Skip to main content

Από τό βιβλίο:
«Ένα εκκλησιολογικό πρόβλημα η Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τής Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου κρινομένη εκκλησιολογικώς Επίσημα στοιχεία»
Ναύπακτος 2008, σελ. 240-253

Μοναχού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου  Διαμεσολαβητική Επιστολή 

Αθήνα, τού Ευαγγελισμού τής Θεοτόκου 1998

Σεβαστέ καί αγαπητέ μου άγιε Καθηγούμενε κ. Σπυρίδων.

Προσφάτως περιήλθαν εις γνώσιν μου οι τρείς επιστολές: Τού Μητροπολίτου κ. Ιεροθέου, η ιδική σας καί τού "συνδικάτου…". Τίς ανέγνωσα μέ πολλήν προσοχήν καί από τήν πολλήν αγάπην μου πρός τήν πανοσιολογιότητά Σας, αλλά καί τήν εξ ίσου αγάπην μου πρός τόν Αρχιερέα τού Χριστού καί πρός τούς επιγείους συμπολίτας μου Επαχτίτες, πήρα τήν απόφαση νά σάς γράψω τίς σκέψεις μου, όχι ως υποκειμενικές κρίσεις, αλλά ως προσπάθεια ερμηνείας τού Ορθοδόξου ήθους, πού περιλαμβάνεται καί τό πολίτευμα τής Εκκλησίας γενικώς:

1. Προκύπτει ότι υπάρχουν δύο Αρχές καί Εξουσίες Εκκλησιαστικές. Οπότε η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη σέ κάθε περίπτωση καί, φυσικά, ο σκανδαλισμός τών χριστιανών πολύς, όπως απεδείχθη εκ τών πραγμάτων. Εκτός αυτού. Τά Μοναστήρια είναι αυτόνομα καί λειτουργούν ανεξαρτήτως τής ποιμαινούσης Εκκλησίας; Τό πρόβλημα λύουν οι 7 Ιεροί Κανόνες τής ΑΒ Συνόδου.

2. Όσον καί άν αναγνωρίζει κανείς τήν ευαισθησίαν τών μοναχικών συνειδήσεων σέ θέματα πίστεως, όμως εκείνο πού βαρύνει είναι τά όρια δικαιοδοσίας των και η επιλογή τρόπων αντιδράσεως. Και ως πρός τό πρώτον, αμαρτάνομεν μέ τήν παράκαμψη τού οικείου Επισκόπου, προαρπάζοντες τήν συνετήν αντιμετώπισή του καί εμφανιζόμενοι ως υπερεξουσία καί ως συνεξουσία. Ως δέ πρός τό δεύτερον, εμφανίζομεν στοιχεία ακραίου ψυχικού φανατισμού, ως "υπερζέοντες" καί "υπερσέβοντες", γεγονός πού τεκμαίρεται από τό γράμμα τού "συνδικάτου", στό οποίον προσεφέρθη τό επιχείρημα ότι η Εκκλησία –οίαν τήν εμφανίζουν αι οιονεί αραί σας– μεσαιωνίζει σέ κακότητα καί επομένως "δέν τήν χρειαζόμεθα". Ενώ, εάν ωμιλούσε ο Επίσκοπος, μέ τήν γλώσσαν τής αγάπης, ως πρός πλανηθέντα τέκνα τής Εκκλησίας, ήτο πιθανότατον νά τούς φέρει σέ μετάνοιαν καί εντεύθεν νά τούς οδηγήσει στήν αγάπην πρός τήν Εκκλησίαν.

Σεβαστέ μου Γέροντα, δέν επιθυμώ νά σάς κουράσω. Ελπίζω στήν σύνεσή σας νά αντιληφθήτε ότι, αι διατυπωθείσαι απόψεις σας στήν εν λόγω επιστολήν σας, άγουν αναποδράστως σέ αντιπαραθέσεις μετά τού οικείου Επισκόπου, ψυγωμένης τής πολυτίμου αγάπης, άνευ τής οποίας μεταβαλλόμεθα σέ κύμβαλα αλαλάζοντα, καί σκανδαλιζομένων τών χριστιανών. Διό καί σάς ικετεύω, ως γέρων ταπεινός μοναχός, όπως αναθεωρήσετε τήν στάση τής ιεράς Μονής σας έναντι τών εκάστοτε Επισκόπων τού Τόπου, επειδή εμφανιζόμενη ως διοικητική καί πνευματική Αρχή, εγκυμονεί απροσδοκήτους περιπετείας, διασυρομένου καί τού σεμνού τάγματος τού Μοναχισμού.

