Γράφτηκε στις .

Γραπτό κήρυγμα: Κυριακὴ Ι' Ματθαίου (12 Αὐγούστου) - Ἄπιστη καὶ διεστραμμένη γενιά

Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὴν θεραπεία τοῦ σεληνιαζομένου νέου ποῦ ἔγινε ἀπὸ τὸν Χριστό. Στὸν λόγο τοῦ πατέρα τοῦ νέου αὐτοῦ ὅτι δὲν μπόρεσαν νὰ τὸν θεραπεύσουν οἱ Μαθητὲς Του, ὁ Χριστὸς ἀπάντησε: «ὧ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη!» (Μάτθ. ἰζ', 17). Μὲ τὸν λόγο αὐτὸν ὁ Χριστὸς συνδέει τὴν ἀπιστία μὲ τὴν διαστροφὴ καὶ κατ’ ἐπέκταση τὴν πίστη μὲ τὴν ὀρθότητα τοῦ ἤθους καὶ τῆς ζωῆς.

Πράγματι, συνδέεται πολὺ στενὰ ἡ πίστη μὲ τὴν ὅλη ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν κανεὶς πιστεύη στὸν Θεό, προσαρμόζεται σὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση καὶ τὸ ἦθος του καὶ ἡ ἐν γένει κοινωνική του συμπεριφορὰ εἶναι σὲ ὀρθὴ κατεύθυνση. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πιστεύη κανεὶς στὸν Θεό, νὰ δέχεται τὴν διδασκαλία Τοῦ, νὰ Τὸν θεωρῇ δημιουργό του, ποῦ τὸν ἀγαπᾶ, νὰ πιστεύη ὅτι ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ τὸν σώση, νὰ διαβάζη τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ νὰ μὴ διαποτίζεται ἡ ζωή του ἀπὸ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ αἰσθάνεται κανεὶς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ὅμως αὐτὸς νὰ μὴν ἀνταποκρίνεται σὲ αὐτὴν τὴν ἀγάπη καὶ νὰ μὴν ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Πάντοτε, αὐτὸ ποῦ κυριαρχεῖ στὸν διανοητικὸ καὶ καρδιακὸ χῶρο τοῦ ἀνθρώπου ἐκφράζεται καὶ ἐξωτερικά. Ἄν, ὅμως, ὁ ἄνθρωπος λέγη ὅτι πιστεύει στὸν Θεό, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἐπηρεάζει τὴν διαγωγή του καὶ τὴν ἐξωτερικὴ συμπεριφορά του, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ πίστη του εἶναι ἀναιμική, εἶναι ἀνίσχυρη.

Στὴν Δογματικὴ τῆς Ἐκκλησίας γίνεται λόγος γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ τοῦ δόγματος καὶ τῆς ἠθικῆς ἢ καλύτερα μεταξὺ τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράσθηκε στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους ἀπὸ τοὺς Πατέρες, καὶ τοῦ ἤθους, τῆς ἀσκητικῆς. Τὸ δόγμα εἶναι ἡ θεωρία καὶ ἡ ἀσκητικὴ εἶναι ἡ πράξη. Οὔτε ἡ θεωρία χωρὶς τὴν πράξη μπορεῖ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ οὔτε καὶ ἡ πράξη χωρὶς τὴν θεωρία μπορεῖ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς διδάσκει ὅτι ἡ πίστη χωρὶς τὰ ἔργα εἶναι φαντασία καὶ τὰ ἔργα χωρὶς τὴν πίστη εἶναι εἰδωλολατρεία. Αὐτὸ λέγεται καὶ ἀπὸ τὸν Ἀδελφόθεο Ἰάκωβο, ὅταν διδάσκη ὅτι «ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρὰ ἐστιν» (Ἰάκ. β', 20).

