Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Οὐρανία Σπανοῦ

 

ἀπομαγνητοφωνημένος ἐπικήδειος λόγος

Μόλις πληροφορήθηκα τήν κοίμηση τῆς ἀδελφῆς μας Οὐρανίας, καί μάλιστα δέκα λεπτά μετά τήν κοίμησή της, τότε ἦρθε στόν νοῦ μου ἕνα χωρίο πού εἶναι γραμμένο στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου: «Καί ἤκουσα φωνῆς ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· γράψον, μακάριοι οἱ νεκροί οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ ἄρτι». Καί τό  Πνεῦμα ἐπιβεβαίωσε: «Ναί, λέγει τό Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τά δέ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’ αὐτῶν» (Ἀπ. ιδ΄, 13).

Νομίζω, αὐτό τό χωρίο προσιδιάζει στήν ὅλη ζωή της καί στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἔζησε καί πρός τό τέλος τῆς ζωῆς της καί μέ τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς της ἀπό τό σῶμα. Θά τονισθοῦν μερικά σημεῖα πού ἀνταποκρίνονται στήν ζωή της.

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Οὐρανία Σπανοῦ«Μακάριοι οἱ νεκροί οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες». Ἡ ἀδελφή μας Οὐρανία ἦταν ζωντανό μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἐδῶ στήν Ναύπακτο, ἀγωνίστηκε καί ἔζησε ἐν Χριστῷ σέ ὅλη τήν ζωή της, καί στήν συνέχεια ἀντιμετώπισε τήν ἀσθένειά της ἐν Χριστῷ, καί ἐκοιμήθη ἐν Χριστῷ, γι’ αὐτό ἀνήκει σέ ἐκείνους πού μακαρίζονται ἀπό τόν Θεό.

«Ἱνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν». Ἰσχύει καί αὐτό γιά τήν ἀδελφή μας. Καί ἐκείνη τώρα ἀναπαύεται ἀπό τούς κόπους τούς ὁποίους κατέβαλε στήν τοπική αὐτή ἡ Ἐκκλησία καί κοινωνία. Πρῶτα-πρῶτα νά ἐντοπίσουμε τούς κόπους της στήν παιδεία. Πολλά χρόνια ὑπηρέτησε ὡς ἐκπαιδευτικός λειτουργός, ἐργάσθηκε ἀποδοτικά καί ἀνέδειξε πολλούς καλούς ἀνθρώπους στήν κοινωνία, οἱ ὁποῖοι τήν ἐνθυμοῦνται. Ἐργάσθηκε μέ ζῆλο, μέ διάθεση, μέ γνώση καί ἀφοσίωση στό ἔργο της. Ἐπίσης, διακόνησε καί στήν τοπική αὐτή Ἐκκλησία μέ ζῆλο καί ἀφοσίωση καί κατέβαλε πολλούς κόπους γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Τί νά θυμηθῆ κανείς ἀπό ὅλα αὐτά; Ἀπό ὅ,τι ἔχω ἀκούσει καί ἐγώ ἀπό τίς παλιές μαθήτριές της, ἐργάσθηκε ἀποδοτικά στά Κατηχητικά Σχολεῖα, στίς Χριστιανικές Ὁμάδες, στίς Κατασκηνώσεις, στό Οἰκοτροφεῖο, στούς κύκλους μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Πολλούς κόπους κατέβαλε γιά τήν τοπική αὐτή Ἐκκλησία. Θυμᾶμαι τόν λόγο τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου: «Τό καλύτερο ἄρωμα εἶναι ἐκεῖνο τοῦ ἱδρῶτα πού χύνουμε ἐργαζόμενοι γιά τούς ἀλλους». Ὁ ἱδρώτας εἶναι τό καλύτερο ἄρωμα καί μάλιστα ὁ ἱδρώτας ἀπό κόπους γιά νά προσφέρη κανείς τόν Χριστό στούς ἀνθρώπους, στά παιδιά, στούς νέους, στούς μεγάλους. Καί ἐκείνη εὐωδιάζει τώρα ἀπό τό ἄρωμα τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους της.

