Γράφτηκε στις .

Κύριο ἄρθρο: Παράλληλες Ἐποχὲς

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς πού ἔζησε σέ κρίσιμη ἱστορική περίοδο (1296-1359), δίνει τήν ἀφορμή νά σκεφθοῦμε ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ εἶναι ἀρκετά ἐπίκαιρη, ἀφοῦ ὁ 14ος αἰώνας ἔχει πολλές ὁμοιότητες μέ τήν ἐποχή μας. Φυσικά, ἡ διδασκαλία του δέν εἶναι δική του ἐφεύρεση, ἀφοῦ τήν ταραχώδη ἐκείνη ἐποχή ἐξέφρασε τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

* * *

Ἀκριβῶς ἐκείνη τήν ἐποχή ἐμφανίσθηκαν τρεῖς φοβεροί ἐχθροί, οἱ ὁποῖοι ἐποφθαλμιοῦσαν τά ἐδάφη τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἐπεδίωκαν δέ καί τήν ἀλλοίωση τῆς πολιτιστικῆς της ζωῆς.

Ὁ πρῶτος κίνδυνος προερχόταν ἀπό τόν σχολαστικισμό τῆς Δύσεως, πού συνδεόταν ἀναπόσπαστα μέ τόν ἠθικισμό, ὅπως ἐκφραζόταν ἀπό τόν φιλόσοφο Βαρλαάμ. Προσπάθησαν μερικοί νά παρουσιάσουν τόν Βαρλαάμ ὡσάν ἕναν ἑλληνίζοντα Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας ἤ ἀκόμη ὑπέρμαχο τοῦ νομιναλισμοῦ, ὅπως τόν ἐξέφραζε ὁ Γουΐλιαμ Ὄκκαμ. Ὅπως ἀπέδειξε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ὁ Βαρλαάμ ἦταν Πλατωνιστής φιλόσοφος καί βρισκόταν σέ ἀντίθεση μέ τήν ὅλη Ὀρθόδοξη Παράδοση. Πράγματι, ἡ θεολογία τοῦ ἦταν ἰδεαλιστική καί δυϊστική, ἀφοῦ ξεχώριζε τήν ψυχή ἀπό τό σῶμα, ὑποτιμοῦσε τό δεύτερο καί ἐκινεῖτο στά πλαίσια τῆς κλασσικῆς μεταφυσικῆς.

Ὁ δεύτερος κίνδυνος προερχόταν ἀπό τούς Ὀθωμανούς. Τά τέλη τοῦ 13ου αἰῶνος μιά ὀρδή τῶν Σελτζούκων Τούρκων, πού ὀνομαζόταν Ghuzz, ἀπέκτησε ὡς ἀρχηγό κάποιον Ὀσμᾶν (Ὀθμᾶν), ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ ἱδρυτής τῆς δυναστείας τῶν Ὀθωμανῶν, στούς ὁποίους ἔδωσε τό ὄνομά του καί ἄρχισε νά καταλαμβάνη τίς ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Κατά τήν ἐποχή τοῦ ἄγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ καί συγκεκριμένα τό 1354 μ.Χ., γιά πρώτη φορά οἱ Ὀθωμανοί εἰσῆλθαν στήν Θράκη, καταλαμβάνοντας τήν Καλλίπολη. Τότε συλλαμβάνεται καί ὁ ἴδιος καί παρέμεινε περίπου ἕνα χρόνο αἰχμάλωτος. Κατά τήν διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ ἔκανε διάλογο τόσο μέ τόν Ἰσμαήλ, ἐγγονό τοῦ Ὀρχᾶν, στήν Προύσσα, ὅσο καί μέ τούς Χιόνας, μιά συγκρητιστική ὁμάδα, πού παρουσιάσθηκαν ὡς οἱ θεολόγοι τῶν Τούρκων. Ἐπίσης, ἔκανε διάλογο καί μέ ἕναν Τασιμάνη, ὑπεύθυνο γιά τήν ταφή τῶν νεκρῶν. Οἱ διάλογοι αὐτοί εἶναι ἀρκετά ἐνδιαφέροντες.

Ὁ τρίτος κίνδυνος προερχόταν ἀπό τούς Σλάβους καί συγκεκριμένα ἀπό τόν Στέφανο Δουσάν, ὁ ὁποῖος εἶχε καταλάβει ὁλόκληρη τήν Μακεδονία, ἐκτός ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, τήν Ἤπειρο, Θεσσαλία, καί μέρος τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος. Μάλιστα, τό Πάσχα τοῦ 1346 στήν Πρωτεύουσά του, τά Σκόπια, συνεκάλεσε μεγάλη Σύνοδο, ἡ ὁποία ἐξέλεξε Πατριάρχη τῶν Σέρβων καί ἀνεκήρυξε τόν Στέφανο Βασιλέα Σέρβων καί Ρωμαίων. Βέβαια, γιά νά εἴμαστε ἀκριβεῖς θά λέγαμε ὅτι ὁ Στέφανος Δουσάν τότε ἐπεδίωκε τήν κατάληψη τοῦ θρόνου τῆς Κωνσταντινούπολης, γιά νά εἶναι διάδοχός των Ρωμαίων Αὐτοκρατόρων. Ἐπρόκειτο γιά στάση μέσα στούς κόλπους τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