Ἐὰν αὐτὸ συμβαίνη μεταξὺ πίστεως καὶ ἔργων, ὁπωσδήποτε συμβαίνει καὶ μεταξὺ ἀπιστίας καὶ διαστροφῆς. Ὅποιος δὲν πιστεύει στὸν Θεὸ καὶ δὲν ἔχει μιὰ ἀναφορὰ στὸν Θεό, καὶ ἑπομένως στηρίζεται στὸν ἑαυτό του καὶ στὰ πάθη του, εἶναι ἑπόμενο νὰ ἔχη διεστραμμένο ἦθος. Ὅταν τὸ διανοητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς του δὲν λειτουργῇ σωστά, τότε καὶ τὸ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, ἤτοι τὸ ἐπιθυμητικὸ καὶ θυμικό, ἐπηρεάζονται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ γι’ αὐτὸ γίνονται μεγάλα ἐγκλήματα. Ἡ ἀπιστία συνδέεται μὲ τὴν διαστροφὴ τοῦ ἤθους. Βέβαια, μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν μερικοὶ ἀνθρωπιστές, ποῦ εἶναι ἄθεοι, ἀλλὰ ἔχουν μερικὲς βασικὲς ἀρχὲς στὴν ζωή τους, ὅμως καὶ σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἡ συμπεριφορά τους δὲν διακρίνεται ἀπὸ τὴν λεπτότητα ποῦ καθορίζει ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε, εἶναι γνωστὸν ὅτι ἕνα ρεῦμα τῆς δυτικῆς φιλοσοφίας τῶν τελευταίων αἰώνων ἔχει φθάσει στὸ σημεῖο νὰ πὴ ὅτι «ὁ Θεὸς ἀπέθανε» καὶ ἑπομένως «ὅλα ἐπιτρέπονται», ἤτοι δὲν ὑπάρχει διάκριση μεταξὺ ἠθικοῦ καλοῦ καὶ κακοῦ.

Βέβαια, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ποῦ εἴδαμε στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα, «ὧ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη!», δὲν ἀναφερόταν στὴν ἀπιστία-ἀθεΐα, ἀλλὰ στὴν ἔλλειψη τῆς πίστεως ἐκ θεωρίας, ἡ ὁποία πίστη εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν πίστη ἐξ ἀκοῆς. Ἑπομένως, ἄλλο εἶναι ἡ πίστη ἀπὸ αὐτὰ ποῦ ἀκοῦμε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἄλλο εἶναι ἡ πίστη ἀπὸ τὴν ὅραση τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ὅταν φθάση κανεὶς στὴν θεωρία τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τότε θεοῦται, μεταμορφώνονται ὅλες οἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ἐπηρεασθῇ ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς ἐνέργειες. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος λέγεται θεούμενος.

Πάντως, ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ ἰσχύει καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, γιὰ ὅλους μας. Κάνουμε λόγο γιὰ κρίση στὴν ἐποχή μας καὶ τὴν περιορίζουμε στὰ οἰκονομικά, στὰ πολιτιστικά, στὰ κοινωνικὰ καὶ στὰ οἰκογενειακὰ θέματα. Ὅμως, ἡ κρίση εἶναι πνευματικὴ καὶ θεολογική. Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς μας ἔχουν ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, δὲν προσεύχονται, δὲν ἐκκλησιάζονται, δὲν διαβάζουν τὴν Ἁγία Γραφή, τὰ Πατερικὰ βιβλία καὶ τοὺς βίους τῶν ἁγίων, ὁπότε ἔχουν ἀγριέψει. Δὲν στηρίζονται στὸν Θεό, ἀλλὰ στὸν ἑαυτό τους καὶ τὰ πάθη τους. Ἀκόμη, καὶ ὅταν θεολογοῦν, ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική, πατερικὴ παράδοση, τὸ κάνουν μέσα ἀπὸ τὰ πάθη τους καὶ προσφέρουν τὴν «θεολογία τῶν παθῶν» τους. Ἡ κρίση προέρχεται ἀπὸ τὴν διαστροφὴ τοῦ ἤθους καὶ αὐτὴ ἔχει αἰτία τὴν ἀπιστία ἢ τὴν ἀθεΐα καὶ τὴν ὑποκριτικὴ πίστη. Ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Τοῦ προσφέρει πίστη καὶ μεταμορφώνει τὸ ἦθος.

Ὁ Μητροπολιτης

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