Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ στατιστική καί ἡ ζωή τοῦ Πνεύματος

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Εἶναι μετρήσιμη ἡ ἐκκλησιαστική ζωή; Ἄν ναί, σέ ποιό ποσοστό; Σέ ἕνα παλαιότερο «ἐπίκαιρο σχολιασμό» ἔγραφα: «Ἡ στατιστική δέν μπορεῖ νά μᾶς δώση δεῖκτες ἐκκλησιαστικῆς ἤ πνευματικῆς ζωῆς, γιατί μετρᾶ φαινόμενα, μέ βάση προκαθορισμένα ἐρωτήματα. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας ὅμως εἶναι "ὑπόγειο ρεῦμα", κρύβεται "σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῶ". Μᾶς δίνει κάποια ἐξωτερικά ἀποτελέσματα, αὐτά ὅμως δέν ἐξαντλοῦν τό περιεχόμενό της». Αὐτή ἡ θέση αἰσθάνομαι ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά ἀναλυθῆ περισσότερο, ἀφ’ ἑνός μέν διότι δέχθηκε κριτική, ἀφ’ ἑτέρου δέ διότι μιά πληρέστερη ἀνάλυσή της μπορεῖ νά μιλήση γιά τό περιεχόμενο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Κάθε ἐπιστήμη ἔχει τό ἐπιστητό της καί ἀνάλογα μέ αὐτό ἀναπτύσσει τίς ἐρευνητικές μεθόδους της. Ἄλλο εἶναι τό ἐπιστητό τῆς Φυσικῆς, ἄλλο τῆς Ἱστορίας, ἄλλο τῆς Νομικῆς, ἄλλο τῆς Γεωμετρίας καί ἄλλο τῆς Θεολογίας. Εἶναι προφανές, βέβαια, ὅτι οἱ ἐπιστῆμες δέν χωρίζονται στεγανά μεταξύ τους. Ἄν μιλήσουμε χρησιμοποιώντας τήν ὁρολογία τῶν συνόλων, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι τά ἐπιστητά τῶν διαφόρων ἐπιστημῶν μοιάζουν μέ σύνολα πού ἔχουν κοινά στοιχεῖα. Γιά νά κτισθῆ, γιά παράδειγμα, μιά γέφυρα χρειάζεται στούς σχεδιασμούς τῶν ἀρχιτεκτόνων καί τῶν μηχανικῶν νά συμβάλουν ἡ Γεωμετρία καί ἡ Σεισμολογία, προκειμένου νά σχεδιασθῆ μέ ἀκρίβεια καί νά μελετηθῆ καλά ἡ ἑδραίωσή της μέ βάση τήν σεισμικότητα τῆς περιοχῆς. Χρειάζεται, ὅμως, καί ἡ νομική κάλυψη τοῦ ἔργου, ὥστε νά τηροῦνται οἱ περιβαλλοντικές διατάξεις, ἐπίσης οἱ σχέσεις ἐργοδοτῶν, ἐργοληπτῶν καί ἐργατῶν νά εἶναι σύμφωνες μέ τό γράμμα τοῦ νόμου καί τό ἔργο νά ἐξυπηρετῆ τό καλῶς ἐννοούμενο δημόσιο συμφέρον, δηλαδή τίς πραγματικές ἀνάγκες τοῦ λαοῦ. Κανένας δέν μπορεῖ νά ὑποστηρίξη ὅτι ἡ Νομική μπορεῖ νά κάνη τό ἔργο τῆς Σεισμολογίας ἤ τῆς Γεωμετρίας, ἐπειδή ἡ κατασκευή μιᾶς γέφυρας χρειάζεται νομική ὑποστήριξη. Ἡ Νομική μπορεῖ νά ἐλέγξη τό ἄν οἱ μηχανικοί καί οἱ σεισμολόγοι ἐργάσθηκαν μέσα στό νομικό πλαίσιο τοῦ ἐπαγγέλματός τους, ὄχι ὅμως νά κάνη σεισμολογικές, στατικές ἤ ἀρχιτεκτονικές μελέτες. Ἡ Στατιστική, λοιπόν, ὡς κλάδος τῶν μαθηματικῶν ἔχει ἐπιστητό, τό ὁποῖο ἄν καί ἔχει κοινά στοιχεῖα μέ τό ἐπιστητό τῆς ποιμαντικῆς Θεολογίας, ἐν τούτοις εἶναι διαφορετικό ἀπό αὐτό.

