Γράφτηκε στις .

Ἀναστασίου Α. Φιλιππίδη: «Μπορεῖ ἡ Θρησκεία νά ἀνεχθῆ τήν Δημοκρατία; (καί ἀντιστρόφως)»

Ἀναστασίου Α. Φιλιππίδη

Μέ αὐτό τό προκλητικό ἐρώτημα τιτλοφόρησε μία σημαντική μελέτη του γιά τήν σχέση δημοκρατίας καί θρησκείας ὁ Stephen Carter, ἐπιφανής καθηγητής τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ πανεπιστημίου Γέηλ τῶν ΗΠΑ. Ο Carter εἶναι ἕνας ἀπό τούς διασημότερους νομικούς της Ἀμερικῆς καί τό περιοδικό Τάιμ πρόσφατα τόν ἀνεκήρυξε ἕναν ἀπό τούς πενήντα ἡγέτες τοῦ 21ου αἰώνα. Μιά καί τό θέμα τῆς σχέσης ἐκκλησίας-πολιτείας ἦρθε στό προσκήνιο καί στήν χώρα μας (καί θά μᾶς ἀποσχολήση πολύ στό μέλλον) θά ἦταν ἴσως χρήσιμο νά παρατεθοῦν οἱ ἀπόψεις καί οἱ προβληματισμοί πού ἐπικρατοῦν σέ μιά ἀπό τίς λιγοστές χῶρες πού ἔχουν θεσπίσει τό χωρισμό τῆς ἐκκλησίας ἀπό τό κράτος.

Θά περίμενε κάποιος ὅτι ὁ χωρισμός ἐπιλύει ὅλα τα προβλήματα αὐτῆς τῆς σχέσης καί ὅτι εἶναι περίπου αὐτονόητη ἐπιλογή κάθε σύγχρονης δημοκρατίας, ἔτσι τουλάχιστον θέλει νά μᾶς κάνη νά πιστέψουμε μιά μικρή ἰδεολογική ὁμάδα μέ δυσανάλογη πολιτική δύναμη στήν Ἑλλάδα. Ἡ μελέτη τοῦ Carter, πού δημοσιεύτηκε τόν Ἀπρίλιο φέτος (εὑρίσκεται καί στό Διαδίκτυο στή διεύθυνση https://www.yale.edu/yale300/democracy/) ἀνατρέπει αὐτή τήν ἐντύπωση. Ἅς δοῦμε περιληπτικά τα κυριότερα σημεῖα της, ἀφοῦ ἐνημερώσουμε τόν ἀναγνώστη ὅτι ὁ συγγραφέας εἶναι Προτεστάντης (Εὐαγγελικός).

1. Κατ’ ἀρχήν, ἀληθεύει ὅτι ὁ χωρισμός ἐκκλησίας-κράτους ἀποτελεῖ μιά θεμελιώδη θεωρητική ἀρχή ἡ ἕναν κανόνα τοῦ συνταγματικοῦ δικαίου; Ὄχι, ἀπαντᾶ μέ ἔμφαση ὁ Carter Ὁ χωρισμός «εἶναι, ἐλλείψει καλυτέρου τρόπου νά τεθεῖ τό ζήτημα, ἕνα συμβόλαιο ἤ ἴσως καλύτερα, μιά συνθήκη. Μιά συνθήκη εἰρήνης». Κι ὡστόσο, παρατηρεῖ ὁ Carter, «λίγες ἄλλες φιλελεύθερες δημοκρατίες εἶδαν κάποιον ἐπιτακτικό λόγο νά ἀντιγράψουν τό ἀμερικανικό σχέδιο. Καί δέν ὑπάρχει κανένας λόγος γιά τόν ὁποῖο θά ἔπρεπε νά τό κάνουν, διότι ὁ χωρισμός ἐκκλησίας καί κράτους, μέ ὅλη τήν αἴγλη του, εἶναι ἡ δική μας συνθήκη εἰρήνης, ὄχι κάποιου ἄλλου. Εἶναι μιά Ἀμερικανική λύση, βαθύτατα Προτεσταντική στό χαρακτήρα της, συνδεμένη μέ τήν ἱστορία μας καί, συνεπῶς, ὄχι ὑποχρεωτικά ἡ προσέγγιση πού θά ταιριάξει σέ μίαν ἄλλη κουλτούρα μέ τή δική της ἱστορία». Παραδόξως, στή χώρα μᾶς οἱ πολέμιοι τῆς παγκοσμιοποίησης καί τῆς πολιτικῆς ἰσοπέδωσης δέν δείχνουν νά ἀντιλαμβάνονται αὐτό τό κρίσιμο σημεῖο πού τονίζει ὁ Carter: ὅτι ὁ χωρισμός ἐκκλησίας καί κράτους προέκυψε ὡς λύση σέ συγκεκριμένες ἱστορικές συνθῆκες μέ τίς ὁποῖες ἡ Ἑλλάδα δέν ἔχει τίποτα τό κοινό. Συνεπῶς ἡ δική μας λύση δέν μπορεῖ νά εἶναι ἡ ἀμερικανική ἤ ἡ γαλλική.