Ἡ ὕπαρξη τῶν τριῶν αὐτῶν παραγόντων συνοδευόταν καί ἀπό παράλληλα πολιτιστικά καί θρησκευτικά ρεύματα. Κυρίως ἐπικρατοῦσε ἕνας ἠθικισμός ἀποξενωμένος ἀπό τά ὑπαρξιακά προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου, μιά εὐδαιμονία καί ἕνας ἀνατολικός μυστικισμός. Ἄν προσθέση κανείς καί τήν ἀναβίωση τῆς αἱρέσεως τῶν Μασσαλιανῶν, τούς ὁποίους συνάντησε ὁ ἄγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στό Παπίκιο Ὅρος, πού συνδέονται μέ τούς Βογομίλους, τότε ἀντιλαμβάνεται τά προβλήματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

* * *

Σέ ὅλους αὐτούς τούς κινδύνους ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀντέταξε μιά ρωμαλέα θεολογία. Ἔκανε διάκριση μεταξύ οὐσίας καί ἐνεργειῶν στόν Θεό, ἀποφεύγοντας τόσο τόν ἀγνωστικισμό, ὅσο καί τόν πανθεϊσμό, δίδαξε τήν ἕνωση κτιστοῦ καί ἀκτίστου στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀρνήθηκε τήν μεταφυσική, ὑπογράμμισε σοβαρά ἀνθρωπολογικά ζητήματα, ὅπως τήν σχέση μεταξύ ψυχῆς καί σώματος, καί τήν διάκριση τοῦ νοῦ ἀπό τόν λόγο, τήν σύνδεση μεταξύ μυστηρίων καί ἀσκήσεως, ἀντικατέστησε τόν εὐδαιμονισμό ἀπό τήν ὀρθόδοξη ἄσκηση. Ἐπίσης, ἡ κοινωνική του διδασκαλία ἦταν περίφημη, ἀφοῦ ἄλλωστε ἔζησε σέ μιά ταραχώδη ἐποχή, ὅπου ἐπικρατοῦσε ἐκτός των ἄλλων καί μεγάλη κοινωνική ἀδικία. Πέρα ἀπό αὐτά ὁ ἄγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς παραδοσιακός Ρωμηός ἀρνήθηκε νά συμπράξη μέ τούς ἐχθρούς της Ρωμηοσύνης καί παρουσίασε ὅλη τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως.

Ἔτσι καί ὁ ἴδιος συνετέλεσε στήν θωράκιση τοῦ Γένους μας, ἀλλά καί στήν ἄνθηση πού παρατηρήθηκε τόν 14ο αἰώνα. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ διάσημος βυζαντινολόγος Στῆβεν Ράνσιμαν γράφει ὅτι “οἱ ἡμέρες τῶν Παλαιολόγων, ὅταν τό Βυζάντιο ἀργά, ἀλλά ἀναπόφευκτα πέθαινε, ἦταν, σέ ἀντίθεση μέ τήν γενική παρακμή, ἡ λαμπροτέρα περίοδος τῆς βυζαντινῆς παιδείας”.

Ἄν προσθέση κανείς ὅτι μαθητές τοῦ ἄγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ μετέφεραν τήν δυναμικότητα τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως στούς Σλαύους, τότε μπορεῖ νά ἐκτιμήση ἀκόμη περισσότερο τήν προσφορά του, τήν ὁποία δέν μποροῦμε νά ἀποκαλέσουμε ὑποτιμητικά καί σκωπτικά ὀμφαλοσκοπία ἤ ὀμφαλοψυχία. Τουλάχιστον συνιστᾶ ἄγνοια πού ἐκθέτει.

* * *

Ἡ διδασκαλία τοῦ ἄγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ εἶναι ἐπίκαιρη καί χρειάζεται νά μελετηθῆ ἀκόμη περισσότερο. Ἤδη ἔχουν συμπληρωθῆ 700 χρόνια ἀπό τήν γέννησή του καί πρέπει νά μελετηθῆ, μέσα σέ ὀρθόδοξες καί πατερικές προοπτικές, ἡ προσωπικότητά του καί νά παρουσιασθῆ τό μεγαλόπνοο ἔργο του. Πολύ περισσότερο ἀφοῦ οἱ δυτικοί συγκροτοῦν ἐπιστημονικές ὁμάδες, διοργανώνουν συνέδρια, δημιουργοῦν σχολές, γιά νά μειώσουν καί νά ὑποτιμήσουν τήν διδασκαλία καί τήν προσωπικότητά του καί βέβαια στήν οὐσία προσπαθοῦν νά κτυπήσουν τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση.

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