«Τά δέ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’ αὐτῶν», δηλαδή τά ἔργα της τώρα τήν ἀκολουθοῦν. Ἔφυγε ἡ ψυχή της ἀπό τό θνητό καί παθητό σῶμα, καί τά ἔργα της τήν ἀκολουθοῦν, ἔργα μεγάλα καί θαυμαστά. Ὁμοιάζει μέ μιά κατάφορτη ἐλιά. Ὅπως ἕνα δέντρο ἐλιᾶς εἶναι γεμάτο ἀπό καρπούς καί ὅλοι αὐτοί οἱ καρποί προσφέρονται στούς ἀνθρώπους, ὥστε νά ἐλεοῦνται στήν ζωή τους μέ τήν εὐεργετική παρουσία τοῦ λαδιοῦ, ἔτσι κι ἐκείνη παρουσιάζεται τώρα στόν Θεό ὡς «ἐλαία κατάκαρπος» καί κατάφορτος, γεμάτη ἔργα ἀγαθά, ὅπως ἡ Ταβιθά καί ἄλλες ἅγιες γυναῖκες τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἔτσι, τά ἔργα της πού τήν ἀκολουθοῦν, θά ἐπιβεβαιώσουν τήν ζωή τήν ὁποία ἔζησε σέ ὅλη τήν ἐπίγεια διαδρομή της.

Ὡς Ἐπίσκοπος τῆς τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, πού τήν γνώρισα πρός τό τέλος τῆς καρποφόρου διακονίας της στήν τοπική Ἐκκλησία –ἐπειδή τότε πού ἦλθα στήν Μητρόπολη αὐτή εἶχε ἀρχίσει νά ἀποσύρεται ἀπό τό κατηχητικό ἔργο γιά νά ἔλθουν νεώτερες καί νά ἐργάζωνται, ἀλλά εἶχα μία διαρκῆ ἐπικοινωνία μαζί της– ἐκτιμοῦσα τό ἔργο τό ὁποῖο ἐπιτέλεσε καί ἐπιτελοῦσε. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἱερά Μητρόπολη ἐπί τῶν ἡμερῶν μου, τό 2006, τῆς ἀπένειμε δημοσίως τόν ἔπαινο καί τήν εὐαρέσκεια τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας γιά τό μεγάλο πνευματικό ἔργο τό ὁποῖο ἐπιτελοῦσε.

Δέν ἔχει σημασία ἄν κανείς εἶναι λαϊκός, γυναίκα ἤ ἄνδρας, καί δέν εἶναι Κληρικός. Μπορεῖ νά εἶναι κάποιος Κληρικός καί νά μήν κάνη κανένα ἔργο ἤ νά κάνη ἔργα τά ὁποῖα δέν ἔχουν ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί καταρρέουν. Ἐκείνη, μία ταπεινή γυναίκα, ἀπό τήν θέση στήν ὁποία διακονοῦσε, προσέφερε πάρα πολλά στήν Τοπική Ἐκκλησία.

Ἔτσι, ὡς Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς Τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας ἔχω ἐπίγνωση τῶν λόγων μου, τό τί ἀκριβῶς λέγω, ἔχω ἐπίγνωση καί γνώση προσώπων καί πραγμάτων στήν Τοπική αὐτή Ἐκκλησία καί τήν τοπική κοινωνία καί μπορῶ, λοιπόν, αὐθορμήτως καί δημοσίως αὐτήν τήν ὥρα νά δώσω τήν μαρτυρία μου γιά τέσσερα γνωρίσματα πού τήν χαρακτήριζαν.

