Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Ζώσιμος Ἐπίσκοπος Συρακουσῶν, 21 Ἰανουαρίου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ὁ ἅγιος Ζώσιμος καταγόταν ἀπό τήν Σικελία. Τό πότε ἀκριβῶς ἔζησε δέν ἀναγράφεται στά Συναξάρια. Αὐτό πού γνωρίζουμε εἶναι ὅτι οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς καί τόν ἀνέθρεψαν «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου». Καί ἀκόμη, ὅτι εἶχαν ἕνα κτῆμα κοντά σέ μιά Ἱερά Μονή πού ὀνομαζόταν τῆς ἁγίας Λουκίας καί τόν ὁδηγοῦσαν ἀπό μικρό στήν Μονή αὐτήν, καί ἔτσι ὁ μικρός Ζώσιμος εἶχε τήν εὐλογία νά συναναστρέφεται μέ τούς μοναχούς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τόν τρόπο ζωῆς πού τοῦ ἐνέπνευσαν, εἶχαν ὀρθή πίστη καί ἦταν εὐλαβεῖς καί φιλακόλουθοι μοναχοί. Ὁ ἡγούμενος φρόντισε οὕτως ὥστε ὁ Ζώσιμος νά μάθη γράμματα καί κυρίως τά θεολογικά γράμματα, ὅπως καί ἔγινε. Κατόπιν ἐκάρη μοναχός σέ αὐτήν τήν Ἱερά Μονή καί μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἡγουμένου της ἐξελέγη Ἡγούμενος. Ἀργότερα, ὅταν ἐκοιμήθη ὁ Ἐπίσκοπος Συρακουσῶν, ὁ Θεός διά τῆς Ἐκκλησίας τόν ἀνέδειξε Ἐπίσκοπο Συρακουσῶν. Ἀγάπησε θυσιαστικά τά λογικά πρόβατα τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ καί ἀναλώθηκε στήν διαποίμανσή τους.

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ ἡλικία 50 ἐτῶν.

Ὁ βίος του καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Πρῶτον. Τό ἦθος ἑνός ἀνθρώπου καί ὁ τρόπος τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας του διαμορφώνονται κατ’ ἀρχάς στόν οἰκογενειακό του χῶρο, ἀλλά στήν συνέχεια ἐπηρεάζεται ὁ ἄνθρωπος καί ἀπό τό σχολικό καί τό κοινωνικό του περιβάλλον, καθώς καί ἀπό τήν συναναστροφή του μέ ὅλους ἐκείνους μέ τούς ὁποίους ἔρχεται σέ ἐπικοινωνία ἀπό τήν παιδική του ἡλικία. Καί ὅταν ἕνα παιδί ἀναπτύσσεται καί μεγαλώνη σέ περιβάλλον στό ὁποῖο βιώνεται ἡ πίστη, ἐκδηλώνεται ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη καί ὑπάρχουν ὑγιῆ πρότυπα, τότε εἶναι ἑπόμενο νά ἐπηρεασθῆ θετικά στήν ζωή του καί νά γεμίση ἀπό ἀγάπη. Καί στήν πορεία τῆς ζωῆς του προσφέρει ἁπλόχερα αὐτήν τήν ἀγάπη. Ἀντίθετα, ὅταν ἕνα παιδί ἀναπτύσσεται καί μεγαλώνη σέ περιβάλλον μέ πολλά καί ποικίλα προβλήματα, στό ὁποῖο ἀπουσιάζει ἡ πίστη στόν Θεό, ἡ ἀγάπη στόν συνάνθρωπο, ἤ ἀκόμη κυριαρχεῖ ἡ βία καί ἡ ἀδιαφορία γιά τήν πρόοδο καί τήν προκοπή του, τότε αὐτό θά ἔχη ὡς ἀποτέλεσμα τό παιδί αὐτό νά ἔχη ἀδιαφορία γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους ἤ ἀκόμη καί μίσος, τό ὁποῖο μπορεῖ, ἴσως, νά φθάση καί μέχρι τόν φόνο. Καί ὑπάρχουν, δυστυχῶς, πολλά παραδείγματα.

Μέ ἄλλα λόγια, οἱ γονεῖς πού εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀγωνίζονται νά ἔχουν «βεβαίαν πίστιν», ἤτοι νά ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀποτελοῦν τά πρῶτα ὑγιῆ πρότυπα ζωῆς γιά τά παιδιά τους. Καί ὅταν στήν συνέχεια φροντίζουν νά τά συνδέσουν μέ ἀνθρώπους πού ἔχουν ὀρθόδοξο φρόνημα καί ἀγωνίζονται νά ζοῦν ὅπως θέλει ὁ Θεός, στίς ὀρθόδοξες Ἐνορίες ἤ στά ὀρθόδοξα Μοναστήρια, τότε ἀπό τούς ἀνθρώπους αὐτούς τά παιδιά γεύονται τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, ἡ ὁποία, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ἔχει μέσα της ἀρχοντιά καί φιλότιμο. Καί, ὅπως εἶναι φυσικό, στήν συνέχεια καί αὐτά μέ τήν σειρά τους θά προσφέρουν αὐτήν τήν ἀγάπη στούς συνανθρώπους τους καί γενικότερα στήν κοινωνία. Ἄλλωστε, ὅ,τι δέχεται κανείς στήν ζωή του αὐτό καί προσφέρει, εἴτε τήν φροντίδα, τήν καλοσύνη καί τήν ἀγάπη, εἴτε τήν ἀπόρριψη, τήν ἀδιαφορία καί τό μίσος.

