Φιλοκαλικές Σελίδες - «Ὀσμή ἀγροῦ πλήρους» (Γεν. κζ΄, 27)
Περί τῆς τῶν ὀστέων τῶν «Φιλοκαλικῶν Πατέρων» εὐωδίας.
Ὁ ἄνθρωπος, «ὁ κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ καί ὁμοίωσιν» γενόμενος, (Γεν. α΄, 26), «ὁ μικρόκοσμος μέσα στόν μεγαλόκοσμο», σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι τό τελειότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἡ περίληψη σύνολης τῆς δημιουργίας Του.
«Ὁ Θεός δημιούργησε κατ’ ἀρχάς τόν νοητό κόσμο, τά νοερά πνεύματα, ἤτοι τούς ἀγγέλους, στήν συνέχεια δημιούργησε τόν αἰσθητό κόσμο, ὅλη τήν ὑλική κτίση καί, τέλος, τόν ἄνθρωπο, ὡς ἀποκορύφωμα, πού ἀποτελεῖται ἀπό νοερό καί αἰσθητό στοιχεῖο». «Εἶναι ἡ περίληψη ὅλης τῆς δημιουργίας, γιατί ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα καί ἔχει καί τό νοερό, πού συγγενεύει μέ τούς ἀγγέλους, καί τό αἰσθητό πού συνδέεται μέ τήν κτίση». (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἐμπειρική Δογματική, τ. Β΄)
Ἡ ψυχή εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τό σῶμα μέ «φυσικώτατο δεσμό» καί ἡ δημιουργία τους ἔγινε ἀκαρεί. Αὐτός «τῆς συμφυΐας ὁ φυσικώτατος δεσμός», «θείῳ βουλήματι ἀποτέμνεται» μέ τό «ὅντως φοβερώτατον τοῦ θανάτου μυστήριον». Ἡ συμφυΐα αὐτή ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἄμεση ἀλληλεπίδραση τῆς ψυχῆς πάνω στό σῶμα καί τό ἀντίστροφο.
Οἱ Πατέρες περιγράφουν ἐναργῶς τήν προπτωτική καί μεταπτωτική λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου. Προπτωτικά ὁ νοῦς του ἦταν ἑνωμένος μέ τόν Θεό, τρεφόταν ἡ ψυχή ἀπό τήν Χάρη Του καί ἡ ψυχή μετάγγιζε στό σῶμα αὐτήν τήν Χάρη καί τό ἔτρεφε. Μέ τήν στροφή τοῦ νοός στίς αἰσθήσεις καί τήν διάχυσή του μέσω αὐτῶν πρός τήν κτίση ἔχασε τήν κοινωνία μέ τόν Θεό, ἔπαψε ἡ ψυχή νά τρέφεται ἀπό τόν Θεό, ἂρχισε νά ἀπομυζᾶ τό σῶμα μέ ἀποτέλεσμα νά δημιουργηθοῦν τά ψυχικά πάθη. Τό σῶμα ζητώντας μέ τή σειρά του τροφή ἄρχισε νά ἀπομυζᾶ τήν κτίση• δημιουργήθηκαν ἔτσι τά σωματικά πάθη καί ὁ νοῦς αἰχμαλωτίσθηκε στήν λογική καί τίς αἰσθήσεις.
