Skip to main content

Χριστουγεννιάτικη Ἐγκύκλιος: Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Χριστουγεννιάτικη Ἐγκύκλιος

Ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων εἶναι θεολογική ἑορτή, ὅπως καί ὅλες οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ὄχι κοσμική ἑορτή, ὁπότε πρέπει νά τήν πανηγυρίζουμε θεολογικά. Ὅταν κάνουμε λόγο γιά θεολογία, δέν ἐννοοῦμε μιά ξηρή διανοητική γνώση, ἀλλά γιά τήν ἐμπειρία τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Θεολογία εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, πού γίνεται μέ τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τήν κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τήν θέα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ θεολογία τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων εἶναι ὅτι ὁ ἄσαρκος Λόγος σαρκοῦται, ὁ ἀναφής ψηλαφᾶται, ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος γίνεται ἄνθρωπος, ἡ Παλαιά Διαθήκη ἑνώνεται μέ τήν Καινή Διαθήκη. Βέβαια, ὁ ἄσαρκος Λόγος, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος σαρκώθηκε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἀλλά τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων γεννήθηκε καί ἔγινε γνωστή ἡ ἐνανθρώπησή Του στούς ἀγγέλους καί τούς καθαρούς κατά τήν καρδία, ἤτοι τούς Ποιμένες καί τούς Μάγους.

Οἱ Προφῆτες καί οἱ δίκαιοι στήν Παλαιά Διαθήκη ἔβλεπαν τόν ἄσαρκο Λόγο, δηλαδή τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος χωρίς σάρκα, μέσα στό θεῖο Φῶς καί γι’ αὐτό ἔκαναν τήν διάκριση μεταξύ τοῦ ἀκτίστου Ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ καί τῶν κτιστῶν ἀγγέλων. Ὅλες οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη ἦταν ἐμφανίσεις τοῦ ἀσάρκου Λόγου, καί διά τοῦ Λόγου οἱ Προφῆτες ἀποκτοῦσαν γνώση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό καί ὁμιλοῦσαν γιά Θεό, Κύριο τῆς δόξης, Πνεῦμα Θεοῦ.

Ὅμως, τήν ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ φάνηκε σέ ὅσους εἶχαν προετοιμασθῆ πνευματικά, ὅτι Αὐτός ὁ ἄσαρκος Λόγος προσέλαβε σάρκα, ἔγινε ἄνθρωπος, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος: «Καί ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν. καί ἐθεασάμεθα τήν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. α΄, 14). Γι’ αὐτό τήν ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ δοξολόγησαν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πανηγύρισαν τό μεγάλο αὐτό μυστήριο τῆς ἑνώσεως Θεοῦ καί ἀνθρώπου, θείας καί ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον» ἀπό τότε πού δημιουργήθηκε ὁ κόσμος.

Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ προσέλαβε ἀνθρώπινο σῶμα, χωρίς νά παύση νά εἶναι Θεός καί ὁμίλησε, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στόν οὐρανό καί ἔστειλε τό Ἅγιον Πνεῦμα διά τοῦ ὁποίου ἔκανε τήν Ἐκκλησία Σῶμα Του. Ἔτσι, τώρα ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι πνευματική, ἀλλά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό ἔχει βαθειές ἐκκλησιολογικές συνέπειες, τίς ὁποῖες πρέπει νά γνωρίζουμε ὅλοι οἱ Χριστιανοί.

Ἡ πρώτη ἐκκλησιολογική συνέπεια εἶναι ὅτι ἡ σχέση καί κοινωνία μας μέ τόν Θεό δέν εἶναι ἀφηρημένη, ἰδεολογική, συναισθηματική, ἀλλά ψυχοσωματική, ἀφοῦ ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξή μας, πού ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα, ἑνώνεται μέ τόν Χριστό. Μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα γινόμαστε μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί μέ τήν θεία Κοινωνία τρῶμε τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί πίνουμε τό Αἷμα Του. Ὁ  Ἴδιος εἶπε: «Λάβετε φάγετε τοῦτό ἐστι τό σῶμά μου», «πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου» (Ματθ. κστ΄ 27-28). Αὐτό δέν θά μποροῦσε νά γίνη, ἐάν ὁ Χριστός δέν γινόταν ἄνθρωπος. Ἔτσι, τώρα δέν προσευχόμαστε μόνον στόν Θεό, ἀλλά μετέχουμε τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του.

