Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ σχοινοβασία τοῦ Τριωδίου

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου εἶναι μιά σχοινοβασία ἀνάμεσα στήν ὑπερβολή καί τήν ἔλλειψη, τήν κοινωνικότητα καί τήν ἐσωτερικότητα, τήν ὑπακοή καί τήν ἀνεξαρτησία. Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μέ τούς ὕμνους τοῦ Τριωδίου καί τούς λόγους τῶν Πατέρων στηλιτεύει τήν ἀμετρία τῆς πολυφαγίας, ἀλλά ἐφιστᾶ τήν προσοχή καί στήν ὑπερβολή τῆς νηστείας, πού πιθανῶς συνδέεται μέ τήν ὑπερηφάνεια. Δέν θέλει ἁπλῶς νά ταλαιπωρήση τό σῶμα• θέλει νά μεταμορφώση τά πάθη καί νά κάνη τό νοῦ κυρίαρχό του θυμοῦ καί τῆς ἐπιθυμίας. Γι’ αὐτό στρέφει τό νοῦ στά ἔσω, προτρέπει σέ ἡσυχία καί προσευχή, ἀλλά καί σέ ἐλεημοσύνη. Ἐμπνέει τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἐν Χριστῷ σέ ὅλη τήν κτίση, γιατί αὐτό συνιστᾶ τήν ἐλευθερία τῆς ἀγάπης.

Ἡ ἀνάπτυξη ἐσωτερικῆς ζωῆς καί οἱ διαπροσωπικές σχέσεις, ὅπως καί ἡ ὑπακοή, μέ τίς προϋποθέσεις πού θέτουν οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, καί ἡ ἀνεξαρτησία ἀπό καθετί πού δέν εἶναι ὁ Θεός, δέν βρίσκονται μεταξύ τους σέ ἀντίθεση. Μάλιστα, κριτήριο τῆς γνησιότητος τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς εἶναι οἱ ὑγιεῖς διαπροσωπικές σχέσεις καί κριτήριο τῆς ὑγείας τῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων εἶναι ἡ εἰρήνη τῶν ψυχικῶν μας δυνάμεων, ἡ ὁποία συνδέεται μέ τόν “φωτισμό τῶν νοητῶν ὀφθαλμῶν τῆς καρδίας”, τήν ταπείνωση “ἐν τοῖς διανοήμασι” καί τήν ἐλευθερία ἀπό τίς αἰχμαλωσίες τῶν λογισμῶν, γιά νά χρησιμοποιήσω διατυπώσεις μιᾶς εὐχῆς πού διαβάζουμε μετά τήν θεία Κοινωνία. Ἐπίσης, ἡ γνήσια ὑπακοή στούς θεσμούς καί κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία “ὅλη συγκροτείται” ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα, εἶναι συντονισμός τῆς ὑπάρξεώς μας μέ τήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, πάρα ταῦτα, στήν κοινωνία τῶν πιστῶν παρουσιάζονται αὐτονομήσεις καί ἀλλοιώσεις, πού φθείρουν τήν καθολικότητα τοῦ τρόπου τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἔτσι, ἡ ἐσωτερικότητα ταυτίζεται μέ τήν ἀπραξία ἤ μέ τήν ραθυμία, ὑποτιμᾶται καί ἀντικαθίσταται μέ κοινωνικές δραστηριότητες. Ἀντίστροφα πάλι, ἡ ἱεραποστολή καί ἡ κοινωνική δράση θεωροῦνται ὑποδεέστερες ἀπό τήν ἡσυχαστική ζωή καί ἑρμηνεύονται ὡς ἔκφραση νόθου πνευματικῆς καταστάσεως. Ἀκόμη, ἡ ὑπακοή ἐκλαμβάνεται ὡς πειθαρχία καί ἡ ἐλευθερία βιώνεται ὡς ἀσυδοσία.

