Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος τοῦ Πάσχα 

Ἱερόθεος 

ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης

τῆς Θεοσώστου Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου 

 

Πρός τό Χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Ἀγαπητοί μου, 
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐκτός τοῦ ὃτι εἶναι ἕνα μεγάλο ἱστορικό γεγονός, ταυτόχρονα ἔχει καί µεγάλες ἀνθρωπολογικές, κοσµολογικές καί παγκόσμιες διαστάσεις. Ὁ Χριστός µέ τήν Ἀνάστασή Του νίκησε ὀντολογικά τόν θάνατο καί ἔδωσε στούς ἀνθρώπους τήν βεβαιότητα τῆς ἀναστάσεώς τους. Ἔτσι καταλαβαίνουµε ὅτι ὁ θάνατος δέν εἶναι ἕνα τραγικό στοιχεῖο στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἕνα ἁπλό συµβάν, ὅπως καί ἡ νύχτα δέν εἶναι µιά µόνιµη κατάσταση, ἀλλά ἕνα παροδικό γεγονός, ἀφοῦ τήν διαδέχεται ἡ ἡμέρα. 

Ἑπομένως μέ τήν ᾿Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ χριστιανός ἔχει τήν δυνατότητα νά ὁμολογήση: «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Αὐτή ἡ ὁμολογία εἶναι ἡ μοναδική µας ἐλπίδα, ἡ ἰαχή τοῦ θριάµβου τῆς νίκης καί τῆς δόξῃς. Γι’ αὐτό καί ἡ ἑορτή τῆς ᾿Αναστάσεως τοῦ Χριστοῦ εἶναι πανηγύρι ζωῆς, Λαμπρή, Πάσχα, διάβαση «ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν». 

Ἡ πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν εἶναι ἡ πιό ἐπίκαιρη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι αὐτή πού σκορπᾶ ἐλπίδα καί αἰσιοδοξία. Καί αὐτό λέγεται ἀπό τήν ἄποψη ὅτι σήµερα οἱ πόλεμοι, οἱ ἀκαταστασίες, οἱ ποικίλες ἀσθένειες τοῦ αἰῶνος µας, οἱ ἀνασφάλειες, ὁ ποικιλότροπος εὐτελισμός τῆς ζωῆς δημιουργοῦν στόν ἄνθρωπο τεράστια προβλήµατα. Ἐπίσης, ὑπάρχουν πολλά συστήµατα πού ἀρνοῦνται τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, πράγμα τό ὁποῖο τραυματίζει ἀκόμη περισσότερο τόν σύγχρονο πονεµένο καί βασανισµένο ἄνθρωπο, ἀφοῦ περιορίζουν ὅλη τήν προσοχή του στό ἐνθάδε. 

᾿Αρχαῖα καί σύγχρονα Φιλοσοφικά καὶ θρησκευτικά συστήµατα, πού κατακλύζουν καί σήµερα τἠν Πατρίδα µας, κάνουν διάκριση µεταξύ τῆς «φύσει ἀθανάτου ψυχῆς» καί τοῦ «φύσει θνητοῦ σώματος», δηλαδή ὁμιλοῦν γιά ἐκ φύσεως ἀθάνατη ψυχή, ἡ ὁποία πρέπει νά ἐπιστρέψη στόν ἀγέννητο κόσµο τῶν ἰδεῶν, ἀπό τόν ὁποῖο προῇλθε, καὶ γιά ἐκ φύσεως θνητό σῶμα, τό ὁποῖο πρέπει νά ἐξαφανισθῆ. Μέ τέτοιες θεωρίες τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου θεωρεῖται ὡς φυλακή τῆς ψυχῆς καί κατ' αὐτόν τόν τρόπο δικαιολογοῦνται ὅλοι οἱ ἀφύσικοι τρόποι γιά τήν ἐλευθέρωση τὴς ψυχῆς ἀπό αὐτό. 

Μεταξύ τῶν συστηµάτων αὐτῶν εἶναι ἐκεῖνα πού κάνουν λόγο γιά τήν μετενσάρκωση ἢ μετεμψύχωση, σύμφωνα µέ τήν ὁποία ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου προσλαμβάνει διαδοχικά διάφορες µορφές σωμάτων γιά νά ἐπιτύχη τήν κάθαρσή της, ὅπως ἐπίσης ὅσα ὁμιλοῦν γιά τήν εὐθανασία, δηλαδή τήν διακοπή τῆς ζωῆς µέ βίαιο τρόπο, ὥστε ν᾿ ἀπαλλαγῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν πόνο, καθώς καί ὅσα ἀναφέρονται στήν ἀποτέφρωση τοῦ σώματος, ὅταν μάλιστα αὐτή ἡ ἀποτέφρωση εἶναι συνδυασμένη µέ τήν ἄρνηση καί παραθεώρηση τῆς ζωῆς µετά τόν θάνατο. 

