Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος: Ἡ γονιμότητα τῶν κρίσεων

Δημοσιεύθηκε στό Βῆμα τῆς Κυριακῆς 17-9-2000.

Ἡ κάθε κρίση, σέ ὅλα τα ἐπίπεδα, εἶναι ἔκφραση ὑγείας, γιατί δείχνει ἀφ’ ἑνός μέν τήν ὕπαρξη δυνατοῦ ὀργανισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀντιδρᾶ φυσιολογικά μέ ὑψηλό πυρετό, ἀφ’ ἑτέρου δέ ὁδηγεῖ σέ νέες θεωρήσεις τῆς ζωῆς, σέ νέα προοπτική, ἀφοῦ κάθε ὡρίμανση προϋποθέτει ἕναν θάνατο. Ἀκόμη, ὅταν φθάση κανείς στό “μηδέν” καί τότε δημιουργεῖται μιά ἄλλη ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ἀφοῦ, ὅπως θά ἔλεγε καί ὁ ἀείμνηστος Νίκος Πεντζίκης, ἔχει μεγάλη σημασία “ἡ γονιμότητα τοῦ μηδενός”. Μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική εἶδα καί τήν κρίση στό θέμα τῆς ἀναγραφῆς ἤ μή τοῦ θρησκεύματος στά Δελτία τῶν Ταυτοτήτων. Προσπαθοῦσα καί προσπαθῶ νά βλέπω τό θέμα αὐτό ἀποφατικά, καίτοι βρίσκομαι στό κέντρο τῶν γεγονότων. Θεωρῶ ὅτι καί ἡ Πολιτεία θά ὠφεληθῆ ἀπό αὐτήν τήν κρίση.

Θά ἤθελα στήν συνέχεια νά καταγράψω μερικές ἀπό τίς σκέψεις πού μέ ἀπησχόλησαν τόν τελευταῖο καιρό καί ἔχουν σχέση μέ τήν γονιμότητα πού ἀπορρέει ἀπό αὐτήν τήν κρίση, τήν ὁποία συγκαταβατικά μπορῶ νά χαρακτηρίσω κρίση.

1. Πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ ἡ σχέση μεταξύ Ἐκκλησίας καί Ἱερᾶς Συνόδου. Δηλαδή, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων πρέπει νά ἐκφράζη τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία Ἐκκλησία δέν εἶναι ἁπλῶς τό σύνολο τῶν βεβαπτισμένων, ἀλλά καί τῶν βεβαιοπίστων. Ἡ Ἐκκλησία ἀκόμη εἶναι τό σύνολο τῶν δυνάμει καί ἐνεργεία μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό θά ἤθελε μεγαλύτερη ἀνάλυση, ἀλλά ἐκεῖνο πού μπορῶ νά ὑπογραμμίσω εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι κάτι εὐρύτερο ἀπό αὐτό πού πολλοί ἀπό μᾶς νομίζουμε. Μπορεῖ κανείς νά δή τό τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία στά συγγράμματα τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, στήν ὀρθόδοξη λατρεία, δηλαδή στά πρόσωπα τῶν ἁγίων καί τήν λατρεία, πού εἶναι ὁ χῶρος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, “τῆς συνουσίας Θεοῦ καί ἀνθρώπων”. Ἐπίσης, μπορεῖ νά δή τό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό περίφημο βιβλίο πού λέγεται “Γεροντικό”, στό ὁποῖο εἶναι ἀποθησαυρισμένη ἡ πείρα καί ἡ ζωή τῶν ἁγίων, ἀφοῦ ἐκεῖ φαίνεται ἡ ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια, ἐνσαρκωμένη στά πρόσωπα, τά ὁποῖα διακρίνονται ἀπό καρδιακή εὐαισθησία, ταπείνωση καί ἀρρενωπή τρυφερότητα. Θά μποροῦσα νά προτείνω νά διαβασθοῦν οἱ λόγοι τοῦ ἀββᾶ Ποιμένος. Ὅταν ἡ σύναξη τῶν Ἐπισκόπων συντονίζεται στήν ἀτμόσφαιρα τῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι οἱ ἅγιοι, τότε συνιστᾶ Ἐκκλησία ἀληθινή.

