἡ ὁποία γίνεται ἀνήμερα τοῦ Πάσχα, τὸ ἀπόγευμα δηλαδὴ τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα. Ὅμως, στὴν Ἁγία Γραφὴ ἡ ἔκφραση πρώτη καὶ δεύτερη Ἀνάσταση, συνδέεται μὲ τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς καὶ ἀναφέρεται στὴν πνευματικὴ ζωή. Χαρακτηριστικὸ εἶναι τὸ χωρίο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννη ποὺ εἶναι γραμμένο στὴν Ἀποκάλυψη: «μακάριος ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τὴ πρώτη» (Ἀποκ. κ', 5). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὑπάρχει πρώτη ἀνάσταση, στὴν ὁποῖα μετέχουν οἱ ἅγιοι, καὶ δεύτερη ἀνάσταση.
Γιὰ νὰ δοῦμε ποιό εἶναι τὸ θεολογικὸ νόημα τῆς πρώτης καὶ δεύτερης ἀναστάσεως πρέπει νὰ ἐξετάσουμε πρῶτα τί εἶναι πρῶτος καὶ δεύτερος θάνατος. Πρῶτος θάνατος εἶναι ὁ χωρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ πραγματικὴ ζωή, καὶ δεύτερος θάνατος εἶναι ὁ ὁριστικὸς χωρισμὸς τῶν ἁμαρτωλῶν ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ θὰ γίνη κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, πρώτη ἀνάσταση εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζὴ στὸν κόσμο αὐτὸν μέσα στὴν Ἐκκλησία, καὶ δεύτερη ἀνάσταση εἶναι ἡ κοινωνία του μὲ τὸν Θεό, κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία Του, ὅταν θὰ ἀναστηθῇ καὶ τὸ σῶμα του.
Ἑπομένως, ἔχει μεγάλη σημασία ἡ πρώτη ἀνάσταση ποὺ γίνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζῆ βιολογικά. Πρόκειται γιὰ τὴν «περίοδον χιλίων ἐτῶν». Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψη κάνει λόγο γι’ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι δὲν προσκύνησαν τὸ θηρίο καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ καὶ δὲν ἔλαβαν τὸ χάραγμα στὸ μέτωπό τους καὶ στὸ χέρι τους καὶ οἱ ὁποῖοι «ἔζησαν καὶ ἐβασίλευσαν μετὰ τοῦ Χριστοῦ χίλια ἔτη» (Ἀποκ. κ', 4). Ποιά εἶναι αὐτὴ ἡ περίοδος τῶν χιλίων ἐτῶν;
Κατὰ τὸν ἅγιο Ἀνδρέα Καισαρείας ὁ χρόνος τῶν χιλίων ἐτῶν εἶναι συμβολικὸς καὶ χαρακτηρίζεται ἡ περίοδος «ἀπὸ τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας μέχρι τῆς τοῦ Ἀντιχρίστου ἐνδημίας», δηλαδή, ἡ περίοδος τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἱστορία. Ὅσοι ζοὺν ἀληθινὰ στὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση βιώνουν τὴν πρώτη ἀνάσταση καὶ ἡ δεύτερη ἀνάσταση θὰ γίνη ὅταν θὰ ἀναστηθοῦν καὶ τὰ σώματά τους στὴν Δευτέρα ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι, κατὰ τὸν ἅγιο Ἀνδρέα Καισαρείας, ὑπάρχουν δύο θάνατοι καὶ δύο ἀναστάσεις. Ὁ πρῶτος θάνατος εἶναι ὁ πνευματικὸς καὶ σωματικὸς θάνατος, ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν ἀνυπακοὴ τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ὁ δὲ δεύτερος θάνατος εἶναι ἡ αἰώνια κόλαση. Κατ' ἐπέκταση, ἡ πρώτη ἀνάσταση εἶναι «ἡ ἐκ νεκρῶν ἔργων ζωοποίησις», ποὺ γίνεται μὲ τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρῖσμα καὶ τὴν νέκρωση τῶν παθῶν, ἡ δὲ δεύτερη ἀνάσταση εἶναι ἡ μεταποίηση «ἐκ φθορᾶς τῶν σωμάτων εἰς ἀφθαρσίαν».
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, ὅταν ζοῦμε μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μὲ τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση, μετέχουμε στὴν πρώτη ἀνάσταση, ἡ ὁποία, ὅπως γράφει ὁ Ἄνθιμος Ἱεροσολύμων, εἶναι ἡ «ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ χάρις», τὴν ὁποίαν λαμβάνουν «ἐν τῷ παρόντι βίῳ οἱ ἅγιοι». Σὲ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν τὴν πρώτη ἀνάσταση δὲν ἔχει ἐξουσία «ὁ θάνατος ὁ δεύτερος, ὃς ἐστιν ὁ ἀπομακρυσμὸς τοῦ Θεοῦ».
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μακαρίζει ἐκεῖνον ποὺ μετέχει στὴν πρώτη ἀνάσταση ἀπὸ τώρα ὅσο ζῆ τὴν βιολογική του ζωή. Αὐτὸς εἶναι ἅγιος: «μακάριος καὶ ἅγιος ὁ ἔχων μέρος ἐν τῇ ἀναστάσει τὴ πρώτη», γιατί «ἐπὶ τούτων ὁ δεύτερος θάνατος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν». Αὐτοὶ ποὺ μετέχουν τῆς πρώτης ἀναστάσεως θὰ εἶναι «ἱερεῖς τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ, καὶ βασιλεύσουσι μετ’ αὐτοῦ χίλια ἔτη» (Ἀποκ. κ', 6).
Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, μὲ ὅλη αὐτὴν τὴν λαμπρότητα μὲ τὴν ὁποῖα ἑορτάζει τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ θέλει νὰ μᾶς ἐνθαρρύνη καὶ νὰ μᾶς παρακινήση νὰ ζήσουμε τὴν πρώτη ἀνάσταση ἀπὸ τώρα, δηλαδὴ τὴν ἐλευθέρωσή μας ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ζωὴ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν καρδιά μας. Ἔτσι, ἀποφεύγουμε τὸν θάνατο τῆς ἁμαρτίας ποὺ ἐνεργεῖται μέσα μας. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο βιώνουμε τὴν Χάρη, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μέσα μας καὶ αὐτὴ ἡ ζωὴ ἁπλώνεται γύρω μας. Καὶ τότε θὰ ὑπάρχη καὶ ἡ ἐλπίδα τῆς δευτέρας Ἀναστάσεως, τῆς αἰωνίου κοινωνίας μὲ τὸν Χριστό.
(Ἡ Πασχαλινὴ Ἐγκύκλιος, 2011)
- Προβολές: 3910