Εάν, άγιε Καθηγούμενε, η αγάπη εν αληθεία είναι τό γνώρισμα ημών τών χριστιανών, τότε, πώς, χωρίς αυτής, θά πείσωμεν τόν λαόν, ότι είμεθα χριστιανοί καί μάλιστα ότι ανήκομεν στήν τάξη τών καθαιρουμένων καί αγιαζομένων μοναχών; Καί πώς θά αποτελέσωμεν αρχέτυπον πρός μίμηση, κατά τήν παγίαν ιεράρχηση τού Αγίου Ιωάννου τού Σιναΐτου; "Φώς μέν μοναχοίς…"

Άγιε Γέροντα, η Ναύπακτος είναι πολύ μικρή γιά νά κρύψει τίς ψυχοφθόρες τριβές μεταξύ τού Μητροπολίτου καί τών μοναχών τού μοναδικού εν αυτή μοναστηρίου. Διό καί σάς ικετεύω νά φροντίσετε ώστε νά αρθούν τά αίτια τών τριβών αυτών, πού βλάπτουν όλους καί αυτούς ακόμη τούς καλούς υποτακτικούς σας. Δόξα τώ Θεώ ο νέος Μητροπολίτης τής Επαρχίας σας έχει δώσει πολλά τεκμήρια τής Ορθοδοξίας του καί τού αναλόγου ήθους, ώστε νά μή δικαιολογείται καμμία πρόφαση εναντιότητος. Θά σάς συνιστούσα νά επαναμελετήσετε μέ πνεύμα ταπεινοφροσύνης καί χριστιανικής αγάπης τό περιεχόμενον τών τριών επιστολών καί ελπίζω νά ανακαλύψετε κάποιες εσφαλμένες εκτιμήσεις καί επιλογές σας.

Θά ευρίσκομαι στήν Αθήνα 4-5 ημέρες ακόμη καί είμαι πρόθυμος νά βοηθήσω, σύν Θεώ στήν εξομάλυνση τού προβλήματος, πού άνευ λόγου προέκυψεν.

Μετά τής εν Χριστώ αγάπης καί πολλής τιμής
Ο φίλος σας Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης».

(σ. Δέν υπήρξε καμμία ανταπόκριση από τόν Ηγούμενο στήν παράκληση τού αειμνήστου π. Θεοκλήτου)

Α ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ του Οσιολογιωτάτου Μοναχού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου για το πρόβλημα της Ι. Μονής Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου

Σεβασμιώτατε, την ευχήν Σας.

Φρονώ ότι θα ήταν ωφέλιμον να αναπαραγάγετε εκατοντάδες ανάτυπα, ώστε να προβληματισθούν οι συντοπίτες μου, που, χωρίς να θέλουν, συνετέλεσαν στην παράταση της ψυχικής βλάβης των πιστών.

Μετά βαθυτάτου σεβασμού
ασπάζομαι την δεξιάν Σας
Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης
2-8-2003

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΕΙΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ

Θεωρώ τον εαυτόν μου Επαχτίτην. Όχι μόνον γιατί εγεννήθηκα στην Ναύπακτον, αλλά και γιατί έζησα και η μνήμη μου διασώζει αναμνήσεις από τον μώλον, το διόροφο σπίτι μου, πλησίον στο Ωρολόγιον, από την Ψανή και την παραθάλασσα, που τσαλαβουτούσαμε μικρά παιδιά. Αλλά και από το Σχολείον της α' και β' Δημοτικού, έχω έντονες αναμνήσεις από τις φοβερές εκείνες δασκάλες και τους δασκάλους, που μας τραβούσαν τ’ αυτιά. Και αυτά όλα μέχρι της ηλικίας των 8-9 ετών, που στο λιμάνι είδα την μεταφορά του νεκρού του εναρέτου ιατρού Βαρδακουλά, που τον μετέφερεν εκ Πατρών η “Έλλη”, οπότε έγινα μετανάστης στην Πάτρα. Αλλά τα καλοκαίρια επισκεπτόμουν την γενέτειρά μου και μάλιστα σε ηλικία 11 ετών εισήγαγα το ποδόσφαιρο στα παιδιά της Ναυπάκτου, που μιλούσαν ρουμελιώτικα, του πλί, του σκλί, του σκνί, και τους όρους του παιχνιδιού.