2. Ἐπειδή εἶχα τήν ἐξαιρετική τιμή καί εὐθύνη νά εἶμαι Πρόεδρος τῆς Εἰδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τίς ταυτότητες ἀπό τό 1999 γι’ αὐτό μπορῶ νά βεβαιώσω ὅτι ἡ Ἱεραρχία μέ τά ἁρμόδια ὄργανά της ἐργάσθηκε ψύχραιμα καί νηφάλια στό θέμα αὐτό. Οἱ ὑποσχέσεις τῆς Πολιτείας γιά διάλογο στό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες μᾶς προετοίμαζε γιά νά κάνουμε καλή συζήτηση μέ τούς Κυβερνητικούς παράγοντας. Ἐνθυμοῦμαι ὅτι ἕνας ἀγωνιστής Κληρικός μου εἶπε ὅτι μεταξύ των δύο προτάσεων, ἤτοι τῆς προαιρετικῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος καί τῆς μή ἀναγραφῆς προτιμοῦσε τήν δεύτερη. Καί πράγματι, ὑπάρχουν σοβαρά θελογικά ἐπιχειρήματα, πράγμα τό ὁποῖο θά ἀναπτυσσόταν στόν διάλογο πού θά διεξαγόταν, χωρίς βέβαια νά κλονισθῆ τό πνεῦμα καί τά θεμέλια της ἰδιαιτερότητας τῆς παραδόσεώς μας. Μάλιστα δέ μπορῶ νά διαβεβαιώσω ὅτι καί ἡ θέση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου ἦταν νά μή ἐπικρατήσουν ἀκρότητες. Ὅμως, οἱ μονομερεῖς καί ἀψυχολόγητες ἐνέργειες Κυβερνητικῶν παραγόντων δέν ἄφησαν νά γίνη αὐτός ὁ δημιουργικός θεολογικός διάλογος, πού θά δρομολογοῦσε σημαντικές ἐξελίξεις. Ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων θά μποροῦσε νά ἀναπτυχθῆ ἕνας θεολογικός λόγος, γιά τό τί εἶναι πίστη καί ὁμολογία, τί εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου, γιά τό ἄν ὁ Χριστιανισμός εἶναι θρησκεία καί ποιά ἡ διαφορά μεταξύ θρησκείας καί Ἐκκλησίας, γιά τό ὅτι ὁ πολιτιστικός τρόπος ζωῆς ἔχει ἐμποτισθῆ ἀπό τόν ἀποκαλυπτικό λόγο, γιά τήν διαφορά μεταξύ παραδόσεως, παραδόσεων, καί ὀρθοδόξου παραδόσεως κλπ. Δυστυχῶς χάθηκε ἡ εὐκαιρία γιά τόν γόνιμο αὐτόν προβληματισμό, πού ἔχει ἀνάγκη ἡ ἐποχή μας, ἐπειδή δέν θέλησαν παράγοντες τῆς Πολιτείας νά κάνουν διάλογο μέ ἐκπροσώπους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

3. Ἡ δημοσιογράφος Ἐλεάνα Σμίθ στό ἀγγλικό περιοδικό “ New Statesman” μέ σχετικό ἄρθρο τῆς προσπαθεῖ νά ἀναλύση τήν ἀντιπαράθεση τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας καί τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες. Μιά κυριακάτικη ἐφημερίδα παρουσιάζοντας αὐτό τό κείμενο μεταξύ ἄλλων γράφει: “Τό πρόβλημα μέ τήν Ἑλλάδα, σύμφωνα μέ τήν Σμίθ, εἶναι ὅτι στήν πραγματικότητα ὑπάρχουν δύο Ἑλλάδες. Ἡ μία εἶναι δυτική, σύγχρονη, ἀνοικτή, ἀναδιαρθρωμένη, ἀνταγωνιστική καί διεθνής. Ἡ ἄλλη Ἑλλάδα εἶναι ἀνατολική, παραδοσιακή, παρωχημένη, ἔχει φοβίες, εἶναι ἀπαίδευτη καί εἶναι ἐσωστρεφής”.

Στό σημεῖο αὐτό βρίσκεται τό βαθύτερό του προβλήματος πού ἀνέκυψε, ὄχι ὅμως στή ὑπεραπλουστευμένη ἑρμηνεία τῆς κ. Σμίθ. Δηλαδή, ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι στήν σύγχρονη Ἑλλάδα ὑπάρχουν δύο παραδόσεις. Πρῶτα εἶναι ἡ λεγομένη δυτική παράδοση, τῆς ὁποίας ἔκφραση εἶναι ἡ νοησιαρχία τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου καί ἡ ὁποία νοησιαρχία ἐκφράζεται, κατά ποικίλους τρόπους, μέ τόν Σχολαστικισμό, τήν Ἀναγέννηση, τόν Διαφωτισμό, τόν Ρωμαντισμό, τήν Νεωτερικότητα. Ο Frank Schaeffer στό βιβλίο τοῦ “ἀναζητώντας τήν ὀρθόδοξη πίστη”, πού πρόσφατα μεταφράσθηκε καί κυκλοφόρησε στήν ἑλληνική γλώσσα, ἔχει ἐπισημάνει καί τεκμηριώσει πάρα πολύ καλά τήν σχέση μεταξύ αὐτῶν τῶν ρευμάτων πού ἀναπτύχθηκαν στόν δυτικό χῶρο. Συγχρόνως στήν Ἑλλάδα ὑπάρχει καί ἕνα ἄλλο βαθύ ὑπόστρωμα, μιά ἄλλη παράδοση, πού ἐκφράσθηκε ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, γιά νά ἀναφέρω ἐνδεικτικά μερικά ἀπό τά μεγάλα πατερικά ἀναστήματα πού ἀντέχουν στόν χρόνο, ἀκόμη καί σέ κριτήρια κοσμικά.