Αὐτές οἱ αὐτονομήσεις εἶναι συνέπειες ἀλλοιώσεων τοῦ ἤθους καί τῆς πίστεως, τῆς λειτουργικῆς καί τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Στήν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ πίστη συνδέεται μέ τήν λατρεία, ἡ ὁποία προϋποθέτει τήν ἀσκητική ζωή καί τήν ὑπακοή στήν ἱεραρχική διαθρωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Οἱ ἱεραρχικές τάξεις στήν Ἐκκλησία εἶναι αὐτές πού μυοῦν στήν ἐν Χριστῷ ζωή τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ἡ κοινωνικότητα καί ἡ ἐσωτερικότητα, ἡ ὑπακοή καί ἡ ἐλευθερία, μέσα στήν διδασκαλία καί ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας δέν ἀλληλοαποκλείονται, οὔτε συγχέονται, ἀλλά ἡ μιά προϋποθέτει τήν ἄλλη. Εἶναι γεγονός ὅτι κάποιοι δέν ἀποκλείουν τό ἕνα ἤ τό ἄλλο, ἀλλά συγχέουν, γιά παράδειγμα, τό “ἐσωτερικό” μέ τό “ἐξωτερικό”. Ὀνομάζουν, δηλαδή, ἐσωτερική ζωή τόν περισπασμό σέ ἐξωτερικά ἔργα, μέ ἀποτέλεσμα τήν ἐλευθερία πού ἀπαιτεῖ ὁ νοῦς ἀπό κάθε κτιστό στήν ἀτελεύτητη προσευχητική τοῦ πορεία, νά τήν ζητοῦν σέ ἔργα πεπερασμένα, ὑλικά, πού εἶναι δούλα στούς νόμους τῆς φθορᾶς καί στίς διατάξεις τοῦ Κράτους. Ξεχνοῦν ὅτι ὁ Χριστός ἐν σαρκί ἔγινε ἑκουσίως ὑπήκοος ὄχι μόνο στόν Οὐράνιο Πατέρα, ἀλλά καί στούς νόμους τῆς φθορᾶς καί στούς φορολογικούς νόμους τοῦ Κράτους.

Τελικά, ἐκκλησιαστικός ἄνθρωπος δέν εἶναι ἁπλῶς αὐτός πού ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κόσμο, οὔτε αὐτός πού ἐπιλέγει νά δρᾶ μέσα στόν κόσμο. Δέν εἶναι αὐτός πού μεταμορφώνει μέ τεχνικά μέσα τόν περιβάλλοντα χῶρο, οὔτε αὐτός πού ἀρνεῖται τά τεχνικά μέσα καί τίς σύγχρονες ἠλεκτρονικές εὐκολίες, ἀλλά αὐτός πού μεταμορφώνει μέ τήν ἐνέργεια τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ τήν καρδιά του καί ζῆ ὅλη τήν κτίση ὡς ναό τοῦ Θεοῦ. Εἶναι, δηλαδή, αὐτός πού καθιστᾶ, μέ τήν ἐλευθέρη, εἰλικρινῆ ὑπακοή του στήν Ἐκκλησία, τόν ἑαυτό τοῦ ἐκκλησία - ναό τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος - καί βοηθᾶ καί τούς ἄλλους, μέ τήν ζωή καί πολιτεία του, νά γίνουν καί ἐκεῖνοι ναοί τοῦ Θεοῦ ἠγιασμένοι.