Εἶναι νομίζω ἀπαραίτητη μιά διευκρίνιση. Καμμιά ἐπιστήμη δέν μπορεῖ νά χαρακτηριστῆ «αἱρετική», ὅταν κινῆται μέσα στά πεπερασμένα κτιστά ὅριά της. Ὑπάρχει μόνο αἱρετική χρήση τῆς ἐπιστήμης. Συμβαίνει, δηλαδή, στό χῶρο τῶν ἐπιστημῶν ὅ,τι συμβαίνει στό χῶρο τῆς Θεολογίας μέ τήν χρήση τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὑπάρχει ἡ ὀρθόδοξη ἑρμηνεία καί χρήση της ἀπό τούς θεόπνευστους ἀναγνῶστες της καί τούς μαθητές τῶν θεοπνεύστων, ὅπως ὑπάρχει καί ἡ αἱρετική ἑρμηνεία καί χρήση της ἀπό τούς ποικιλώνυμους αἱρετικούς. Θεωρῶ ὅτι γίνεται αἱρετική χρήση τῶν διαφόρων ἐπιστημῶν σέ δύο περιπτώσεις: Πρώτον, ὅταν συνδέονται μέ ἰδεολογίες καί ὑποτάσσονται ἡ παρατήρηση καί τό πείραμα σέ ἀφηρημένες ἰδεολογικές ἀρχές καί, δεύτερον, ὅταν τίς βγάζουμε ἔξω ἀπό τό ἐπιστητό τους καί μελετοῦμε μέ τίς μεθόδους τούς ἐπιστητά πού εἶναι ξένα πρός αὐτές.

Μιά βασική ἀντίρρηση πού ἐκφράσθηκε στήν ἄποψη ὅτι «ἡ στατιστική δέν μπορεῖ νά μᾶς δώση δεῖκτες ἐκκλησιαστικῆς ἤ πνευματικῆς ζωῆς, γιατί μετρᾶ φαινόμενα, μέ βάση προκαθορισμένα ἐρωτήματα» εἶναι ἡ ἀκόλουθη. Τό «ὑπόγειο ρεῦμα» τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς σαρκώνεται σέ συγκεκριμένους ἀνθρώπους, στούς ὁποίους παρουσιάζει κάποιες ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις, ἔχει ψηλαφητά ἀποτελέσματα, τά ὁποῖα εἶναι μετρήσιμα. Ὁπότε δέν μποροῦμε νά ἀποκλείσουμε τήν στατιστική σάν ἐργαλεῖο μετρήσεως τῆς Ἐκκλησιαστικῆς πραγματικότητος. Συμφωνῶ ἐν μέρει μέ αὐτήν τήν ἄποψη, ὄχι, ὅμως, ἀπολύτως. Ὑπάρχουν, πράγματι, ἐκδηλώσεις τοῦ ἀνακαινισμένου ἀνθρώπου, ἐκφάνσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πού μπορεῖ ἡ στατιστική νά μελετήση. Ὅπως σημείωσα παραπάνω, τό ἐπιστητό τῆς στατιστικῆς ἔχει κάποια κοινά στοιχεῖα μέ τό ἐπιστητό τῆς ποιμαντικῆς θεολογίας. Τά κοινά στοιχεῖα τους, ὅμως, δέν ἐξαντλοῦν τήν ἐκκλησιαστική ζωή.

Κάποια παραδείγματα εἶναι ἀπαραίτητα.

1. Ὁ ἀριθμός τῶν ὑπογραφῶν πού συνέλεξε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιά τίς ταυτότητες εἶναι ἕνας στατιστικός δείκτης μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς δραστηριότητος, μέ πολύ μεγάλη σημασία γιά τίς περιστάσεις μέσα στίς ὁποῖες πραγματοποιήθηκε. Οὔτε κατά διάνοια, ὅμως, μπορεῖ νά θεωρηθῆ δείκτης ἐκκλησιαστικῆς ἤ πνευματικῆς ζωῆς, λόγω του ὅτι οἱ ὑπογραφές σέ αὐτή τήν περίπτωση δέν ἐξέφραζαν ἀποκλειστικά καί μόνο τήν σχέση τῶν πολιτῶν μέ τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά, γιά πολλούς ὑπογράψαντες, τήν ἀντίδρασή τους σέ μιά αὐταρχική ἀπόφαση τοῦ Κράτους.

2. Ἡ στατιστική μελέτη τοῦ ἀριθμοῦ τῶν πολιτικῶν καί τῶν θρησκευτικῶν γάμων στήν Ἑλλάδα μπορεῖ νά μᾶς δώση στατιστικούς δεῖκτες γιά τήν σχέση τῶν Νεοελλήνων μέ τούς παραδοσιακούς θεσμούς τοῦ λαϊκοῦ μας πολιτισμοῦ, δέν ἀποτελεῖ ὅμως μέτρηση τῆς πίστεώς τους στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ὁ θρησκευτικός γάμος γιά πολλούς εἶναι ἕνα ἁπλό θέαμα, μιά ἀπαραίτητη κοινωνική ἐκδήλωση ἤ, στήν χειρότερη περίπτωση, μιά πράξη στήν ὁποία προβαίνουν κινούμενοι ἀπό τά ἄγχη μιᾶς μαγικῆς συνειδήσεως. Μετρᾶ τόν ἀριθμό τῶν προσερχομένων στό μυστήριο τοῦ γάμου, ἀλλά ὄχι τήν ποιότητα τῆς πίστης τους.