Οἱ Ἅγιοι μέ ὅλη τήν ἀσκητική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας κατάφεραν, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀφιερώσουν τόν νοῦ τους στόν Θεό, νά θεραπευθοῦν καί νά ἐπιστρέψουν στήν προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι ἡ ψυχή ἁγιάζεται καί ἁγιάζει καί τό σῶμα. Ἀπόδειξη αὐτοῦ, τά ἱερά τους λείψανα, τά εὐωδιάζοντα καί μυροβλύζοντα, τά ἄφθαρτα καί ἰαματικά.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, «ὁ παναοίδιμος οὗτος διδάσκαλος», στό ἔργο του «Ἑορτοδρόμιον», σχολιάζοντας τόν ἰαμβικό Κανόνα τῆς Πεντηκοστῆς, ἀναφέρει τά ἑξῆς χαρακτηριστικά περί τῆς εὐωδίας καί θαυματουργίας τῶν ἱερῶν λειψάνων, γράφει: «Καί τοῦτο εἶναι ἡ ἀφορμή, διά τήν ὁποίαν καί μετά θάνατον ἔγιναν καί γίνονται ἅγια καί εὐώδη καί θαυματουργικά τά λείψανα τόσον τῶν θείων Ἀποστόλων, ὅσον καί ὅλων τῶν Ἁγίων• διότι ἡ ἅπαξ ἐνοικήσασα εἰς τά σώματα αὐτῶν χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δέν χωρίζεται ἀπό αὐτά μετά θάνατον, ἀλλά μένει μετ’ αὐτῶν. Ὅθεν τάς μέν ψυχάς τῶν Ἁγίων ποιεῖ μακαρίας ἐν Οὐρανοῖς• τά δέ σώματα αὐτῶν ἀποδεικνύει πηγήν εὐωδίας καί θαυμάτων παραδόξων καί ἰαμάτων• καί καθώς καί ἡ Χάρις εἶναι ζωοποιός• οὕτω ζωοποιά καί τά σώματα τῶν Ἁγίων ἀποτελεῖ»• καί παρακάτω, μέ τό γνωστό γλυκύ καί ἀσκητικό του ὕφος, καταλήγει• «Ἐάν δέ ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν κατοικήσῃ, καί δέν συγκραθῇ μέ τήν καρδίαν καί τά σπλάγχνα καί μέ ὅλον τό σῶμα, λείψανον ἅγιον νά γένῃ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀδύνατον».
***
Ὁ 18ος αἰώνας στιγματίστηκε θεολογικῶς ἀπό τήν λεγομένη «Κολλυβαδική ἔριδα», ἢ θετικότερα τήν «Φιλοκαλική ἀναγέννηση». Μία σύντομη μαρτυρία περί τῆς «Κολλυβαδικῆς ἔριδος» δίδεται ἀπό τόν βιογράφο τοῦ Γέροντος Ἱεροθέου, αὐτόπτη καί αὐτήκοο τῶν γεγονότων, γράφει: «Ἀλλά πῶς νά διηγηθῶ, ἀδελφοί μου, τά κάτωθεν χωρίς λύπην; Πῶς, λέγω, νά διηγηθῶ τήν πολυθρύλητον καί κοινήν συμφοράν καί διχόνοιαν, ἡ ὁποία πρό πεντήκοντα χρόνων ἄρχισεν καί ἀκόμη ἐπικρατεῖ μέχρι τήν σήμερον. Καί μάλιστα εἰς τό Περιβόλιον τῆς Κυρίας ἡμῶν Θεοτόκου, εἰς τό κοινόν καταφύγιον, λέγω, τό Ἅγιον Ὄρος. Καί τό αἴτιον εἶναι ὅτι συχνάζομεν, οἱ ταπεινοί, εἰς τήν θείαν Μετάληψιν, καί μέ ὅλον ὁπού κανονικῶς προσερχόμεθα, κατηγορούμεθα, ὅμως, πολλά ὡς αἱρετικοί καί φερμασόνοι, καί μάλιστα πρό ἡμῶν πατέρες πνευματικοί καί σεβάσμιοι καί ἅγιοι ἄνδρες. Ὥσπερ, τόν ἐν ἁγίοις Μακάριον, τόν πρόεδρον Κορίνθου, ὁ ὁποῖος μέ τήν παρακίνησιν καί διδασκαλίαν του ἀπέδειξεν πολλούς μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ καί τά σεβάσμια αὐτοῦ Λείψανα θαυματουργοῦσι εἰς αἰσχύνην τῶν συκοφαντῶν καί φθονοκατηγόρων ἀνθρώπων. Ὁμοίως καί τόν πανοσιώτατον πνευματικόν Παρθένιον, τοῦ ὁποίου τό Λείψανον εὐωδίασεν. Τόν πανοσιώτατον Νήφωνα, ὁπού ἐσύστησεν τό Κοινόβιον εἰς τήν νῆσον Σκιάθον. Ἀθανάσιον Πάριον τόν διδάσκαλον. Χριστοφόρον διδάσκαλον. Νικόδημον τόν θεῖον καί οἰκουμενικόν διδάσκαλον. Μετ’ αὐτούς δέ καί ἡμεῖς, οἱ ταπεινοί, συγκατηγορούμεθα καί ἄλλοι πολλοί καί πρό ἡμῶν ὁ πνευματικός ἡμῶν πατήρ Ἱερόθεος. (Βίος καί πολιτεία Ἱεροθέου τοῦ μακαρίου Γέροντος)
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἔχει χαρακτηρισθῆ ὡς ὁ «θεολογικός νοῦς τῶν "Κολλυβάδων"» καί ὁ «θεωρητικός ἐκφραστής» των. Ὑπῆρξε ὁ ἐκφραστής τῆς μυστικῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, μίας ζωῆς πού ξεκινᾶ ἀπό τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους, φθάνει στόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἀπό ἐκεῖ στούς «Κολλυβάδες» καί ἀπό αὐτούς μέχρις ἐμᾶς. Μέ τά συγγράμματά του, ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἐξέφραζε τούς πνευματικούς του πατέρας καί ἀδελφούς, τούς λεγομένους «Κολλυβάδες», ὀρθότερα ὅμως «Φιλοκαλικούς Πατέρες», οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν νά κρατήσουν τήν ὀρθόδοξη θεραπευτική μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας μέσα ἀπό τά Μυστήριά Της, τήν Ἀσκητική Της καί τήν Θεολογία Της.
