Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἡ περί προσώπου διδασκαλία κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμά (Α')

Εἰσήγηση τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου στό διεθνές συνέδριο πού ὀργάνωσαν ἡ Ἱερὰ Μονή Βατοπεδίου καί οἱ Φίλοι Ἁγίου Ὅρους στήν Ἀθήνα μέ θέμα:

“Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στήν Ἱστορία καί στό Παρόν”


Ἡ εἰσήγηση πού θά ἀναγνωσθῆ εἶναι ἁπλῶς μία μικρή περίληψη ἑνός μεγάλου κειμένου πού ἐγράφη γι’ αὐτό τό σοβαρό θέμα. Ἡ περίληψη ἔγινε γιά νά ἐνταχθῆ στόν χρόνο τοῦ εἰκοσαλέπτου, ἐνῶ ὁλόκληρό το κείμενο θά δημοσιευθῆ στόν εἰδικό τόμο.

Ἔχουν διατυπωθῆ πολλές ἀπόψεις γύρω ἀπό τήν ἔννοια τοῦ προσώπου, οἱ ὁποῖες εἶναι σέ μερικά σημεῖα καί ἀντίθετες μεταξύ τους, ὥστε εἶναι ἐνδεχόμενο, ἀναλύοντας τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ γιά τό πρόσωπο, νά τήν παρερμηνεύσουμε. Ὅμως, τά ὅσα θά λεχθοῦν τόσο εἰσαγωγικά γιά τήν περίοδο πού προηγήθηκε τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, σχετικά μέ τό θέμα πού μᾶς ἀπασχολεῖ, ὅσο καί γιά τίς προϋποθέσεις ἑρμηνείας τῶν θεολογικῶν ὅρων καί εἰδικά του ὄρου ὑποσταση–πρόσωπο, ἀπό τόν μεγάλο αὐτόν θεόπτη καί ἁγιορείτη ἅγιο, θά ὁριοθετήσουν αὐτήν τήν διδασκαλία καί θά τήν ἐκθέσουν, κατά τό δυνατόν ἀκριβέστερα, πάνω σε αὐτό τό κρίσιμο θέμα.

1. Ἡ πρό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ διδασκαλία περί προσώπου

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑπῆρξε ἕνας συνθετικός θεολόγος, ἀπό τήν ἄποψη ὅτι γνώριζε ὅλη τήν θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί στήν συνέχεια τήν προσήρμοζε στίς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς του. Πάντοτε οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἔκαναν μία συνθετική καί παραγωγική θεολογία. Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἔχοντας προσωπική πείρα τοῦ Θεοῦ, ἀντιμετώπισαν τά θεολογικά ρεύματα τῆς ἐποχῆς τούς μέσα ἀπό τήν ἐμπειρία τους, πού ἦταν, στήν πραγματικότητα, ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, χρησιμοποίησαν ἀκόμη καί τήν ὁρολογία τῶν αἱρετικῶν της ἐποχῆς τους, δίδοντας ὅμως σέ αὐτήν διαφορετικό περιεχόμενο καί διαφορετική ἔννοια.

Γιά τούς ἀρχαίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας δέν ὑπῆρχε λόγος νά χρησιμοποιοῦν ἀριστοτελική ὁρολογία, γι’ αὐτό ὁμιλοῦσαν καί ἔγραφαν, σύμφωνα μέ τήν ὁρολογία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, πίστευαν στόν ἄσαρκο Λόγο, στόν Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελο, ὁ ὁποῖος, κατά τίς προφητεῖες τῶν Προφητῶν, σαρκώθηκε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς ἀειπαρθένου, γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ Γιαχβέ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔλαβε σάρκα, εἰσῆλθε στήν ἱστορία ὡς Θεάνθρωπος, καί ἔγινε Χριστός. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ζοῦσαν αὐτό τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ μέσα στήν μυστηριακή καί ἀσκητική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὁπότε δέν ὑπῆρχε πρόβλημα νά ἀσχοληθοῦν μέ τίς ἔννοιες οὐσία, φύση, πρόσωπο, ὑπόσταση, ἐνυπόστατο, συμβεβηκός κ.λ.π.

