Γράφτηκε στις .

Χριστίνα Καρανικόλα-Σχοινᾶ: Βασίλειος ὁ Διγενῆς ἀκρίτης Καππαδόκης (Γ)

Ἀφιέρωμα στὰ 550 ἀπὸ τὴν ἅλωση

Χριστίνα Καρανικόλα-Σχοινᾶ, Φιλολόγου

Φιλολογική, ἱστορική, θεολογικὴ προσέγγιση στὸ ρωμαίϊκο ἔπος

Τὸ ἔπος τοῦ Διγενῆ Ἀκρίτα

Ἀπὸ τὰ ἀκριτικὰ τραγούδια φαίνεται κάποιος ἄγνωστος σὲ μᾶς ποιητὴς συνέταξε τὸ ἔπος "Βασίλειος Διγενὴς Ἀκρίτας" σὲ ἔμμετρη μορφὴ μὲ ἰαμβικὸ 15σύλλαβο στίχο, μὲ σκοπὸ νὰ ἐξάρη τὴν γενναιότητα τοῦ ἥρωα, ἀλλὰ καὶ νὰ προσφέρη ἕνα εὐχάριστο ἀνάγνωσμα μὲ ἠθοπλαστικὸ καὶ διδακτικὸ χαρακτῆρα. Πρωταγωνιστὴς στὸ ἔπος εἶναι ὁ Διγενὴς Ἀκρίτας, τοῦ ὁποίου παρουσιάζει συστηματικὰ ὁλόκληρη τὴ ζωή του, ἀπὸ τὴ γέννησή του ὡς τὸ θάνατο.

Γιὰ τὸν ποιητὴ δὲν γνωρίζουμε τίποτα, οὔτε ἔχουμε στὰ χέρια μας τὸ πρωτότυπο ἔργο. Προσεκτικὴ ἔρευνα τοῦ ἔργου μας ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι πρέπει νὰ ἦταν δόκιμος συγγραφέας γιὰ τὴν ἐποχή του, ποὺ γνώριζε τοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς, τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ εἶχε δεχθῇ ἐπιδράσεις ἀπὸ τὸν ἀνατολικὸ καὶ δυτικὸ κόσμο. Ἀπευθυνόταν σὲ ἁπλοϊκὸ κοινό, τὸ ὁποῖο θέλει νὰ θέλξη μὲ τὶς μακρὲς περιγραφὲς καὶ τὶς διάφορες παρεμβολὲς ποὺ κάνει, μερικὲς φορὲς ἄσχετες μὲ τὸ θέμα. Ἔτσι δημιουργεῖται μιὰ ἀταξία καὶ μιὰ ἀνισότητα στὴ δομή του, ποὺ μαζὶ μὲ τὴν ἁπλοϊκότητα καὶ τὴν ἀφέλεια στὴ διήγηση, μειώνει τὴν λογοτεχνική του ἀξία. Λείπει ἀκόμη ἀπὸ τὸ ἔργο τὸ δραματικὸ στοιχεῖο, ποὺ ὑπάρχει πλούσιο στὰ δημοτικὰ τραγούδια καὶ τὰ ὁμηρικὰ ἔπη. Ἴσως διότι ὁ ἥρωας δὲν βρέθηκε μπροστὰ σὲ καταστάσεις ποὺ δημιουργοῦν δραματικότητα. Δὲν ὑπάρχει στὴ ζωή του ἡ συνομωσία, ἡ προδοσία ἢ τραγικὲς ἀντιθέσεις, ποὺ προκαλοῦν ἔξαψη ἀγρίων παθῶν. Εἶναι ὁ πολεμιστὴς ποὺ εὔκολα νικᾶ τοὺς ἐχθρούς του καὶ ἐπιβάλλεται χωρὶς νὰ ἀφήση περιθώρια γιὰ παρασκηνιακὴ δράση.

Πέραν αὐτῶν ὅμως ἔχοντας ὑπόψη τὴν ἐποχὴ καὶ τὶς συνθῆκες γραφῆς του καὶ ἀνάλογα σύγχρονα ἔργα τῆς Δύσης βλέπουμε ὅτι τὸ ἀκριτικὸ ἔπος δικαίως ἀποτελεῖ σταθμὸ στὴν ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας καὶ στὴν ἀπαρχὴ νέας φιλολογικῆς περιόδου. Καὶ ἀπὸ καθαρὰ ἱστορικὴ καὶ γλωσσικὴ ἄποψη τὸ ἔπος εἶναι πιστὸ ἀπαύγασμα τῆς ἱστορικῆς κατάστασης μὲ πολύτιμες ἱστορικὲς πληροφορίες καὶ πολλὰ στοιχεῖα γιὰ τὴ ζωὴ τῆς ἐποχῆς του.