«Ἐπισημώτεροι» τῶν «Κολλυβάδων» εἶναι οἱ ἑξῆς• Παρθένιος Σκοῦρτος ὁ ζωγράφος, πρώην Μητροπολίτης Κορίνθου Μακάριος Νοταράς, Ἀθανάσιος Πάριος ὁ διδάσκλαος, Νήφων ὁ Χίος, Νικόδημος Ἁγιορείτης ὁ Νάξιος, Χριστοφόρος ὁ Προδρομίτης, Γέρων Ἱερόθεος. Τά λείψανα τῶν περισσοτέρων ἐξ αὐτῶν «ὁ θεός ἐτίμησεν μέ εὐωδία», ὡς ἀπόδειξη τῆς ὀρθῆς διδασκαλίας τους καί τῆς ἁγίας βιοτῆς τους. «Πανταχοῦ, ἔνθα οὗτοι κατῴκησαν, παρέσχον μαρτυρία τῆς ἁγιορειτικῆς ἀρετῆς καί πολλούς διά τῆς ἐνθέου αὐτῶν ἀναστροφῆς πρός τόν Χριστόν ἐχειραγώγησαν, ἀπό τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ σατανά ἀπαλλάξαντες. Ἀλλ’ οὐδέ ἄγνωστον τυγχάνει ὅτι πάντες ἐμαρτυρήθησαν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ διά τῆς εὐωδίας τῶν ἱερῶν αὐτῶν λειψάνων καί διά σημείων ὑπερφυῶν, διότι ὁ μέν βίος αὐτῶν ἦν θεοφιλής, ὁ δέ ζῆλος ἅγιος». (ἱερομ. Ἰσιδώρου Κυριακοπούλου, Ἰκαριακά)
Περί τῆς εὐωδίας τῶν λειψάνων τους γράφει σχετικῶς καί ὁ ἅγιος Νικόδημος στό ἔργο του «Ὁμολογία Πίστεως» καί τελικῶς ἀναρωτιέται: «Ἒχουσι τοιαῦτα ὑπερφυσικά θαύματα νά δείξουν καί οἱ πεισματικῶς παραβαίνοντες τήν Ἐκκλησιαστικήν Παράδοσιν...;» καί ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος: «οὐδόλως, οὐδαμῶς».
***
Μαρτυρίες περί εὐωδίας
Στήν συνέχεια θά παραθέσουμε ὅσα ἀποσπάσματα ἐντοπίσαμε, ἀπό κείμενα τῆς ἐποχῆς, τά ὁποῖα ἀναφέρονται εἰδικῶς στήν εὐωδία τῶν λειψάνων τῶν «Φιλοκαλικῶν Πατέρων», καθώς ὑπάρχουν καί πολλές μαρτυρίες γιά θαυματουργίες τους. Ἐντύπωση προκαλεῖ ἡ πληθώρα ἀναφορῶν στήν εὐωδία τῶν λειψάνων τοῦ παπα-Παρθενίου τοῦ Σκούρτου. Ὁ Παρθένιος ὄντας «ἐκ τῶν ἀρχηγῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως τῆς ἐν Σαββάτῳ τελούσης τά μνημόσυνα», εἶχε συκοφαντηθῆ καί εἶχε διαβληθῆ ὡς «κακόδοξος, αἱρετικός καί φαρμασόνος». Τό «παράδοξον» αὐτό θαῦμα τῆς εὐωδίας τῶν λειψάνων ἦταν μία ἀπάντηση σέ ὅλες τίς ἐναντίον του κατηγορίες καί συκοφαντίες.