Ἐκεῖ ὅμως πού ἔχω σοβαρές ἀντιρρήσεις εἶναι στό ὅτι, ὅπως γράφει ἡ δημοσιογράφος, ἡ “δυτική Ἑλλάδα” εἶναι σύγχρονη, ἀνοικτή, ἀναδιαρθρωμένη, ἐνῶ ἡ ἄλλη Ἑλλάδα εἶναι παραδοσιακή, παρωχημένη, ἀπαίδευτη καί ἐσωστρεφής. Τό ἀντίθετο μάλιστα συμβαίνει, ἀφοῦ σήμερα ὁ δυτικός πολιτισμός δέχεται βαθειά κρίση καί χρειάζεται μιά γονιμοποίηση, ἐπειδή δέν μπορεῖ νά ἀπαντήση στά ὑπαρξιακά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία, πού δέν εἶναι σχολαστική, ρατσιστική καί ἠθικιστική μπορεῖ νά ἀνταποκριθῆ στά μηνύματα τῶν καιρῶν.

Βέβαια, μερικοί ἀπό τούς ὑπερμάχους αὐτῶν τῶν δύο ρευμάτων ἐκφράζουν, μέ ἕναν κακέκτυπο τρόπο, τά ἀρχετυπικά αὐτά πρότυπα, ἀσχολοῦνται μέ ἕνα συντηρητικό καί ὄχι παραδοσιακό πνεῦμα, διακρίνονται γιά τήν ρατσιστική καί μουσειακή ἀναφορά. Κάποτε ἄκουγα τόν ἀείμνηστο Νίκο Σβορῶνο νά κάνη τήν διάκριση μεταξύ συντηρήσεως καί παραδόσεως. Πράγματι, ἡ συντήρηση πού προϋποθέτει ἄτομα, μεταφέρει τόν λόγο τοῦ παρελθόντος μέ ἕναν μουσειακό τρόπο, ἐνῶ ἡ παράδοση μεταφέρει τόν οὐσιαστικό λόγο τοῦ παρελθόντος, γονιμοποιώντας τό παρόν.

Γιά παράδειγμα, μερικοί συντηρητικοί χρησιμοποιοῦν τόν οὐσιαστικό, χυμώδη καί ζωοποιό λόγο τῶν Πατέρων μέ τρόπο ἐπιθετικό καί ἀφυδατωμένο, χωρίς νά ἔχει ἀφομοιωθῆ πρῶτα στούς δικούς τους ὀργανισμούς καί νά ἔχει γίνει πρωτίστως τροφή, αἷμα καί ζωή. Καί μερικοί ἐκσυγχρονιστές ἀποδίδουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θεοκρατικές ἀντιλήψεις, ἐνῶ εἶναι βέβαιο ὅτι δέν ταυτίσθηκε ποτέ ἡ Ὀρθοδοξία μέ τήν θεοκρατία, οὔτε καί κατά τήν περίοδο τοῦ Βυζαντίου. Ὁ κ. Ἀναστάσιος Φιλιππίδης στό βιβλίο τοῦ “Ρωμηοσύνη ἤ Βαρβαρότητα” ἔχει ἀποδείξει μέ ἐπιχειρήματα ὅτι ὅταν κάνουμε λόγο γιά θεοκρατία ἐννοοῦμε: “1) Ταύτιση πολιτικῆς καί θρησκευτικῆς ἐξουσίας στό ἴδιο πρόσωπο, 2) ἐπιβολή θρησκευτικῶν κανόνων στό σύνολο τῆς νομοθεσίας, 3) ἄσκηση τῆς δημοσίας διοίκησης ἀπό θρησκευτικούς λειτουργούς, καί 4) ἔλεγχος τῆς ἐκπαίδευσης ἀπό τήν θρησκευτική ἱεραρχία”. Ὅμως, στό Βυζάντιο ποτέ δέν ἐπικράτησε αὐτή ἡ μορφή θεοκρατίας, πράγμα πού παρατηροῦμε στό ἀρχαῖο κράτος τοῦ Ἰσραήλ (στήν περίοδο τῶν Κριτῶν), στό παπικό Κράτος, τόν Καλβινισμό τουλάχιστον γιά τά πρῶτα 20 χρόνια στήν Γενεύη, καί στό Ἰρᾶν τῆς δεκαετίας τοῦ 1980.

