Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Πύργος ἀκαθαίρετος ἤ σέ σκακιέρα;

τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Τό ὄνομα τῆς Κατασκήνωσης τῶν κοριτσιῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, κατά τό φετινό Καλοκαίρι, ἦταν «Ἀκαθαίρετοι Πύργοι». Ἔτσι χαρακτηρίζονται οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀπό ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας (τό δοξαστικό «Τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ χορός»). Μέσα σ’ αὐτόν τόν «χορό» οἱ ὑπεύθυνοι τῆς Κατασκήνωσης περιλάβαμε, τούς Προφῆτες, τούς Ἀποστόλους, τούς Μάρτυρες καί τούς Ὁσίους τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ὅλοι ὁμολόγησαν τήν ἴδια πίστη, τῆς μίας, ἁγίας, ἀποστολικῆς καί καθολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθόδοξης.

Τά ὀνόματα τῶν ὁμάδων ἦταν χαρακτηριστικά τῶν ἁγίων πού πρέπει νά προσοικειωθῇ ὁ κάθε πιστός. Αὐτά ἦταν: Ὀρθοδοξία, Ἀνδρεία, Εὐσέβεια, Ὁμολογία καί Πίστη.

Στήν συνέχεια θά δημοσιεύσουμε ἕνα μικρό μονόπρακτο πού παρουσιάστηκε ἀπό τίς κατασκηνώτριες στήν γιορτή τῆς λήξης τῆς κατασκηνώσεώς τους. Συνδέει τό νόημα τοῦ ὀνόματος τῆς Κατασκήνωσης μέ τήν σύγχρονη καθημερινότητα. Θά μποροῦσε νά πῇ κανείς ὅτι εἶναι ἕνας «ἐπίκαιρος σχολιασμός», πού ἔχει θέση σ’ αὐτήν τήν στήλη, ἀφοῦ μέ ἀφορμή τήν ὀνομασία τῆς κατασκήνωσης, μέ σύντομες προτάσεις, ὅπως ἀπαιτεῖ ἡ οἰκονομία τοῦ λόγου σ’ ἕναν θεατρικό διάλογο, θίγει θέματα τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς πραγματικότητας.

Πρόσωπα τοῦ διαλόγου εἶναι: ὁ Πύργος (Π.) καί πέντε Κατασκηνώτριες (οἱ Κ.1, Κ.2, Κ.3, Κ.4 καί Κ.5). Αὐτή πού ὑποδύθηκε τόν Πύργο εἶχε στό κεφάλι της σάν στέμμα, ἕναν χάρτινο πύργο. Τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ διαλόγου εἶναι μεταξύ τῆς Κ.1. καί τῆς Π. Στό τέλος παίρνουν μέρος καί οἱ ὑπόλοιπες τέσσερις Κατασκηνώτριες.

Δέν θά κάνουμε προλογική ἀνάλυση τῶν θεμάτων πού θίγονται στόν διάλογο. Ἄς τά δῇ ὁ ἀναγνώστης μέσα στόν συνοπτικό λόγο του. Θεωροῦμε ὅτι εἶναι ἀρκετά καί ἀκανθώδη. Θά ἐπιμείνουμε μόνο σέ δυό μηνύματα ἤ μᾶλλον ἐπισημάνσεις, πού πιθανόν νά μή προσεχθοῦν μέσα στήν νευρώδη ροή τοῦ διαλόγου.

Ὑπάρχει ἡ πρόταση: «Τό νά ἀλλάξω εἶναι εὔκολο. Τό νά μετανιώσω εἶναι δύσκολο». Βλέπουμε στίς μέρες μας πόσο εὔκολα ἀλλάζουν, γιά παράδειγμα, οἱ νόμοι, σέ θέματα πού αἰῶνες ἦταν ἀπό τήν φύση τους ἀδιαπραγμάτευτα. Κι ὅλες αὐτές οἱ ἀλλαγές γίνονται γιά νά μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἐπικυρώνῃ νομοθετικά τήν ἀμετανοησία του, ὥστε νά μή τοῦ δημιουργῆ ὁ νόμος τοῦ Κράτους δυσχέρειες στήν πνευματική καί «φυσική» ἀνομία του, μέ ἐνίσχυση τῶν πιθανῶν ἐνοχῶν ἤ τύψεων. Ὅλα ἀλλάζουν εὔκολα, μέ κατεύθυνση ἀπό τά φυσικά στά παραφυσικά. Ἡ μετάνοια εἶναι τό ἀζήτητο καί γι’ αὐτό καί τό δύσκολο. Ἔχει προϋποθέσεις. Χρειάζεται τό φῶς τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, πού ἀποκαλύπτουν τήν ἀπώλεια τοῦ φυσικοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου.