Λοιπόν θεωρώντας τον εαυτόν μου Ναυπάκτιον, είναι επόμενον να συγκινούμαι προς ό,τι σχετίζεται με τον τόπον μου, να χαίρω όταν μαθαίνω ότι οι συντοπίτες μου ασκούν χριστιανικές αρετές και να λυπούμαι όταν αμαρτάνουν ποικίλως.

Και πρέπει να ομολογήσω ότι ελυπήθην σφόδρα, όταν διάβασα τελευταίως, στο τεύχος 87 του Περιοδικού της Μητροπόλεως Ναυπάκτου “Παρέμβαση” για “απρέπειες και ασέβειες στον Οίκο του Θεού” εκ μέρους του ηγουμένου του Μοναστηριού της “Μεταμορφώσεως”, τις οποίες κατήγγειλε ο Μητροπολίτης σεβ. Ιερόθεος. Πρόκειται για συνεχιζόμενες ενέργειες, που αντιβαίνουν στους Ι. Κανόνες και στο μοναστικόν ήθος, υπό του ηγουμένου π. Σπυρίδωνος, με απόληξη να έχη η Ναύπακτος διχασθή και να έχη ψυγή η χριστιανική και αδελφική αγάπη. Πώς λοιπόν να μη λυπούμαι και να μη αναμιχθώ για δεύτερη φορά, ώστε να επισημανθούν τα αίτια των αφιλαδέλφων συγκρούσεων, που ματαιώνουν το έργον του Θεού και χάνονται ψυχές;

Είναι απαραίτητον να περιγράψω συνοπτικώς τις αφετηρίες του όλου προβλήματος, που βασανίζει την κοινωνίαν της Ναυπάκτου, δύο σχεδόν δεκαετίες, οπότε ελπίζω να ερμηνευθή ο μεταξύ των εκεί χριστιανών διχασμός.

Ο ιεροκήρυξ της Ναυπάκτου π. Σπυρίδων, δεν γνωρίζω πώς επεθύμησε περί το ’70-’75 να ιδρύση Ι. Μονήν στην Ναύπακτον. Και ήλθεν στο Άγιον Όρος για συλλογήν βοηθείας οικονομικής. Με επεσκέφθη, όταν ήμουν Πρωτεπιστάτης, και μου εξέθεσε τον σκοπόν του. Μόλις άκουσα ότι στην γενέτειρά μου θα ιδρύετο Μοναστήριον, ανέπεμψα δόξαν στον Θεόν και ευχήθηκα όπως, η Προστάτις του Μοναχισμού Κυρία Θεοτόκος, συναντιληφθή τον καλόν ιερομόναχον για την επιτυχίαν του σκοπού αυτού, εφ’ όσον, βέβαια, ήταν θέλημα Θεού. Έχοντας τότε το αξίωμα του Πρωτεπιστάτου, συνέταξα θερμότατον συστατικόν Γράμμα προς τις κ' (20) ι. Μονές του Αγίου Όρους, παρακαλώντας να συνδράμουν οικονομικώς τον π. Σπυρίδωνα για τον ι. σκοπόν του, ενώ παραλλήλως του προσέφερα ό,τι ηδυνάμην και τον διαβεβαίωσα, ότι θα τον βοηθούσα κατά καιρούς, ως και εγένετο.

Πρέπει τώρα να ομολογήσω ότι, γοητευθείς από το όραμα του ιδρυομένου Μοναστηρίου, δεν εσκέφθην να τον ερωτήσω, ως προς τις ικανότητες και την καταλληλότητά του, εάν δηλαδή ο ίδιος έζησεν ως υποτακτικός, εάν έχει εμπειρίες μοναστικές, εάν εγνώρισε τον Ορθόδοξον Μοναχισμόν στην θεωρία και την πράξη, ώστε να ηγηθή, ως Γέροντας, ως ηγούμενος και πνευματικός οδηγός μοναζόντων, ενός Ορθοδόξου Μοναστηρίου, οπότε είναι ενδεχόμενον, εάν δεν έχει τις προϋποθέσεις αυτές, να βλάψη...

