Skip to main content

Ὁμιλία στὸν ἅγιο Σπυρίδωνα Πειραιῶς, 12 Δεκεμβρίου 2012

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἕνα σημαντικὸ σημεῖο ἀπὸ τὴν ζωὴ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος εἶναι ἡ συμμετοχή του στὴν Α' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ ἔτος 325 μ.Χ., καὶ τὸ θαῦμα τὸ ὁποῖο ἐπετέλεσε μὲ τὸ ὁποῖο τεκμηρίωσε τὴν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ ἰδιαιτέρως τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Τριαδικός, Πατήρ, Υἱὸς καὶ Πνεῦμα, καὶ ὅτι ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι κτίσμα, ἀλλὰ Φῶς ἐκ Φωτός, Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, ὅπως διεκήρυξαν στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Στόν άγιο Σπυρίδωνα Πειραιώς, 12 Δεκεμβρίου 2012

Στὸ Ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος καταγράφεται αὐτὸ τὸ γεγονός: «Τῆς Συνόδου τῆς Πρώτης ἀνεδείχθης ὑπέρμαχος καὶ θαυματουργὸς Θεοφόρε Σπυρίδων πατὴρ ἡμῶν». Ὁ ἅγιος Σπυρίδων πιάνοντας ἕνα κεραμῖδι προσευχήθηκε θερμὰ καὶ χωρίσθηκαν τὸ χῶμα, ὁ ἀτμὸς καὶ τὸ νερό, ἀπὸ τὰ ὁποία ἀποτελέσθηκε, καὶ ἔτσι ἔδειξε τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἐξετάζοντας τὴν Ἱερὰ αὐτὴ Σύνοδο θέλω νὰ ἐντοπίσω τὶς δύο θεολογικὲς παραδόσεις ποῦ φανερώθηκαν ἐκεῖ κατὰ τὴν διάρκεια τῶν συζητήσεων.

Ἡ πρώτη παράδοση ἐκφραζόταν ἀπὸ τὸν Ἄρειο καὶ τοὺς ὁμόφρονές του, οἱ ὁποῖοι θεολογούσαν «ἀριστοτελικῶς», δηλαδὴ χρησιμοποιοῦσαν τὴν λογικὴ καὶ τὸν στοχασμὸ καὶ γενικὰ τὶς ἀπόψεις τοῦ Ἀριστοτέλους. Σύμφωνα μὲ τὸν Ἀριστοτέλη κάθε τί ποῦ προέρχεται ἀπὸ τὴν φύση εἶναι κατ’ ἀνάγκη. Ὁ Ἄρειος, ἔχοντας αὐτὴν τὴν ἄποψη, ὑπεστήριζε ὅτι ἀφοῦ τὸ κατὰ φῦσιν εἶναι κατ’ ἀνάγκην, σημαίνει ὅτι ὁ Πατὴρ δὲν γέννησε τὸν Λόγο ἀπὸ τὴν φύση Τοῦ, ἀλλὰ Τὸν δημιούργησε μὲ τὴν βούλησή Τοῦ καὶ ἑπομένως εἶναι κτίσμα, τὸ πρῶτο κτίσμα τῆς δημιουργίας.

Ἡ δεύτερη παράδοση ἐκφραζόταν ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρας, μὲ πρόμαχο τὸν Μεγάλο Ἀθανάσιο, καὶ οἱ ὁποῖοι θεολογούσαν «ἁλιευτικῶς», ὅπως οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ποῦ ἦταν ἀγράμματοι ἁλιεῖς, ἀλλὰ ἔφθασαν στὴν Πεντηκοστὴ καὶ εἶδαν ὅτι «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα» καὶ ἔγιναν θεολόγοι. Ὁμολόγησαν ὅτι ὁ Υἱὸς γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Πατέρα κατὰ φύση καὶ δὲν δημιουργήθηκε κατὰ βούληση καὶ γι’ αὐτὸ εἶναι ἀληθινὸς Θεός. Ἔτσι, χρησιμοποιοῦσαν χωρία ἀπὸ τοὺς Προφήτας, τοὺς Ἀποστόλους καὶ τοὺς προγενεστέρους Πατέρας ποῦ ἦταν θεόπτες καὶ δὲν θεολογούσαν φιλοσοφικῶς.