Ὅλες αὐτές καί πολλές ἄλλες παρόμοιες ἀπόψεις βρίσκονται σέ πλήρη ἀντίθεση πρός τήν βασική διδασκαλία τῆς ᾿Εκκλησίας γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν ὑπαρξή του, καθώς ἐπίσης καί πρός τό κεντρικό µήνυµα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. 

Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιά τόν ἄνθρωπο καί τό σῶμα του εἶναι ὁλοκληρωμένη καί ἀνταποκρίνεται στίς βασικότερες καί οὐσιαστικότερες ἀναζητήσεις του. Σύµφωνα µέ αὐτήν τό σῶμα δέν εἶναι ἁπλῶς τό ἔνδυμα καί ἡ Φυλακή τῆς ψυχῆς, ἀλλά ἕνα ἀπό τά δύο συστατικά πού συγκροτοῦν τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Ἔπειτα, ὅταν ἡ Ἐκκλησία κάνει λόγο γιά ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἐννοεῖ τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, ἀφοῦ µέ τήν δύναμη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καί αὐτά θά ἀναστηθοῦν κατά τήν Δευτέρα ἔλευση τοῦ Χριστοῦ. Τό σῶμα δέν εἶναι κακό καί ἀπόβλητο, ἀλλά κακό εἶναι τό Φρόνημα τῆς σαρκός. Ἀκόμη, ὁ θάνατος δέν εἶναι τό τέλος τῆς ζωῆς, ἀλλά ἡ τελείωση τῆς ζωῆς, γι’ αὐτό καί ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου εἶναι ἕνα μυστήριο µπροστά στό ὁποῖο στεκόµαστε µέ σεβασµό καί ἀγάπη. Ἑπομένως, τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νά γίνη ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί γι’ αὐτό δέν πρέπει να θεωρῆται ὡς κόστος καί ὡς ἐπένδυση, δέν πρέπει νά στεκόµαστε ἀπέναντί του χρησιµοθηρικά. 

Ὁ Χριστός µέ τήν Ἀνάστασή Του ἔγινε «ἀπαρχή τῆς ἀναμορφουµένης κτίσεως». Πράγματι, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι «τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἀνανέωσις» καί τοῦ πεπτωκότος ᾿Αδάµ «ἀναζώωσις καί ἀνάπλασις καί πρός ζωήν ἀθάνατον ἐπανέλευσις». Αὐτό ἀκριβῶς τό ζῆ κανείς µέσα στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. 

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος στόν Κατηχητικό του λόγο διαβεβαιώνει: «Ἀνέστη Χριστός καί νεκρός οὐδείς ἐπί µνήµατος». Καὶ στόν θριαµβευτικό παιάνα τῆς νίκης ψάλλουμε: «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θᾳνάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς µνήµασιν ζωήν χαρισάµενος». Αὐτό πού ὀνομάζουμε θάνατο εἶναι ἕνας προσωρινός χωρισμός τῆς Ψυχῆς ἀπό τό σῶμα, εἶναι ἕνας ὕπνος, ἀφοῦ µέ τήν δύναμη τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ τά σώματα θά ἀναστηθοῦν πάλι καί θά γίνουν «ἄτρεπτα, ἀπαθῆ, λεπτά». 

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κηρύσσοντας καί βιώνοντας τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, δίδει ἕνα μήνυμα ζωῆς στό σύγχρονο βασανισμένο͵ τραυματισµένο καί πληγωµένο ἄνθρωπο. Μέ τό μήνυμα τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν δέν προσφέρει ἕνα ἀναλγητικό καί ἠρεμιστικό, γιά νά ἁπαλύνη τόν πόνο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά «τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας», γιά νά μεταμορφώση τήν ζωή του καί νά κάνη ἀνθρωπινότερο τόν βίο του. 

Μέ τήν βεβαιότητα τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ θανάτου δεχθῆτε τήν ἀποστολική εὐλογία: «Ἡ Χάρις τοῦ ᾿Αναστάντος Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη µετά πάντων ὑμῶν». 

Μέ θερµές εὐχές

Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου βλασίου
ΙΕΡΟΘΕΟΣ 

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ, ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ

  • Προβολές: 1527