Παράδεισος-Κόλαση
Ὁ Παράδεισος καὶ ἡ Κόλαση ὑπάρχουν ἐξ ἐπόψεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι ἐξ ἐπόψεως τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς θὰ ἐμφανισθῇ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄλλοι θὰ δοῦν τὸν Θεὸ ὡς Φῶς, ἐπειδὴ εἶχαν καθαρίσει τὸ νοερὸ τῆς ψυχῆς καὶ εἶχαν ἀποκτήσει αὐτοπτικὸ ὄμμα, ὁπότε αὐτὸ εἶναι ὁ Παράδεισος, καὶ ἄλλοι θὰ δοῦν τὸν Θεὸ ὡς πῦρ καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ Κόλαση. Ὅταν καθίση κανεὶς κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀνοίξη τὰ μάτια του τὰ ὁποία δὲν μποροῦν νὰ ἀνθέξουν τὴν ὅραση αὐτή, θὰ τυφλωθῇ. Αὐτὸ εἶναι ἡ Κόλαση. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια λέγεται ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι καὶ φῶς καὶ πῦρ, γιατί ἄλλους φωτίζει καὶ ἄλλους κατακαίει.
Ὁ Χριστὸς στὴν διδασκαλία Του, μιλῶντας γιὰ τὴν Κόλαση χρησιμοποίησε τὶς λέξεις «σκότος» καὶ «πῦρ». Ἀλλὰ τὸ αἰσθητὸ σκότος δὲν εἶναι πῦρ τὸ ὁποῖο φωτίζει, καὶ ὅταν ὑπάρχη τὸ πῦρ δὲν ὑπάρχει τὸ σκότος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Κόλαση δὲν εἶναι οὔτε πῦρ οὔτε σκότος, ὅπως γνωρίζουμε ἐμεῖς τὰ στοιχεῖα αὐτὰ στὴν κτιστὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ εἶναι βίωση τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς ὡς σκότους λόγῳ τῆς ἀσθένειας τοῦ ἀνθρώπου. Ἑπομένως, δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τὴν Κόλαση, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος βιώνει τὸν Θεὸ ὡς Κόλαση, καὶ οὔτε ἡ Κόλαση εἶναι μιὰ κτιστὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ βιώνεται ὡς πῦρ καταναλῖσκον. Ὁ Θεὸς θὰ ἀγαπᾶ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, δικαίους καὶ ἀδίκους, ἀλλὰ οἱ ἄδικοι δὲν θὰ μποροῦν νὰ καταλάβουν τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Οἱ ἅγιοι στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ ἔχουν διαρκῆ πρόοδο στὴν μέθεξη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ὑπάρχη μιὰ εὐδαιμονία, δηλαδὴ μιὰ στατικὴ κατάσταση, καὶ οἱ κολασμένοι θὰ ἔχουν πώρωση καὶ θὰ μετέχουν τοῦ Θεοῦ ὡς πυρός. Μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει μετάνοια, ἀλλὰ ὑπάρχει πρόοδος στὴν μετάνοια, ποὺ σημαίνει ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίση νὰ μετανοῇ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή, ἡ μετάνοια θὰ ὁλοκληρωθῇ στὴν ἄλλη.
(Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Τὰ κεντρικὰ σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, εἰς Ἐμπερικη Δογματική, τόμ. Β')
- Προβολές: 3370