Γιατί, αν δεν παρεσυρόμουν από τον άλογον ενθουσιασμόν μου και τον ερωτούσα, μαθαίνοντας ότι πέραν των θεολογικών σπουδών του και την θεωρητικήν συγκρότησή του ως ιερωμένου ιεροκήρυκος, ουδεμίαν αγωγήν μοναχικήν υπέστη, ασφαλώς ούτε θα τον ενίσχυα ηθικοϋλικώς, ούτε θα τον ενεθάρρυνα να κτίση Μοναστήριον και ν’ αναλάβη την ευθύνην ηγουμενίας, διότι αφεύκτως θα τον ενέπαιζαν οι δαίμονες και αντί καλού, θα απέβαινεν αιτία να βλασφημήται ο Θεός, όπως συμβαίνει τώρα, αλλά και σε όλες τις εποχές, που οιηματίες τινές επεχείρησαν να εξέλθουν σε πόλεμον κατά του διαβόλου, απειροπόλεμοι όντες, ως ηγούμενοι...

Και ήδη αυτά τα πράγματα βοούν, ότι εκτός της αγνοίας και απειρίας του π. Σπυρίδωνος, στους πνευματικούς πολέμους και σκοπούς του Μοναχισμού, υπάρχουν τεκμήρια, που μαρτυρούν, ότι ήθελε την αίγλην του ηγουμένου, ως εφαλτήριον για την αναρρίχησίν του στο επισκοπικόν αξίωμα, σύμφωνα με δημοσιευθέν σημείωμά του.

Και επομένως, αντί να μιμηθή τα παραδοσιακά μοναστήρια, όπου καλλιεργείται η κάθαρση των ψυχών και ο αγιασμός των δια της ταπεινώσεως, υψώνει κεραίες ρ/κού σταθμού και διαρρυθμίζει αίθουσες για συνέδρια ημετέρων και ξένων, όπου οι νέοι μοναχοί παγιδεύονται σε ασχολίες αλλότριες του Μοναχικού βίου και αντί να ασκούνται στην ταπείνωση, φουσκώνουν, φυσιούνται ότι πλέουν, μέσα (σέ) πελάγη πνευματικότητος, δια της ιεραποστολικής ακτινοβολίας των, γινόμενοι λακέδες των ισπανίδων!...

Αυτά βέβαια είναι αντιπαραδοσιακά και μάλλον δαιμονικά και οδηγούν κατ’ ευθείαν σε απείθειαν και σύγκρουση με τους κατά καιρούς Επισκόπους, οπότε η ζωή των Μοναχών, αντί να είναι ταπεινή και ειρηνική αποβαίνει αιτία συνεχούς ταραχής και εντάσεως και οδηγεί σε σχίσματα μεταξύ του χριστιανικού λαού.

Και αυτά αρχιτεκτονήθησαν από τον διορατικόν ηγούμενον, όστις προείδεν, ότι οι πορείες του θα ήρχοντο σε αντίθεση με τους εκάστοτε Επισκόπους. Διό και επενόησε τί; Την συγκρότηση συλλόγων και σωματείων “Φίλων της ι. Μονής Μεταμορφώσεως”, ως ασπίδα αυτοπροστασίας του, όπως και εγένετο. Και εδώ ευρίσκεται η απάτη αλλά και η παγίδευση των ανυπόπτων καλοπροαιρέτων Ναυπακτίων. Εδέχθησαν ανυπόπτως να προστατεύουν συλλογικώς τό, ως Ορθόδοξον και παραδοσιακόν, Μοναστήριον, στην πραγματικότητα όμως, προστατεύουν λεληθότως τις αδόκιμες και καινοτόμες ιδιοτροπίες του ηγουμένου και των θυμάτων του μοναχών, με συνέπειαν, αντί πνευματικής ωφελείας, να προκαλείται ψυχική ζημία στους μοναχούς και τον ηγούμενον από τον διχασμόν των πιστών, αλλά, θα συνεπλήρωνα και κίνδυνος για την σωτηρίαν της ψυχής των πού, συντελούν εν αγνοία των, στην προκαλουμένη αγανάκτηση των διαδεχομένων Επισκόπων, όπως προκύπτει από τον χρόνιον πόλεμον μεταξύ των οικείων Επισκόπων και του ηγουμένου, –αφού ο μακαρίτης Δαμασκηνός– απέθανε χωρίς να συγχωρεθούν από τις αμοιβαίως εκτοξευθείσες αρές, και όπως φαίνεται η αγανάκτηση του σεβ. Ιεροθέου στο τεύχος 87 της “παρεμβάσεως”. Και πρέπει να γνωρίζουν οι καλοί “φίλοι” της Μονής, η θέση του Επισκόπου είναι θέση Χριστού –όταν φυσικά κινήται στα πλαίσια του Ευαγγελίου– και η δικαία αγανάκτησή Του εισακούεται από τον Θεόν και επέρχεται ανάλογος τιμωρία.