2. Ἦταν ὁ χωρισμός ἐκκλησίας καί κράτους προϊόν του διαφωτισμοῦ; Ὄχι, μᾶς λέει ὁ συγγραφέας, ἄν τόν χωρισμό τόν ἐνοοῦμε ὡς ἕναν διαχωριστικό τοῖχο πού ἀπαγορεύει τήν ἀνάμιξη τοῦ ἑνός στά θέματα τοῦ ἄλλου. «Οὔτε ὁ Χόμπς οὔτε ὁ Ρουσσώ πίστευαν στό χωρισμό. Ὁ καθένας τούς ἔγραψε, ἀπερίφραστα, γιά τήν ἀνάγκη ὑποταγῆς τῆς ἐκκλησίας στό κράτος, ἔτσι ὥστε ἡ πρωταρχική ἀφοσίωση κάθε ἀτόμου νά εἶναι ὄχι πρός τή Θεία ἐντολή ἀλλά πρός τή θέληση τοῦ κυβερνήτη. Ἤθελαν, στήν πράξη, νά κτίσουν τήν ὁλοκληρωτική κοινωνία τῆς μεσαιωνικῆς ἐκκλησίας, ἀλλά χωρίς τήν ἐκκλησία». Γι’ αὐτό ἄλλωστε, θά προσθέταμε, οἱ διαφωτιστές, πού κατέλαβαν τήν ἐξουσία στήν Ἑλλάδα μετά τήν ἀπελευθέρωση, δέν προχώρησαν στό χωρισμό ἐκκλησίας καί κράτους. Πιό βολικός ἦταν πάντα ὁ ὑποβιβασμός τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος σέ δημόσιο ὀργανισμό ὑπαγόμενο στό Ὑπουργεῖο Παιδείας...

Ἀντίθετα ἡ ἀμερικανική λύση, ὑποστηρίζει ὁ Carter, προῆλθε ὄχι ἀπό τήν αἴσθηση κάποιου κινδύνου, ἀλλά ἀπό τήν αἴσθηση τῆς σπουδαιότητας τῆς θρησκείας. Τό κράτος καί ἡ ἐκκλησία χώρισαν «ἐπειδή ὁ σκοπός τούς ἦταν διαφορετικός καί ἡ ἀνάμιξη τῶν δύο εἶχε τήν τάση νά διαφθείρει τήν ὀρθή πίστη. Ὁ ρόλος τῆς ἐκκλησίας ἦταν νά προετοιμάζει τούς ἀνθρώπους γιά τήν σωτηρία. Ὁ ρόλος τοῦ κράτους ἦταν νά διατηρεῖ τήν τάξη ἐνόσω ἡ ἐκκλησία ἐπιτελοῦσε τό ἔργο της. Οὔτε ἡ ἐκκλησία οὔτε τό κράτος ἔπρεπε νά κυριαρχοῦν τό ἕνα ἐπί τοῦ ἄλλου, ἀλλά καί τά δύο ἔπρεπε νά εἶναι ὑποτελῆ στόν ἴδιο Θεό». Ὅσοι εἶχαν διαφορετική πίστη ἦταν ἐλεύθεροι νά τήν ἀκολουθήσουν, χωρίς παρέμβαση ἀπό κράτος.

3. Καί ἐνῶ ὅλα αὐτά ἀκούγονται ὄμορφα, ἡ ἐφαρμογή τους στήν πράξη ὁδηγεῖ σέ δυσεπίλυτα προβλήματα.

