Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὅσιος Γρηγόριος ὁ ἐν Νικομηδείᾳ ἀσκήσας, 2 Ἀπριλίου

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὅσιος Γρηγόριος ὁ ἐν Νικομηδείᾳ ἀσκήσας, 2 ἈπριλίουὉ ὅσιος Γρηγόριος ἔζησε τόν 13ο αἰώνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπό τά μέρη τῆς Βιθυνίας ἀπό γονεῖς εὔπορους καί εὐσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι τόν δίδαξαν μέ τόν λόγο τους καί τό παράδειγμά τους, ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, νά ἀγαπᾶ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Τρεφόταν μέ τά ζωήρρυτα νάματα τοῦ Εὐαγγελίου καί ὅταν μεγάλωσε ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικά στόν Θεό, πρῶτα ὡς κοινοβιάτης καί ἔπειτα ὡς ἐρημίτης μοναχός. Πολεμήθηκε μέ μανία ἀπό τόν διάβολο καί τά ὄργανά του καί συκοφαντήθηκε ὅσο λίγοι. Ὅταν ἦταν στό Κοινόβιο χάθηκαν ἱερά σκεύη καί κάποιοι ἀδελφοί τῆς Μονῆς εἶπαν στόν Ἡγούμενο ὅτι τά ἔκλεψε ὁ Γρηγόριος. Ἡ ἀθωότητά του δέν ἄργησε νά ἀποδειχθῆ, ἀλλά ὁ ὅσιος πῆρε εὐλογία ἀπό τόν Ἡγούμενο καί πῆγε σέ ἄλλο Μοναστήρι, ὅπου ἦταν καί ὁ ἀδελφός του. Στήν συνέχεια ἀνεχώρησε καί ἀπό ἐκεῖ καί πῆγε σέ ἐρημικό τόπο. Ὁ διάβολος, ὅμως, δέν τόν ἄφησε καί ἐκεῖ ἀπείραχτο, καί χρησιμοποιώντας ὡς ὄργανά του διεστραμμένους ἀνθρώπους, ἔστειλε στό μέρος πού ἀσκεῖτο ὁ ὅσιος μιά γυναίκα ἐλευθερίων ἠθῶν γιά νά τόν παρασύρη στήν ἁμαρτία. Ἡ γυναίκα αὐτή ὅταν ἄρχισε νά προκαλῆ τόν ὅσιο δαιμονίστηκε. Ἐκεῖνος τήν θεράπευσε καί τήν συμβούλευσε νά μετανοήση καί νά ζῆ μέ σωφροσύνη.

Τέλος, κάποιοι ἱερεῖς, κινούμενοι ἀπό φθόνο, ἐπισκέφθηκαν τόν Μητροπολίτη Νικομηδείας, καί ἀπηύθυναν ἐναντίον τοῦ ὁσίου διάφορες ψευδεῖς κατηγορίες. Ὁ Θεός ἀπέδειξε καί πάλι τήν ἀθωότητα τοῦ ὁσίου, αὐτήν τήν φορά, ὅμως, μέ θαυμαστό τρόπο. Πηγαίνοντας ὁ ὅσιος στήν Πόλη, γιά νά συναντήση τόν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος τόν κάλεσε σέ ἀπολογία, ἀξιώθηκε νά βαδίση μέ τό ἄλογό του ἐπάνω στά νερά τῆς θάλασσας. Ὁ Ἐπίσκοπος ὅταν τόν εἶδε ἀπό μακριά βγῆκε ἔξω νά τόν προϋπαντήση καί χάρηκε πού συνάντησε ἕναν ἅγιο τοῦ Θεοῦ. Καί ἀφοῦ συζήτησαν διάφορα πνευματικά θέματα, τόν προέπεμψε μέ σεβασμό καί ἀγάπη, καί τόν παρακάλεσε νά τόν θυμᾶται στίς θεοπειθεῖς προσευχές του.

