Skip to main content

Κύριο θέμα: Τά ἐξωκκλήσια τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας - “Πνεύμονες Ζωῆς”

Κύριο θέμα: Τα εξωκκλήσια της ορεινής Ναυπακτίας - “Πνεύμονες Ζωῆς”Ξεκινήσαμε ἀπό τήν Ναύπακτο “λίαν πρωί”, μέ προορισμό ἕνα ἀπό τά πανέμορφα χωριουδάκια τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας, ὅπου ὁ Σεβασμιώτατος θά τελοῦσε τά θυρανοίξια ναϋδρίου, ἀφιερωμένου στήν Ἁγία Μαρίνα, καί ἐν συνεχεία τήν θεία Λειτουργία.

Φύγαμε μέσα ἀπό τό ξαγρυπνησμένο ἄσκοπα καί πολύβοο κέντρο τῆς πόλης –κι ὅμως ἔζησαν ἄνθρωποι πού ἀπολάμβαναν τήν μαγεία τῆς καλοκαιρινῆς νυχτιᾶς στό γραφικό αὐτό λιμανάκι, πρίν ἐνσκήψει ὁ “πολιτισμός τῆς πρίζας”, τοῦ ὁποίου ἀρνητικό ἀποτέλεσμα εἶναι ὁ “θάνατος” τῆς νύχτας– γιά νά φθάσουμε σ’ ἕνα ἐρημοκκλήσι, χωμένο στό Ναυπακτιακό ἐλατόδασος, τό τόσο φοβερό τόν χειμώνα, μά τόσο δροσερό καί φιλόξενό το καλοκαίρι.

Τό αὐτοκίνητό τῆς Μητροπόλεως –δωρεά εὐσεβῶν ὁμογενῶν ἀπό τήν Ἀμερική– ἀκολουθοῦσε τόν ἁμαξητό δρόμο, τόν ἕνα ἀπό τούς δύο κεντρικούς ὁδικούς ἄξονες πού ἑνώνουν τήν παραθαλάσσια Καστροπολιτεία μέ τόν καταπράσινο κόσμο τῆς ὀρεινῆς Ναυπακτίας. Ὁ δρόμος διασχίζει τά περιβόλια καί τούς ἀγρούς, ἀνηφορίζει φιδωτός ἀνάμεσα στούς ὀπωρῶνες, τά πρίνα, τίς ἀγριελιές καί τίς χαμηλές δρῦς, κρύβεται στίς καστανιές, γιά νά χαθῆ τέλος μέσα στήν σκιερή “πολιτεία τῶν ἐλάτων”.

Ἀπό τό σημεῖο αὐτό, γιά νά μήν πλανηθῆ κανείς ἄσκοπα μέσα στόν λαβύρινθο τῶν ἀσήμαντων δασικῶν δρόμων, ὅταν μάλιστα ὁ προορισμός τοῦ εἶναι ἕνα ἐξωκκλήσι, χρειάζεται ἕναν ὁδηγό.

Κύριο θέμα: Τα εξωκκλήσια της ορεινής Ναυπακτίας - “Πνεύμονες Ζωῆς”Τήν συνοδεία μᾶς ἀνέλαβε νά ὁδηγήση ἕνα ζεῦγος μεσήλικων –ἀξιωματικός ἐν ἀποστρατεία ὁ ἄνδρας, ἐκπαιδευτικός συνταξιοῦχος ἡ γυναίκα– πού περίμενε μέ μεγάλη χαρά τόν Μητροπολίτη γιά νά τόν κατευθύνη στό ἐξωκκλήσι τοῦ χωριοῦ του. Ἦταν ἄλλωστε πρωτάκουστο, καθώς μᾶς διαβεβαίωσαν, νά λειτουργήση Μητροπολίτης στό χωριό τούς –ἔψαχναν οἱ γεροντότεροι στά χρόνια της Τουρκοκρατίας, ὅταν κάποιος Ἀρχιερέας στάθηκε, περαστικός, σ’ ἕναν πλάτανο τοῦ χωριοῦ νά ξεκουραστῆ, ὥστε ἔμεινε ἀπό τότε ἡ τοπωνυμία: “ὁ πλάτανος τοῦ δεσπότη”– πολλῶ μᾶλλον στό ταπεινό ξωκκλήσι τῆς Ἅγια-Μαρίνας.

