Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ὁ Σταυρός καί ἡ ἀσφαλέστερη «διακινδύνευση»

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Τίς σκέψεις πού διατυπώνω παρακάτω μου τίς δημιούργησαν κάποιες «ριψοκίνδυνες» ἀπόψεις πού διάβασα γιά τό «ρίσκο» στήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική ζωή.

Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι κανένας δέν εἰσῆλθε στήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν «μετ’ ἀνέσεως». Αὐτό εἶναι μιά δύσκολη ἀλήθεια. Ἡ ὁδός ἡ «ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν» εἶναι «τεθλιμμένη». Ἔχει κόπο καί πόνο. Τόν κόπο της, βέβαια, τόν ἀναλαμβάνει κανείς ἐφόσον τό θέλει. Εἶναι πράξη ἐλευθερίας. Τό θέμα, ὅμως, εἶναι ὅτι ὁ πόνος γενικά ἔχει συνδεθῆ μέ τήν ζωή μας, ἔγινε γνώρισμα τῆς φύσεώς μας. Γι’ αὐτό χρειάζεται μελέτη καί ἀντιμετώπιση. Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων οἱ πόνοι χωρίζονται σέ ἑκούσιους καί ἀκούσιους, σέ αὐτούς πού εἶναι ἐπιλογή τῶν ἀνθρώπων καί σέ αὐτούς πού ἔρχονται χωρίς νά τούς ἐπιθυμῆ κανείς. Ὅλοι, ὅμως, οἱ πόνοι, ἑκούσιοι καί ἀκούσιοι, μποροῦν νά γίνουν τρόποι βιώσεως τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ στήν προσωπική ζωή τῶν πιστῶν. Ἀρκεῖ, βέβαια, νά ὑπάρχη τό ὑπόστρωμα τῆς ὀρθῆς πίστεως, τοῦ ὀρθοῦ προσανατολισμοῦ τῆς καρδιᾶς.

Εἶναι βασική διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας ὅτι θεμέλιό της ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, ὁ Σταυρός ὡς θεολογία καί ὡς προσωπική ἄσκηση.

Ἡ θεολογία τοῦ σταυροῦ, συνδεδεμένη μέ τήν ἀνάσταση, εἶναι περίληψη ὅλης της ὀρθόδοξης Χριστολογίας. Ὅταν ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστός ἔπαθε πραγματικά ἐπάνω στόν σταυρό, ὁμολογοῦμε ὅτι εἶναι τέλειος ἄνθρωπος, ὅτι ἡ ἐνανθρώπησή Του δέν εἶναι φαντασία. Μέ τήν ἀνθρώπινη φύση Τοῦ πῆρε ἐπάνω Του τά ἀποτελέσματα τῆς ἐγκαταλείψεώς μας ἀπό τόν Θεό, λόγω τῆς ὑπερήφανης ἀπομακρύνσεώς μας ἀπό τήν «δεσποτεία» Του. Μέ ὅλη τήν ἐπί γῆς ζωή Του, ἀλλά ἰδιαίτερα μέ τά Πάθη, τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση ἔγινε ἡ ἀπαρχή «ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου».

Ὁ σταυρός, ὡς ἄσκηση, εἶναι ἡ ἔμπονη ἀπεξάρτηση ἀπό ὅλες τίς ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές ἐξαρτήσεις, σέ πράγματα ἤ νοήματα, πού δέν μᾶς ἀφήνουν νά κινηθοῦμε ἐλεύθερα πρός τόν Θεό καί γίνονται αἰτία νά δημιουργοῦνται τριβές καί συγκρούσεις μέ τούς συνανθρώπους μας. Ὁ σταυρός στήν προσωπική ζωή τοῦ κάθε πιστοῦ εἶναι τό μαρτύριο τῆς ἀρνήσεως τοῦ «ἰδίου θελήματος», τοῦ θανατηφόρου πάθους τῆς φιλαυτίας, ἡ ὁποία εἶναι μητέρα ὅλων των παθῶν. Ἡ ἀνάληψη αὐτοῦ του μαρτυρίου γίνεται προκειμένου νά πραγματοποιηθῆ «ὡς ἐν οὐρανῶ καί ἐπί τῆς γῆς» τό θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρός• νά ἀποκατασταθῆ, δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος στήν φυσιολογική του προοπτική καί πορεία, νά λειτουργήση ἡ ὕπαρξή του θεολογικά ἤ, μέ ἄλλη διατύπωση, νά ἀποκαθαρθῆ τό «κατ’ εἰκόνα» καί νά ἑνωθῆ μέ τό Ἀρχέτυπο.