Ἑπομένως σήμερα χρειάζεται νά γίνη ἕνας γόνιμος θεολογικός διάλογος, πέρα ἀπό τόν βερμπαλισμό, τήν συνθηματολογία, τήν ἰδεολογική ἀντιπαράθεση, τόν ἄκαιρο καί ἀνούσιο ἐκσυγχρονισμό. Καί βέβαια γιά νά ἀναπτυχθῆ αὐτός ὁ γόνιμος λόγος καί διάλογος, εἶναι ἀπαραίτητες ἀφ’ ἑνός μέν ἡ εἰλικρινής συζήτηση, ὕστερα ἀπό ὑπαρξιακή αὐτογνωσία, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ ὑπαρξιακή γνώση τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ λόγου, μέ τήν παράλληλη γνώση τῶν συγχρόνων φιλοσοφικῶν καί κοινωνικῶν δεδομένων.

4. Ζοῦμε σέ μιά δύσκολη ἐποχή, στήν ὁποία καταρρέουν ἰδεολογίες καί πολιτιστικά μεγέθη πού κυριάρχησαν στό παρελθόν καί τά ὁποῖα γιά νά ἐπιζήσουν χρειάζονται ἀπαραίτητα μιά γονιμοποίηση. Τό δυτικό πνεῦμα πού ἐκφράζεται μέ τήν νοησιαρχία, τόν ὠφελιμισμό, τήν ἀτομοκρατία, τήν εὐδαιμονία, δέχεται τρομερή κρίση. Ο Kenneth Gergen ἔχει ὑποστηρίξει ὅτι ὁ σύγχρονος δυτικός ἄνθρωπος ὑποφέρει πολύ. Καί αὐτό ἐκφράζεται σέ τρία χαρακτηριστικά σημεῖα, ἤτοι τόν “κοινωνικό κορεσμό”, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά περιορισθῆ σέ κοντινές σχέσεις καί ζητᾶ τόν πολλαπλασιασμό τῶν σχέσεων, δεῖγμα ἑνός ὑπαρξιακοῦ κενοῦ, τόν “ἐποικισμό τοῦ ἐαυτού” πού συνίσταται “στήν πρόσκτηση πολλαπλῶν καί ἀνομίων δυνατοτήτων σχετικά μέ τόν τρόπο πού ζεῖ κανείς” καί τήν “πολυφέρνεια”, πού εἶναι “ἡ διάσπαση τοῦ ἀτόμου σέ μιά πολλαπλότητα προσωπικῶν ἀμφιέσεων”. Στήν λύση αὐτῶν τῶν προσωπικῶν καί κοινωνικῶν προβλημάτων δέν μπορεῖ νά ἀνταποκριθῆ ὁ δυτικός πολιτισμός μέ τήν τεχνολογική καί ἰδεολογική διάστασή του, καί χρειάζεται τό ζωντανό καί ζωοποιό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως.

Ἑπομένως, ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία μπορεῖ νά διαδραματίση ἕναν σπουδαῖο ρόλο στά κοινωνικά δρώμενα τῆς ἐποχῆς μας, ἐπειδή ἔχει ἀστείρευτες δυνάμεις, ὅπως τήν λατρεία καί τήν θεολογία της, τόν πλοῦτο τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν, τόν ἡσυχασμό τῶν Ἱερῶν Μονῶν, τήν ὑπαρξιακή ἀντιμετώπιση τοῦ πόνου, καί ὅλων των ἀνθρωπολογικῶν προβλήματων πού ἀντιμετωπίζει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος.

Ἔτυχε νά διδάξω στήν Μέση Ἀνατολή καί νά ὁμιλήσω σέ Συνέδρια καί Σεμινάρια στήν Δύση, ὅπως στήν Βοστώνη, τό Σιάτλ, τήν Ἀτλάντα, καί διεπίστωσα ὅτι οἱ ἀνατολικοί καί δυτικοί Χριστιανοί ἀναζητοῦν τόν πλοῦτο καί τήν ἀρχοντιά τῆς παραδόσεώς μας, ἐνῶ τήν ἀναζήτηση αὐτή δέν τήν συναντῶ στήν Ἑλλάδα σέ ἐκείνους πού ἐκφράζουν τό δυτικό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐπικρατοῦσε στήν Δύση τίς παλαιότερες δεκαετίες.

Αἰσθανόμενος αὐτήν τήν γονιμοποιητική δύναμη τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί τόν δυναμικό λόγο τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας θλίβομαι ὅταν βλέπω μικρονοϊκές ἀντιπαλότητες, χάριν πολιτικῶν σκοπιμοτήτων καί βερμπαλιστικῶν ἐντυπώσεων.

  • Προβολές: 2739