Ὅμως, ἀπό τήν ἀρχαία ἀκόμη Ἐκκλησία ἐνεφανίσθησαν διάφοροι φιλοσοφοῦντες θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσαν νά κατανοήσουν λογικά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἑνώνονται τά πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, νά διατυπώσουν το πῶς λειτουργοῦν οἱ σχέσεις μεταξύ τους, καί ποιά σχέση ἔχει ὁ Τριαδικός Θεός μέ τό κακό πού ὑπάρχει στόν κόσμο. Μέσα στά πλαίσια αὐτά ὁμίλησαν γιά ἀνώτερο θεό, πού κατοικεῖ στόν οὐρανό, καί γιά κατώτερο θεό, ὁ ὁποῖος δημιούργησε τόν κόσμο. Ἀντιμετωπίζοντας αὐτές τίς ἀπόψεις ἄλλοι φιλοσοφοῦντες θεολόγοι ἀντέταξαν τίς διάφορες μορφές μοναρχιανισμού (Παῦλος Σαμοσατεύς, Σαβέλλιος), εἰσάγοντας ἔτσι τήν ὁρολογία οὐσία–φυση, προσωπο–υπόσταση[ 1 ]. Τά πράγματα ὅμως περιπλέκονταν ἀκόμη περισσότερο, γιατί ἡ χρησιμοποίηση τῶν ὅρων αὐτῶν γιά τήν ἔκφραση τοῦ μυστηρίου περί τῆς Ἁγίας Τριάδος προϋπέθετε προσωπική ἐμπειρία τῆς θέας τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Λόγου, γιατί διαφορετικά εἶναι δυνατόν νά ἀλλοιωθῆ ἡ τριαδολογική διδασκαλία. Ἔτσι, μέ τήν ἔννοια τοῦ προσώπου οὐσιαστικά ἐννοοῦσαν τό προσωπεῖο, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ ὁ ἕνας καί μοναδικός θεός γιά νά ἐμφανισθῆ σέ διάφορες ἱστορικές φάσεις (Σαβέλλιος). Ἀκριβῶς τότε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἔχοντας βιώσει τήν ἀποκαλυπτική θεολογία, πέρασαν δημιουργικά τήν ἐμπειρία αὐτή μέσα ἀπό τήν ὁρολογία τῶν φιλοσοφούντων θεολόγων τῆς ἐποχῆς τους, οἱ ὁποῖοι μέ τίς ἀπόψεις τούς αὐτές ἀλλοίωναν τό τριαδολογικό δόγμα.

Ἑπομένως, στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά κάνουμε τήν σαφῆ διάκριση. Ἄλλο εἶναι ἡ θεολογία ὡς θεοπτία, ὅπως τήν ἀναλύει σέ πολλά σημεῖα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, καί ἄλλο εἶναι ἡ θεολογία μέ τήν ἔννοια τῆς διατύπωσης αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας μέ ὅρους τῆς ἐποχῆς.

Θά χρησιμοποιήσουμε τρεῖς Πατέρες καί ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς πού ἀσχολήθηκαν μέ τίς ἔννοιες οὐσία ἤ φύση, ὑπόσταση ἤ πρόσωπο.
Κατ’ ἀρχάς θά ἀναφερθοῦμε γιά λίγο στόν Μ. Βασίλειο (Δ' αἰώνας), πού ἦταν ὁ πρῶτος πού ξεχώρισε τήν οὐσία ἀπό τήν ὑπόσταση. Χαρακτηριστικά ἔλεγε ὅτι ἡ οὐσία ἤ φύση ἀποδίδει τό κοινό, ἐνῶ ἡ ὑπόσταση ἤ πρόσωπο ἀποδίδει τό ἴδιο του κάθε ἀνθρώπου. Ἔπειτα, ὑπέροχες ἀναλύσεις ἔκανε ὁ Πρεσβύτερος Θεόδωρος τῆς Ραϊθοῦ, τόν στ’ αἰώνα σχετικά μέ τούς ὅρους αὐτούς. Ὁ ὅρος οὐσία παράγεται ἀπό τό εἶναι καί δηλώνει αὐτό πού ὑπάρχει. Ἡ φύση παράγεται ἀπό τό πεφυκέναι καί δηλώνει πάλι τό ὑπάρχειν. Τό ὄνομα τῆς ὑποστάσεως παράγεται ἀπό ὑφεστάναι, καί δηλώνει ὄχι μόνο το εἶναι, ἀλλά καί πῶς ἔχει τό εἶναι καί ποιό εἶναι τό εἶναι. Τό πρόσωπο εἶναι ἐκεῖνο πού γίνεται φανερό μέ τά δικά του ἐνεργήματα καί ἰδιώματα, πού τό ξεχωρίζουν ἀπό τίς ἄλλες ὑπάρξεις. Εἶναι ἐκεῖνο τοῦ ὁποίου ἀποκτοῦμε γνώση μέσα ἀπό τήν ἐνέργειά του καί ὀνομάζεται πρόσωπο, γιατί ἀποκτοῦμε τήν γνώση ἀπό τήν λειτουργία τῆς ὁράσεως. Ἐπίσης, τό ἄτομο αἰτιολογεῖται ἀπό τό μή τεμνόμενο. Σύμφωνα μέ τήν ἀνάλυση τοῦ Θεοδώρου τῆς Ραϊθοῦ ἡ οὐσία ταυτίζεται μέ τήν φύση, καθώς ἐπίσης οἱ ὄροι πρόσωπο, ὑπόσταση καί ἄτομο ταυτίζονται μεταξύ τους. Σημαντική εἶναι καί ἡ προσφορά τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ τόν ἡ' αἰώνα, ὁ ὁποῖος ταυτίζει τήν οὐσία μέ τήν φύση, καί τό πρόσωπο μέ τήν ὑπόσταση καί τό ἄτομο.