Μέσα στήν καθημερινότητα, τήν κυριαρχημένη ἀπό πάθη, αὐτό τό «χριστομίμητο μαρτύριο» βιώνεται ὡς «ρίσκο», ὡς ριψοκίνδυνη πορεία σέ τεντωμένο σχοινί, κάτω ἀπό τό ὁποῖο χάσκει ἡ ἄβυσσος τῆς ἀπωλείας. Ὁ μακαριστός Ἀρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, περιγράφοντας τήν πνευματική του πορεία στό βιβλίο «Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι», γράφει: «Διακατεῖχεν ἐμέ ὁ φόβος μή τυχόν παραβῶ τάς ἐντολᾶς τοῦ Κυρίου καί τοιουτοτρόπως ἀπολεσθῶ. Κατ’ ἐκείνους τούς βαρεῖς μέν, ἀλλ’ εὐλογημένους χρόνους, τό "ζῆν" κατά τάς εὐαγγελικᾶς ἐντολᾶς ἐδημιούργει ἐν ἐμοί τήν αἴσθησιν πορείας ἐπί σχοινίου τεταμένου ὑπεράνω της ἀβύσσου καί συνδέοντος τά δύο ἄκρα αὐτῆς». Μιά τέτοιου εἴδους σχοινοβασία ἀπαιτεῖ τόλμη μέ στέρεη βάση• δέν ἐμπνέεται ἀπό νεφελώδη συναισθήματα• γεννιέται ἀπό τήν ζωντανή πίστη καί τήν ἀγάπη στό λόγο καί τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ π. Σωφρόνιος συνεχίζει τήν περιγραφή του, γράφοντας: «Ταχέως ἡ αἴσθησις αὕτη –τῆς σχοινοβασίας– μετεβλήθη εἰς ὅρασιν τῶν ἐσταυρωμένων χειρῶν τοῦ Χριστοῦ, τοῦ συνάγοντος εἰς ἕν τους διεστώτας ὁρίζοντας τοῦ κόσμου: τούς διηρημένους ὑπό τῆς ἔχθρας λαούς». Ἡ «σχοινοβασία» τοῦ π. Σωφρονίου εἶχε «στόχο», δέν ἦταν πορεία στό κενό, δέν ἦταν πλεύση χωρίς πυξίδα στό ἄγνωστο• δέν διακατεχόταν ἀπό τήν ἐπιθυμία τῆς «ὀμορφιᾶς τοῦ ἀπρόβλεπτου», δέν ἀφηνόταν νά ρυθμίζεται ἀπό τήν «ξαφνικότητα» τῶν γεγονότων• εἶχε προσηλωμένο τόν νοῦ του στόν Χριστό, καί ἡ πορεία τοῦ εἶχε ὡς «στόχο» τό «τέλος» τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν, πού εἶναι ἡ ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ: «πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῶ ποιήσομεν», δηλαδή, ἡ διαμονή τοῦ Θεοῦ μέσα στόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν Θεό.