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ ἡλικία 50 ἐτῶν.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Ἡ συκοφαντία εἶναι ἕνα ἀπό τά ἰσχυρότερα ὅπλα τοῦ διαβόλου μέ τά ὁποῖα πολεμᾶ τούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, κυρίως, αὐτούς πού ἔχουν προοδεύσει πολύ στήν πνευματική ζωή, καί γι’ αὐτό τοῦ εἶναι ἀδύνατον νά τούς βλάψη μέ ἄλλον τρόπο. Ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἀναφερόμενος στόν Θεόπτη Μωϋσῆ,  εὑρίσκονται πολύ ὑψηλά καί τά βέλη του δέν μποροῦν νά τούς φθάσουν, γι’ αὐτό καί προσπαθεῖ νά τούς βλάψη μέ τήν συκοφαντία.

Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ ἀνάβαση τῶν ἁγίων στήν πνευματική ζωή γίνεται διά τῆς καταβάσεώς τους στό βάθος τῆς τέλειας ταπείνωσης. Γιατί οἱ ἅγιοι, μιμούμενοι τόν Δεσπότη τους Χριστό, ὁ Ὁποῖος «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν «γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δέ σταυροῦ», καί αὐτοί «ἐταπεινώθησαν ἕως θανάτου», γι’ αὐτό καί ὁ Θεός τούς ὑπερύψωσε. Ἄλλωστε, ἡ ταπείνωση εἶναι ἀπό τήν φύση της ὑψοποιός, ὅπως τό εἶπε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὅτι ὁ «ταπεινῶν ἑαυτόν ὑψωθήσεται». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναλύοντας τήν Εὐαγγελική Περικοπή πού ἀναφέρεται στήν ἴαση τῆς θυγατρός τῆς Χαναναίας, λέγει: «Ἄς ταπεινωθοῦμε ἑκουσίως, ἀδελφοί, ὥστε ἔτσι καί τήν πίστη μας πρός τόν Χριστό νά ἐπιδείξουμε καί ἀπό Αὐτόν νά ὑψωθοῦμε... Θά ἐπιτύχουμε τήν ἀπό Αὐτόν δεδομένη Χάρη στούς ταπεινόφρονες καί θά ἀνεβοῦμε σέ θεῖο ὕψος».

Βέβαια, καί οἱ ἅγιοι, ὡς ἄνθρωποι, εἶναι φυσικό νά πληγώνονται ὅταν συκοφαντοῦνται, ἀλλά ἐσωτερικά παραμένουν ἤρεμοι, εἰρηνικοί, γαλήνιοι καί γεμάτοι ἐσωτερική χαρά καί πνευματική ἀγαλλίαση. Θλίβονται περισσότερο γιά τούς συκοφάντες, οἱ ὁποῖοι γίνονται ὑποχείρια τοῦ διαβόλου, καί οἱ ὁποῖοι, σύμφωνα μέ τόν πνευματικό νόμο, θά πληρώσουν βαρύ τίμημα, ἐκτός καί ἄν μετανοήσουν εἰλικρινά. Γι’ αὐτό καί οἱ ἅγιοι προσεύχονται γιά τήν μετάνοια καί τήν διόρθωσή τους.

Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης ἔλεγε ὅτι «ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνει πνευματική ἐργασία στόν ἑαυτό του, τοῦ δίνει ἐργόχειρο ὁ διάβολος νά ἀσχολεῖται μέ τούς ἄλλους». Καί τότε εἶναι φυσικό νά διαπράξη καί τό φοβερό ἁμάρτημα τῆς ἀνθρωποφαγίας, ἤτοι τῆς συκοφαντίας

 

Θά πρέπει, ἐπίσης, νά τονισθῆ ὅτι δέν εἶναι εὔκολο στόν καθένα νά ἀντέξη τήν συκοφαντία, γι’ αὐτό καί ὁ Προφητάναξ Δαβίδ μᾶς δίδαξε νά προσευχόμαστε στόν Θεό καί νά τοῦ λέμε: «Λύτρωσέ με ἀπό συκοφαντίας ἀνθρώπων, καί φυλάξω τάς ἐντολάς σου». Δηλαδή, παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς προστατεύση ἀπό τόν μεγάλο πειρασμό τῆς συκοφαντίας, καί νά μή ἐπιτρέψη νά δοκιμάσουμε τό πικρό ποτήρι του. Σέ ἀντάλλαγμα δέ δίνουμε τήν ὑπόσχεση ὅτι θά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, σχολιάζοντας τούς λόγους αὐτούς τοῦ Δαβίδ, λέγει τά παρακάτω ἀξιοπρόσεκτα:

«Ὁ Προφητάναξ Δαβίδ ὀνόμασε τήν συκοφαντία ἐναντίον τοῦ ἄμεμπτου, δηλαδή τοῦ ἀθώου, "πράγμα πικρόν", ἐπειδή εἶναι παράλογο νά συκοφαντοῦν τόν τυχόντα, τό νά συκοφαντοῦν, ὅμως, τόν δίκαιο εἶναι πιό φοβερό, τό ὁποῖο τοξεύουν κρυφά, δηλαδή ἀπαρατήρητοι. Γιατί δέν τολμοῦν νά συκοφαντήσουν φανερά, καθόσον δέν μάχονται μέ βέλη ὁρατά αὐτοί πού πιστεύουν τά ἐπίγεια..., ἀλλά τεντώνοντας κατά κάποιο τρόπο, ὡς τόξο, τήν δική τους δυστροπία, μέ βέλη μυτερά καί κατασκευασμένα μέ τρόπο κακοῦργο, πληγώνουν τίς ψυχές τῶν ἁγίων». Οἱ συκοφαντίες ἐξυφαίνονται μέ πονηρία καί δολιότητα καί παρουσιάζονται μέ τέτοιον τρόπο, οὕτως ὥστε νά φαίνονται ἀληθοφανεῖς καί νά γίνονται εὐκολότερα πιστευτές. Ὅμως, σέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τίς ἀντιμετωπίζουν μέ ὑπομονή καί προσευχή ὁ Θεός τούς εὐλογεῖ πλουσιοπάροχα, καί «διά τοῦτο», ὅπως λέγει ὁ Προφήτης Ἠσαΐας, πτεροφυήσουσιν ὡς ἀετοί, δραμοῦνται καί οὐ κοπιάσουσι, βαδιοῦνται καί οὐ πεινάσουσιν», ἀλλά θά χορτάσουν Χάρη καί εὐλογίες. Θά πλουτίσουν μέ οὐράνιους θησαυρούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι αἰώνιοι καί ἀδαπάνητοι.

Μέσα στήν ὑμνογραφία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει ἕνας ὕμνος, τόν ὁποῖο ψάλλουμε τήν Τετάρτη τῆς ἑβδομάδας τῆς Τυρινῆς, καί ὁ ὁποῖος λέγει μεταξύ τῶν ἄλλων: «Μή κατεσθίωμεν ἀλλήλους, ἀδελφοί, τῇ συκοφαντίᾳ». Δηλαδή, νά μή τρῶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον μέ τήν συκοφαντία. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ συκοφάντης εἶναι καννίβαλος, ἀνθρωποφάγος, ὁ ὁποῖος τελικά, στήν προσπάθειά του νά καταστρέψη τόν ἄλλον, αὐτοκαταστρέφεται. Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης ἔλεγε ὅτι «ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν κάνει πνευματική ἐργασία στόν ἑαυτό του, τοῦ δίνει ἐργόχειρο ὁ διάβολος νά ἀσχολεῖται μέ τούς ἄλλους». Καί τότε εἶναι φυσικό νά διαπράξη καί τό φοβερό ἁμάρτημα τῆς ἀνθρωποφαγίας, ἤτοι τῆς συκοφαντίας.

«Μή κατεσθίωμεν ἀλλήλους, ἀδελφοί, τῇ συκοφαντίᾳ». Ἄς κρατήσουμε αὐτόν τόν λόγο τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου καί ἄς ἀγωνισθοῦμε νά τόν ἐφαρμόσουμε στήν ζωή μας.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