Ὑπάρχει στόν διάλογο καί ἡ ἀκόλουθη διατύπωση: «Ἡ παράδοσή σου, πού ἐγκαταλείπεις, αὐτή σέ δείχνει κάπως σάν Πύργο. Πιόνι εἶσαι». Δυστυχῶς, φθάσαμε στό σημεῖο νά ἔχουμε κάποια ἀξία χάρη στό παρελθόν μας, ἀπ’ τό ὁποῖο ὡστόσο θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε. Εἴμαστε τραγικοί. Ὡς ὀργανωμένη κοινωνία δείχνουμε σάν νά μισοῦμε τόν πλοῦτο τῆς πνευματικῆς μας παραδόσεως, ἡ ὁποία εἶναι ζυμωμένη μέ τήν ζωή καί τήν θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ὅμως ἐκδηλώνουμε καί τάσεις ἐκμετάλλευσης αὐτοῦ τοῦ πλούτου, σέ σκοπούς ὅμως ἀλλότριους πρός τό νόημα τῆς ζωῆς, πού μᾶς διδάσκουν οἱ θεοφώτιστοι προπάτορές μας. Ὑπάρχει βέβαια καί τό «μικρόν ποίμνιον», ζωντανό (ἐν Πνεύματι) καί δυναμικό, πού εἶναι ἡ ἐλπίδα τοῦ κόσμου, ὅσο κι ἄν παραθεωρεῖται ἀπό πολλούς.

Τά περισσότερα ἄς μᾶς τά πῇ συνοπτικά καί ὑπαινικτικά ὁ θεατρικός διάλογος.