Ταπεινό ἐξωκκλήσι, μεγάλη ὅμως ἡ χάρη του, καθώς μᾶς διαβεβαιώνει ὁ μέγας Ἀλέξανδρος, ὁ Παπαδιαμάντης:

“...Εἶναι μικρό, φτωχό το ’κλησιδάκι σου,
μά ἡ χάρις σου εἶναι ἄπειρη κι ἀτέλειωτη,
ἀτέλειωτη, ὡς τό ρεῦμα τῆς πηγῆς σου,
ποῦ χύνεται καί χύνεται
καί ἀπό κοντά ἀθόρυβα
παράδοξά το ρεῦμά του πληθύνεται.
Εἴθε καί στήν καρδιά μου πού ἔχει στραγγιχτῆ
νά δώση ζωή καί δύναμιν ἡ χάρις σου...”

(“Στην Παναγιά τοῦ Ντομάν”)

Δυό ντουζίνες πιστοί εἶχαν κάνει τήν θυσία, μᾶλλον εἶχαν τήν εὐλογία, νά παραβρίσκονται ἤδη ἀπό πολύ πρωΐ ἔξω ἀπό τό ναΰδριο, τοῦ ὁποίου ἐπρόκειτο νά τελεσθοῦν τά θυρανοίξια. Οἵ της πρώτης ὥρας πιστοί, μαζί μέ τόν Ἱερέα τῆς περιοχῆς, τόν π. Νικόλαο, πού εἶχε φροντίσει ἄψογα γιά τήν προετοιμασία τοῦ ναοῦ καί τοῦ χώρου, ὑποδέχθηκαν τόν Ἀρχιερέα μέ καμπανοκρουσίες –πόσο γλυκά, ἀλήθεια, λαλεῖ ἡ καμπάνα μέσα στήν ἐρημιά τῶν ἐλάτων, καί πόσο ποθητός εἶναι ὁ ἦχος της γιά τούς κατοίκους, εἴτε τούς θερινούς, εἴτε πολύ περισσότερο γιά τούς “ἐρημίτες” τούς χειμερινούς. Ἦταν ἐκεῖ καί ἄλλοι Ἱερεῖς πού ὑπηρετοῦν στήν περιοχή, ὁ π. Ἀντώνιος καί οἱ δύο ἀχώριστοι συντρόφοι καί συλλειτουργοί, συνταξιοῦχοι Ἱερεῖς, ὁ π. Ἰωάννης καί ὁ π. Νικόλαος, οἱ ὁποῖοι θεωροῦν μεγάλη χάρη, καί βρίσκουν ἄφατη ἀγαλλίαση νά λειτουργοῦν σέ κάθε ναό καί σέ κάθε γιορτή τοῦ καλοκαιριοῦ, ἰδίως ὅταν συλλειτουργοῦν μέ τόν Ἐπίσκοπό τους.

