Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ ἐμπειρία τοῦ αἰώνιου κι ὁ χαμένος χρόνος

Πρωτοπρεσβύτερος π. Θωμᾶ Βαμβίνη

Τὸ διαβάσαμε κι αὐτό: Γιὰ τὴν κρίση ποὺ μαστίζει τὴν χώρα μας φταίει ἡ μύηση τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ μας στὴν βίωση τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, μέσῳ τῶν ἑορτῶν καὶ τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Λειτουργίας!

Αὐτὴ ἡ «ἀδιανόητη» φιλοσοφικὴ ἄποψη θέλει νὰ πὴ ὅτι γιὰ τὴν κατάντια τοῦ πολιτικοῦ μας συστήματος, γιὰ τὸ πελατειακὸ Κράτος, τὴν διαφθορὰ στὴν διοίκηση, τὴν ἀπουσία μακροπρόθεσμων οἰκονομικῶν προγραμματισμῶν καὶ διορατικῶν στρατηγικῶν ἐπιλογῶν, φταίει τὸ πνεῦμα τῆς ὀρθόδοξης λατρείας μὲ τὸ ὁποῖο ἔχει ζυμωθῇ ἡ λαϊκή μας παράδοση! Θέλει ἀκόμη νὰ πὴ ὅτι γιὰ τὴν δυσκολία προσαρμογῆς τῆς ἐθνικῆς μας πολιτικῆς καὶ τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ στὶς νέες κάθε φορὰ συνθῆκες, δηλαδή, στὴν ἐξελισσόμενη διεθνῆ οἰκονομικὴ πραγματικότητα, στὶς νέες τεχνολογίες καὶ στὰ νέα γεωπολιτικὰ δεδομένα, φταίει τὸ βιωματικὸ ὑπόβαθρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας, ποὺ προσανατολίζει τὸν νοῦ τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων στὸ «αἰώνιο σήμερα» τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τὸ ἐκφράζουν οἱ στίχοι: «Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει», «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου», «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτὸς» κ.ά.!

Τὰ παραπάνω εἶναι μιὰ ἑρμηνευτικὴ καταγραφὴ τῆς κεντρικῆς ἰδέας, ὅπως τὴν προσλάβαμε, ἑνὸς ἄρθρου τοῦ Στέλιου Ράμφου, ποὺ δημοσιεύτηκε στὸ πρωτοχρονιάτικο φύλλο τῆς ἐφημερίδας Τὸ Βῆμα. Ὁ χαρακτηριστικὸς τίτλος του εἶναι: Ἡ εὐκαιρία ἑνὸς χαμένου χρόνου.

Μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ ἄρθρου κατανοήσαμε τὸν τίτλο μὲ τὸ ἀκόλουθο νόημα: Ὁ χρόνος εἶναι χαμένος γιὰ τὴν Ἑλλάδα (ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ὀρθοδόξους λαούς), ὄχι λόγῳ ἀμελείας καὶ ἀπραξίας, ὄχι λόγῳ προσωπικῆς ἢ πολιτικῆς ἀβελτηρίας, ἀλλὰ γιατί μέσα στὸν ἐκκλησιαστικὸ βίο τοῦ λαοῦ «ἡ λατρεία καταλαμβάνει τὴν ἱστορία», τὸ αἰώνιο καταπίνει τὸν χρόνο. Πῶς ὅμως «ἡ λατρεία καταλαμβάνει τὴν ἱστορία»; Ποιό εἶναι τὸ νόημα αὐτῆς τῆς ἔκφρασης; Θὰ προσπαθήσουμε ὅσο μποροῦμε πιὸ ἁπλὰ νὰ καταγράψουμε κάποιες κεντρικὲς θέσεις ἀπὸ τὸν πολύπλοκο στοχασμὸ τοῦ συγγραφέα.

Τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ περιεχόμενο τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν, δὲν λειτουργοῦν γιὰ τοὺς πιστούς, σύμφωνα μὲ τὸν κ. Ράμφο, σὰν μιὰ ἁπλὴ ἀνάμνηση ποὺ δίνει ἔμπνευση γιὰ δημιουργικότητα στὴν καθημερινὴ ζωή, ἀλλὰ «οἱ γιορτὲς δημιουργοῦν γεγονότα» ποὺ καταλαμβάνουν τὴν θέση ἑνὸς «φαντασιακοῦ παρόντος», τὸ ὁποῖο μᾶς βγάζει ἔξω ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα. Μᾶς ἀπορροφοῦν σὲ ἄλλον κόσμο. Σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση «τὸ ἱστορικὸ παρόν, ὅπου γιορτάζουν οἱ πιστοὶ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ ζητοῦν τὸν φωτισμὸ τοῦ Πνεύματος, γίνεται ἀσάλευτη αἰωνιότης, ὄχι μεταφορικά, ἀλλὰ κυριολεκτικά, σὰν ἀδιαφορία γιὰ τὴν δημιουργικὴ ὕπαρξι». Ἡ βίωση τῆς «ἀσάλευτης αἰωνιότητος» συνδέεται ἀπὸ τὸν συγγραφέα μὲ τὴν «ἀδιαφορία γιὰ τὴν δημιουργικὴ ὕπαρξι». Ὁρίζεται μάλιστα ἔτσι: Τὸ ἱστορικὸ παρὸν γίνεται ἀσάλευτη αἰωνιότητα, ὅταν ὑπάρχη ἀδιαφορία γιὰ τὴν δημιουργικὴ ὕπαρξη. Γι’ αὐτὸ εἶναι φανερὸ ὅτι μὲ τὴν λέξη ἀσάλευτη δὲν θέλει νὰ δείξη τὴν σταθερότητα τοῦ αἰωνίου, ἀλλὰ τὴν ἀκινησία, τὴν ἔλλειψη δραστηριότητας καὶ δημιουργικότητας τοῦ πιστοῦ.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ θυμηθῇ τὶς καταγεγραμμένες θεοπτικὲς ἐμπειρίες ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ὁποίων «ξεχνιέται ὁ κόσμος». Ὁ Ἅγιος ἁρπάζεται ἀπὸ τὸ φὼς τοῦ Θεοῦ. Δὲν τὸν ἑλκύει καμμιὰ δράση μέσα στὸν κόσμο. Ὅμως αὐτὴ δὲν εἶναι μιὰ μόνιμη κατάσταση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν «ἀδιαφορία γιὰ τὴν δημιουργικὴ ὕπαρξι». Μόνιμος στοὺς ἁγίους, κατὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, εἶναι ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ. Γι’ αὐτὸ ἔχουμε πολλοὺς Πατέρες, αἰχμαλωτισμένους ἀπὸ τὸν Θεό, οἱ ὁποῖοι ἀνέπτυξαν μεγάλες δραστηριότητες, μὲ τὶς ὁποῖες ἀνέτρεψαν θρησκευτικὰ καὶ πολιτιστικὰ δεδομένα σὲ ὁλόκληρους λαούς, ὅπως συνέβη μὲ τὸν Μ. Φώτιο καὶ τοὺς ἁγίους ἀδελφοὺς Κύριλλο καὶ Μεθόδιο. Ἐπίσης, ἐδῶ ὁ κ. Ράμφος δὲν μιλάει γιὰ ἐμπειρίες ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν νεκρώσει τὴν φαντασία, ἀλλὰ μιλάει γιὰ ἕνα «φαντασιακὸ παρόν». Οἱ πιστοὶ γιὰ τὸν κ. Ράμφο ζοὺν τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν φαντασία τους. Βυθίζονται στὴν φαντασία καὶ ξεχνοῦν τὸν χρόνο. Αὐτές, βέβαια, εἶναι ὑπαρκτὲς νοσηρὲς καταστάσεις, δὲν εἶναι ὅμως ἡ ἐμπειρία τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ δὲν ἐκφράζουν τὴν γνησιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἡ φαντασία εἶναι ἡ τροφὴ τῶν φιλοσόφων, ὄχι τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Μέσα σὲ αὐτὴν ὑπάρχουν οἱ ἰδέες τους, οἱ ἑρμηνεῖες καὶ τὰ συστήματά τους.