Κ.1: Τί εἶσαι σύ, παιδάκι μου;
Π.: Μᾶλλον ... Πύργος.
Κ.1: ...Ἀκαθαίρετος;
Π.: Μοιάζω;
Κ.1: Δέν μοῦ μοιάζεις... Ἀλλά ἐδῶ μᾶς λένε ὅτι δέν πρέπει νά κρίνουμε τούς ἄλλους, γι’ αὐτό κάνω καλό λογισμό καί λέω ὅτι εἶσαι ... Ἀκαθαίρετος.
Π.: Δηλαδή, ὅπως λένε ἐδῶ, δέν μπορεῖ κανένας ἐχθρός νά μέ καταλάβῃ, οὔτε νά μέ γκρεμίσῃ, οὔτε νά μέ βομβαρδίσῃ, οὔτε... νά μέ ἀλλάξῃ ὄψη μέ μπογιές καί γκράφιτι.
Κ.1: Σωστά τά λές.
Π.: Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι τά πράγματα.
Κ.1: Τό βλέπω καί ἐγώ. Δέν μοῦ μοιάζεις γιά πολύ λεβέντης, ἀλλά ὅπως σοῦ εἶπα κάνω καλό λογισμό (λίγο ἀφελῆ) καί λέω ὅτι εἶσαι [μιλᾶ μέ ὕφος κηρυγματικό] «Πύργος Ἀκαθαίρετος», μέ θεμέλιο τήν Πίστη στόν Χριστό, μέ γερές λαξευμένες πέτρες τήν Εὐσέβεια καί τήν Ὀρθοδοξία, μέ τήν Ἀνδρεία καί τήν Ὁμολογία τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης σάν ἁρμούς πού κάνουν γερούς τούς τοίχους σου.
Π.: Βλέπω, καλά σοῦ τά ἔμαθαν ἐδῶ.
Κ.1: Καλά μοῦ τά ἔμαθαν, ἀλλά καί ἔτσι εἶναι τά πράγματα.
Π.: Καλά τά λένε, καί ἔτσι εἶναι τά πράγματα, ἀλλά δέν κατάλαβες τί Πύργος εἶμαι.
Κ.1: Τί Πύργος εἶσαι; Ἀκαθαίρετος δέν εἶσαι; [πάλι κηρυγματικά] Ἀπομίμηση (κατά τό δυνατό) τοῦ χοροῦ τῶν Ἁγίων Πατέρων, πού εἶναι οἱ Ἀκαθαίρετοι Πύργοι τῆς Ἐκκλησίας;
Π.: Ὄχι, δέν εἶμαι.
Κ.1: Τότε, τί Πύργος εἶσαι;
Π.: Εἶμαι Πύργος σέ σκάκι.
Κ.1: Δηλαδή;
Π.: Εἶμαι Ἕλληνας Πολίτης.
Κ.1: Ἕλληνας Πολίτης – Πύργος σέ σκάκι;
Π.: Γιατί, γιά νέο σοῦ φαίνεται;
Κ.1: Γιατί, παλιό εἶναι αὐτό τό ἀνέκδοτο;
Π.: Δέν εἶναι ἀνέκδοτο.
Κ.1: Τί εἶναι;
Π.: Εἶναι ὁ ρεαλισμός τῶν συμφερόντων, ἡ πολιτική τῆς ὀρθότητας, ἡ ἐπιλογή τοῦ ἐφικτοῦ, ἡ ὑπέρβαση τῶν ἐθνικῶν μικροτήτων, ἡ συνετή συμπόρευση μέ τά συμφέροντα τῶν ἰσχυρῶν, ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τίς ἀγκυλώσεις τοῦ παρελθόντος.
Κ.1: Πᾶς καλά;
Π.: Κινοῦμαι μέ κανόνες.
Κ.1: Ἔπαθες διανοητικό ζίκ-ζάκ;
Π.: Ζῶ πάνω σέ μιά παγκόσμια σκακιέρα μέ δυνατούς παῖκτες.
Κ.1: Ἔπαθες ψυχολογικό νταχτιρτί;
Π.: Δέν εἶμαι μωρό. Εἶμαι Πύργος.
Κ.1: Κι ἐγώ ὁ Ναπολέων.
Π.: Δέν εἶμαι τρελός. Ἁπλά προσπαθῶ νά βολευτῶ.
Κ.1: Ξέρεις τί ἔλεγαν τά παλιά χρόνια γιά τούς βολεμένους;
Π.: Ξέρω, ἀλλά τώρα βολεύομαι μέ τήν πολιτική τῆς ὀρθότητας.
Κ.1: Καί ἀναπαύεσαι, ταλαίπωρε Πολίτη;
Π.: Δέν ἀναπαύομαι· στό ἐξομολογοῦμαι.
Κ.1: Τότε μετανόησε καί ἄλλαξε.
Π.: Τό νά ἀλλάξω εἶναι εὔκολο. Τό νά μετανιώσω εἶναι δύσκολο.