3. Ἀντικείμενο στατιστικῆς μελέτης μποροῦν νά γίνουν ἀκόμη καί κείμενα τῶν Πατέρων. Μποροῦν γιά παράδειγμα νά μελετηθοῦν στατιστικά τα κριτήρια τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας πού περιγράφουν οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες. Στά κείμενά τους εἶναι καταγραμμένες ἁπτές ἐκδηλώσεις τοῦ ἀνακαινισμένου ἤ καθαιρομένου ἀνθρώπου, οἱ ὁποῖες μποροῦν νά μελετηθοῦν μέ τίς μεθόδους τῆς στατιστικῆς. Μπορεῖ, γιά παράδειγμα, νά καταρτισθοῦν κατανομές συχνοτήτων, ραβδογράμματα ἤ κυκλικά διαγράμματα γιά τίς ἐπιπτώσεις πού ἔχει ἡ ἀνυπακοή σέ πνευματικό πατέρα καί ἡ ἐμπιστοσύνη στό λογισμό μας. Παίρνοντας τούς πέντε τόμους τῆς Φιλοκαλίας μποροῦμε νά καταγράψουμε τό πόσοι Πατέρες ἀναφέρουν τήν ἅ ἤ β ἐπίπτωση καί νά διαπιστώσουμε, ἔτσι, ποιά εἶναι ἡ συχνότερα καταγεγραμμένη.

Αὐτή ἡ ἐργασία βάζει τήν στατιστική στό ἐνδότερο καί ἱερότερο χῶρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ὅμως, τελικά, αὐτόν τό χῶρο τόν ἀποϊεροποιεῖ. Κι’ αὐτό διότι οὐδετεροποιεῖ τόν Πατερικό λόγο. Τόν ἀποχωρίζει ἀπό τίς συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες καταγράφηκε, ἀπό τά πρόσωπα στά ὁποῖα ἀπευθυνόταν, ἀπό τό πρόβλημα τό ὁποῖο ἤθελε νά ἀντιμετωπίση. Πέρα ἀπό αὐτό, ἀφήνει ἀπροσπέλαστες τίς περιοχές πού δέν μπορεῖ νά περιγράψη καί ἑρμηνεύση ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Εἶναι οἱ περιοχές στίς ὁποῖες βρίσκονται τά μεγαλεῖα της ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ὁ π. Σωφρόνιος στό βιβλίο του γιά τόν ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη γράφει: «Ἡ γνησία ἐν Χριστῷ ζωή ρέει ἐκεῖ, ἐν τῇ βαθεία καρδία, κεκρυμμένη οὐχί μόνον ἀπό τῶν ξένων βλεμμάτων, ἀλλ’ ἐν τῷ πληρώματι αὐτῆς καί ἀπό αὐτοῦ του ἰδίου ἀνθρώπου». Ἄρα ἡ στατιστική δέν μπορεῖ νά μελετήση τήν «γνησία ἐν Χριστῷ ζωή». Γι’ αὐτό ἰσχυριζόμουν, ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική ζωή «κρύβεται "σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῶ". Μᾶς δίνει κάποια ἐξωτερικά ἀποτελέσματα, αὐτά ὅμως δέν ἐξαντλοῦν τό περιεχόμενό της».
Ἡ στατιστική δέν μπορεῖ νά μᾶς δώση δεῖκτες ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἐπειδή οἱ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις τῆς ζωῆς τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μέσα στούς ἀνθρώπους «δέν ἐξαντλοῦν τό περιεχόμενό της».

ΔΕΙΚΤΕΣ

Ὑπάρχουν ἐξωτερικοί «δεῖκτες» ποῦ ἐπιτρέπουν νά ὑπολογίσουμε σέ ποιά ἀπόσταση βρισκόμαστε ἀπό τόν Θεό: Ἀκολουθοῦμε τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου; Φθάσαμε τήν τελειότητα, δηλαδή τήν ἀγάπη γιά ὁλόκληρο τόν κόσμο, χωρίς διάκριση ἀνάμεσά σε ἐχθρούς καί φίλους;

Μήν ἔχετε ὑπερβολική ἐμπιστοσύνη στήν ἀνώτερη μόρφωση πού ἀποκτήσατε στόν κόσμο. Ὁ πολιτισμός στόν ὁποῖο ζοῦμε εἶναι κουλτούρα τῆς πτώσεως.

(Γέροντος Σωφρονίου, Περί Πνεύματος καί Ζωῆς)

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