Ἡ πρώτη χρονικά μαρτυρία συνεγράφῃ ὑπό τοῦ ἁγίου Νικοδήμου στήν «Ὁμολογία Πίστεως», ὅπου, ἀφοῦ προηγουμένως τεκμηρίωσε τίς ἀπόψεις του μέ πλεῖστα ὅσα ἀκράδαντα θεολογικά ἐπιχειρήματα, καταλήγει μέ τό θαυμαστό γεγονός τῆς εὐωδίας τῶν λειψάνων τοῦ Παρθενίου μέ σκοπό νά «δυσωπήσῃ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, ἐάν δέν τούς ἔπεισαν τά πάμπολλα θεολογικά ἐπιχειρήματα παραπάνω, τοὐλάχιστον νά τούς πείση ἡ ἄνωθεν μαρτυρία».
1. «Κάνομεν τέλος τοῦ Κεφαλαίου τούτου καί λέγομεν, ὅτι ἄν ἄλλο δέν παρακινήσῃ τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μας, νά παύσουν ἀπό τό νά ὀνομάζουν ἡμᾶς Κολλυβάδας, κἄν ἄς τούς δυσωπήσῃ ἡ ἄνωθεν μαρτυρία, καί ἡ δόξα καί τιμή, μέ τήν ὁποίαν ἐδόξασεν ὁ Θεός κατά τόν ἐνεστῶτα χρόνον, τούς δύω πρώτους καί ἀρχηγούς τής Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως τῆς ἐν Σαββάτῳ τελούσης τά μνημόσυνα, ἢτοι τόν μακαρίτην παπᾶν Παρθένιον Ζωγράφον, τόν κοινόν Πνευματικόν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, οὗτινος μετά τήν ἀνακομιδήν, ἀνεφάνησαν τά Ἱερά λείψανα εὐωδιάζοντα...».
Ἡ ἑπόμενη χρονικά μαρτυρία ἔρχεται καί πάλι ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο σέ δύο ὑποσημειώσεις τοῦ «Συναξαριστοῦ» του. Ἡ πρώτη βρίσκεται στίς 3 Νοεμβρίου, ὅπου καί ἑορτάζεται ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου Γεωργίου καί ἡ δεύτερη στίς 23 Ἀπριλίου, ὅπου καί ἡ κυρίως ἑορτή του. Ἀφορμή τό «κελλίον» τοῦ παπα-Παρθενίου, τιμώμενο στόν ἅγιο Γεώργιο.
2. «Σημείωσαι, ὅτι ἡ ἐμή ἀδυναμία ἐφιλοπόνησεν εἰς τήν ἀνακομιδήν ταύτην τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Ἀκολουθίαν τελείαν...Ὁμοίως καί ἐγκώμιον ἁπλοϊκῇ φράσει συντεθειμένον... Σώζονται ταῦτα ἐν τῷ ἄνωθεν τῶν Καρεῶν κειμένῳ κελλίῳ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τοῦ ἀοιδίμου παπᾶ Παρθενίου Σκούρτου. (Οὗ τά λείψανα ὁ Θεός ἐτίμησεν εὐωδίᾳ πνευματικῇ)». (Γ΄ Νοεμβρίου)
3. «Εὑρίσκεται καί εἷς Κανὼν πανηγυρικώτατος...ἐν τῷ κελλίῳ τοῦ Ζωγράφου [Παρθενίου], οὗ καί τά ὀστᾶ μετά θάνατον, εὐωδίᾳ πνευματικῇ ὁ Κύριος ἐτίμησεν ὡς καί τά λείψανα τῶν Ἁγίων». (ΚΓ΄ Ἀπριλίου)
Οἱ ἑπόμενες τρεῖς ἀναφορές βρίσκονται στό ἀπολογητικό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου «Δήλωσις τῶν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ταραχῶν ἀληθείας» ὅπου ἀναφέρεται στήν εὐωδία τῶν λειψάνων τῶν Παρθενίου Σκούρτου καί ὁσίου Νήφωνος τοῦ Χίου.