Σέ αὐτό τό μεγάλο ἔργο τῆς ἐκκλησιοποιήσεως τοῦ ἐαυτοῦ μας καί τῆς κτίσεως μᾶς βοηθᾶ ἀποτελεσματικά ἡ περίοδος τοῦ Τριωδίου. Βασικό στοιχεῖο τῆς εἶναι ἡ τροφική νηστεία, ἀλλά τό νόημά της δέν ἐξαντλεῖται σ’ αὐτήν. Προβάλλει ἕνα τρόπο ζωῆς. Συγκεκριμένα διδάσκει το πῶς πρέπει νά ζοῦν οἱ ἄνθρωποι πού ἀναζητοῦν τόν Θεό πρό τῆς κοινῆς ἀναστάσεως. Γι’ αὐτό καλεῖ ὅσους θέλουν νά ἀθληθοῦν στό καλό ἀγώνισμα τῆς νηστείας, νά μποῦν στό στάδιο τῶν ἀρετῶν - τήν Μ. Τεσσαρακοστή - ὄχι μονάχα μέ τήν “μάχαιρα” τῆς νηστείας “ἥτις ἐκτέμνει ἀπό καρδίας πάσαν κακίαν”, ἀλλά καί μέ τά ὅπλα τῆς πίστεως, τῆς προσευχῆς καί τῆς ἐλεημοσύνης. Δείχνοντας μάλιστα τήν ἀνεπάρκεια τῆς τροφικῆς νηστείας, ὅταν δέν συνοδεύεται ἀπό τόν πολυμέτωπο ἀγώνα κατά τῶν παθῶν, σέ ἕνα τροπάριο εἰσαγωγικό στή νηστεία λέει: “Βρωμάτων νηστεύουσα, ψυχή μου, καί παθῶν μή καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλη τή ἀτροφία• εἰ μή γάρ ἀφορμή σοί γένηται πρός διόρθωσιν, ὡς ψευδής μισεῖται παρά Θεοῦ καί τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι, τοῖς μηδέποτε σιτουμένοις” (Ὄρθρος Τετάρτης Τυρινῆς). Ἄλλωστε τό περιεχόμενο τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιαστικῆς νηστείας ἔχει μεγάλο πλάτος καί βάθος Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, στό βιβλίο τοῦ “Κλίμαξ”, τό ὁποῖο συνηθίζεται νά διαβάζεται στίς ὀρθόδοξες Ἱερές Μονές κατά τήν διάρκεια τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, δίνει ἕναν περιεκτικό ὁρισμό τῆς νηστείας, στόν ὁποῖο φαίνεται τό βάθος καί τό πλάτος της.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, λοιπόν, λέει: “Ἡ νηστεία εἶναι βία φύσεως καί περιτομή τῶν ἡδονῶν τοῦ λάρυγγος, ἐκτομή τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, ἐκκοπῆ τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἀπελευθέρωση ἀπό μολυσμούς ὀνείρων, καθαρότητα προσευχῆς, φωτισμός τῆς ψυχῆς, διαφύλαξη τοῦ νοῦ, διάλυση τῆς πωρώσεως, θύρα τῆς κατανύξεως, ταπεινός στεναγμός, χαρούμενη συντριβή, σταμάτημα τῆς πολυλογίας, ἀφορμή ἡσυχίας, φρουρός τῆς ὑπακοῆς, ἐλάφρυνση τοῦ ὕπνου, ὑγεία τοῦ σώματος, πρόξενος τῆς ἀπαθείας, ἄφεση τῶν ἁμαρτημάτων, θύρα καί ἀπόλαυση τοῦ παραδείσου”. Μέσα σ’ αὐτούς τούς συνοπτικούς καί περιεκετικούς λόγους τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτη βρίσκεται ὅλο το νόημα τῆς ὀρθόδοξης νηστείας. Δέν θά ἀναλύσω τό χωρίο, μόνο θά ἐπισημάνω ὅτι εἶναι βία τῆς πεπτωκυίας φύσεως. Ἡ ἄσκησή της ὑποτάσσει τό σῶμα στό νοῦ, ὁ ὁποῖος ἐλευθερώνεται ἀπό πονηρούς λογισμούς καί προσεύχεται καθαρά. Αὐτή ἡ ἐσωτερική διάσταση τῆς νηστείας συνδέεται μέ τήν κατάνυξη, τόν ταπεινό στεναγμό τῆς μετανοίας καί τήν συντριβή τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία δέν βυθίζεται στήν ἀπογοήτευση καί τήν λύπη, ἀλλά εἰσάγει στήν χαρά τῆς ἐλπίδας, ὅτι θά ἀφεθοῦν οἱ ἁμαρτίες καί θά ἀνοίξη ἡ θύρα τοῦ παραδείσου. Καί κάτι σημαντικό γιά τίς διαπροσωπικές σχέσεις. Ἡ νηστεία εἶναι “πολυλογίας ἀργία• ἡσυχίας ἀφορμή• ὑπακοῆς φύλαξ”.

Ἡ Ἐκκλησία δέν τρέφεται μέ λόγια - προπαντός ταραγμένα ἤ κοσμικά - τρέφεται μέ τόν λόγο τοῦ Λόγου. Καί οἱ γύρω μας ἄνθρωποι - καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι - ἐπιθυμοῦμε λίγα λόγια, πού θά βγαίνουν ὅμως ἀπό τήν ἡσυχία τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία ὑπακούει σέ ὅλο της τό βάθος στό εἰρηνοποιό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