Κ.1: Δέν εἶσαι σαφής.
Π.: Καλά, ἐσύ μόνος ζεῖς σ΄ αὐτόν τόν τόπο;
Κ.1: Ὄχι, ἔχω καλή ἐπαφή μέ τήν πραγματικότητα καί μεγάλη παρέα.
Π. Ἔ, λοιπόν, δέν ἄκουσες ὅτι μπορεῖς τώρα νόμιμα, μέ μιά ἁπλή διαδικασία, νά ἀλλάξης ὅ,τι θέλεις, ἀκόμη καί τό ὄνομά σου ἤ μόνο τό ἄρθρο τοῦ ὀνόματός σου;
Κ.1: Δηλαδή;
Π.: Γιά παράδειγμα, ἂν εἶσαι ἡ Μαρία νά λέγεσαι ὁ Μαρία καί ἂν κάποιος εἶναι ὁ Κώστας νά λέγεται ἡ Κώστας.
Κ.1: Καλά, ἄφησε αὐτά τά ἀκατάλληλα καί πές τίποτε ὠφέλιμο.
Π.: Σοῦ ἐξομολογοῦμαι λοιπόν: Εἶδες Πύργο νά μετακινεῖται; Ἐγώ μετακινοῦμαι.
Κ.1: Ἄν εἶσαι Πύργος κινούμενος, τότε εἶσαι ἀσταθής.
Π.: Καί τό θέμα εἶναι ὅτι δέν πάω ὅπου θέλω. Πάω ὅπου θέλουν οἱ ἄλλοι.
Κ.1: Ποιοί ἄλλοι;
Π.: Αὐτοί πού μισοῦν τήν παράδοσή μας, ἀλλά ἀγαποῦν ἐμᾶς!
Κ.1: Πειραγμένος εἶσαι.
Π.: Λέει, λοιπόν, ἡ Μέρκελ: Πύργε, εὐθεία πίσω. Πάω πίσω. Φωνάζει ὁ Μακρόν: εὐθεία μπροστά. Πάω μπροστά. Φωνάζει ὁ Τράμπ: εὐθεία δεξιά. Πάω δεξιά. Ἀκούω ψιθυριστά τόν Πούτιν νά λέη: εὐθεία ἀριστερά, κάνω πώς πάω λίγο ἀριστερά. Κι ὅλα πᾶνε καλά, κι ἄς πεινάει ὁ λαός καί ἄς χάνουμε τόν ἑαυτό μας, μέ ὅ,τι πολύτιμο ἔχουμε.
Κ.1: Δέν πᾶς καλά.
Π.: Τό θέμα εἶναι, ὅτι μόλις βλέπω ὅτι πάνω στήν σκακιέρα μέ συμφέρει νά κινηθῶ διαγωνίως, κι ὄχι εὐθεία, γίνεται παγκόσμιος χαμός. Μέ φωνάζουν: Παράνομε, διεφθαρμένε αὐτή ἡ κίνηση δέν εἶναι γιά σένα, εἶναι γιά τούς ἀξιωματικούς. Κατάλαβες; Ἔχουν κάνει τήν ζωή μας παρτίδα σκακιοῦ. Παίζουν τήν ζωή μας. Εἴμαστε τό παιχνίδι τους.
Κ.1: Γι αὐτό μετανόησε.
Π.: Πῶς.
Κ.1: Πάψε νά εἶσαι πιόνι.
Π.: Πύργος εἶμαι.
Κ.1: Νομίζεις. Ἡ παράδοσή σου, πού ἐγκαταλείπεις, αὐτή σέ δείχνει κάπως σάν Πύργο. Πιόνι εἶσαι.
Π.: Σέ ρωτῶ, πῶς νά μετανοήσω;
Κ.2: Ἀπάλλαξε τόν ἑαυτό σου ἀπό τήν νάρκη τῆς ἀδιαφορίας καί τίς ἀφέλειες τοῦ ἀθεϊσμοῦ.
Κ.3: Ξύπνα μέσα σου τήν πίστη στόν Θεό τῶν Πατέρων σου.
Κ.4: Γίνε ἀνδρεῖος, σάν τούς ἥρωες καί τούς μάρτυρες.
Κ.5: Μάθε τήν ἀληθινή εὐσέβεια καί τήν Ὀρθοδοξία.
Κ.1: Μή φοβᾶσαι τήν Ὁμολογία τῆς πίστης τῶν Πατέρων σου.
Κ.2: Ἀγάπησε ἀληθινά τούς ἀνθρώπους.
Κ.3: Σπούδασε τήν πίστη σου καί τήν Ἱστορία σου.
Π.: Καλά τά λέτε. Πιόνι εἶμαι. Πρέπει νά γίνω Πύργος.
Κ.4: Ὄχι σέ σκακιέρα.
Κ.5: Πύργος ἀκαθαίρετος.
Κ.1: Σάν τούς Ἁγίους Πατέρες μας.
Κ.2: Γιά νά χαίρεσαι στό φῶς τοῦ Χριστοῦ, τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων.
Π.: Ἀμήν.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