Ἡ δεύτερη ἐκκλησιολογική συνέπεια εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἁπλῶς μιά θρησκευτική ὀργάνωση ἤ ἕνα ἐκκλησιαστικό καί φιλανθρωπικό σωματεῖο, ἀλλά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου κεφαλή εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Ὅπως τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἔχει μία κεφαλή, γιατί ἄν εἶχε πολλές κεφαλές θά ἦταν τέρας, ἔτσι καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει μία κεφαλή πού εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτόν δεχόμαστε, σέ Αὐτόν πιστεύουμε, Αὐτός εἶναι ὁ ἀπόλυτος Κύριος τῆς ζωῆς μας. Καί ὅπως ἡ κεφαλή ἔχει ἕνα σῶμα, γιατί διαφορετικά θά ἦταν τερατώδης ὕπαρξη, ἔτσι καί ὁ Χριστός, ἡ Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας ἔχει ἕνα σῶμα, τήν μία, ἁγία, καθολική καί ἀποστολική Ἐκκλησία.

Ἡ ἄποψη πού διατυπώνεται ἀπό μερικούς, ὅτι διασπάσθηκε ἡ Ἐκκλησία καί ὑπάρχουν πολλές Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν διαφορετικές ἀλήθειες, εἶναι κακόδοξη. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καί αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη καί ὅσοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό αὐτήν πρέπει νά ἐπιστρέψουν γιά νά ἔχουν κοινωνία μέ τήν Κεφαλή καί μέ τά ἄλλα μέλη τοῦ σώματος, γι’ αὐτό στήν θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου προσευχόμαστε: «τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικῇ καί ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ».

Ζώντας σέ μιά ἐποχή συγχύσεως ἐννοιῶν καί πραγμάτων, κυρίως στά θεολογικά θέματα, πρέπει νά ὀρθοτομοῦμε τήν ἀλήθεια καί νά ὁμολογοῦμε τήν πίστη μας. Ἕνας «χριστός», πού καλλιεργεῖ ἁπλῶς τό συναίσθημα, ἐνισχύει τήν κοσμική ἐξουσία καί προωθεῖ τό ἐμπόριο εἶναι ἄγνωστος γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἴσως ἀνώφελος γιά τήν κοινωνία. Αὐτή ἡ πραγματικότητα φαίνεται στό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν Κράτη πού χαρακτηρίζονται ὡς χριστιανικά, τά ὁποῖα ὅμως ζοῦν ἀντιχριστιανικά καί ἀντιευαγγελικά, καί αὐτό ἐκδηλώνεται, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἀπό τό ὅτι τροφοδοτοῦν μέ ὅπλα τούς ὀπαδούς ἄλλων θρησκειῶν στήν Μέση Ἀνατολή μέ ἀποτέλεσμα νά ἐξαφανίζωνται Χριστιανοί ἀπό τήν περιοχή αὐτή.

Τό γεγονός εἶναι ὅτι ὅσο παραμένει κανείς στήν ἀνόθευτη θεολογία καί ζῆ εὐαγγελικά, τόσο ὑμνεῖ καί δοξάζει τόν ζῶντα Θεό.

Εὔχομαι σέ ὅλους ἔτη πολλά, νά παραμένετε στήν Ὀρθόδοξη πίστη καί νά προσεύχεσθε γιά τούς Χριστιανούς τῆς Μέσης Ἀνατολῆς πού ὑποφέρουν, βασανίζονται καί θανατώνονται, ἐπειδή πιστεύουν στόν Χριστό, ὡς ἀληθινό Θεό.–

 

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ

  • Προβολές: 3004