Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Πανάρετος, Μητροπολίτης Πάφου, 1 Μαΐου

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Ὁ ἅγιος Πανάρετος γεννήθηκε στήν Κύπρο καί συγκεκριμένα στήν Περιστερωνοπηγή Ἀμμοχώστου, γύρω στά 1710. «Ἡ ἐποχή ἐκείνη ἦταν δύσκολη. Τό πολυσκλάβο μαρτυρικό Νησί σφάδαζε κυριολεκτικά κάτω ἀπό τό βαρύ πέλμα τῆς σκλαβιᾶς τῶν Τούρκων». Οἱ γονεῖς τοῦ ἤσαν ἄνθρωποι εὐλαβεῖς, ἀλλά καί εὐκατάστατοι γιά τήν ἐποχή ἐκείνη. Ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα ἀπό τούς γονεῖς του καί μετά συνέχισε τίς σπουδές του στό ἑλληνικό Σχολεῖο στήν Λευκωσία. Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν τοῦ ἐπέστρεψε καί ἐγκαταβίωσε στό μισορημαγμένο Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἀναστασίου, πού βρισκόταν στό χωριό του.

Ἀργότερα, χειροτονήθηκε Κληρικός καί χρημάτισε Ἡγούμενος γιά πολλά χρόνια στό Μοναστήρι τῆς Θεοτόκου στήν Παλλουριώτισσα Λευκωσίας. «Ἡ περίοδος τῆς ἡγουμενίας του στό Μοναστήρι αὐτό ὑπῆρξε μιά περίοδος ἐθνικῶν δοκιμασιῶν, ἐξευτελισμῶν καί διωγμῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ στοιχείου. Ἕνας Τοῦρκος ἐπαναστάτης, ὀνόματι Χαλήλης, μέ δύο χιλιάδες περίπου ὁμοεθνεῖς του θέλησε νά καταλάβη τήν Λευκωσία. Γιά νά ἐξαναγκάση τούς Τούρκους τῆς πόλης νά παραδοθοῦν κατέλαβε τά γύρω χωριά ... Στήν Κυθρέα ἔσπασαν τίς πόρτες τῶν Ἐκκλησιῶν, ἔριξαν κάτω τόν ἅγιον Ἀμνόν ἀπό τά Ἀρτοφόρια καί τόν ἐτσαλαπάτησαν. Ἡ κατάσταση ἦταν μαρτυρική ... Μέ κίνδυνο τῆς ἴδιας της ζωῆς τοῦ ὁ ἅγιος Πανάρετος στίς δύσκολες ἐκεῖνες στιγμές ἔγινε ὁ παρήγορος ἄγγελος τῶν πονεμένων κι’ ὁ ὑπερασπιστής καί προστάτης τῶν καταδιωγμένων. Ἡ ζωντανή καί οὐσιαστική συμπαράστασή του στόν πόνο τοῦ λαοῦ ἐκτιμήθηκε τόσο, ὥστε κλῆρος καί λαός συνῆλθε καί τόν ἐξέλεξε Μητροπολίτην Πάφου, τό 1767» (Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου, μορφές πού ἅγιασαν τήν Κύπρο, σέλ. 194).

Ἀπό τήν θέση αὐτή τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά ἀναπτύξη ὅλα τα κεκρυμμένα χαρίσματά του καί ἔγινε τά σκοτεινά ἐκεῖνα χρόνια γιά τούς σκλάβους βακτηρία καί στήριγμα καί φάρος φωτεινός Ποίμαινε τό ποίμνιό του θυσιαστικᾶ μέ τό Ὀρθόδοξο σταυροαναστάσιμο ἦθος πού τόν διέκρινε. ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι παραδέχονταν μέ εἰλικρίνεια τά λάθη τους καί ἀγωνίζονταν νά διορθωθοῦν ἦταν ἐπιεικής. Τούς πονηρούς καί ἀδιόρθωτούς τους ἀντιμετώπιζε μέ τήν ἁρμόζουσα σέ κάθε περίπτωση αὐστηρότητα, προκειμένου νά ξυπνήση συνειδήσεις καί νά προκαλέση τήν μετάνοια καί τήν διόρθωση. Σώζονται ἀπό τούς συγγραφεῖς τοῦ βίου τοῦ κάποια χαρακτηριστικά περιστατικά τῆς ζωῆς του. Θά θέλαμε νά ἀναφέρουμε δύο μόνον, ἀρκετά ὅμως γιά νά φανερώσουν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετώπιζε τά διάφορα προβλήματα πού κατά καιρούς παρουσιάζονταν στήν Ἐπισκοπή του, ἀλλά καί τό πῶς φρόντιζε ἐπιμελῶς γιά τόν προσωπικό του καταρτισμό καί τήν σωτηρία του.