Γιά παράδειγμα, ὁ χωρισμός ἀποσκοποῦσε στό «νά μήν μπορεῖ νά ὑποχρεωθεῖ ἀπό τό κράτος κάποιος νά ὑποστηρίξει κάτι μέ τό ὁποῖο διαφωνεῖ γιά λόγους συνειδήσεως. Ἔτσι, ἄν ὁ πολίτης Ἅ διαφωνεῖ μέ τό νά διατίθενται τά χρήματα τῶν φόρων του στά θρησκευτικά σχολεῖα, ὁ πολίτης Β μπορεῖ νά διαφωνεῖ στό νά χρησιμοποιοῦνται τά χρήματα τῶν φόρων του σέ ἐκτρώσεις, διότι τίθεται θέμα συνειδήσεως».

Δεύτερο παράδειγμα, ἕνα θέμα πού ταλάνισε τίς τελευταῖες δεκαετίες τίς ΗΠΑ. Ἐπιτρέπεται ἡ ὀργανωμένη προσευχή στά δημόσια σχολεῖα; Ὄχι ὑποστηρίζει ὁ συγγραφέας, ἐφόσον τό κράτος καί ἡ Ἐκκλησία ἔχουν χωρίσει. Διδάσκοντας στά παιδιά, πού μπορεῖ νά προέρχονται ἀπό διαφορετικές κοσμοθεωρίες, πῶς νά προσεύχονται, τό κράτος εἰσβάλλει στόν χῶρο τοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας. Καί συνεχίζει: «Ἐπίσης ὁποιαδήποτε προσπάθεια τοῦ δημόσιου σχολείου νά διδάξει ἠθική ὑπόκειται στήν ἴδια ἀντίρρηση, ἀνεξαρτήτως τοῦ ἄν ἡ διδασκόμενη ὕλη ἀποσκοπεῖ στό νά ἐξάρει τήν ἀνεκτικότητα - ἀνεξιθρησκεία ἤ νά ἐσταλλάξει τίς ἀξίες τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς. Ἡ διδασκαλία περί τοῦ τί εἶναι σωστό καί τί λάθος ἀποτελεῖ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ προστασία αὐτῆς τῆς διδασκαλίας εἶναι ὁ σκοπός τοῦ προστατευτικοῦ τοίχου (τοῦ χωρισμοῦ)». Διαβάζοντας αὐτά, ἀναρωτιέται κάποιος ἄν οἱ ὀπαδοί τοῦ χωρισμοῦ στήν Ἑλλάδα θά ἦταν στ’ ἀλήθεια διατεθειμένοι νά δεχθοῦν ὅλες τίς προεκτάσεις τῆς ἄποψής τους. Ἕνα οὐδέτερο ὡς πρός τήν ἠθική κράτος δέν θά ἔπρεπε νά προπαγανδίζη, π.χ. οὔτε κατά τοῦ ρατσισμοῦ, οὔτε ὑπέρ τῆς ἀτομικῆς ἰδιοκτησίας. Εἶναι δυνατόν ποτέ νά ὑπάρξη τέτοιο κράτος; Θέλουμε ἕνα τέτοιο κράτος;

Τρίτο παράδειγμα, ἕνα θέμα ποῦ κατέληξε δύο φορές στό Ἀνώτατο Δικαστήριο τῶν ΗΠΑ Θά διδάσκεται ἡ θεωρία τοῦ Δαρβίνου στά δημόσια σχολεῖα; Ή, ἀντιστρόφως, ἐπιτρέπεται ἡ ἀπαγόρευση τῆς διδασκαλίας τῆς ὅπως ἀποφάσισαν ὁρισμένες πολιτεῖες τῶν ΗΠΑ; Τό θέμα μπορεῖ νά φαίνεται ἀδιάφορο γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους πού γνωρίζουμε ὅτι καμία ἐπιστημονική ἀνακάλυψη δέν εἶναι ἀσύμβατη μέ τήν πίστη μας, ἀφοῦ ἄλλο τό γνωστικό πεδίο τῆς ἐπιστήμης καί ἄλλο αὐτό τῆς πίστης, ἄλλη ἡ μεθοδολογία τῆς Πρωτης καί ἄλλη τῆς δεύτερης. Στό δυτικό χριστιανισμό, ὅμως, πού εἶχε τήν ἀτυχία νά βρεθῆ στή λάθος πλευρά κατά τό μεγάλο διάλογο τοῦ 14ου αἰώνα (ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς-Βαρλαάμ), τό πρόβλημα ὀρθώνεται συνεχῶς τεράστιο καί καταλήγει στά δικαστήρια, ἐνῶ δέν εἶναι βέβαια, νομικό.

