Γράφτηκε στις .

Στόν Ἅγιο Τρύφωνα Βυτίνας

Τό Σάββατο 1 Φεβρουαρίου ἐ.ἔ. ἑορτή τοῦ ἁγίου Μάρτυρος Τρύφωνος πανηγύριζε ἡ Βυτίνα Ἀρκαδίας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως. Τῆς πανηγύρεως προέστη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος, προσκεκλημένος ἀπό τόν οἰκεῖο Ἱεράρχη κ. Ἱερεμία.
Ἅγιος Τρύφωνας, Βυτίνας

Κατά τόν πανηγυρικό ἑσπερινό στόν λαμπρό ἐνοριακό Ναό τῆς Βυτίνας, μετά τήν ἀρτοκλασία ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος εὐχαρίστησε τόν Σεβασμιώτατο κ. Ἱερεμία γιά τήν πρόσκλησή του, ἐξέφρασε τήν χαρά γιά τήν συνάντηση καί τοῦ μετέφερε τήν ἀγάπη ὅλων τῶν Ναυπακτίων συμπατριωτῶν του.

Στήν συνέχεια ἀναφέρθηκε στό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Τρύφωνος καί παρουσίασε τά σκληρά καί ἀπίστευτα μαρτύριά του. Ὑπεγράμμισε δέ δύο σημεῖα μέ ἀφορμή τό μαρτύριο.

Τό πρῶτον, ὅτι συνδέεται ἡ μαρτυρία μέ τό μαρτύριο. Μαρτυρία εἶναι ἡ ὁμολογία πίστεως, ἐνῶ μαρτύριο εἶναι ἡ ἐπισφράγιση τῆς ὁμολογίας. Μαρτυρία χωρίς μαρτύριο, εἶπε, ἔχει ἀξία, ἀλλά μαρτύριο χωρίς ὀρθόδοξη μαρτυρία ἔχει ἀπαξία, γιατί μπορεῖ κανείς νά μαρτυρήση καί γιά μιά ἰδεολογία φιλοσοφική ἤ κοινωνική.

Τό δεύτερο σημεῖο, ὅτι ἔχει σημασία τό πῶς φθάνει κανείς νά ὁδηγηθῆ στήν μαρτυρία καί τό μαρτύριο. Πρόκειται γιά μιά πορεία τήν ὁποία ὑποδεικνύουν οἱ μακαρισμοί τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος γίνεται ταπεινός, μετά ἀποκτᾶ πένθος, ἔπειτα τήν πραότητα, τήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ, τήν ἐλεημοσύνη, τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, τήν εἰρήνη καί τέλος τόν διωγμό ὑπέρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά ἐπαινοῦμε καί νά ἀναζητοῦμε, κατέληξε, τήν ἁγιότητα, ἀλλά πρέπει νά ἀκολουθοῦμε καί τήν μεθοδολογία, τό πῶς ὁδηγεῖται κανείς στήν ἁγιότητα.

Στό τέλος τοῦ Ἑσπερινοῦ τελέσθηκε ἁγιασμός καί ἀναγνώσθηκε ἡ εἰδική εὐχή τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος γιά τά ἀμπέλια καί τά χωράφια, μιά ἀκολουθία πού τήν ἀναμένουν μέ προσμονή κάθε χρόνο οἱ κάτοικοι, ἰδίως ὅσο ἡ κοινότητα βασιζόταν στήν παραδοσιακή γεωργική παραγωγή.

Τήν κυριώνυμο ἡμέρα τελέσθηκε λαμπρό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο. Στό κήρυγμά του ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος εἶπε ὅτι ὁ ἅγιος Τρύφων ἔχει τό χάρισμα τῆς θεραπείας ἀσθενειῶν, τῆς ἀποδίωξης δαιμονίων, τῆς προστασίας τῶν κήπων, τῶν ἀμπελιῶν καί τῶν ἀγρῶν ἀπό βλαπτικούς ὀργανισμούς καί ἐπιδράσεις. Ἔλαβε ἀφορμή ἀπό τά χαρίσματά του αὐτά, γιά νά μιλήση γιά τήν ὀρθόδοξη οἰκολογία, γιά τό πῶς λειτουργοῦσε ἡ κτίση πρό τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ μέσα στήν δόξα καί πῶς μετά ἀπό αὐτήν μέσα στήν φθορά καί ἀνέφερε σχετικά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Κυρίως ἑρμήνευσε τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὅτι «πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν» καί ὅτι «καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. η΄, 19-22). Οἱ ἅγιοι βλέπουν τήν ὀδύνη τῆς κτίσεως, τόν πόνο της, καθώς ἐπίσης ἀποκτοῦν ἐμπειρία τῆς ἀνακαινίσεώς της.

Ἔπειτα μίλησε γιά τόν βιασμό πού ὑφίσταται σήμερα ἡ κτίση ἀπό τόν ἐμπαθῆ καί ἐπαναστάτη ἄνθρωπο. Ἡ ὑπερκατανάλωση δημιουργεῖ τήν ἀνάγκη τῆς ὑπερπαραγωγῆς, μέ ἀποτέλεσμα νά βιάζεται ἡ κτίση καί στήν συνέχεια νά ἐκδικεῖται τόν ἄνθρωπο. Τά ἀκραῖα φυσικά φαινόμενα πού παρατηροῦνται στίς ἡμέρες μας ὀφείλονται καί στόν βιασμό τῆς κτίσεως ἀπό τόν ἄνθρωπο. Τέλος ὑπογράμμισε ὅτι δέν πρέπει μόνον νά παρακαλοῦμε τόν ἅγιο Τρύφωνα νά προστατεύη τά κτήματά μας, ἀλλά ἀφ' ἑνός μέν νά σεβόμαστε τήν κτίση, τό περιβάλλον ὡς δῶρο Θεοῦ, ἀφ' ἑτέρου δέ νά ἁγιαζόμαστε ἐμεῖς γιά νά παρασύρουμε καί τήν κτίση στήν ἀνακαίνιση ἐν Χριστῷ.