4. «εὑρίσκοντο ὅμως καί πολλοί, οἵτινες ὀρθῶς φρονοῦντες...ἐδέχοντο αὐτούς (τούς διωκόμενους) καί διανέπαυον ἀδελφικῶς. Τοιοῦτος ὑπέρ ἅπαντας ἐφάνη ὁ σεβάσμιος ἐκεῖνος ἀνήρ ὁ παπα-Παρθένιος Ζωγράφος, ὁ ἐπονομαζόμενος Σκοῦρτος, οὗτινος τήν πίστιν καί τόν βίον ἡ ἀδέκαστος τοῦ οὐρανοῦ κρίσις ἐδόξασε δία τῆς ἀρρήτου καί παραδόξου ἐκ τῶν ἱερῶν αὐτοῦ ὀστέων ἐκβλυζούσης εὐωδίας, ἣν καί πολλά καμόντες οἱ τῆς ἀληθείας ἐχθροί, χρῆμα ὑποβολιμαῖον ἀπελέγξαι, οὐκ ἴσχυσαν».
5. «Ὡς γάρ ἠκούσαμεν καί ἐβεβαιώθημεν παρ' ἀξιοπίστων ἀνδρῶν ἐκ τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἐλθόντων, τά ὀστᾶ τοῦ ἐν μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένου παπα-Παρθενίου τοῦ Ζωγράφου εὐωδίαν ἐκπέμπουν ἄρρητον• ὅτι καί τινές τῶν ἐναντίων, τήν κάραν αὐτοῦ λαβόντες, δοκιμασίαν ἐπ' αὐτῆς ἐποίησαν ὡς ἠθέλησαν• καί τότε ὡμολόγησαν, ὅτι ἀληθῶς ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐστίν ἡ ἐκπεμπομένη εὐωδία, καί θεομαχεῖν οὐ δεῖ».
6. «Ἤδη πρό ἡμερῶν ἐμάθομεν καί ἐβεβαιώθημεν, ὅτι ἐν τῇ Σκιάθῳ ἀνακομιδῆς γενομένης τοῦ κοινοβιάρχου καί ὁσιωτάτου παπα-Νήφωνος, τά ὀστᾶ αὐτοῦ ὥφθησαν πηγάζοντα εὐωδίαν ἄρρητον καί ὅτι πρός τῇ εὐωδίᾳ καί ἰάματα παράδοξα ἐτέλεσεν».
Περί τῆς εὐωδίας τῶν «ἱερῶν ὀστέων» τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾶ μᾶς πληροφορεῖ ὁ φίλος καί δεύτερος βιογράφος τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, Ὀνούφριος μοναχός Ἰβηρίτης, στόν «ἐν συνόψει Βίο τοῦ μακαρίτου καί ἀοιδίμου διδασκάλου Νικοδήμου Ἁγιορείτου», σέ ὑποσημείωσή του.
7. «Μετά δέ ἔτη δύο ἐλθὼν ὁ Κορίνθου Μακάριος (τούτου τά ὀστᾶ μετά θάνατον ἐτίμησεν ὁ Θεός εὐωδίᾳ καί θαύμασι πλείστοις), παρέδωκεν αὐτῷ (τῷ Νικοδήμῳ) τήν "Φιλοκαλίαν" εἰς θεωρίαν του».
Οἱ τρεῖς τελευταῖες χρονικά μαρτυρίες προέρχονται ἀπό ἕναν θησαυρό τῆς «Φιλοκαλικῆς Γραμματείας», τόν βίο τοῦ ἱερομονάχου Ἱεροθέου τοῦ Γέροντος, κτήτορος τῆς Ἱ.Μ. Προφήτου Ἠλιοῦ Ὕδρας, καί ἀδελφοῦ τοῦ ἀνακαινιστοῦ τῆς Ἱ.Μ. Λογγοβάρδας Πάρου, Φιλοθέου. Οἱ δύο πρῶτες ἀφοροῦν τόν ζωγράφο Παρθένιο, μιᾶς καί ὁ βιογραφούμενος Ἱερόθεος συνδεόταν μαζί του μέ πνευματικούς δεσμούς. Ἡ τελευταία ἀφορᾶ τόν ἀδελφό τοῦ Ἱεροθέου, ἡγούμενο Φιλόθεο.