Πρῶτον, ἡ ἀδελφή μας Οὐρανία ἦταν ἀφιερωμένη πλήρως στόν Θεό. Τό γνωρίζω αὐτό ὄχι γιατί μοῦ τό εἶπαν, ἀλλά ἀπό τίς συζητήσεις πού εἶχα μαζί της εἴτε ὅταν ἐρχόταν στό Γραφεῖο, εἴτε στό τηλέφωνο, εἴτε στό σπίτι της ὅταν τήν ἐπισκεπτόμουν, εἴτε καί διά μέσω ἄλλων Κληρικῶν, ὅπως τοῦ π. Ἀθανασίου. Τό ξέρω, λοιπόν καί διαβεβαιώνω, ὅτι ἦταν πλήρως ἀφιερωμένη στόν Θεό.

Δέν ἦταν ἁπλῶς μία γυναίκα ἡ ὁποία δέν ἔκανε οἰκογένεια, ἀλλά ἦταν ἐκείνη ἡ ὁποία εἶχε ἀφιερώσει ὅλες τίς δυνάμεις της στόν Θεό, εἶχε κάνει ἕναν μυστικό γάμο μέ τόν Νυμφίο Χριστό καί τά εἶχε δώσει ὅλα στόν Θεό, ὄχι μόνο τά ἐξωτερικά, ἀλλά κυρίως τά ἐσωτερικά, εἶχε δώσει τήν καρδιά της, τόν νοῦ της, τήν διάνοιά της στόν Θεό. Ἦταν καθαρή σέ ὅλα τά θέματα, εἶχε καθαρότητα καρδιᾶς, καθαρότητα διανοίας, καθαρότητα λογισμῶν.

Μετά ἀπό κάποια ὁμιλία μου στήν ὁποία ἔκανα λόγο γιά τούς λογισμούς, γιά τό πῶς πρέπει νά ἐκδιώκουμε τούς λογισμούς, ἦρθε στό Γραφεῖο μου καί μοῦ εἶπε: «Σεβασμιώτατε, ἐγώ δέν ἔχω τέτοιους κακούς λογισμούς. Εἶναι κακό πού δέν ἔχω; Τί νά κάνω;». Τέτοια καθαρότητα εἶχε καί τέτοια ἀφιέρωση στόν Θεό.

Μπορῶ νά πῶ ὅτι εἶχε ἐσωτερική ζωή καλύτερη καί ἀπό μοναχή. Ζοῦσε τήν μοναχική πολιτεία μέσα στόν κόσμο. Μπορεῖ νά δῆ κανείς μοναχούς στά Μοναστήρια καί νά μήν ἔχουν τήν ἐσωτερική καθαρότητα πού εἶχε ἐκείνη, ἐνῶ ἐργαζόταν στό ἔργο καί τῆς παιδείας καί τῆς Ἐκκλησίας καί γενικότερα τῆς κοινωνίας.

Δεύτερον, ἀγαποῦσε πάρα πολύ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν θεία Λειτουργία. Τήν ἔβλεπα πολλές φορές, ὅταν ἤμουν στό Δεσποτικό Θρόνο στήν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου νά ἔρχεται στόν Ἱερό Ναό ἐνωρίς, λίγον καιρό πρίν ἀρρωστήση, ἤρεμα, διακριτικά, καθώς ἦταν εὐγενέστατη, καθόταν στήν καρέκλα καί σηκωνόταν ὅταν ἔπρεπε νά σηκωθῆ, ἀλλά ἦταν ἀκίνητη, δέν γύριζε δεξιά καί ἀριστερά τά μάτια της, δέν κοιτοῦσε ἀλλοῦ, ἀλλά μόνο μπροστά στήν Ὡραία Πύλη καί προσευχόταν, ἀσφαλῶς, καί ἀπηύθυνε τίς μυστικές της προσευχές στό Θεό.

