Skip to main content

Ἡρακλῆ Παναγιωτίδη: Ἡ Ἐσωτερικὴ Φωνὴ, Ἕνα ἐπιχείρημα ἐναντίον τοῦ ἠθικισμοῦ

τοῦ Ἡρακλῆ Παναγιωτίδη,

ἐρευνητῆ-καθηγητῆ Πανεπιστημίου στό Σιάτλ Ἀμερικῆς

(μετάφραση Τρύφων Σπυριδωνίδης, Ἀναστάσιος Φιλιππίδης)

Τά θρησκευτικά καί νομικά ἐπιχειρήματα συχνά διατυπώνονται ἐπί τῇ βάσει τῆς ἠθικῆς. Ἡ ἠθική ἐπιχειρηματολογία εἶναι ἀναποτελεσματική, γιατί βασίζεται σέ δυό ἀνόητες ὑποθέσεις: (α) ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν γνωρίζουν «τί» εἶναι τό σωστό, καί (β) ἂν τούς τό ποῦν θά κάνουν τό σωστό. Ὑποψιάζομαι ὅτι ὅλοι ἀνεξαρτήτως οἱ ἄνθρωποι γνωρίζουν ποιό εἶναι τό σωστό καί ποιό τό λάθος, ἄσχετα ἂν τό παραδέχονται ἢ ὄχι. Κάθε φορά πού ἁμαρτάνουμε μέ κάποιον τρόπο, τό ξέρουμε. Ἄσχετα μέ τήν ὅποια ἐκλογίκευση, ἡ συνείδησή μας, ἡ μικρή «ἐσωτερική φωνή», εἶναι ἐκεῖ γιά νά μᾶς τό πληροφορήση.

Οἱ δικαιολογίες εἶναι μόνον ἐπιφανειακές, γιά νά καλύψουν τήν ἀδυναμία μας ἢ τήν ἄγνοια στό πῶς νά ἀντιμετωπίσουμε τήν ἀρρώστια μας. Ἐάν ἡ γνώση τοῦ τί εἶναι καλό καί κακό ἦταν ἀρκετή γιά νά κάνουμε τό σωστό, τότε ἡ λέξη «ὑποκρισία» δέν θά ὑπῆρχε στά λεξικά μας. Οἱ ἄνθρωποι πού ἐκπροσωποῦν τήν ἠθική εἶναι συχνά αὐτουργοί ἀνήθικων πράξεων. Αὐτό δέν γίνεται λόγῳ ἔλλειψης τῆς γνώσης τῆς ἠθικῆς -- ἄλλωστε αὐτοί τήν διαλαλοῦν στά μοῦτρα ὅλων -- ἀλλά λόγω τῆς ἀνικανότητάς τους νά τά βγάλουν πέρα μέ βιώσιμες ἀπαντήσεις. Ἔτσι, ἡ ἠθική ρητορική καταφεύγει σέ στεῖρο νομικισμό πού ἀφορᾶ τίς ἠθικές παρεκτροπές τῶν ἄλλων, ἐνῶ ἔχει πλήρη ἄγνοια καί λήθη τῆς πραγματικότητας πού ὑπάρχει πέρα ἀπό τό προσωπεῖο τοῦ ναρκισσισμοῦ μας.

Ὁ νομικισμός ἀπό μόνος του εἶναι μιά παραδοχή τῆς ἀδυναμίας μας. Εἶναι μιά εἰρωνεία καί ἕνα παράδοξο τό ὅτι ἡ θρησκεία γίνεται ἕνας παράγοντας τοῦ ἠθικισμοῦ ἀντί γιά ἕνα ὄργανο θεραπείας. Ὁ ἄνθρωπος ἀποκήρυξε τόν Θεό, σέ μιά ἐπιπόλαια προσπάθεια νά καταστῆ ἐλεύθερος. Ὁ Θεός καί οἱ «ἠθικοί» Του ἀντιπρόσωποι ἔγιναν σύμβολα τῆς τυραννίας καί τῆς καταπίεσης. Ἡ «ἠθική» ἔγινε καταπιεστική, γιατί δέν ἔχει τήν δύναμη νά πείση. Ἀντιθέτως, καταφεύγει σέ μιά ἁπλουστευμένη προσέγγιση, τήν δύναμη. Ἡ ἠθική εἶναι κενή ἀπό κάθε λογικό ἢ ὀρθολογικό ἐνδιαφέρον.  

Οἱ ἄνθρωποι κολλᾶνε στήν ἐρώτηση «πῶς»: πῶς νά ὑπερβῶ τήν ἀρρώστια ἑνός ἐλαττωματικοῦ ἑαυτοῦ. Δείχνοντας τό δάκτυλο στούς ἄλλους, ἀποφεύγουμε νά κοιτάξουμε μέσα μας. Εἶναι εὔκολο νά κατηγορῆς τόν ἄλλο, ἐάν δέν γνωρίζης τόν δικό σου ἐσωτερικό ἀγώνα. Ὅταν ἐπισκέπτεσαι τό Ἀλκατράζ, τώρα ἕνα μουσεῖο τῆς ἀνθρώπινης ἀποτυχίας, περνᾶς μέσα ἀπό μιά αὐτο-καθοδηγούμενη ξενάγηση, ἐνῶ ἀκοῦς τίς συνεντεύξεις παλιῶν ἐνοίκων τῶν κελιῶν ἐπικίνδυνων ἐγκληματιῶν.