Μιὰ θεμελιακὴ θέση τῆς φαντασιακῆς θρησκευτικότητας, ποὺ φαίνεται ὅτι πρεσβεύει ὁ κ. Στέλιος Ράμφος, ὑπάρχει στὴν ἀκόλουθη ἄποψή του γιὰ τὴν ὀρθόδοξη λατρεία: «Ἀντὶ νὰ νοηματοδοτοῦμε στὸ παρόν μας τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ἐπαναλαμβάνουμε τὰ τυπικὰ λειτουργικὰ λόγια», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ «ἀδειάζουμε τὸ οὐσιῶδες τῆς λατρείας γιὰ τὴν ζωή», ἐννοεῖ τὴν ἔμπνευση γιὰ δράση στὸ ἱστορικὸ παρόν, «ἡ ὁποία [ἔτσι] δουλώνεται σὲ παρὸν φαντασιακό». Δηλαδή, ὁ συγγραφέας θέλει νὰ νοηματοδοτοῦμε τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἀνάλογα μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ τοῦ παρόντος κόσμου καὶ ὄχι νὰ φωτίζουμε καὶ νὰ ρυθμίζουμε τὴν ζωή μας, τὸ παρόν μας, μὲ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, τὴν διδασκαλία Τοῦ καὶ τὴν Χάρη Του. Ἡ νοηματοδότηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ (ἔργο ποὺ ἐκτελεῖ ἡ φαντασία) εἶναι πολὺ κοντὰ στὴν ἐπινόηση ἑνὸς δικοῦ μας Χριστοῦ, ἄσχετου μὲ τὸν ἱστορικὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος μὲ τὸν Χριστὸ τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Τὸ πρόβλημα στὶς ἀπόψεις τοῦ κ. Ράμφου θεωροῦμε ὅτι βρίσκεται σὲ δυὸ ἀρνήσεις καὶ μιὰ ἀγνόηση: Πρῶτον, βρίσκεται στὴν ἄρνηση τῆς πραγματικῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν Ἐκκλησία Του, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο Του: «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Δεύτερον, στὴν ἄρνηση τῆς πραγματικῆς καὶ ὄχι φανταστικῆς σχέσης τῶν πιστῶν μὲ τὸν Χριστό. Καί, τρίτον, στὴν ἀγνόηση τοῦ πραγματικοῦ περιεχομένου τῆς ὀρθόδοξης προσευχῆς, ἡ ὁποία κατὰ τὴν Κλίμακα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναϊτη εἶναι, γιὰ τὸν πράγματι εὐχόμενο, «δικαστήριον καὶ κριτήριον καὶ βῆμα Κυρίου, πρὸ τοῦ μέλλοντος βήματος». Ὁ πιστὸς δὲν νοηματοδοτεῖ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ δεδομένα τοῦ παρόντος κόσμου. Ἀντίθετα, προσπαθεῖ νὰ προσλάβη ἀπὸ τὸν Χριστό, μέσα ἀπὸ τὴν δοκιμασία –μέσα ἀπὸ τὸ κριτήριο– τῆς προσευχῆς, τὸ νόημα τῆς ζωῆς του, τὸν λόγο τῆς ὑπάρξεώς του.