Εάν κάναμε έναν απολογισμόν της όσης ζημίας έχει προκαλέσει το ίδρυμα του π. Σπυρίδωνος –όχι του Θεού– θα καταλήγαμε στην ευχήν ότι θα ήταν προτιμώτερο να μην υπήρχεν. Ο σατανάς μεθοδεύει έτσι και τα ιερά ακόμη πράγματα ώστε να προωθή στην Εκκλησίαν όργανά του και να συνεργή στο κτίσιμο μοναστηρίων, ώστε να τρυγά οφέλη, πράγμα, φαινομενικώς αντιφατικόν.

Τελειώνοντας, ως Ναυπάκτιος, σε κάποιο μέτρον, θα συνιστούσα στους καλούς συντοπίτες μου να άρουν την προσωπικήν προστασίαν των, όχι στις Ορθόδοξες Μονές, αλλά στους εμπαθεστάτους κληρικούς, που ανερριχήθησαν σε ηγουμενικά αξιώματα, ως εφαλτήρια ικανοποιήσεως μωροφιλοδοξιών με αποτέλεσμα να σκανδαλίζουν τις ψυχές και να βλασφημήται ο Θεός, ώστε να μη γίνονται συνυπεύθυνοι.

Άγιον Όρος 2-8-2003
Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης
παππούς ετών 90-3.


Β' Επιστολή για την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου 

Μοναχού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου

29-12-2003

Μετά τήν δημοσίευση τής πρώτης ανοικτής επιστολής τού π. Θεοκλήτου, κάποιοι οπαδοί τού Ηγουμένου επισκέφθηκαν τόν π. Θεόκλητο στό Κελλί του, ενώ άλλοι τού απέστειλαν δύο επιστολές. Έτσι, ο π. Θεόκλητος επανήλθε μέ μιά δεύτερη επιστολή, η οποία έχει ως εξής:

Η επιστολή εκείνη, απ’ ό,τι φαίνεται από τα γραφόμενα του π. Θεοκλήτου, προκάλεσε μιάν απάντηση από ορισμένους Ναυπακτίους, οι οποίοι προσπάθησαν να υπερασπιστούν την Μονή.

Έτσι, ο π. Θεόκλητος αναγκάστηκε να στείλη μια δεύτερη επιστολή, την οποία επιγράφει “Απάντηση προς Ναυπακτίους επιστολογράφους”.
Την επιστολή αυτή δημοσιεύουμε εν συνεχεία.

* * *

Εάν οι δύο επιστολές, των εν Χριστώ αδελφών Ναυπακτίων, δεν εξέφραζαν και τις ίδιες αντιρρήσεις “πολλών Ναυπακτίων Χριστιανών”, ίσως να μη έγραφα την απάντησή μου στην φιλόξενη “Παρέμβαση”, αλλά θα περιοριζόμουν σε δύο επιστολές προσωπικές. Αναχωρώντας, λοιπόν, από τις “αντιρρήσεις των πολλών....” στο δημοσίευμά μου στο ίδιον Περιοδικόν, περί του Μοναστηρίου της Μεταμορφώσεως και των χρονίων τριβών μεταξύ των διαδεχομένων Επισκόπων και του ηγουμένου π. Σπυρίδωνος, είμαι υποχρεωμένος να επαναλάβω τα εξής:

1) Δεν θα επενέβαινα, για δεύτερη φορά, στις μεταξύ του Μητροπολίτου και του ηγουμένου αντιλογίες, αν δεν με τρόμαζεν η εκφρασθείσα αγανάκτηση του Σεβασμιωτάτου κατά του π. Σπυρίδωνος. Γνωρίζοντας δε την δύναμη και τις συνέπειες της δικαίας οργής του Αρχιερέως, έσπευσα να συστήσω στους συμπολίτες μου Ναυπακτίους τον κίνδυνον, που διατρέχουν υποστηρίζοντες τις παρά τους Ι. Κανόνες, ενέργειες και πράξεις του ηγουμένου, όσον και αν φαίνονται στους αγνοούντες καλές.