Σύντομα συνάχθηκαν καί οἵ της “τρίτης” καί τῆς “ἔκτης” καί τῆς “ἐνάτης” καί τῆς “ἐνδεκάτης” ὥρας, μέσα καί γύρω ἀπό τό ἐξωκκλήσι, ὅπως μαζεύονται τά φίλεργα μυρμήγκια γύρω ἀπό τόν κύβο τῆς ζάχαρης. Καί ἄλλοι μέν ἁπλῶς παρίσταντο• ἄλλοι, οἱ πλέον “κοινωνικοί”, ἀπελάμβαναν τήν κοσμοσυρροή• ἄλλοι ἐτέρποντο μέ τήν γλυκιά ἐνθύμηση τῶν παιδικῶν τους βιωμάτων πού ἔζησαν στόν τόπο αὐτό, τά ὁποῖα, ὄντως ἁγνά, τά ἔχει ἐξαγνίσει ἔτι περισσότερο μέσα στήν μνήμη τούς ὁ χρόνος• ἄλλοι εἶχαν βυθισθῆ στήν μαγεία τοῦ περιβάλλοντος καί ἀνέπνεαν μ’ εὐχαρίστηση τόν ἀέρα τοῦ χωριοῦ τους, θέλοντας ν’ ἀναπληρώσουν τήν στέρησή του γιά ὅλη τήν ὑπόλοιπη χρονιά• ἄλλοι –πιστεύω οἱ πιό συνετοί– “ἑξαγόραζαν” τόν “συνεσταλμένο” καιρό, “ἀναπνέοντας” τό πνευματικό ὀξυγόνο πού ἐλευθερώνεται σέ κάθε θ. Λειτουργία, πού ἐκπέμπεται ἀπό κάθε ὀρθόδοξο ναό, ἀφιερωμένο στήν χάρη τῶν ἁγίων μας. Εἶχαν ἄλλωστε χρόνο, μετά τήν θ. Λειτουργία, καί γιά ὅλα τ’ ἄλλα.

Κύριο θέμα: Τα εξωκκλήσια της ορεινής Ναυπακτίας - “Πνεύμονες Ζωῆς”Μετά τό πέρας τῆς θ. Λειτουργίας, ἐκπρόσωπος τῆς ὀρεινῆς κοινότητας, εὐχαρίστησε τόν Μητροπολίτη θεωρώντας τιμή καί εὐλογία γιά τό χωριό τήν παρουσία του. Τά λόγια τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν –τό ἔχουμε ξαναγράψει– πολλές φορές ἔχουν μιά θαυμάσια θεολογία καί ἐκκλησιολογία, μιά εὐαισθησία πού βγαίνει μέσα ἀπό το ...κόκκαλο, τό ὀρθόδοξο κόκκαλό τους.

Καί τό πανηγύρι πού στήθηκε στήν συνέχεια ἦταν ...ὀρθόδοξο: ἔγινε ἀνήμερά της ἑορτῆς –ὄχι τό βράδυ τῆς παραμονῆς, ὅπως κακῶς τείνει νά ἐπικρατήση σέ ἄλλα μέρη– στήν πλατεία τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ πάλαι ποτέ σχολείου. Ἐκεῖ, στήν πλατεία, ὁ Πρόεδρος τοῦ συλλόγου τῶν ἀποδήμων της κοινότητας –καί δυστυχῶς ὅλοι ἀπόδημοι εἴναι– εὐχαρίστησε τόν Σεβασμιώτατο, ἐκφράζοντας τήν μεγάλη χαρά του καί εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἐπίσκεψή του, αἰσθανόμενος τήν εὐλογία καί τήν χάρη πού λαμβάνει τό χωριό ἀπό τήν παρουσία Ἀρχιερέως καί τήν ἀρχιερατική θ. Λειτουργία. Εὐχαρίστησε καί τόν παρόντα Ὑπουργό κ. Χρῆστο Βερελή –πρωτοφανής καί ἡ παρουσία ὑπουργοῦ σέ περίοδο μή προεκλογική– γιά τόν ὁποῖο μίλησε μέ λόγια καθαρά, σταράτα, ἐπαινετικά.

* * *

Δέν ἦταν τά πρῶτα, οὔτε τά μοναδικά θυρανοίξια πού τέλεσε ὁ Σεβασμιώτατος. Προηγήθηκε ἡ Ἁγία Παρασκευή στό Ἀνθόφυτο, ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος στήν Ρίζα, ὁ Ἅγιος Γεώργιος στήν Ἐλευθέριανη, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στήν Σίμου. Ἄν καί κάθε κορυφή, κάθε κοιλάδα καί πλαγιά, στολίζεται καί “σκεπάζεται” μέ ἕνα ξωκκλήσι, ὁ πιστός λαός ζητᾶ ἔτι καί ἔτι νά οἰκοδομῆ καί ἄλλα. Ἴσως νά θέλη νά σπάση μέ τόν τρόπο αὐτό τήν ἐρημιά, νά τήν σφραγίση μέ τήν παρουσία του, ἀλλά προπαντός νά αἰσθανθῆ τήν θεία παρουσία. Εἶναι αὐτό πού ζητοῦμε στήν ἀκολουθία τῶν θυρανοιξίων: νά γίνονται δεκτές ἀπό τόν Κύριο “οἱ ἐν αὐτῶ ἀπαύστως προσαγομέναι σοῖ (τῷ Κυρίω) δεήσεις”, νά ἀνοίξη, ἡ Θεοτόκος, “τῆς εὐσπλαχνίας τήν πύλην”.

