Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Φῶς ἀπό τόν 16ο αἰώνα
τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἄρτης, στίς 27 Νοεμβρίου, μᾶς προκαλεῖ προεόρτια τῶν Χριστουγέννων νά προβάλλουμε, ὡς φῶς ἀπό τόν 16ο αἰώνα, τόν ἁπλό καί πατερικό λόγο του, πού σχετίζεται μέ τήν ἰατρεία τῆς φύσεώς μας, ἡ ὁποία «ἐνόσησε» ἀπό τήν φθορά καί τόν θάνατο, ἐξ αἰτίας τῶν ὁποίων βασίλευσε ἡ ἁμαρτία.
Θά παραθέσουμε, σέ ἐλεύθερη ἀπόδοση στήν καθομιλουμένη, ὁρισμένα ἀποσπάσματα ἀπό τόν λόγο του στήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Στά παραθέματα αὐτά περιγράφονται οἱ ψυχικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κατά Θεόν κίνησή τους καί ἡ πτώση τῶν πρωτοπλάστων, τήν ὁποία θεράπευσε ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Μέ τό αὐτεξούσιό του ὁ ἄνθρωπος σώζεται ἤ κολάζεται. Ἐξαρτᾶται ἀπό τό πῶς ἀποφασίζει (αὐτεξούσια) νά ζήσῃ τήν ζωή του. Δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό καλός λίαν. Μέ τήν προαίρεσή του ἀχρειώθηκε. Τό κακό φύτρωσε στίς ἐπιλογές του, στήν διαχείριση τῆς θελήσεώς του, ὄχι σ’ αὐτήν καθ’ ἑαυτήν τήν φυσική του θέληση. Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός λέει: «Ἐξ ἀρχῆς ὁ Θεός δημιούργησε τόν Ἀδάμ ὅλον καλωσύνη, ὅλον καθαρότητα, ὅλον ἁγιότητα, καί τοῦ χάρισε δώδεκα ψυχικές δυνάμεις, τίς ὁποῖες ἔχει κάθε ἄνθρωπος». Στήν συνέχεια διατυπώνει μέ πολύ ἁπλό τρόπο, προσαρμοσμένο στήν ἁπλοϊκότητα τῶν ἀκροατῶν του, μιά ἀσκητική ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, περιγράφοντας αὐτές τίς δώδεκα ψυχικές δυνάμεις.
Τίς κατατάσσει σέ τρεῖς κατηγορίες: στίς φυσικές, ζωτικές καί γνωστικές.
Ὡς «φυσικές» χαρακτηρίζει τρεῖς δυνάμεις: τήν γεννητική, τήν θρεπτική καί τήν αὐξητική. Τίς χαρακτηρίζει φυσικές, ὄχι διότι αὐτές μόνον ἀνήκουν στήν φύση τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά διότι «μέ αὐτές γεννᾶται, τρέφεται καί αὐξάνει ὁ ἄνθρωπος». Παρατηρεῖ μάλιστα ὅτι «αὐτές τίς δυνάμεις τίς ἔχουν καί τά ἄλογα ζῶα καί τά φυτά».
«Ζωτικές» ὀνομάζει τέσσερεις δυνάμεις: τήν βούληση, τήν προαίρεση, τόν θυμό καί τήν ἐπιθυμία. Ἐξηγεῖ ὅτι τίς χαρακτηρίζει «ζωτικές» ἐπειδή μέ αὐτές «ζῇ καί ἀναζωοῦται ὁ ἄνθρωπος». Εἰδικότερα λέει ὅτι βούληση εἶναι ἡ δύναμη μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος «ὅλως διόλου “βούλεται” καί θέλει τό καλό». Ὅπως φαίνεται χαρακτηρίζει ὡς βούληση τήν λογική καί ζωτική ὄρεξη τῆς ψυχῆς, τήν ὁποία ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὀνομάζει φυσικό θέλημα, «δύναμιν τοῦ κατά φύσιν ὄντος ὀρεκτικήν». Μέ τήν βούληση ὁ ἄνθρωπος θέλει τό καλό. «Ὅταν, ὅμως, διαλέγει τό καλό ἀπό τό κακό ἤ τό κακό ἀπό τό καλό, τότε ἐκείνη ἡ δύναμη λέγεται προαίρεση», πού εἶναι ἡ δεύτερη ζωτική δύναμη.
Στό σημεῖο αὐτό ὁ ὅσιος Δαμασκηνός κάνει μιά σημαντική χριστολογική παρατήρηση. Στόν Χριστό, λέει, μόνο βούληση ἔχουμε, διότι ὁ Χριστός δέν ἤθελε ποτέ τό κακό, ἀλλά πάντοτε τό καλό. Ὁπότε δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά προαίρεση στόν Χριστό. Ὁ Χριστός δέν «προαιρεῖτο», ἀφοῦ, ὡς Θεός πού εἶναι, τό θέλημά Του ταυτίζεται μέ τό ὄντως καλό καί ἀγαθό.