2) Πρέπει να διαβεβαιώσω τους επιστολογράφους μου και κατ’ επέκταση τους συμφωνούντας με αυτούς, ότι και τον π. Σπυρίδωνα αγαπώ και τους αδελφούς της Μονής, όπως απέδειξαν οι προ ετών συμβουλές μου, ως πρεσβυτέρου στην ηλικίαν και στον μοναστικόν βίον, αλλά και η τελευταία παρέμβασή μου εγένετο εξ αγάπης και μόνον, δίδοντας αφορμές αναθεωρήσεως της συμπεριφοράς έναντι του Επισκόπου του κατά τ’ άλλα καλού π. Σπυρίδωνος, ο οποίος ερρίφθη στην περιπέτειαν να γίνη κοινοβιάρχης χωρίς τα απαραίτητα προσόντα. Καί, ως ήτο επόμενον, να εμπαίζεται υπό των δαιμόνων.

3) Είχαν την καλωσύνην, οι επιστολογράφοι μου, να μου αποστείλουν το τεύχος των Χριστουγέννων “Η Βασιλεία των Ουρανών”, για να θαυμάσω την δραστηριότητα του αγίου ηγουμένου, ώστε να μη ανησυχώ για την πορείαν του, όπως είχα γράψει. Πριν σχολιάσω το περιεχόμενον, θα συνιστούσα αδελφικώς στους καλούς Ναυπακτίους να συγκρατούν τον ενθουσιασμόν των για την “σπουδαίαν δραστηριότητα” του π. Σπυρίδωνος, που προβάλλει το Περιοδικόν, για τον λόγον ότι η δραστηριότης των Μοναχών δεν κρίνεται με τα κοσμικά κριτήρια, αλλά μέσα στα πλαίσια της μοναστικής πνευματικής παραδόσεως. Επομένως, ποίαν αξίαν έχουν οι επαινετικές κρίσεις ενός κοσμικού δημοσιογράφου για το μοναστήρι και τους μοναχούς; Αντιθέτως, μάλιστα, οι έπαινοι ενός κοσμικόφρονος, κρίνοντος με εγκόσμια κριτήρια, δεν πρέπει να ανησυχήσουν τους επαινεθέντες; αφού ο κόσμος φιλεί ό,τι είναι κοσμικόν, σαρκικόν, εμπαθές, γήϊνον, απατηλόν;

4) Ας έλθωμεν τώρα στα επαινεθέντα έργα: Γράφετε για την αίγλη του μοναστηρίου από το συνέδριο των δικαστών, (μάλλον δικαστίνων, γιατί οι μεν άνδρες ήσαν ολίγοι, οι δε γυναίκες πλήθος πολύ). Ώστε φρονείτε ότι, όταν ένα ιερόν μοναστήριον ανδρώον παρέχει αίθουσες και φιλοξενίαν σε ένα τόσον μεγάλον αριθμόν νεαρών δικαστίνων (όπως δείχνει η έγχρωμη φωτογραφία) στεφανούται υπό αίγλης; Ξέρετε τί λέτε, εκθέτοντες την σοβαρότητά σας; Ώστε τα πλήθη των Ορθοδόξων μοναστηρίων, ανά τους αιώνας, που δεν είχαν συνεδριακές διευκολύνσεις, όπως ολόκληρον το Άγιον Όρος, στερούνται της λαμπράς αυτής αίγλης, ότι είναι ατελή; Ύστερ’ από τέτοιες κρίσεις και αξιολογήσεις δύναται να συνομιλήση μαζί σας ένας χριστιανός, που γνωρίζει τί σημαίνει ορθόδοξον μοναστήριον; Το απελπίζον είναι, κατά την δήλωσή σας, ότι πολλοί φρονούν τα ίδια με σάς. Μία αδελφική-γεροντική σύσταση: Φαίνεσθε κάτοχοι κάποιας παιδείας, πώς επιτρέπετε στον εαυτόν σας να εκφέρη γνώμην για έναν θεσμόν, που αγνοείτε; Γι’ αυτό θα σάς συνιστούσα ή να διαβάσετε τους Αγίους Ασκητικούς Πατέρας, για να μάθετε τί είναι ο Ορθόδοξος Μοναχισμός (σκοπός, τρόπος ζωής, πνευματικές εμπειρίες) ή τουλάχιστον μη εκφέρετε γνώμην και ενθουσιάζεσθε για μίαν τραγικήν πραγματικότητα, που ένα Ορθόδοξον μοναστήρι, μετεβλήθη σε ακαθόριστον κέντρον εγκοσμίων ενδιαφερόντων με το συνέδριον των δικαστών τώρα, πέρυσι δε με το συνέδριον των κοσμικοτάτων ισπανίδων, θαυμαστριών του μετρίου ποιητού Θερβάντες, όπου –όπως ξανάγραψα– οι αρνησίκοσμοι μοναχοί μετεβλήθησαν σε λακέδες των ημιγύμνων ισπανίδων. Καί, αγαπητοί μου συντοπίτες, μου στείλατε την φωτογραφία για να ιδώ και να θρηνήσω το κατάντημα ηγουμένου, χειροκροτούντος τί; Τους συνέδρους, αξιοσέβαστους μέν, ασχέτους δε προς τον μοναχισμόν μας, αναπτύσσοντας απόψεις περί των τροχαίων δυστυχημάτων, μη υποπτευόμενος ούτε τον αξιοθρήνητον προσωπικόν του εκτροχιασμόν, ούτε του ευρισκομένου εν εκτροχιασμώ από ετών μοναστηρίου που φέρεται ολοταχώς κατά κρημνών! Επομένως, μη σεμνύνεσθε για κάτι που θρηνείται από τους σώφρονας μοναχούς και λαϊκούς και προκαλεί χαράν στους πανούργους δαίμονες.