Καί ξέρω, ἐπειδή ἡ ἴδια μοῦ τό εἶπε, ὅτι εἶχε κάποτε μία πνευματική ἐμπειρία, κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας, ἐδῶ στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς· εἶδε τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Ἦλθε στό Γραφεῖο γιά νά μέ ἐρωτήση γι’ αὐτό καί τό ἐπιβεβαίωσα, ἀπό διάφορα γεγονότα πού συνέβησαν ἐκείνη τήν ἡμέρα. Καί ξέρουμε ὅτι, ὅταν κανείς φθάνη στό σημεῖο νά βλέπη οὐράνιο Φῶς, πού εἶναι ὁ Θεός, τότε ἔχει φθάσει σέ μεγάλα ὕψη πνευματικῆς ζωῆς.

Τρίτον, ἡ ἀδελφή μας Οὐρανία, εἶχε σέ μεγάλο καί ὕψιστο βαθμό ἀνεπτυγμένο τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα. Ἦταν ἀφιερωμένη στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ἀγαποῦσε τήν Ἐκκλησία καί ὅλα τα Μυστήριά της καί ὅλη τήν ζωή της. Καί ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἀφηρημένη, ἀλλά εἶναι συγκεκροτημένη, ὀργανωμένη, γι’ αὐτό ἀγαποῦσε τούς κατά καιρούς Ἐπισκόπους καί σεβόταν, τόν μακαριστό Δαμασκηνό, τόν Μητροπολίτη  Ἀλέξανδρο, τόν μακαριστό Νικόδημο καί ἐμένα.

Μπορῶ νά διαβεβαιώσω ὅτι μέ σεβόταν πολύ, ἐπειδή σεβόταν τήν  Ἐκκλησία. Ὅταν ἄκουγε τήν φωνή μου στό τηλέφωνο ἤ ὅταν πήγαινα νά τῆς εὐχηθῶ, ἐνθουσιαζόταν καί ἔλεγε: «Μά εἶναι δυνατόν ὁ Μητροπολίτης νά ἔρθη στό σπίτι μου νά μοῦ πῆ χρόνια πολλά;». Ἐξέφραζε τήν χαρά της, τόν ἀπέραντο καί ἀπόλυτο σεβασμό της. Ὅταν ἔλεγε κάτι ὁ Ἐπίσκοπος, γι’ αὐτήν ἦταν νόμος. Μπορεῖ νά ὑπάρχουν Ἱερεῖς σήμερα πού μνημονεύουν τόν Μητροπολίτη τους ὅταν λειτουργοῦν, ἀλλά  νά μήν ἔχουν τέτοια ἀγάπη καί τέτοιο σεβασμό στόν Ἐπίσκοπο πού εἶχε ἐκείνη. Αὐτό σημαίνει ἐκκλησιαστικό φρόνημα.

Καί τέλος, τό τέταρτο σημεῖο, πού θέλω νά τονίσω εἶναι ὅτι ἀγαποῦσε πολύ τούς ἀνθρώπους καί αὐτό τό ἔκανε μέ εὐγένεια καί ἐλευθερία. Τούς βοηθοῦσε μέ κάθε τρόπο. Καί στό κελλάκι της -γιατί τό σπίτι της ἦταν πραγματικά ἕνα μικρό κελλάκι, καλογερικό, ἕνα ἀπέριττο δωμάτιο- δεχόταν καθημερινά τόν κόσμο. Πόσοι ἄνθρωποι μοῦ ἔλεγαν: «Αὐτή εἶναι ἡ δεύτερη μητέρα τῶν παιδιῶν μου πού τά καθοδήγησε». Ἀκόμη, καί τόν καιρό πού δέν μποροῦσε νά ἐργασθῆ καί παρέμεινε στό σπιτάκι της, πόσοι δέν τήν ἔπαιρναν τηλέφωνο -ὅλη τήν ἡμέρα χτυποῦσε τό τηλέφωνό της, πρίν βέβαια ἀρρωστήσει,- νά τήν ρωτήσουν κάτι, νά τήν συμβουλευτοῦν! Καί πόσοι δέν περνοῦσαν ἀπό τό σπίτι της νά τῆς ποῦν «καλημέρα», καί νά αἰσθανθοῦν τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη της! Καί πόσα δέν προσέφερε, ἄγνωστα σέ μᾶς, ὑλικά, οἰκονομικά, τήν καρδιά της γιά τούς ἀδελφούς, γιά νά δώση ὅ,τι εἶναι καλύτερο, γιά νά βοηθήση τούς ἀνθρώπους, ὄχι μόνο στά οἰκονομικά θέματα, ἀλλά καί στήν κατά Χριστόν ζωή!