Ὁ θυμός, ἡ τρίτη ζωτική δύναμη, εἶναι ἐκείνη μέ τήν ὁποία στρεφόμαστε ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Ἐναντίον αὐτοῦ πρέπει νά θυμώνουμε, ὄχι ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων. Ἐκεῖνον νά κακολογοῦμε καί σέ ἐκεῖνον νά κάνουμε κακό (νά καταστρέφουμε τά ἔργα του), διότι αὐτός μᾶς ἔκανε «παροίκους», μᾶς ἔβγαλε ἀπό τόν Παράδεισο.
Ἡ τέταρτη ζωτική δύναμη, ἡ ἐπιθυμία, μᾶς δόθηκε γιά νά ἐπιθυμοῦμε τό καλό, τήν πρώτη μας πατρίδα, τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Αὐτή εἶναι ἡ φυσική καί εὐλογημένη κίνηση τῆς ἐπιθυμίας.
Σύμφωνα μέ τόν ὅσιο Δαμασκηνό οἱ ἄλλες πέντε δυνάμεις τῆς ψυχῆς χαρακτηρίζονται «γνωστικές» καί εἶναι: ἡ αἴσθηση, ἡ φαντασία, ἡ δόξα, ἡ διάνοια καί ὁ νοῦς. Αὐτή ἡ διαίρεση τῶν γνωστικῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς μᾶς θυμίζει τόν δεύτερο λόγο στά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, χωρίς ὅμως νά ὑπάρχῃ ἀπόλυτη ταύτιση στήν περιγραφή τῶν δυνάμεων αὐτῶν.
Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός τήν αἴσθηση, ὡς γνωστική δύναμη τῆς ψυχῆς, τήν συνδέει μέ τίς πέντε σωματικές αἰσθήσεις (ὅραση, ὄσφρηση, ἀκοή, γεύση, ἀφή), οἱ ὁποῖες λειτουργοῦν ὅταν τά αἰσθητά ἀντικείμενα εἶναι παρόντα. Τήν φαντασία, ἐπίσης, συνδέει ἄμεσα μέ τίς αἰσθήσεις, ἀφοῦ εἶναι ἡ ἐνθύμηση πραγμάτων πού εἴδαμε, ὅπως ἐπίσης καί μέ τά ὄνειρα καί τόν «ἐνδιάθετο λόγο», ἀφοῦ σ’ αὐτά ἐνεργεῖ ἡ φαντασία.
Κατά τόν ὅσιο Δαμασκηνό ἡ δόξα εἶναι ἡ δύναμη μέ τήν ὁποία σχηματίζουμε γνώμη γιά ὅ,τι γίνεται ἀντιληπτό σέ ἐμᾶς, καί εἶναι διπλῆ: ἄλογη καί λογική. Ὡς ἄλογη δόξα χαρακτηρίζει ὁ Ὅσιος τήν παραδοχή κάποιου γεγονότος, χωρίς νά γνωρίζουμε τό πῶς ἔγινε, ἐνῶ, ἄν γνωρίζουμε, εἶναι λογική. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς χαρακτηρίζει «ψῆφο ἄλογη» τήν «δόξα» πού προέρχεται ἀπό τήν φαντασία, ἐνῷ λογική αὐτήν πού προέρχεται ἀπό τήν διάνοια.
Ἡ διάνοια κατά τόν ὅσιο Δαμασκηνό εἶναι ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς μέ τήν ὁποία συλλογιζόμαστε καί ἐλέγχουμε ἄν οἱ πληροφορίες πού φθάνουν σ’ ἐμᾶς εἶναι ἀληθεῖς ἤ ψευδεῖς.
Ὁ νοῦς τέλος εἶναι κάτι ξεχωριστό ἀπό ὅλες τίς ὑπόλοιπες ἕνδεκα δυνάμεις. Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός, χωρίς νά κάνη ἐκτενεῖς ἀναλύσεις γιά τόν νοῦ, λέει μέ ἁπλά λόγια ὅτι «ὅσα κάμνουν καί ἐνεργοῦν οἱ ἕνδεκα δυνάμεις, ὅλο γιά τόν νοῦ δουλεύουν, καί εἶναι ὁ νοῦς σάν βασιλιάς ἀναπαυμένος. Ὁ νοῦς περπατάει μόνο στά φανερά καί ὁμολογημένα πράγματα, δηλαδή, στό ὅτι εἶναι ὁ Θεός ἀγαθός, στό ὅτι ὁ ἥλιος λάμπει, στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι θνητός».
