Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἡδονισμός (Ἀπόσπασμα ἀπό εἰσήγηση)

Ἀπόσπασμα ἀπό εἰσήγηση τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου σέ Συνέδριο πού ὀργάνωσε στό Ρέθυμνο ὁ “Σύνδεσμος Κρητῶν Θεολόγων”. Ἡ εἰσήγηση εἶχε τόν γενικό τίτλο “Ἡ εἰκόνα τοῦ σύγχρονου Κόσμου”. Σχετικά μέ τό Συνέδριο αὐτό γράψαμε σέ προηγούμενο φύλλο τῆς “Παρέμβασης”. Ὅπως εἴχαμε προαναγγείλει ἀποσπάσματα ἀπό τήν εἰσήγηση αὐτή θά δημοσιεύουμε σέ φύλλα τῆς “Παρέμβασης”.

Ἡδονισμός

Σήμερα, ἄν ἐξετάσουμε προσεκτικά τίς σύγχρονες κοινωνίες θά παρατηρήσουμε ὅτι ἐπικρατεῖ διάχυτα ἕνας ἡδονισμός. Αὐτό καλλιεργεῖται ἔντονα ἀπό τόν σύγχρονο ἄνθρωπο, βιώνεται στήν προσωπική του ζωή, καί βέβαια, ἀναλαμβάνουν νά τόν ὑπηρετήσουν καί νά τόν ἐξυμνήσουν ὅλα τα σύγχρονα Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης. Οἱ τηλεοράσεις, τά περιοδικά, τά βιβλία, τά ραδιόφωνα, ὁ κινηματογράφος, τό θέατρο, τό τραγούδι, ἡ λογοτεχνία, κ.λπ., ὅλα τα ὀπτικοακουστικά μέσα, ἱκανοποιοῦν τήν ἀκόρεστη πείνα καί δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά τήν ἀπόλαυση τῆς κατ’ αἴσθησιν ἡδονῆς.

Εἶναι γνωστό το σύστημα τοῦ ἡδονισμοῦ, πού ὑπῆρχε στήν ἀρχαιότητα. Σύμφωνα μέ τό σύστημα αὐτό ἡ ἡδονή εἶναι ἀγαθό, ἐνῶ ἡ λύπη καί ὁ πόνος εἶναι κακά. Ἱδρυτής τῆς Σχολῆς τοῦ ἡδονισμοῦ ἦταν ὁ Ἀρίστιππος ὁ Κυρηναῖος (435 - 355 π. Χ.). Λεγόταν Κυρηναῖος, γιατί καταγόταν ἀπό τήν Κυρήνη καί ἀπό αὐτό πῆρε καί ἡ Σχολή τοῦ τήν ἐπωνυμία, δηλαδή Κυρηναϊκή Σχολή. Κατά τόν Ἀρίστιππο τόσο τό παρελθόν, ὅσο καί τό μέλλον ξεφεύγουν ἀπό τήν κυριότητα τοῦ ἀνθρώπου, γι’ αὐτό τό μόνο στό ὁποῖο ἔχει ἐξουσία ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἡ ἡδονή πού ἀπολαμβάνεται στό παρόν. Πρόκειται οὐσιαστικά γιά ἕνα γνωσιολογικό ἐμπειρισμό, ἀφοῦ διδάσκεται ὅτι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου δέν μπορεῖ νά φθάση στήν βίωση τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν, καί γι’ αὐτό αὐτές οἱ πνευματικές ἀξίες δέν πρέπει νά ρυθμίζουν τόν ἀνθρώπινο βίο. Κατά τόν Ἀρίστιππο: “ἡ ἡδονή δί’ αὐτήν αἱρετή καί ἀγαθόν”. Ἡ ἡδονή εἶναι αὐτή καθ’ ἐαυτήν προτιμητέα καί ἀγαθό, ἀνεξάρτητα ἀπό τά ἀντικείμενα καί τίς πηγές ἀπό τίς ὁποῖες προέρχεται. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀπολαμβάνη τήν ἡδονή, χωρίς ὅμως νά κυριαρχῆται ἀπό αὐτήν. Ἔλεγε: “ἔχω καί οὐκ ἔχομαι”. Ἡ ἡδονή προηγεῖται ἀπό τούς ἠθικούς κανόνες, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά παραμερίζουν ὅταν τήν ἐμποδίζουν.