2. Πρόσωπο καί ὑπόσταση, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά

Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά σημειώσουμε μερικά εἰσαγωγικά γιά νά γίνη κατανοητότερη ἡ διδασκαλία περί τοῦ θέματος αὐτοῦ.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γνώριζε πολύ καλά τήν ὁρολογία τῶν προηγουμένων Πατέρων γιά τό προσωπο–υπόσταση, ὅπως βέβαια, καί γιά ἄλλους ὅρους. Συχνά στά κείμενά του παραπέμπει στόν Μ. Βασίλειο, τούς ἄλλους Καππαδόκας Πατέρας, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό κ.λ.π. Ὅμως κυρίως χρησιμοποιεῖ τόν ὄρο ὑπόσταση καί ὄχι πολύ συχνά τόν ὄρο πρόσωπο. Καί ἀπό αὐτό φαίνεται ὅτι ὁ ὅρος ὑπόσταση εἶναι θεολογικώτερος ἀπό τήν ἄποψη ὅτι δέν ἐνέχει τόν κίνδυνο νά παρεξηγηθῆ, ὅπως ὁ ὅρος πρόσωπο.

Ἔπειτα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς κάνει σαφῆ διάκριση, ὅπως τό κάνουν καί οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, μεταξύ των τριῶν τρόπων ἑνώσεων, ἤτοι τῆς κατ’ οὐσίαν, τῆς καθ’ ὑπόστασιν καί τῆς κατ’ ἐνέργειαν ἑνώσεως. Ὁ Θεός, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο, ἔχει οὐσία, ἐνέργεια καί θεῖες ὑποστάσεις. Ὁμιλοῦντες γιά τήν ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό ἐννοοῦμε μόνον τήν κατ’ ἐνέργεια ἕνωση καί κοινωνία, ἀφοῦ ἡ κατ’ οὐσία ἕνωση ἀναφέρεται στίς τρεῖς ὑποστάσεις–προσωπά του Θεοῦ, καί ἡ καθ’ ὑπόστασιν ἕνωση λέγεται γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ διαφορά αὐτή τῶν ἑνώσεων δείχνει καί τήν διαφορά τῶν ὑποστάσεων. Ἄλλη εἶναι ἡ ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ καί ἄλλη ἡ ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος κτιστός καί βεβαίως δέν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ἔτσι, τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστο, ἐνῶ τά πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων κτιστά. Ἡ μόνη γέφυρα μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου εἶναι ὁ Χριστός, στό πρόσωπο τοῦ Ὁποίου ἑνώθηκε ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη φύση ὑποστατικῶς, διατηρώντας ἡ κάθε φύση τά ἰδιώματά της, ἤτοι τό ἄκτιστο (ἡ θεία) καί τό κτιστό (ἡ ἀνθρώπινη). Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦν νά ἀποδοθοῦν ὅλα ὅσα συμβαίνουν στόν Θεό καί στόν ἄνθρωπο.

Ἀκόμη, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γνωρίζει πολύ καλά ὄχι μόνο τήν θεολογία τῶν προηγουμένων Πατέρων, ἀλλά καί τήν ὁρολογία τήν ὁποία χρησιμοποιοῦσαν οἱ φιλόσοφοι, ἰδιαιτέρως ὁ Ἀριστοτέλης. Ὅμως δέν ἦταν φιλόσοφος. Ὅταν ἀνέλυσε τέτοια σοβαρά δογματικά ζητήματα, δέν ἔκανε φιλοσοφία, ἀλλά ἦταν θεοπτης Πατέρας πού παρουσίασε καί ἐξέφρασε δημιουργικά τήν ἀποκαλυπτική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας, ἀνατρέποντας τίς ἀπόψεις τῆς σχολαστικῆς θεολογίας, ὅπως τίς διατύπωνε ὁ Βαρλαάμ.