Ὅμως, γιά νά βοηθηθῆ κανείς στήν ζωή του ἀπό αὐτούς πού ἐνδιαφέρονται γι’ αὐτόν καί θέλουν πραγματικά νά τόν βοηθήσουν, πρέπει καί ὁ ἴδιος νά τό θέλη, ἐπειδή ἔχει ἐλευθερία. Διαφορετικά, ἄν δέν τό θέλη, τότε δέν μπορεῖ νά βοηθηθῆ οὔτε ἀπό τόν Θεό οὔτε ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἐπειδή, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ὁ Ἁγιορείτης, «δέν εἶναι πάντοτε δυνατόν νά βοηθᾶ κανείς τούς ἀνθρώπους, ἐξαιτίας τῆς συμπεριφορᾶς ἐκείνων πού θά θέλαμε νά βοηθήσουμε», οἱ ὁποῖοι δέν ἐπιθυμοῦν καμμιά ἀνάμειξη στήν ζωή τους καί «ἀρνοῦνται τήν ἄνωθεν δωρεάν». Ὅμως, οἱ καλοπροαίρετοι, πάντοτε ὡφελοῦνται ἀπό τήν συναναστροφή τους μέ ἁγίους ἀνθρώπους, καί γι’ αὐτό προοδεύουν στήν ζωή τους, ἐκκλησιαστικά, πνευματικά, οἰκογενειακά, κοινωνικά.

Δεύτερον. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα προβλήματα τῆς ἐποχῆς μας, ἴσως καί τό μεγαλύτερο, εἶναι τό οἰκονομικό πρόβλημα. Ἀσφαλῶς, δέν ἀμφισβητεῖ κανείς ὅτι καί στίς ἡμέρες μας ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀντιμετωπίζουν σοβαρές ἐλλείψεις σέ χρήματα καί ὑλικά ἀγαθά. Ὅμως δέν μπορεῖ νά παραβλέψη καί τό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν καί ἄλλοι πού ἔχουν λύσει τό οἰκονομικό τους πρόβλημα καί ὅμως δέν εἶναι εὐχαριστημένοι καί ἱκανοποιημένοι ἀπό τήν ζωή τους, μέ ἀποτέλεσμα νά ὁδηγοῦνται σέ ἀντικοινωνικές πράξεις ἤ ἀκόμα καί στήν αὐτοκτονία. Καί αὐτό συμβαίνει, ἐπειδή ἔχουν ἐσωτερικό κενό καί αἰσθάνονται ὅτι ἡ ζωή τους δέν ἔχει κανένα νόημα. Ἑπομένως, αὐτό πού, κυρίως, λείπει στίς ἡμέρες μας ἀπό τούς ἀνθρώπους, καί ἰδιαίτερα ἀπό τούς νέους, εἶναι ἡ ἐσωτερική πληρότητα καί τό νόημα γιά τήν ζωή. Καί ὅταν αἰσθάνεται κανείς ὅτι ἡ ζωή του δέν ἔχει κανένα νόημα, τότε ὁδηγεῖται σέ ἀντικοινωνικές συμπεριφορές, μέ ἀποτέλεσμα νά ταλαιπωρῆται ὁ ἴδιος, ἡ οἰκογένειά του, ἀλλά καί τό κοινωνικό του περιβάλλον.

Ἡ εὕρεση τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς, ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ὁ Ἁγιορείτης, δέν εἶναι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι ἕνα σημαντικό πρόβλημα, τοῦ ὁποίου ἡ λύση φυγαδεύει τήν σύγχυση καί τήν ταραχή ἀπό τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί πρυτανεύει σέ αὐτήν τήν εἰρήνη. Γράφει: «Ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα προβλήματα εἶναι νά ἀνακαλύψει κανείς τό αὐθεντικό νόημα τῆς ἐμφάνισής μας σέ αὐτόν τόν κόσμο. Μέ τήν ἀνακάλυψη αὐτή, ἤ καλύτερα τήν ἀποκάλυψη, ἀποκτᾶται ἡ ἐσωτερική εἰρήνη πού δέν κλονίζεται ἀπό ὁποιαδήποτε ἀδημονία τῆς καθημερινότητάς μας». Καί στήν συνέχεια λέγει ὅτι «τό βασανιστικότερο ἀπό ὅλα εἶναι ἡ ἀπώλεια τοῦ νοήματος, ὅταν τό ταραγμένο πνεῦμα μας δέν βλέπει τίποτε ἄλλο παρά τό παράλογο πού συντρίβει τήν ὕπαρξή μας. Αὐτό τό φοβερό παράλογο γεννᾶ μέσα μας ἀσυγκράτητη διαμαρτυρία καί τήν ἐπιθυμία νά καταστρέψουμε τά πάντα».

Ἔτσι ἐξηγοῦνται καί οἱ ἐπιθετικές πράξεις ἐναντίον τῶν ἄλλων, δυστυχῶς δέ καί ἐναντίον ἀθώων παιδιῶν, ὅπως, ἐπίσης, οἱ βανδαλισμοί καί οἱ καταστροφές ξένης περιουσίας ἀπό νέους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι θά ἔπρεπε νά πρωτοστατοῦν σέ ἔργα δημιουργίας, πού προάγουν τήν ἐπιστήμη, τήν οἰκονομία καί τόν πολιτισμό, καί ὄχι σέ ἔργα καταστροφῆς.

Ἡ Ἐκκλησία προσφέρει ἐσωτερική πληρότητα καί νόημα ζωῆς. Ἀρκεῖ νά θέλη κανείς νά ζήση σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά δεχθῆ αὐτήν τήν «ἀποκάλυψη», διά τῆς ὁποίας «ἀποκτᾶται ἡ ἐσωτερική εἰρήνη, πού δέν κλονίζεται ἀπό ὁποιανδήποτε ἀδημονία τῆς καθημερινότητάς μας».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 737