Τὸ θέμα ποῦ τέθηκε ἦταν ὅτι ἡ μέθοδος τῆς θεολογίας δὲν εἶναι ὁ στοχασμός, ὁ ὀρθολογισμός, ἀλλὰ ἡ κατὰ Χριστὸν ἐμπειρία. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἐμπειρικοὶ θεολόγοι καὶ αὐτὸ συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα. Εἶναι σημαντικὸ νὰ λεχθῇ ὅτι ἡ Α' Οἰκουμενικη Σύνοδος ἦταν μιὰ Σύνοδος στὴν ὁποία συγκαταλέγονταν Πατέρες ποῦ εἶχαν ὑποστῇ διωγμοὺς καὶ μαρτύρια κατὰ τὴν διάρκεια τῶν διωγμῶν. Ἔτσι, ἡ Σύνοδος αὐτὴ ἦταν ἕνας «δῆμος μαρτύρων». Ἀπὸ τὸν ἕναν ἔλειπε τὸ μάτι, ἀπὸ τὸν ἄλλον τὸ χέρι, στὸν τρίτο ὑπῆρχαν οἱ πληγὲς στὸ σῶμα: «Δῆμος μαρτύρων», λοιπόν, ἡ Σύνοδος καὶ «τραυματίαι τοῦ θείου Νυμφίου» οἱ ἅγιοι Πατέρες. Γι’ αὐτὸ ὁμολόγησαν ὀρθοδόξως. Ἔχοντας ὑποστῇ τὸ μαρτύριο ἔδωσαν στὴν συνέχεια τὴν μαρτυρία τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία εἶναι ἐμπειρικὴ καὶ ὄχι στοχαστική, εἶναι ἔκφραση ἀσκήσεως καὶ ἐμπειρίας καὶ ὄχι καρπὸς διανοήσεως. Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο οἱ Πατέρες θεολογούσαν «ἁλιευτικῶς, ἀλλ' οὐκ ἀριστοτελικῶς πνευματικῶς, ἀλλ' οὐ κακοπραγμονικῶς ἐκκλησιαστικῶς, ἀλλ' οὐκ ἀγοραίως ὠφελίμως, ἀλλ' οὐκ ἐπιδεικτικῶς». Καὶ κατὰ τὸν εὔστοχο ὁρισμὸ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, οἱ ἅγιοι εἶναι «πάσχοντες τὰ θεῖα καὶ οὐ διανοούμενοι».

Αὐτὸ μᾶς δείχνει τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ ὀρθόδοξη πίστη.

Ἂν διαβάσουμε τὸν ὕμνο τῆς πίστεως, ποῦ περιέχεται στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, θὰ δοῦμε ὅτι εἶναι ἐμπειρικὴ καὶ ὄχι διανοητική. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οἵ (ἅγιοι πάντες) διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ» (Ἐβρ. ἰα', 33-34). Αὐτὴ ἡ πίστη ποῦ νικᾶ τὰ βασίλεια, ποῦ φράσσει τὰ στόματα τῶν λιονταριῶν, σβήνει τὴν φωτιὰ κλπ. δὲν εἶναι διανοητική, ἀλλὰ ἐμπειρική, χαρισματική. Δὲν νίκησαν οἱ ἅγιοι τὸν διάβολο καὶ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου μὲ τὴν μελέτη, τοὺς στοχασμούς, ἀλλὰ μὲ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ποῦ εἶχαν μέσα τους ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ τοὺς ἐνδυνάμωνε. Μὲ αὐτὴν τὴν πίστη ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἔκανε θαύματα.

Εἶναι σημαντικὰ τὰ ὅσα λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητης γιὰ τὸ θέμα αὐτό. Μιλῶντας γιὰ τὴν πίστη δίνει ἕναν θαυμάσιο ὁρισμό, ὅτι ἡ πίστη εἶναι δύναμη σχετικὴ καὶ σχέση δραστικὴ «τῆς ὑπὲρ φῦσιν ἀμέσου τοῦ πιστεύοντος πρὸς τὸν πιστευόμενον Θεὸν τελείας ἑνώσεως», δηλαδὴ εἶναι ἕνωση τελεία ὑπὲρ φύση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Οἱ ἅγιοι ἔχουν τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τὴν πίστη τῶν Θεοφόρων Ἁγίων. Ἐπίσης ὁ ἴδιος κάνει λόγο γι’ αὐτὴν τὴν πίστη ποῦ εἶναι ἀνόθευτη, καὶ δὲν ἀναμειγνύεται μὲ ἄλλες ξένες ἰδέες: «Ὁ τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν ἀνόθευτον ἔχων, πάντα τὰ θεῖα χαρίσματα συλλήβδην ἔχει ἐν ἑαυτῷ». Χωρὶς τὴν ἀνόθευτη πίστη δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ δώση τὴν μαρτυρία-ὁμολογία, δὲν ἔχει ἄλλα χαρίσματα, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ σωθῇ.