Καί στίς δύο ὁμιλίες του ὁ κ. Ἱερόθεος ἐπήνεσε τόν κ. Ἱερεμία γιά τήν θεολογική του γνώση, ἰδίως τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γιά τήν ἰδιότητά του ὡς καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, ἀλλά καί γιά τήν ἁπλότητά του.

Ἀλλά καί ὁ κ. Ἱερεμίας μίλησε μέ τά καλύτερα λόγια γιά τόν «Ποιμενάρχη τῆς ἰδιαίτερης πατρίδος» του κ. Ἱερόθεο. Εἶπε, μεταξύ ἄλλων, χαρακτηριστικά:
«Θά μοῦ ἐπιτρέψετε, κύριοι ἄρχοντες καί ἀδελφοί μου Χριστιανοί, νά ἐκφράσω τή χαρά μου γιά τήν ἐφετινήν ἑορτή, διότι ἔχουμε ἐν μέσω ἡμῶν εὐλογοῦντα, ἁγιάζοντα καί φωτίζοντα διά τοῦ λόγου του τοῦ φωτιστικοῦ καί τῆς ἁγιότητός του, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη τῆς ἰδιαιτέρας μου πατρίδος, τῆς Ναυπάκτου. Καί ἐπειδή ἐμεῖς θεολογικά στό πρόσωπο τοῦ Ἀρχιερέως Ποιμενάρχου τό βλέπουμε ὅτι σαρκώνει ὅλο τό ποίμνιό του, ἔχω αὐτήν τήν μυστική χαρά σήμερα, ἄρχοντες καί Χριστιανοί μου, ὅτι βλέπω ὅλη τήν πατρίδα μου, ἡ ὁποία μέ ἐγέννησε καί μέ ἔθρεψε καί μέ ἀνέθρεψε καί διά τοῦτο εἶμαι ἰδιαίτερα χαρούμενος, ἀλλά καί συγκεκινημένος τήν σημερινή ἡμέρα.

Ἔχω ὡραία πατρίδα, ἀδελφοί μου Χριστιανοί, τήν Ναύπακτο, ἐκεῖ πού ἔγιναν τά πρῶτα πλοῖα τοῦ κόσμου, διά τοῦτο καί τό ὄνομα τῆς πόλεως ναῦς-πήγνυμι, τά πρῶτα πλοῖα τοῦ κόσμου ἔγιναν στήν Ναύπακτο, τήν ὁποίαν ποιμαίνει ὁ Ἀρχιερεύς, ὁ Σεβασμιώτατος Ἀρχιερεύς, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐν μέσῳ ἡμῶν.

Δέν μέ παίρνει ὁ χρόνος νά μιλήσω περί τοῦ σεπτοῦ ἡμῶν Ποιμενάρχου, ἔτσι αἰσθανόμεθα καί ἔτσι παρακαλοῦμε νά αἰσθάνεσθε καί ἐσεῖς Σεβασμιώτατε τήν σημερινή ἡμέρα, ὡς Ποιμενάρχης ἡμῶν, πού ἔχουμε ἐνώπιόν μας, λέγοντας ὅτι εἶναι ὁ Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου Ἱερόθεος εἶναι ὁ θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό θεολογία. Τά πράγματα στήν Ἐκκλησία καί στήν κοινωνία πρέπει νά λύνονται θεολογικῶς. Δυστυχῶς, δέν ὑπάρχουν θεολόγοι. Μᾶς ἔκαναν ζημιά πολλά πράγματα, ἀκόμη καί αὐτή ἡ φιλοσοφία διότι ἀνεμείχθη μέ τήν θεολογία καί αὐτό ἔκανε ζημιά. Ἡ φιλοσοφία πρέπει νά εἶναι ἐργαλεῖον, θεραπαινίς, καί νά χρησιμοποιεῖται ἀπό τήν θεολογία. Τό κορύφωμα τῆς φιλοσοφίας εἶναι ἡ θεολογία καί ἡ ἀπαρχή τῆς θεολογίας εἶναι ἡ φιλοσοφία. ...».

Στήν Βυτίνα, πού κατά τά ἄλλα εἶναι ἕνας τουριστικός προορισμός κυρίως τῶν κατοίκων τῶν μεγάλων ἀστικῶν κέντρων, γευθήκαμε ζωντανή τήν παράδοση, τόσο τήν ἐκκλησιαστική ὅσο καί τήν πολιτιστική, καί τήν φιλοξενία τοῦ οἰκείου Ἱεράρχου κ. Ἱερεμίου, τῶν Ἱερέων, τῶν κατοίκων. Ὁ ἐκκλησιασμός ἦταν πάνδημος καί συμμετεῖχαν οἱ Ἀρχές τοῦ τόπου καί τῆς Ἀρκαδίας.
Ι.Κ.