Στήν συνέχεια ὁ ὅσιος Δαμασκηνός περιγράφει τήν φυσική λειτουργία τῶν δώδεκα δυνάμεων τῆς ψυχῆς.
Μᾶς λέει: «Αὐτές τίς δώδεκα δυνάμεις, πού ἀναφέραμε, τίς ἔδωσε ὁ Θεός στόν Ἀδάμ γιά νά ὀρέγεται τό καλό, νά ἀγαπᾶ τό ἀγαθό, νά ἐπιθυμῇ τό δίκαιο, νά συλλογίζεται τό συμφέρον, νά ἔρχεται ἀπό τό μή ὄν στό εἶναι, νά τρέφεται σωματικά καί ψυχικά· σωματικά μέ τό φαγητό καί ψυχικά μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Νά αὐξάνῃ τό κορμί του καί οἱ ἀρετές νά περισσεύουν στήν ψυχή· νά θέλῃ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά προκρίνῃ τό καλό ἀπό τό κακό, νά ὀργίζεται κατά τοῦ διαβόλου, νά ἐπιθυμῇ τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, […] νά φαντάζεται τήν παλαιά πατρίδα, νά δοξάζῃ τόν ἀγαθό Θεό, νά διανοῆται τά ψυχικά καί νά νοῇ ποιό εἶναι τό συμφέρον του».
Σύμφωνα μέ τόν ὅσιο Δαμασκηνό, ὁ Θεός μετά τήν δημιουργία τοῦ Ἀδάμ εἶπε στόν πρωτόπλαστο: «Ὅλα εἶναι στήν ἐξουσία σου. Γιά ὅλα σοῦ ἐπιτρέπω νά ἐξετάζῃς τήν ἀρχήν τους. Μόνο τόν Θεό νά μήν ἐρευνήσῃς, πῶς ἔγινε ἤ πῶς εἶναι». Αὐτή ἦταν ἡ ἐντολή πού δόθηκε μέσα στόν Παράδεισο, τήν ὁποία ὁ Ἀδάμ παρήκουσε. Ἡ ἁμαρτία του ἦταν ὅτι «ἐκεῖ πού δέν ἔφθανε, θέλησε νά ἀνεβῇ καί τά ἀκατάληπτα νά καταλάβῃ». Ἔτσι διώχθηκε ἀπό τόν Παράδεισο.
Στήν συνέχεια ὁ ὅσιος Δαμασκηνός, σ’ αὐτούς πού στέκονταν στόν αἰσθητό καρπό «τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν», τούς ἐξηγεῖ ὅτι ἐκεῖνο τό «ξύλον» ἦταν διπλό, αἰσθητό καί νοητό, ὅπως βεβαιώνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγοντας: «θεωρία γάρ ἦν τό φυτόν, ὡς ἡ ἐμή θεωρία». Ἡ ἐντολή μάλιστα πού δόθηκε ἦταν γιά νά θυμᾶται ὁ Ἀδάμ ὅτι εἶναι κτίσμα καί ἔχει «αὐθέντη» τόν Θεό. «Αὐτός ὅμως δέν ἄκουσε τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τοῦ πλάνου ὄφεως, τοῦ διαβόλου, πού φθονοῦσε τό καλό του».
Τήν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἀδάμ ἀπό τόν Παράδεισο ἀκολούθησαν ὅλα τά δεινά. Ὁ Θεός ὡς φύσει φιλάνθρωπος μέ πολλούς τρόπους προσπάθησε νά συνετίσῃ τόν ἄνθρωπο, ἀλλά αὐτός πλέον δέν μισοῦσε τήν ἁμαρτία, δέν ἤθελε νά κάνῃ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ· ἔκανε τό θέλημα τοῦ κορμιοῦ του καί τοῦ διαβόλου. Ἔτσι, ἡ εἰδωλολατρεία πληθυνόταν καί τόν ἀληθινό Θεό κανείς δέν λάτρευε.
Αὐτήν τήν μεγάλη ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου κανείς ἄνθρωπος δέν ἦταν ἱκανός νά θεραπεύσῃ. Αὐτήν θεράπευσε μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Μέ ὅσα σύντομα ἐκτέθηκαν προηγουμένως γίνεται σαφές ὅτι τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας στά χρόνια τῆς Ὀθωμανοκρατίας ἦταν καθαρό, παρά τήν ὑπερβολική κάποιες φορές ἁπλούστευσή του, κήρυγμα τῆς προφητικῆς καί ἀποστολικῆς Παραδόσεως. Διατηροῦσε καί μεταλαμπάδευε τήν καυστική καί φωτιστική φλόγα τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας.
Εἴθε νά τήν κρατοῦμε ζωντανή.
- Προβολές: 3117