Ἐντυπωσιάστηκα ἀπό τίς λέξεις ἑνός τέτοιου κρατουμένου. Εἶπε ὅτι τιμωρήθηκε τόσο πολύ κατά τήν διάρκεια τῆς ζωῆς του, ὥστε ἡ τιμωρία ἔγινε τελείως ἀναποτελεσματική. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ποτέ δέν ἔμαθε πῶς νά γιατρέψη τήν ἀσθένειά του, ἐνῶ ὁ νομικισμός μέ ὅλη τήν δύναμή του οὐσιαστικά παραιτήθηκε ἀπό τήν προσπάθεια, γιά τόν ἁπλό λόγο ὅτι ἡ  νομικίστικη ἠθική ἀσχολεῖται μόνο μέ τήν ἐρώτηση «τί», δίνοντας μόνο μιά ὑπεραπλουστευμένη ἀπάντηση: τιμωρία.

Ἡ ἐρώτηση «πῶς» ἀπαιτεῖ γνώση, γνώση τοῦ ἑαυτοῦ. Αὐτή ἡ γνώση δέν προέρχεται ἀπό ὀρθολογιστικές φαντασιώσεις, ἀλλά ἀπό τήν ἐμπειρία μιᾶς ἐσωτερικῆς μεταμόρφωσης. Πρέπει νά θεραπευτῆς προτοῦ νά θεραπεύσης. Ἡ θεραπεία τοῦ ἑαυτοῦ μας ἔχει τίς ρίζες της στήν αὐτογνωσία. Δυστυχῶς, ὁ ἑαυτός μας ἔχει γίνει ἀπόλυτα ξένος σέ μᾶς.  Παγιδευμένοι στό ἀδιέξοδο  τοῦ ναρκισσιστικοῦ νομικισμοῦ μας,  ἀγνοοῦμε τόν φθειρόμενο ἑαυτό μας. Συνεχίζουμε νά ἀποκρύπτουμε τήν ἀρρώστια μας μέ καλά συγκροτημένες μάσκες καί καλύπτουμε τήν δυσοσμία τῆς ἀποσύνθεσής μας μέ πολύτιμα «ἀρώματα». Ἡ ἐρώτηση «τί» συνεχίζει νά τροφοδοτῆ τό τέλμα τῆς «καλῆς μας συμπεριφορᾶς», ἐνῶ ἔχουμε ἄγνοια τῶν ὀντολογικῶν μας ἀναγκῶν. Μόνο ἡ ἐρώτηση «πῶς» μπορεῖ νά ξεκινήση τήν διαδικασία τῆς ἴασης καί νά ὁδηγήση στήν προσωπική μεταμόρφωση.

 

Ἡ ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ καί ἡ αὐτογνωσία εἶναι μιά ἐπώδυνη ἐμπειρία! Ἔχουμε ἐπινοήσει τόσο ἐπιδέξια καί ἔχουμε προωθήσει τρόπους ἀπίστευτης ἐπιτήδευσης ἐνάντια σέ αὐτόν τόν πόνο, μέ σκοπό νά τόν ἀποφύγουμε. Θάβουμε τόν πόνο μας σέ βραχυχρόνιες αἰσθητικές καί αἰσθησιακές ἀπολαύσεις.

 


Ἡ ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ καί ἡ αὐτογνωσία εἶναι μιά ἐπώδυνη ἐμπειρία! Ἔχουμε ἐπινοήσει τόσο ἐπιδέξια καί ἔχουμε προωθήσει τρόπους ἀπίστευτης ἐπιτήδευσης ἐνάντια σέ αὐτόν τόν πόνο, μέ σκοπό νά τόν ἀποφύγουμε. Θάβουμε τόν πόνο μας σέ βραχυχρόνιες αἰσθητικές καί αἰσθησιακές ἀπολαύσεις.

Ὅμως αὐτό ὁδηγεῖ σέ περισσότερο πόνο. Καί ἔτσι οἱ ἄνθρωποι συνεχῶς ἐμπλέκονται σέ ἕναν φαῦλο κύκλο ἡδονῆς καί ὀδύνης, γιά ἕναν μόνο λόγο, τήν ἀποφυγή τοῦ ἑαυτοῦ. Μόνο μέ τήν ἀποδοχή αὐτοῦ τοῦ πόνου καί τήν διερεύνηση τῶν αἰτιῶν του, μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά δραπετεύση ἀπό αὐτόν τόν φαῦλο κύκλο. Μέ αὐτήν τήν συνειδητοποίηση τῆς ἀσθένειάς του μπορεῖ νά ἐπιστρέψη στόν Θεό, γιατί συνειδητοποιεῖ ὅτι, ἂν ἀφεθῆ στίς δικές του δυνάμεις εἶναι μοιραῖο νά ἀποτύχη. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἐλεύθερος καί δέν μπορεῖ νά δραπετεύση ἀπό τά δεσμά τοῦ πτωτικοῦ του ἑαυτοῦ.

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σχεδιασμένος νά ὑπάρχη, νά εἶναι πλήρης πραγματική ἀνθρώπινη ὕπαρξη, μόνο μέ τήν ὑπαρξιακή σχέση μέ τόν Θεό. Ἐνῶ ἡ φθορά εἶναι παθητική διαδικασία, ἡ ἀποκατάσταση τῆς πνευματικῆς ὑγείας εἶναι ἐνεργητική πορεία, συνήθως πέρα ἀπό τά μέσα μας. Ἡ δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπαραίτητη προκειμένου νά ἀντιστραφῆ ἡ διαδικασία τῆς φθορᾶς. Μόνο μέσα ἀπό τήν παραδοχή τῆς ἀδυναμίας μας μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε δύναμη, καί, πολλές φορές, μέσα ἀπό τήν ἀποτυχία νά ἔχουμε πραγματική ἐπιτυχία.

  • Προβολές: 2986