Γι’ αὐτὸ συνιστᾶ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «Φυλάξωμεν τὸ μέγα καὶ πρῶτον τῆς σωτηρίας ἡμῶν φάρμακον τὴν καλὴν λέγω τῆς πίστεως κληρονομίαν ὁμολογοῦντες ψυχή τε καὶ στόματι μετὰ παρρησίας, ὡς οἱ πατέρες ἡμῶν ἐδίδαξαν». Ἂν δοῦμε προσεκτικότερα τὸ χωρίο αὐτὸ θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἡ πίστη εἶναι τὸ πρῶτο φάρμακο τῆς σωτηρίας ἡ πίστη εἶναι καλὴ κληρονομία, τὴν ὁποία παραλαμβάνουμε ἀπὸ τοὺς προηγουμένους Πατέρας πρέπει νὰ φυλάξουμε αὐτὸ τὸ φάρμακο γιὰ νὰ θεραπευθοῦμε καὶ πρέπει νὰ τὴν ὁμολογοῦμε μὲ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, μὲ τόλμη-παρρησία, ὅπως ἔκαναν καὶ μᾶς δίδαξαν οἱ Πατέρες μας.

Ἀντίθετα, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, ἡ ἀνάμειξη τῆς πίστεως τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, μὲ τὶς ἀπόψεις τῶν ἑτεροδόξων ποῦ θεολογοῦν μὲ τὸν στοχασμό, εἶναι προδοσία τῆς πίστεως. Γράφει: «Πρόδοσις γὰρ ἐστὶ ἡ τῆς εὐσεβοῦς αὐτοῦ τε καὶ περὶ αὐτοῦ (δηλ. τοῦ Χριστοῦ) δόξης παραλλαγή, τὴ προσλήψει τῆς τῶν ἑτεροδόξων ὁμολογίας καὶ διδαχῆς ἀπεμπολοῦσα αὐτόν, εἰς ἀναίρεσιν τῆς ἐξ ἡμῶν παναγίας αὐτοῦ σαρκός».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,

Αὐτὴν τὴν ζῶσα πίστη εἶχε ὁ ἅγιος Σπυρίδων, αὐτὴν ὁμολογοῦσε, μὲ αὐτὴν ἔκανε θαύματα, αὐτὴ τὸν ἔκανε ἅγιο, αὐτὴ ἡ πίστη ἔκανε τὸ σῶμα του ἱερὸ λείψανο, αὐτὴ τὸν ἀνέδειξε μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν τιμοῦμε ὡς ἅγιο. Καὶ καλούμαστε νὰ ζήσουμε τὴν πίστη ὡς ζωή, ὡς κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὁ κόσμος χόρτασε ἀπὸ λόγια, ἀπὸ ἀκατάσχετο θεολογικὸ βερμπαλισμό, θέλει ἀνθρώπους πυρπολουμένους ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζῶσα πίστη, γιὰ νὰ νικηθοῦν ὅλα τὰ πνεύματα τῆς πονηρίας.

Βεβαίως, ζοῦμε σὲ περίοδο οἰκονομικῆς κρίσεως, γιὰ τὴν ὑπέρβαση τῆς ὁποίας ἀγωνίζονται οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντες, ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη κρίση, ἡ κρίση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ἡ νόθευση τῆς ἀλήθειας, ἡ ἐκκοσμίκευση στὴν Ἐκκλησία καὶ στὴν θεολογία. Σήμερα, ὑπονομεύεται αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ἀληθινὴ πίστη, ἡ ἴδια ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὴ ποῦ ἀναδεικνύει τοὺς ἁγίους. Ἀλλὰ εἶναι ἐπίκαιρος ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ: «πλὴν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐλθὼν ἄρα εὑρήσει τὴν πίστιν ἐπὶ τῆς γῆς;» (Λούκ. ιη' 8). Θὰ βρῆ Ναούς, οἰκοδομές, πνευματικὰ κέντρα, ἀλλὰ θὰ βρὴ τὴν ζωντανὴ πίστη ποῦ εἶχε ὁ ἅγιος Σπυρίδων καὶ ἔκανε θαύματα;

Καὶ θέλω νὰ εὐχαριστήσω τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, ἀγαπητὸ ἐν Χριστῷ ἀδελφό, ποῦ μὲ ἐκάλεσε, μαζὶ μὲ τὸν Μητροπολίτη Κηφισίας κ. Κύριλλο, νὰ ἔλθουμε στὴν ἑορτὴ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος καὶ μοῦ ἔδωσε τὴν χαρὰ νὰ ἐπικοινωνήσω μαζί σας. Εἶναι ἀγαπητὸς ἀδελφός, γιατί, πέρα ἀπὸ τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο ποῦ ἐπιτελεῖ στὴν Ἱερὰ Μητρόπολή του, ὁμολογεῖ τὴν πίστη τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, τὴν πίστη τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τὸ κάνει μὲ τόλμη καὶ παρρησία.

Εὔχομαι ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, νὰ μᾶς δίνη δύναμη, ὥστε νὰ εἴμαστε καλοὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν Ἀλήθεια, σὲ μιὰ ἐποχὴ ψεύδους καὶ πνευματικῆς συγχύσεως. Ἀμήν.–

  • Προβολές: 2857