Ὁ ἁγιορείτης ἅγιος Γρηγόριος, ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἀκολούθησε τήν παραδοσιακή μέθοδο θεραπείας καί θεώσεως, πού εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ καί ἔφθασε στήν κατά Χάρη θέωση, πού εἶναι ἡ ὅραση τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ. Ἔζησε τόν ἡσυχασμό σέ ὅλο του τό βάθος. Μέσα ἀπό τόν ἡσυχαστικό τρόπο ζωῆς, πού εἶναι στήν πραγματικότητα ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ, ἔφθασε στήν ἐμπειρία τοῦ φωτός καί εἶδε τόν Θεό. Ὕστερα, βέβαια, στήν προσπάθειά του νά πολεμήση τόν ἀγνωστικισμό τοῦ Βαρλαάμ, ὅπως τόν δίδασκε ἡ σχολαστική θεολογία, χρησιμοποίησε τούς ὅρους οὐσία, ἐνέργεια, ὑπόσταση, ὑποστατικά ἰδιώματα, συμβεβηκότα, ὅπως, ἄλλωστε, τό ἔκαναν ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός δέν ταυτίζεται μέ τούς ὅρους ὑπόσταση, πρόσωπο, οὐσία καί ἐνέργεια. Αὐτά εἶναι κατηγορήματα ἀνθρώπινα, τά ὁποῖα χρησιμοποίησαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή εἶχαν τήν πραγματική γνώση τοῦ Θεοῦ ἐξ ἐμπειρίας, γιά νά ἀνατρέψουν τίς θεωρίες τῶν αἱρετικῶν, πού χρησιμοποίησαν αὐτήν τήν φιλοσοφική ὁρολογία. Πρέπει νά γίνη κατανοητό ὅτι, μιλώντας οἱ Πατέρες γιά τό προσωπο–υπόσταση, δέν ἔκαναν φιλοσοφία, δέν προσπαθοῦσαν νά καταλάβουν τόν Θεό μέ τά κατηγορήματα τῆς ἀνθρωπίνης σκέψεως λογικά, ἀλλά νά ἀνατρέψουν τίς κατηγορίες τῶν αἱρετικῶν, ἀφοῦ εἶχαν τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τόν ἡσυχαστικό τρόπο ζωῆς, ὅπως τό περιγράφει θαυμάσια ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἄλλο εἶναι ἡ ἐμπειρική θεολογία καί ἄλλο εἶναι ἡ πολεμική θεολογία. Βέβαια, καί οἱ ὄροι ὑπόσταση, πρόσωπο, οὐσία, ἐνέργεια, πού εἶναι ἀποτελέσματα τῆς λεγομένης πολεμικῆς θεολογίας, ἀποτελεῖ σήμερα ἕναν πλοῦτο τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως, τόν ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ξεπεράση κανείς εὔκολα, ἀλλά πρέπει νά γίνη κατανοητό ὅτι ὁ Θεός δέν ταυτίζεται μέ αὐτούς τούς ὅρους, δέν μποροῦμε νά κατανοήσουμε λογικά τόν Θεό, χρησιμοποιώντας αὐτήν τήν ὁρολογία, ἀφοῦ ὁ Θεός ἐκφεύγει ὅλων των ἀνθρωπίνων κατηγορημάτων, ἀλλά ὁ Θεός γνωρίζεται στήν θεοπτία. Τότε ἀκριβῶς ὁ ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι οὔτε ὑπόσταση οὔτε πρόσωπο, ὅπως ἔχουμε κατά νοῦν αὐτές τίς αἰσθητές εἰκόνες καί τίς φιλοσοφικές ἔννοιες, ἀλλά εἶναι ὧν, ὑπάρχων, μιά ὕπαρξη πού ἀγαπᾶ τόν ἄνθρωπο, εἶναι ὁ Γιαχβέ, ὅπως τόν εἶδαν ὅλοι οἱ Προφῆτες καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί εἶναι ἐλεήμων, φιλάνθρωπος, δίκαιος κ.λ.π.
[1] Παναγιώτου Χρήστου: Ἑλληνική Πατρολογία, τόμ. Β', Πατριαρχικόν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, σέλ. 642 κ. ἑξῆς

(Συνέχεια στὸ δεύτερο μέρος: Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἡ περί προσώπου διδασκαλία κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ (Β'))

  • Προβολές: 3553