8. «Ὁ δέ Ἰωσήφ [Ἱερόθεος] λέγει τους· "ἐγώ, Πατέρες μου, διά τοῦτο ἦλθον εἰς ἐτοῦτον τόν ἅγιον τόπον, νά φροντίσω διά τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς μου, Θεοῦ συνεργοῦντος μοι. Διά τοῦτο, λοιπόν, σᾶς παρακαλῶ νά μέ δείξετέ τινα ἅγιον ἄνθρωπον καί πνευματικόν, διά νά τοῦ φανερώσω τούς λογισμούς μου καί τόν σκοπόν μου, καί ὅ,τι μέ προστάξει, θέλω τό κάμῃ". Λοιπόν, τόν ἐπῆγαν εἰς ἕναν Πνευματικόν πρακτικόν καί τῷ ὄντι ἅγιον ἄνθρωπον, ὀνόματι Παρθένιον, ἐπ’ ὀνόματι δέ Σκοῦρτον (τοῦ ὁποίου τό λείψανον εὐωδίασεν μετά τήν ἀνακομιδήν του)».
9. «Ὁμοίως καί τόν πανοσιώτατον πνευματικόν Παρθένιον , τοῦ ὁποίου τό Λείψανον εὐωδίασεν». (βλ. λίγο παραπάνω γιά τό πλῆρες χωρίο)
10. «Ὁ Γέρων Φιλόθεος, κοσμούμενος μέ τίς ἀρετές τῆς πραότητος, ἀδιαλείπτου προσευχῆς, ἀνεξικακίας, ταπεινοφροσύνης, ἐγκρατείας καί φιλοπονίας, ἐμπέδωσε, διά τοῦ παραδείγματός του, τῶν ὁδηγιῶν καί τῶν ὑποθηκῶν πρός τούς Μοναχούς του, ἀπαρασάλευτη τήν τάξι καί ἀμετακίνητη εἰς τό μέλλον τήν παρακαταθήκη εἰς τήν Ἱερά Μονή, τῆς ὁποίας ἔγινε κτίτωρ καί ἡγούμενος... ἐκοιμήθη τό 1860, εἰς ἡλικίαν 84 ἐτῶν. Κατά τήν ἀνακομιδη τῶν λειψάνων του, ἄρρητος ἐκ τῶν ὀστῶν αὐτοῦ εὐωδία πᾶσαν τήν Μονήν ἐπλήρωσε, κατά τό τελεσθέν Μνημόσυνον». (Πρόλογος)
***
Στόν βίο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, συγγραφέντα ὑπό τοῦ παραδελφοῦ του ἱερομ. Εὐθυμίου Σταυρουδᾶ, σώζεται ἓνα καταπληκτικό στιγμιότυπο πού δείχνει τήν μεγάλη εὐλάβεια πού εἶχε ὁ Ἅγιος στά ἱερά λείψανα τῶν πνευματικῶν του πατέρων, ἀλλά καί τήν βεβαιότητά του ὅτι οἱ «Ἅγιοι Πατέρες του» ἔχουν βρῆ παρρησία καί μεσιτεύουν πρός τόν Θεό.
«Καί ἔλεγεν (ὁ Ἃγιος) εἰς τούς ἀδελφούς: "Νά μέ συγχωρήσητε, πατέρες μου. Ἀπόκαμεν ὁ νοῦς μου καί δέν δύναται νά βαστάξῃ τήν Εὐχήν καί διά τοῦτο τήν ἐκφωνῶ. Καί ἡ ζωή μου τέλος ἔχει, ἀλλά ὁ ἅγιος Θεός νά πληρώσῃ τόν κόπον τῆς ἀγάπης σας, ὁπού κάνετε εἰς ἐμένα τόν ἁμαρτωλόν. Καί, παρακαλῶ σας, φέρετέ μου τά Λείψανα τῶν Ἁγίων μου Πατέρων, Ἁγίου Μακαρίου Κορίνθου καί Παρθενίου, Ἁγίου Πνευματικοῦ Πατρός μας". Καί ἀγκαλισάμενος αὐτά κατεφίλει δακρυρροῶν καί λέγοντας: "Διατί, Ἅγιοι Πατέρες, μέ ἀφήκατε ὀρφανόν; Ἐσεῖς ἤλθετε αὐτοῦ καί ἀναπαύεσθε διά τάς ἀρετάς ὁπού ἐκατωρθώσατε εἰς τήν γῆν καί κατατρυφᾶτε τήν δόξαν τοῦ Κυρίου μας, καί ἐγὼ πάσχω ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν μου. Διό παρακαλῶ σας, Πατέρες μου, ἱκετεύσατε τόν Κύριόν μας νά μέ ἐλεήσῃ καί ἐμένα καί νά μέ ἀξιώσῃ αὐτοῦ, αὐτοῦ ὁπού εἶσθε καί ἐσεῖς».