5) Στην συνέχεια μου συνιστάτε να θαυμάσω το “οικοδομικόν αριστούργημα”, τον ι. ναόν, και να “μακαρίσω” τον δημιουργόν του π. Σπυρίδωνα. Και πάλιν θα διαφωνήσω μαζί σας και με τους σωφρονούντας Επαχτίτες. Δεν είναι η πρώτη φορά, που έγραψα ότι δεν “δένει” ο ι. ναός με το σύνολον του μοναστηρίου. Και όχι μόνον αυτό, αλλά ορώμενος ο τεράστιος ι. ναός εντός του μοναστηριακού χώρου, αποτελεί κραυγαλέαν παραφωνίαν λόγω ασυμμετρίας. Αλλά και μεταφερόμενος στο κέντρον της μικράς πόλεως της Ναυπάκτου και πάλιν θα βοά για την ασυμμετρίαν του. Ένας ι. ναός, που ενθυμίζει Αγιά Σοφιά, γίνεται αρμονικός μόνον σε μεγαλόπολη. Οι ι. ναοί, αδελφοί μου εν Χριστώ, κτίζονται αναλόγως των αναγκών, δηλαδή για συγκεκριμένους, ως έγγιστα αριθμούς εκκλησιαζομένων. Ένας ναός χωρητικότητος 4-5.000 πιστών, με προορισμόν να στεγάση 20 μοναχούς, προκαλεί ερωτήματα. Αλλά ίσως ειπήτε, ότι εσχεδιάσθη με προοπτικήν του εκκλησιασμού και λαϊκών αμφοτέρων των φύλων. Και αυτό είναι προφανές, αφού όχι μόνον άβατον δεν είναι ταις γυναιξίν, αλλά και ως εχόντων αγγελικήν απάθειαν των μοναχών, ο ηγούμενος προσκαλεί τις γυναίκες, ως γνωστόν, να συναναστρέφονται τους μοναχούς αδελφικώς και ακινδύνως! Πάντως, ο ατελής ήδη τεράστιος ι. ναός, ως ακατάλληλος για τους 20 μοναχούς, πιθανόν να χρησιμοποιηθή υπό του οικείου Επισκόπου ως μητροπολιτικός εις το μέλλον. Και αυτή είναι η ωφέλιμη πλευρά του εκ κενοδοξίας κτίσματος. Εγώ πάντως εκουράσθην ν’ ασχολούμαι με ένα ανιαρόν θέμα, που με υποχρεώνει σε έντονη προσευχή να φωτίση τον δυστυχή αδελφόν Σπυρίδωνα ο Κύριος και την ατυχή αδελφότητα, όπως εν ταπεινώσει ακολουθήσουν την οδόν των Αγίων Πατέρων, αμήν.