Ὁ ἡδονισμός ὡς σύστημα καλλιεργήθηκε καί βιώθηκε ἀπό τόν ἐπικουρισμό. Ἡ ἠθική του Ἐπικούρου ξεκινάει ἀπό τήν ἡδονή, ἡ ὁποία εἶναι “ἀρχή καί τέλος τοῦ μακαρίως ζῆν ... πρώτον ἀγαθόν τοῦτο καί σύμφυτον ... πάσα οὔν ἡδονή ἀγαθόν ... καθάπερ ἀλγηδῶν πάσα κακόν”. Βέβαια, ὁ Ἐπίκουρος δέν ἔδινε προτεραιότητα στίς ὑλικές καί αἰσθησιακές ἡδονές, γιατί πρότασσε τίς πνευματικές ἡδονές. Ἰσχυριζόταν ὅτι εἶναι ἐσφαλμένη ἡ ταύτιση μεταξύ της ἡδονῆς καί τῆς αἰσθησιακῆς ἀπόλαυσης. Ἐνῶ οἱ ὑλικές ἡδονές δίνουν εὐχαρίστηση, ἐν τούτοις εἶναι συνδεδεμένες μέ πόνο. Μεγαλύτερη ἀξία ἔχουν οἱ ἡδονές τῆς ψυχῆς. Γενικῶς, ἡ γνωστική θεωρία τοῦ Ἐπικούρου εἶναι ἐμπειρική καί ὑλιστική.

Τόσο ὁ Ἀρίστιππος ὁ Κυρηναῖος ὅσο καί ὁ Ἐπίκουρος ἔθεταν τόν ἡδονισμό μέσα στό ὅλο γνωσιολογικό τους σύστημα πού ἦταν ὁπωσδήποτε ὑλιστικό. Πρόκειται, δηλαδή, γιά μιά φιλοσοφική θεωρία, ἀφοῦ ξεκινοῦσε ἀπό γνωσιολογικές ἀρχές. Αὐτό παρατηροῦμε καί σέ μεταγενέστερους φιλοσόφους στούς ὁποίους ὁ ἡδονισμός ἀποτελοῦσε ἕνα μέρος τοῦ φιλοσοφικοῦ συστήματός τους.

Ἡ διαφορά μέ τήν σύγχρονη πραγματικότητα τῆς βιώσεως τοῦ ἡδονισμοῦ εἶναι ὅτι σήμερα ἡ ἡδονή ἀφ’ ἑνός μέν χωρίζεται ἀπό τίς ψυχικές ἡδονές, καί παραμένει μόνο στόν κόσμο τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων, ἀφ’ ἑτέρου δέ δέν εἶναι ἀπόρροια καί προϊόν μιᾶς γνωσιολογικῆς θεωρίας καί ἑνός φιλοσοφικοῦ συστήματος, ἀλλά καρπός μιᾶς αἰσθησιακῆς ἀπολαύσεως, χωρίς στοχασμούς καί ὁραματισμούς. Πρόκειται γιά μιά παράγωγη κατάσταση. Ἔτσι, ἐνῶ γιά τούς φιλοσόφους του ἡδονισμοῦ ἡ ἡδονή θεωρεῖται ἕνα ὑπαρξιακό θέμα, γιά τούς σημερινούς ἀνθρώπους εἶναι ἁπλῶς μιά ἀπόλαυση, καί δέν ἐντάσσεται στά λεγόμενα ὑπαρξιακά προβλήματα. Βέβαια, στό βάθος καί ἡ σύγχρονη ἀπόλαυση τῆς ἡδονῆς συνιστᾶ μιά ὑπαρξιακή ἀναζήτηση, ἀλλά δέν τό αἰσθάνεται ἔτσι ὁ ἄνθρωπος, οὔτε καί ξεκινᾶ ἀπό αὐτήν τήν ἀφετηρία γιά νά βιώση τήν ἡδονή.

Στίς σύγχρονες κοινωνίες ἐπικρατεῖ ἕνας ἄκρατος καί ἀφιλόσοφος ἡδονισμός καί εὐδαιμονισμός. Δέν χρησιμοποιοῦμε τόν ὄρο εὐδαιμονισμό μέ τήν ἀρχική φιλοσοφική ἔννοια, ἀλλά μέ τήν σύγχρονη ρέουσα σημασία. Ἐπιζητεῖται ἡ ἀπόλαυση. Γι’ αὐτό καί στίς σύγχρονες κοινωνίες ἀποφεύγεται ὁ πόνος, ἡ ἄσκηση, ἡ στέρηση καί ἐπιδιώκεται ἡ ἀπόλαυση μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, ἡ ἐπικράτηση τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων. Πιστεύω ὅτι στό σημεῖο αὐτό βρίσκεται καί ἡ διαφορά μεταξύ της ρωμαίϊκης καί τῆς ἀντιρωμαίϊκης ζωῆς. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁμιλεῖ συνεχῶς γιά σταυρό καί σταύρωση, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι ἀκατανόητο γιά τήν ἀνθρώπινη νοοτροπία.