Ὁ Carter θέτει τό πρόβλημα ὑπό τήν ὀπτική της παραβίασης τῆς συνθήκης εἰρήνης ἀπό τό κράτος. Γιά τούς γονεῖς πού ἀπαιτοῦν νά διδάσκεται ἡ θεωρία τῆς Δημιουργίας σύμφωνα μέ τήν Ἁγία Γραφή, «τό κράτος διδάσκοντας τήν θεωρία τῆς ἐξέλιξης στά δημόσια σχολεῖα του, διαπράττει δύο κακά, τουλάχιστον ἕνα ἀπό τά ὁποῖα εἶναι ἀπαγορευμένο ἀπό τή συνθήκη τῆς εἰρήνης ἐκκλησίας-κράτους. Τό πρῶτο κακό εἶναι ὅτι διδάσκει ψέματα στά παιδιά τους. Τό δεύτερο κακό αὐτό πού παραβιάζει τόν διαχωριστικό τοῖχο, κατά τήν ἀποψή τούς εἶναι ὅτι διδάσκει συγκεκριμένα ψέματα πού θά ἀπομακρύνουν τά παιδιά ἀπό τήν θρησκεία τῶν γονέων τους». Ἄρα, ἀπό τήν πλευρά τούς τό κράτος δέν ἔχει τηρήσει τό συμβόλαιο.

Ὁ συγγραφέας δέν τό ἀναφέρει, ἀλλά ἀνάλογο πρόβλημα ἐμφανίστηκε στήν Γαλλία, τό μόνο ἄλλο δυτικό κράτος πού ἔχει θεσπίσει τόν χωρισμό, ὅταν πρίν λίγα χρόνια το Ὑπουργεῖο Παιδείας ἀπαγόρευσε στίς μουσουλμάνες μαθήτριες νά φορᾶνε τσαντόρ στό σχολεῖο. Χωρίς νά εἶναι κάποιος γνώστης τῆς μουσουλμανικῆς θρησκείας, εὔκολα μπορεῖ νά ἀντιληφθῆ ὅτι γιά αὐτές τίς κοπέλες ἡ κάλυψη μέρους τοῦ προσώπου ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς ἠθικῆς τους. Προφανῶς ἡ Γαλλική Δημοκρατία ἐπέλεξε νά προστατεύση μέ αὐτόν τόν τρόπο μιά θρησκευτική μειονότητα ἀπό σέ βάρος τῆς διακρίσεις. Τό παράδειγμά της ἀκολούθησε πρόσφατα καί μία ἄλλη μεσογειακή δημοκρατία πού ἀποφάνθηκε ἐπίσης ὅτι ὁ καλύτερος τρόπος προστασίας τοῦ θρησκεύματος εἶναι ἡ ἀπόκρυψή του...

Ὑπάρχουν πολλά ἀκόμη ἐνδιαφέροντα θέματα πού θίγει ἡ μελέτη τοῦ Carter, τά ὁποῖα δέν μποροῦν νά ἀναφερθοῦν ἐδῶ. Γιά τόν Ἕλληνα ἀναγνώστη ἕνα συμπέρασμα ἀπό αὐτήν εἶναι ὅτι καί μετά τόν χωρισμό ἐξακολουθοῦν νά ὑφίστανται μεγάλα προβλήματα ἑρμηνείας τοῦ χωρισμοῦ, ἀκόμη καί σέ χῶρες πού τόν ἐφαρμόζουν ἐδῶ καί διακόσια χρόνια. Ἴσως ἐπειδή οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δέν εἶναι στήν πραγματικότητα δυνατόν νά διασπασθοῦν στίς δύο ἰδιότητες, αὐτή τοῦ πολίτη καί αὐτή τοῦ πιστοῦ. Εἶναι συγχρόνως καί τά δυό. Ὁ πιστός γνωρίζει ὅτι κανένα πολιτικό σύστημα δέν θά τόν ὁδηγήση στήν θέωση, ἀλλά ὡς πολίτης ἐπιδιώκει τήν βελτίωση τοῦ κράτους στό ὁποῖο ζῆ. Τελικά, ὅσοι ἀπαιτοῦν τό χωρισμό προσπαθοῦν μᾶλλον νά ἀποκλείσουν ὄχι τήν «Ἐκκλησία», ἀλλά τούς πιστούς πολίτες ἀπό τήν ἐνασχόληση μέ τήν πολιτική ζωή. Καί αὐτό εἶναι, προφανῶς, πρόβλημα τῆς δημοκρατίας καί ὄχι τῆς Ἐκκλησίας.