Ὅσα καταγράφει ὁ κ. Στέλιος Ράμφος θεωρεῖ ὅτι ἀποτελοῦν τὴν «θεολογικὴ» ὑποδομὴ τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς κρίσης, τὴν πηγὴ τοῦ φόβου γιὰ ἀλλαγὲς στὸν πολιτικὸ βίο, ἀκόμη καὶ τὴν αἰτία τῆς διόγκωσης τῆς δημοσιοϋπαλληλίας. Γράφει: «Στὸν ναό... ὁ ἱστορικὸς χρόνος εἶναι ἀνύπαρκτος... Αὐτὸ κατοχυρώνουν ἄλλωστε καὶ τὰ τυπικὰ τῆς μοναστικῆς βιοτῆς... Τὸ βλέπουμε καὶ τὸ ζοῦμε, λίγο-πολύ, στὶς νοοτροπίες καὶ τὶς συμπεριφορὲς πολλῶν ἀπὸ ἐμᾶς, ἀφοῦ τὸ ἀρχαῖο τοῦτο πρότυπο ἰσχύει καὶ σήμερα γιὰ πολὺ μεγάλο μέρος τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὸ καλοῦνται νὰ ἐσωτερικεύσουν οἱ πιστοὶ τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς γιορτές, καὶ μαζὶ τὴν ἀνιστορικότητα ποὺ φέρνει σ’ αὐτὸ θὰ πρέπει ἐν πολλοῖς νὰ ριζώνη ὁ φόβος τῆς ἀλλαγής, τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἔρευνας, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνασφάλεια ποὺ σπρώχνει μαζικὰ τοὺς Ρωμηούς - καὶ τοὺς ὀρθοδόξους λαοὺς ἐν γένει - στὸν ὀμαδισμὸ καὶ τὴν δημοσιοϋπαλληλία. Καὶ ἴσως-ἴσως στὰ ἀκατάπαυστα κοινωνικὰ πισωγυρίσματα, τὸ ἐθνικὸ σισύφειό μας ἔργο».

Ἡ διατύπωση: «σ’ αὐτὸ θὰ πρέπει ἐν πολλοῖς νὰ ριζώνη...» σημαίνει ὅτι ἡ ἄποψη αὐτὴ δὲν ἔχει σοβαρὴ τεκμηρίωση. Εἶναι ἐντύπωση τοῦ συγγραφέα.

Πάντως, «τὰ τυπικὰ τῆς μοναστικῆς βιοτῆς» δὲν μποροῦν νὰ συναρτηθοῦν μὲ τὰ περιγραφόμενα στὸ ἄρθρο δεινὰ τῆς ἑλληνικῆς πολιτικῆς ζωῆς. Ὁ λόγος εἶναι πολὺ ἁπλός. Τὸ Ἅγιον Ὅρος, τὸ γνησιότερο μοναστικὸ κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι ἴσως ὁ μόνος φορέας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικράτειας ποὺ ἀξιοποίησε μέχρι τὸ τελευταῖο λεπτὸ ὅλα τὰ εὐρωπαϊκὰ προγράμματα ποὺ ἔλαβε, σὲ κραυγαλέα ἀντίθεση μὲ ὅλα τὰ ὑπουργεῖα τῆς Ἑλληνικῆς κυβέρνησης. Ἐξάλλου, αὐτὸς ποὺ ζητᾶ τὴν ἐμπειρία τοῦ αἰώνιου ἔχει συνηθίσει νὰ βλέπη πολὺ μακριά. Δὲν κλείνεται σὲ κοντόφθαλμες ἐπιδιώξεις καὶ συμφέροντα. Ἔχει κριτήρια καὶ διακρίνει τί κάθε φορὰ εἶναι ἀναγκαῖο καὶ τί συμφέρει. Δὲν ζαλίζεται ἀπὸ τὶς διαφημίσεις καὶ τὴν θορυβώδη ἐπικαιρότητα. Δὲν δραστηριοποιεῖται ἄσκοπα. «Πυκτεύει, ὡς οὐκ ἀέρα δέρων».

Ὅλα αὐτὰ δείχνουν ὅτι ἀλλοῦ βρίσκεται τὸ πρόβλημα. Δὲν βρίσκεται στὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε στὰ «φιλοκαλικὰ ριζώματα» τῆς πολιτισμικῆς μας παράδοσης, ποὺ τρέφουν ἀκόμη κάποιους ἀπὸ τοὺς πιὸ δημιουργικοὺς Ἕλληνες. Πάντως, ὁ χρόνος δὲν χάνεται (δηλαδὴ δὲν πάει χαμένος) ὅταν ἐκβάλλη στὴν ἐμπειρία τοῦ αἰώνιου. Χάνεται, ὅταν κλεινόμαστε μὲ ἰδιοτέλεια καὶ μάταιη δραστηριότητα στὴν φυλακή του.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2870