Σχέση τοῦ ἔπους μὲ τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια

Τὸ ἔπος δὲν εἶναι Ἱστορία πραγματικῶν γεγονότων ἢ πραγματικὴ βιογραφία. Ἀναμφισβήτητα ὑπάρχει κάποιος ἱστορικὸς πυρῆνας, ποὺ ὁ ποιητὴς χρησιμοποίησε ὡς ἔναυσμα. Πῆρε ὅμως πολλὲς πληροφορίες ἀπὸ διάφορους ἱστορικοὺς τῆς ἐποχῆς του, τὶς ὁποῖες χρησιμοποίησε συγχέοντάς τες μὲ διάφορα ἄλλα στοιχεῖα. Ἔτσι γύρω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ ἀρχικὸ πυρῆνα περιέπλεξε πολλὰ φανταστικὰ πρόσωπα καὶ γεγονότα, πρᾶγμα ποὺ κάνει τὸν μελετητὴ νὰ εἶναι ἰδιαίτερα προσεκτικὸς στὴν προσπάθεια ἐξακρίβωσης τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας. Οἱ ἐρευνητὲς προσπαθῶντας νὰ ἀναγνωρίσουν τὸν πραγματικὸ ἥρωα Διγενῆ ταυτίζουν τὸ πρόσωπό του μὲ κάποιον τουρμάρχη τῶν Ἀνατολικῶν Διογένη, ὁ ὁποῖος ἔπεσε ἠρωϊκὰ τὸ 788 μ.Χ. σὲ κλεισούρα τοῦ Ταύρου, πολεμῶντας κατὰ τῶν Σαρακηνῶν.

Παραλλαγὲς καὶ ὑπόθεση τοῦ ἔπους

Τὸ πρωτότυπο τοῦ ἔπους δὲν τὸ ἔχουμε στὰ χέρια μας. Ἔχουν διασωθῇ ὅμως ἀρκετὲς παραλλαγές, οἱ ὁποῖες, ἂν καὶ ἔχουν μεταξύ τους αἰσθητὲς διαφορές, ἀκολουθοῦν ὅμως τὸ ἴδιο γενικὸ σχεδιάγραμμα.

Μέχρι τὸ 1875 πολὺ λίγα γνωρίζαμε γιὰ τὸν Διγενῆ Ἀκρίτα. Τὴ χρονιὰ αὐτὴ δημοσιεύτηκε γιὰ πρώτη φορὰ ἕνα χειρόγραφο τοῦ ἔπους ἀπὸ τοὺς Κ. Σάθα καὶ Ἐμὶλ Λεγκράν. Ἡ ἔκδοση αὐτὴ προκάλεσε μεγάλο ἐνδιαφέρον στὸν φιλολογικὸ κόσμο καὶ γρήγορα ἦρθαν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας καὶ ἄλλες παραλλαγές, ποὺ εἶναι συνολικὰ ἕξι:

  1. Τῆς Τραπεζοῦντος, ἔκδοση 1875.
  2. Τῆς Ὀξφόρδης, ἔκδοση 1880.
  3. Τῆς Ἄνδρου, ἔκδοση 1881.
  4. Τῆς Κρυπτοφέρρης, ἔκδοση 1892.
  5. Τοῦ Ἐσκοριάλ, ἔκδοση 1912.
  6. Τῆς Ἄνδρου (πεζὴ παραλλαγή), ἔκδοση 1928.

Ἡ διασκευὴ τῆς Κρυπτοφέρρης, βάσει τῆς ὁποίας θὰ γίνη ἀπόπειρα μικροῦ σχολιασμοῦ τοῦ ἔπους, εἶναι ἡ ἀρχαιότερη καὶ γι' αὐτὸ θεωρεῖται τὸ κείμενό της πλησιέστερο στὸ πρωτότυπο. Ἐπὶ πλέον εἶναι τὸ ἀρτιότερο κείμενο μὲ τὶς λιγότερες φθορές. Ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν Εμίλ Λεγκρὰν τὸ 1892 ἀπὸ κώδικα τοῦ ΙΔ` ποὺ βρέθηκε στὴν ἑλληνικὴ Μονὴ τῆς Κρυπτοφέρρης στὴν Ἰταλία. Σ' αὐτὴν τὴν παραλλαγὴ τὸ ἔπος διαιρεῖται σὲ 8 Λόγους καὶ ἡ ὑπόθεση, ποὺ ἁπλώνεται σὲ 3709 στίχους, εἶναι σὲ συντομία ἡ ἑξῆς:

Ὁ Σαρακηνὸς ἀμιρᾶς Μουσούρ, ἄντρας ὄμορφος καὶ γενναῖος, σὲ μιὰ ἐπιδρομὴ τοῦ σὲ βυζαντινὰ ἐδάφη ἅρπαξε τὴν ὄμορφη Χριστιανὴ Εἰρήνη, κόρη βυζαντινοῦ στρατηγοῦ. Τὰ πέντε ἀδέρφια της, ἀκρίτες, ὕστερα ἀπὸ τὶς ἱκεσίες τῆς μητέρας τους σπεύδουν νὰ τὴν ἐλευθερώσουν. Ὕστερα ἀπὸ περιπέτειες καὶ σκληρὴ μονομαχία μὲ τὸν μικρότερο ἀπὸ τοὺς ἀδερφούς, τὸν Κωνσταντῖνο, ὁ ἀμιρὰς ἡττᾶται. Θαμπωμένος ὅμως ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ τῆς κόρης, ἱκετεύει νὰ τὸν δεχτοῦν ὡς γαμπρό τους, ἀφοῦ ἦταν κι ἐκεῖνος εὐγενικῆς καταγωγῆς, μὲ τὴν ὑπόσχεση-βεβαίωση ὅτι θέλει νὰ ἀσπασθῇ τὸν Χριστιανισμό. Βαπτίζεται καὶ γίνονται μὲ λαμπρότητα οἱ γάμοι τῶν δύο νέων καὶ ἐγκαθίστανται στὴν Ρωμανία.

Ἡ λύση ὅμως αὐτὴ δὲν ἄρεσε καθόλου στὴ μητέρα τοῦ ἀμιρᾶ, ἡ ὁποία μὲ ἐπιστολή της τὸν προσκαλεῖ νὰ ἐγκαταλείψη τὴν κόρη καὶ νὰ ἐπανέλθη στὴν πατρίδα του. Ἐκεῖνος, ὅταν πῆγε στὸ σπίτι τῆς μητέρας του, ἐκχριστιανίζει τὴν ἴδια καὶ ὅλους τοὺς φίλους καὶ συγγενεῖς ποὺ ἦταν παρόντες.

Ἀπὸ τὸν ἀμιρὰ καὶ τὴν Εἰρήνη γεννήθηκε ὁ Διγενῆς (ποῦ ὀνομάζεται ἔτσι, ἐπειδὴ κατάγεται ἀπὸ δύο γένη, Σαρακηνῶν καὶ Ἑλλήνων). Ἀφοῦ πῆρε τὴν προσήκουσα μόρφωση, δώδεκα ἐτῶν καταπλήσσει τοὺς πάντες μὲ τὴν φοβερή του δύναμη, ἀφοῦ σὲ κυνήγι μόνος του σκοτώνει ἀρκοῦδες, ἐλάφι, λιοντάρι, προκαλῶντας τὸν θαυμασμὸ τοῦ πατέρα του καὶ τοῦ θείου τοῦ Κωνσταντίνου. Ἐπιστρέφοντας ἀπὸ κατορθώματα σπουδαῖα, ἐρωτεύεται τὴν κόρη τοῦ στρατηγοῦ Δούκα, τὴν ὁποία καὶ ἀπαγάγει, ἀφοῦ νίκησε τοὺς ἀδερφούς της ποὺ τὸν καταδίωξαν. Μετὰ τὸ γάμο του γίνεται ἀκρίτης, ὅπου δέχεται τὴν ἐπίσκεψη τοῦ αὐτοκράτορα Ρωμανοῦ. Ἐκεῖ ἀνδραγαθεῖ ἐναντίον δράκων, λιονταριῶν, τῶν ἀπελατὼν ποὺ ἐπιβουλεύτηκαν τὴν ὄμορφη γυναῖκα του καὶ ἐναντίον τῆς φοβερῆς Μαξιμούς, πρὸς τὴν ὁποία φέρεται ἱπποτικά. Σὲ μιὰ ἄλλη περιπέτειά του πέφτει στὸ ἁμάρτημα τῆς μοιχείας, γιὰ τὴν ὁποία μετανοεῖ γρήγορα. Στὸ τέλος ἀποσύρεται μὲ τὴ γυναῖκα του σὲ ὡραιότατο πύργο, ποὺ ἔκτισε στὸν Εὐφράτη, ὅπου ζῇ εἰρηνικά. Θρηνεῖ τὸν θάνατο τῶν γονέων του καὶ τέλος προσβάλλεται κι ὁ ἴδιος ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια καὶ πεθαίνει μαζὶ μὲ τὴν ἀγαπημένη του σύζυγο, ἡ ὁποία πεθαίνει λίγο πρὶν τὸ δικό του θάνατο ἀπὸ τὴ βαθιὰ της θλίψη.