Καί δέν εἶναι λιγότερα, λογαριάζω, τά δάκρυα καί οἱ καημοί πού ξεχύθηκαν στά ἐρημοκλήσια, ἀπό τά δάκρυα καί τούς καημούς πού χύθηκαν στούς μεγάλους ναούς-σύμβολα τῆς Ὀρθοδοξίας. Πόσα “κηρία δέν κόλλησαν” οἱ στοργικές μητέρες στά εἰκονίσματά τους! Πόσους ὕμνους δέν ἔμελψαν πατέρες δακρυροοῦντες –“ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔκλαιον ἀκόμη ἑκούσια δάκρυα ἐκ συναισθήσεως”– μέσα στά ταπεινά αὐτά ξωκκλήσια! Ὅπως ὁ Φραγκούλης τοῦ Παπαδιαμάντη, πού “ἦλθεν εἰς τήν Παναγίαν, διά νά κλαύση καί νά πῆ τόν πόνον τού”, καί ἀναλογιζόταν ὅτι “τό πάλαι ἐδῶ οἱ χριστιανοί, ὅσοι ἤσαν ὡς αὐτός τεθλιμμένοι, εἰς τόν ναΐσκον αὐτόν τῆς Παναγίας τῆς Πρέκλας, ἤρχοντο τάς ἡμέρας αὐτᾶς νά εὔρωσι, διά τῆς ἐγκρατείας καί τῆς προσευχῆς καί τοῦ ἱεροῦ ἄσματος, ἀναψυχήν καί παραμυθίαν...”

“Πνεύμονες ζωής”, ἔτσι χαρακτήρισε τά ταπεινά ἐξωκκλήσια ὁ Σεβασμιώτατος στό κήρυγμά του. Γιατί, ὅπως τό αἷμα ἀφήνει στόν πνεύμονα τά προϊόντα των καύσεων καί ἀπορροφᾶ τό καθαρό ὀξυγόνο, κατά τόν ἴδιο τρόπο οἱ χριστιανοί ἐρχόμενοι στόν ναό, ἀφήνουν μέ νοερά ἐξομολογήση τά πνιγηρά προϊόντα της καύσεως τῆς καρδιᾶς τούς μέσα στόν κόσμο, καί ἀναπνέουν διά τῆς προσευχῆς τόν “ὀξυγονωμένο” ἀέρα τῆς χάριτος, γεύονται δέ –ὅταν κάποιος ἀγαθός λευίτης ἔλθει νά τά λειτουργήση– καί αὐτῆς τῆς πραγματικῆς τροφῆς, τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο καί μᾶς θρέφει καί μᾶς καθαρίζει κατά τήν προαίρεσή μας.

Τά ἐξωκκλήσια τῆς ὑπαίθρου εἶναι ἀμέτρητα. Πλήν ὅμως, ὁ πιστός λαός φαίνεται νά ἀκολουθῆ τήν προτροπή τοῦ Γεωργίου Ἀθάνα –μᾶλλον ὁ ποιητής ἀφουγκραζόμενος τόν πόθο τοῦ λαοῦ, ἔκανε τήν πραγματικότητα τετράστιχη “μονοκοντυλιά” μέ μορφή προτροπῆς:

“Προσπαθήστε τό, ἀδερφοί!
Δέ θά βλάψη, θά ὠφελήση:
στήν ψηλότερη κορφή
χτίστε κι ἕνα ἐρημοκλήσι!”

Ν.Γ.

 

 

ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ

  • Προβολές: 3147