Δέν θέλω νά σᾶς κουράσω περισσότερο, ἀλλά ὅλα αὐτά μέ κάνουν νά πῶ ὅτι ἦταν μία ἁγία γυναίκα, ναί ἁγία γυναίκα. Τούς ἁγίους, παρά τά ἐλαττώματά τους, πού ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν, δέν τούς ἀναζητοῦμε μόνο στά Μοναστήρια ἤ στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀφοῦ μπορεῖ νά ὑπάρχουν καί μέσα στήν κοινωνία. Ἔτσι, Οὐρανία τήν ἔλεγαν, οὐράνια ζοῦσε ἐδῶ στήν γῆ μέ τήν σκέψη της στόν Θεό καί στούς ἀδελφούς της καί τώρα ἔγινε καί οὐρανία, ἀφοῦ πορεύεται στόν οὐρανό, στά οὐράνια δώματα, στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Δέν μπορῶ νά πῶ νά τήν ἀναπαύση ὁ Κύριος, ἀφοῦ ἦταν ἀναπαυμένη. Ἐν πάσῃ περιπτώσει, εὔχομαι ὁ Θεός νά τήν συγχωρήση ἄν ἔχει κάνη καί κάποιο ἀμάρτημα, γιατί κανείς ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀναμάρτητος, νά τήν ἀναπαύση στούς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, ὅπως καί  πιστεύω ὅτι εἶναι.

Θά ἤθελα ἀπό τήν θέση αὐτήν νά εὐχαριστήσω ἐξ ὀνόματος τῆς Ἐκκλησίας καί ὅλης τῆς κοινωνίας τά ἀνίψια της, τόν Ἀντώνη καί τήν Εἰρήνη, τό Χρῆστο καί τήν Κατερίνα, πού τῆς συμπαραστάθηκαν καλύτερα ἀπό σαρκικά παιδιά, καί τό ἔκαναν μέ σεβασμό, μέ θυσίες πολλές, ἔκαναν ὅ,τι ἔπρεπε νά γίνη. Νά εὐχαριστήσω καί τήν νύφη της, τήν Ἀσημίνα, καί ὅλους τούς ἀγαπητούς της πού πάντοτε εἶχαν ἕναν καλό λόγο νά ποῦν καί τήν βοηθοῦσαν σέ ὅλη τήν διάρκεια τῆς ζωῆς της καί τῆς ἀσθενείας της.

Ἐμᾶς ὅλους, καί ἐμένα ἰδιαιτέρως, θά μοῦ λείψη ἡ ἀδελφή μας, ἡ σεβαστή Οὐρανία, ἀλλά ἐπειδή ἔγινε οὐρανία, πιστεύουμε ὅτι προσεύχεται στόν Θεό καί γιά μᾶς καί γιά τούς συγγενεῖς της καί γιά ὅλη τήν τοπική αὐτή κοινωνία, ἰδιαιτέρως γιά τήν Τοπική Ἐκκλησία, τά προβλήματα τῆς ὁποίας γνώριζε καλά, ὥστε νά πορεύεται κατά Θεόν τό σκάφος τῆς Τοπικῆς αὐτῆς Ἐκκλησίας, πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Αἰωνία σου ἡ μνήμη ἀξιομακάριστος καί ἀείμνηστος ἀδελφή ἡμῶν.