***
Εἶναι γνωστόν ὅτι ὁ «ρακενδύτης» τῆς ἐρημικῆς Καψάλας, ἅγιος Νικόδημος, ἔτρεφε βαθύ σεβασμό πρός τόν μεγάλο ἡσυχαστή τῶν ρουμανικῶν μονῶν, ὅσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι. Ὁ ἅγιος Νικόδημος σέ μία ἐπιστολή του πρός ἀταύτιστο μέχρι στιγμῆς παραλήπτη, (ἔχει ὑποστηριχθῆ ὅτι εἶναι πρός τόν μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν Κωστάκε, ὅμως κάτι τέτοιο δέν ἀποδεικνύεται ἀπό ἐσωτερικά στοιχεῖα καί μᾶλλον εἶναι ἀπίθανον), ἀναφέρεται σέ κάποιες δυσκολίες ἑνός μαθητοῦ τοῦ ὁσίου Παϊσίου, τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς Σιμωνόπετρας ἱερομονάχου Ὑακίνθου, «οἷα φερωνύμως ὑάκινθος εὐωδιάζων». Γράφει μέ θαυμασμό ὁ ἅγιος Νικόδημος περί τοῦ ὁσίου Παϊσίου καί τῶν μαθητῶν του:
«Ἒχω ἰδιαιτέραν σχέσιν πρός τούς ἀπό Βλαχίας ἀδελφούς μοναχούς, ὁρῶν αὐτούς σημεῖα πολλά ἔχοντας πρέποντα μοναχοῖς, καί μυρωδίαν, ᾗ λέγεται, σώζοντας καλογερικήν, ἣν ἀνεμάξαντο ἐκ τοῦ νέου φωτιστοῦ τῆς Βλαχίας, τοῦ γεγονότος εὐωδία Χριστοῦ κατά Παῦλον, Παϊσίου ἐκείνου φημί τοῦ πάνυ, ᾧ γέρας ἐδόθησαν, οἶμαι, οἱ ὀρεκτοί κόλποι τοῦ Ἀβραάμ». (Θεολόγου ἱερομ. Σιμωνοπετρίτου, Ὁ ἅγιος Παΐσιος καί οἱ μαθητές του στό Ἅγιον Ὄρος καί στή Σιμωνόπετρα)
Ὅμως ἐν τέλει καί ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Νικόδημος «γέγονεν εὐωδία Χριστοῦ», ὄχι μόνον ὡς «διδάξας», ἁλλά καί «ποιήσας» (πρβλ. Μτθ. ε΄, 19) σύμφωνα μέ μία μαρτυρία πού βρίσκουμε σέ δύο ρωσικές πηγές.
Πρόκειται γιά τήν μαρτυρία τοῦ Ἁγιορείτου μοναχοῦ Παρθενίου (†1878), ρωσικῆς καταγωγῆς, ἀπό τό τετράτομο ἔργο του «Ὁδοιπορικό στίς χῶρες τῆς Ρωσίας, Μολδαβίας, Τουρκίας καί τῶν Ἁγίων Τόπων». Ἡ μαρτυρία αὐτή χρησιμοποιεῖται καί ἀπό τόν Ρῶσο βιογράφο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἱερομόναχο τῆς μονῆς Ὄπτινα, Κλήμη Ζέντεργολμ (†1878), γράφει:
11. «Εἶχεν ἄλλως τε ἐν ἑαυτῷ [ὁ ἅγιος Νικόδημος] τήν ἄνωθεν δοθεῖσαν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τό δῶρον τῆς διακρίσεως, ὡς δεικνύει σαφῶς ἡ κάρα του, ἡ βλύζουσα εὐωδίαν».
Ἀξιοσημείωτο εἶναι καί τό ἑξῆς• Ὁ ἱερομ. Κλήμης Ζέντεργολμ (ἢ Σεντερχόλμ) ἦταν πνευματικό τέκνο τοῦ μεγάλου στάρετς τῆς Ὄπτινα ὁσίου Μακαρίου, ὑποτακτικός τοῦ ὁσίου Ἀμβροσίου καί ἕνας ἐκ τῶν συμμετεχόντων στήν πλούσια «φιλοκαλική», τυπογραφική καί ἐκδοτική δράση τῆς μονῆς, συνέχειας τοῦ ἱεροῦ πόθου τοῦ ὁσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι. Ἔτσι βλέπουμε ἕναν πνευματικό ἀπόγονο νά ἐγκωμιάζη τόν ἐγκωμιαστή τοῦ πνευματικοῦ προγόνου του.