Αὐτή ἡ πορεία, βέβαια, ἔχει «ρίσκο» καί «κόστος». Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά διευκρινισθῆ ὅτι κατά τήν πνευματική μας πορεία, μέσα στό πλαίσιο τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας, δέν «ρισκάρουμε» τήν σωτηρία μας, δέν «διακινδυνεύουμε» τό αἰώνιο μέλλον μας, δέν ἀφήνουμε τήν ὕπαρξή μας νά πληρώση τό ὑπέρογκο «κόστος» τοῦ ἀφανισμοῦ μας ἀπό τήν χορεία τῶν φίλων του Ἀρνίου. «Διακινδυνεύουμε μέ ἀσφάλεια», μέσα στόν παρόντα αἰώνα, τό θνητό μας θέλημα, τήν ἀνάπαυσή μας, τήν φιλαυτία μας, ἐμπνεόμενοι ἀπό τήν πίστη τῶν Πατέρων μας. «Ἡ ἀσφαλεστέρα "διακινδύνευσις" εἶναι νά ἐμπιστευθῶμεν ἑαυτούς μετά παιδικῆς ἁπλότητος εἰς τήν Πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ, κατά τήν ἀναζήτησιν τῆς ζωῆς, ἐν τῇ ὁποία ἡ πρώτη θέσις ἔχει δοθῆ εἰς τόν Χριστόν» (π. Σωφρόνιος).

Εἶναι γεγονός ὅτι καθετί πού ἀντιστρατεύεται στίς ὀρέξεις μας, στούς προγραμματισμένους στόχους μας, πού δοκιμάζει τήν αἴσθηση τῆς ἀξιοπρέπειάς μας, θέλει ψυχή «ριψοκίνδυνη», ἀποφασισμένη νά «ρισκάρη», νά ὑποστῆ πόνους, ἀμφισβητήσεις, διασυρμούς ἀπό τούς «υἱούς τοῦ αἰῶνος τούτου», ἀλλά καί ἀπό τούς ἔνδοθεν ἀσταύρωτους λογισμούς τῶν παθῶν. Αὐτό τό «ρισκάρισμα» χρειάζεται πίστη μέ παιδική ἁπλότητα στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Δέν χρειάζεται τήν γεμάτη φθόνο «ἐξυπνάδα» τοῦ Φιδιοῦ, οὔτε τήν ἀνώριμη εὐπιστία καί ἀβουλία τοῦ Ἀδάμ.

Ἡ εὐπιστία καί ἡ ἀβουλία εἶναι ἐπικίνδυνες, ὡς «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν» ριψοκίνδυνες. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ τραγωδία ὅλου του ἀνθρωπίνου γένους ξεκίνησε ἀπό τό «ριψοκίνδυνο» πνεῦμα τοῦ Ἀδάμ, πού «διακινδύνεψε» –καί ἔχασε τελικά– τόν Παράδεισο, ὅταν ἀποπειράθηκε –ἐπιθυμώντας ἴσως τό «ξαφνικό» καί τό «ἄγνωστο»– νά ἀποκτήση ἐμπειρική γνώση τῆς πρότασης πού τοῦ ἔκανε ἡ Εὕα. Τό «κόστος» πού πλήρωσε τό ἀνθρώπινο γένος ἀνέβασε τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, μέ τό ἀνθρώπινο προσλημα, στόν Σταυρό τοῦ Γολγοθά.

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν παίζει μέ τήν ζωή καί τόν θάνατο τῶν παιδιῶν της. Τά βοηθᾶ νά νηπιάζουν ὡς πρός τήν κακία, νά ὡριμάζουν ὡς πρός τήν φρόνηση, νά «ἁπλοποιοῦνται» στήν καρδιά καί νά βεβαιώνονται ὑπαρξιακά στήν πίστη, ἡ ὁποία, ἐνῶ εἶναι πορεία πέρα ἀπό τά ὅρια τῆς σαρκικῆς λογικῆς, ἐν τούτοις τήν χαρακτηρίζει ἡ ἀσφάλεια -ἡ ἀπρόσβλητη ἀσφάλεια τοῦ ἀποκαλυπτικοῦ λόγου τῶν Γραφῶν. Ἡ ζωή πού ἐμπνέει εἶναι ἡ ἀσφαλέστερη «διακινδύνευση», εἶναι ἕνα ἀκίνδυνο ἅλμα στήν ἄβυσσο τῶν κριμάτων τοῦ Θεοῦ.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