Κάποιος ἀπό τούς Ἱερεῖς τῆς Ἐπαρχίας τοῦ καταλήφθηκε ἀπό τό πάθος τῆς αἰσχροκέρδειας, μέ ἀποτέλεσμα οἱ Ἐνορίτες του νά ὑποφέρουν καί νά ἀναγκασθοῦν νά τόν καταγγείλουν στόν Ἐπίσκοπο. Αὐτός κάλεσε τόν Ἱερέα, τοῦ ἔκανε τίς σχετικές παρατηρήσεις, τόν συνεβούλευσε κατάλληλα καί ἐκεῖνος ὑποσχέθηκε ὅτι θά προσπαθήση νά διορθωθῆ. Στήν πραγματικότητα ὅμως δέν ἔκανε καμμιά προσπάθεια, ἀντίθετα μάλιστα τά πράγματα χειροτέρεψαν καί οἱ Ἐνορίτες ζήτησαν τήν ἀπομάκρυνσή του. Ὁ Ἐπίσκοπος τόν συμβούλεψε καί γιά δεύτερη καί τρίτη φορά. Ὅταν ὅμως βεβαιώθηκε γιά τήν ἀμετανοησία του καί γιά τήν προσπάθειά του νά παραπλανήση τόν Ἐπίσκοπο μέ ψεύτικους ὅρκους τόν τιμώρησε μέ ἕναν πρωτότυπο καί ἀσυνήθιστο τρόπο. Τήν ὥρα πού ὁμιλοῦσε μέ θράσος καί ἔλεγε ψέματα τοῦ εἶπε μέ αὐστηρότητα: - «Νά κλείσης τό στόμα σου καί νά μή ὁμιλῆς, ἀφοῦ καταδέχεσαι νά ψεύδεσαι καί νά ὁρκίζεσαι χωρίς φόβο». Καί ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή ἔμεινε ἄλαλος καί δέν μποροῦσε νά ὁμιλήση. Μετά ἀπό ἀρκετό χρονικό διάστημα καί ἀφοῦ ἀρρώστησε βαρειά ὁ Ἱερέας, ζήτησε νά δή τόν Ἐπίσκοπο καί μέ νεύματα ζήτησε νά ἐξομολογηθῆ. Ἐκεῖνος ἔτρεξε κοντά του καί, ὅταν διέγνωσε τήν ἀληθινή του μετάνοια, τόν συγχώρησε, τόν εὐλόγησε καί τότε λύθηκε ἡ γλώσσα του. Ἐξομολογήθηκε, κοινώνησε καί «ἀπῆλθε τοῦ κόσμου τούτου ἐν μετανοία».

όν ἅγιο Πανάρετο ἀπασχολοῦσε ἔντονά το θέμα τῆς σωτηρίας του. Σέ ὅλη του τήν ζωή προετοιμαζόταν γιά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου του. Εἶχε τό χάρισμα τῆς μνήμης τοῦ θανάτου καί ἐπιθυμοῦσε, τά τέλη τῆς ζωῆς του νά εἶναι «χριστιανᾶ, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά». Ἀξιώθηκε νά προγνωρίση τήν ὥρα τῆς ἐξόδου του καί φρόντισε νά εἶναι πανέτοιμος. Λίγο πρίν τήν κοίμησή του εἶπε στόν Πρωτοσύγκελλό του ὅτι θά ἔλθη ὁ φίλος του Ἐπίσκοπος πρώην Καρπάθου Παρθένιος γιά νά τόν ἐξομολογήση. Μάλιστα τοῦ εἶπε νά πάη στήν προκυμαία νά τόν ὑποδεχθῆ καί νά τόν φέρη στό Ἐπισκοπεῖο. Ὁ Πρωτοσύγκελλος νόμισε ὅτι παραμιλοῦσε λόγω τῆς ἀρρώστιας του καί παράκουσε. Στήν συνέχεια ὅμως μετά τήν ἐπιμονή τοῦ Ἁγίου ὑπάκουσε καί πραγματικά βρῆκε στήν προκυμαία ἕνα πλοῖο, τό ὁποῖο λόγω τῶν ἰσχυρῶν ἀνέμων προσάραξε στήν Πάφο. Μέσα σέ αὐτό βρισκόταν ὁ Ἐπίσκοπος Παρθένιος, ὁ ὁποῖος ἔσπευσε, γεμάτος συγκίνηση καί θαυμασμό, νά συναντήση τόν Ἅγιο. Ἀφοῦ τόν ἐξομολόγησε, τήν ἑπομένη λειτούργησε καί τόν κοινώνησε. Ὁ ἅγιος Πανάρετος τόν παρακάλεσε νά παραμείνη ἄλλη μιά ἡμέρα γιά νά τελέση καί τήν ἐξόδιο ἀκολουθία του. Ἐκεῖνος παρέμεινε, ἀφοῦ καί τό πλοῖο λόγω τῶν καιρικῶν συνθηκῶν ἦταν ἀδύνατο νά φύγη, καί ἐκήδευσε τό λείψανο τοῦ Ἁγίου, τό ὁποῖο εὐωδίαζε καί μάλιστα ἐθεράπευσε καί πολλούς ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐπικαλέσθηκαν τίς πρεσβεῖες του.

Τά παραπάνω φανερώνουν τό σταυροαναστάσιμο ἦθος τῶν Ἁγίων, τόν θυσιαστικό τρόπο μέ τόν ὁποῖον ποιμαίνουν τά λογικά πρόβατα πού τούς ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά καί τό πόσο τούς ἀπασχολεῖ τό θέμα τῆς σωτηρίας, τόσο τοῦ ποιμνίου τούς ὅσο καί τῆς ἰδικῆς τους.

Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον οἱ Ἅγιοι φεύγουν ἀπό αὐτή τήν ζωή εἶναι πραγματικά θαυμαστός καί ἀξιοζήλευτος.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 2998