***
Κατά τήν χαρακτηριστική φράση τοῦ π. Δημητρίου Στανιλοάε «ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά λειτουργῆ "ὡς ἐργαστήριο ἀναστάσεως". Τά λείψανα τῶν ἁγίων φανερώνουν αὐτήν τήν πραγματικότητα. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεραπευτήριο, ἀλλά καί ἐργαστήριο ἀναστάσεως, ἐργαστήριο λειψάνων», (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Τό πρόσωπο στήν ὀρθόδοξη παράδοση), καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος φθάνει σέ αὐτήν τήν κατάσταση εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἡσυχαστική παράδοση, ἡ ζωή τήν ὁποία δίδασκε στά συγγράμματά του ὁ ἅγιος Νικόδημος καί ἡ ζωή τήν ὁποία ζοῦσαν ὅλοι οἱ παραπάνω ἀναφερόμενοι Ὅσιοι. Ἄλλωστε «ὁ ἡσυχασμός δέν εἶναι κάτι μεταγενέστερο πού ἀναπτύχθηκε ἀπό τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο καί τούς Πατέρες τοῦ 13ου καί 14ου αἰῶνος, ἀλλά ἡ αὐθεντική παράδοση τῶν ἁγίων, διά τοῦ ὁποίου συμμετέχουμε, ἀξίως, στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας». (Μητρ. Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἐμπειρική Δογματική τ. Β΄)
***
Τέλος, γιά τούς «φιλονικόδημους», θά παραθέσουμε ἕνα ὅχι πολύ γνωστό -ἀλλά ἄκρως χαρακτηριστικό- ἀπόσπασμα βγαλμένο ἀπό τήν ἱερά πένα τοῦ μεγάλου ἡσυχαστοῦ, ἁγίου Νικοδήμου. Πρόκειται γιά μία «διαπλάτυνση» στό συναξάριο τοῦ ὁσίου Θεοφίλου τοῦ Μυροβλύτου (†1548), «συγγραφέν τό πρῶτον», ὑπό Σεραφείμ τοῦ Θυηπόλου, διαπλατυσθέν δέ ὑπό τοῦ Ἁγίου, γράφει:
«Ὅθεν καί μετά θάνατον ραγισθέντος τοῦ σκεύους τοῦ σώματός του [τοῦ ὁσίου Θεοφίλου] ἐπλημμύρισε καί ἐξεχύθη εἰς τά ἔξω τό κεκρυμμένον ἔσωθεν μύρον καί ἡ τούτου ἄρρητος εὐωδία• τήν ὁποίαν αἰσθομένη νοητῶς σήμερον ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία λέγει πρός τόν Ὅσιον τά λόγια ὁπού εἶπεν ὁ Ἰσαάκ πατριάρχης πρός τόν Ἰακώβ: "ὀσμή τοῦ υἱοῦ μου ὡς ὀσμή ἀγροῦ πλήρους, ὅν εὐλόγησε Κύριος" (Γενέσ. κζ΄, 27)• καί ἐκεῖνο τό τοῦ Ἄσματος: "ὀσμή ἱματίων σου ὡς ὀσμή Λιβάνου... ἀποστολαί σου παράδεισος ῥοῶν μετά καρποῦ ἀκροδρύων, κύπροι μετά νάρδων, νάρδος καί κρόκος, κάλαμος καί κινάμμωμον μετά πάντων ξύλων τοῦ Λιβάνου" (ᾎσμα δ΄, 11)».
*
Οἱ «Φιλοκαλικοί Πατέρες», «μέ τήν παρακίνησιν καί διδασκαλίαν τους ἀπέδειξαν πολλούς μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ», τούς ἀποκαλούμενους «Νεομάρτυρας», τῶν ὁποίων τά λείψανα εὐωδίασαν καί θαυματούργησαν. Ἒτσι καί αὐτοί, οἱ «μάρτυρες τῆς συνειδήσεως» ἁγιάσθηκαν καί δοξάσθηκαν ἀπό τόν Θεό. Ἒγιναν «εὐωδία Χριστοῦ» καί μαζί μέ τούς μαθητές τους «Νεομάρτυρες» φτιάχνουν ἕναν «ἀγρό πλήρη ὀσμῆς» καί μία «ὀσμή ἀγροῦ πλήρους».-
δ.π.
- Προβολές: 3077