Άγιον Όρος 16/29.ΧΙΙ.03

Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης, παππούς ετών 90-2

Υ.Γ Γράφοντας για εκτροχιασμόν του εν Χριστώ αδελφού και του μοναστηρίου, κυριολεκτώ, έχοντας υπ’ όψει μου την διδασκαλίαν της Εκκλησίας περί του επισκοπικού αξιώματος και περί του Ορθοδόξου Μοναχισμού. Όταν λοιπόν οι Άγιοι Πατέρες λέγουν ότι “εκείνος που ενεργεί εν αγνοία του Επισκόπου, τω διαβόλω δουλεύει”, και όταν υπάρχη πλήθος Ι. Κανόνων, που εις ουδένα κληρικόν επιτρέπουν να ενεργή άνευ της γνώμης του Επισκόπου, τότε η χρονία σύγκρουση μετά των εκάστοτε Επισκόπων του π. Σπυρίδωνος, τί άλλο είναι από εκτροχιασμός; Και η Μονή, λειτουργούσα εν εκτροπή από την διδασκαλίαν των Αγίων Πατέρων, τί άλλο είναι από εκτροχιασμός, με απόληξη τον ψυχικόν κρημνόν, όπως μάλιστα περιγράφει σχετικήν σκηνήν ο Πνευματικός π. Αρσένιος Κομπούγιας, καθ’ ήν ο π. Σπυρίδων είχεν εξαγριωθή; Εάν ο Ιεροκήρυξ π. Σπυρίδων ήθελε δραστηριότητες, προ καθάρσεως και αγιασμού, ιεραποστολικής εξωτερικής προσφοράς, άριστα ηδύνατο να συγκροτήση μίαν αδελφότητα εκ λαϊκών, δια να έχη ρ/κόν σταθμόν, συνεδριακόν κέντρον και τράπεζες με ελευθέραν ανάμειξη με γυναίκες κοσμικές. Ουδείς θα ηδύνατο να ψέξη τον Ιερομόναχον. Εφαρμόζοντας όμως τα σχέδιά του αυτά επί μοναστηρίου, γίνεται ευθύς ένοχος αντορθοδόξων καινοτομιών. Οπότε η προς αποκατάσταση της τάξεως επέμβαση των οικείων Επισκόπων αποτελεί καθήκον των προς διάσωση της γνησιότητος του μοναχικού θεσμού.

Τελειώνοντας τις εξ αγάπης και πόνου παρατηρήσεις μου επιθυμώ να εισηγηθώ κάποιες λύσεις στην χρόνιαν διάσταση μεταξύ των Μητροπολιτών και της Ι. Μονής, χωρίς να γνωρίζω σε ποιό μέτρον συμφωνεί ο οικείος Μητροπολίτης. Υποθέτω ότι με ολίγην καλήν διάθεση και εν φόβω Θεού, αλλά και χάριν της ομονοίας των Ναυπακτίων Χριστιανών θα εξετοπίζοντο τα αίτια των συγκρούσεων που βλάπτουν τις ψυχές: 1) Ο τεράστιος ι. Ναός προς χρήση των μοναχών αποτελεί σαφέστατη ανορθογραφίαν. Ανατιθέμενος όμως ως Μητροπολιτικός στην Μητρόπολιν Ναυπακτίας, αξιοποιείται και αποκτά, επιτέλους, Μητροπολιτικόν Ναόν η πόλη. Αυτονόητον είναι ότι θα αναλάβη η Ι. Επισκοπή τα τεράστια έξοδα προς αποπεράτωσιν του. 2) Το αμφιθέατρον του συνεδριακού κέντρου να μεταβληθή σε αίθουσαν ομιλιών. 3) Ο Ρ/κός Σταθμός να υπαχθή στην Ι. Μητρόπολη. 4) Η Ι. Μονή να εφαρμόση το άβατον, περιτειχιζομένη. 5) Η ιχθυοτροφική μονάδα να μεταφερθή μακράν του μοναστηρίου, οπότε οι μοναχοί θα περιορισθούν στην πνευματικήν αποστολήν των, προσευχόμενοι, μελετώντες, αγνιζόμενοι και αγιαζόμενοι βάσει των μοναχικών Κανόνων. 6) Λησμόνησα να αναφερθώ στο θλιβερόν Γηροκομείον, που διαφημίζει το Περιοδικόν της Μονής. Η Ναύπακτος δεν έχει γηροκομείον; Προς τί ο πρόσθετος αυτός κενόδοξος ακτιβισμός; Οι μοναχοί να περιορισθούν στις διακονίες των, στην μελέτη θεολογικών και πνευματικών βιβλίων και κυριότατα στην αδιάλειπτον προσευχήν, ώστε εν ταπεινώσει να “διανοιγούν οι οφθαλμοί της ψυχής των”, οπότε θα κλαύσουν για τον απωλεσθέντα χρόνον και για την μεγάλην αμαρτίαν του διχασμού του λαού, που πρέπει να είναι ενωμένος τω Επισκόπω.

Ελπίζω και προσεύχομαι να εισακουσθώ. Αλλά πρέπει να βοηθήσουν και όσοι σχετίζονται με την μονήν και τους μοναχούς, ώστε να εφαρμοσθή ο λόγος του Κυρίου: “νεκρός ήν και ανέστη? απολωλός και ευρέθη”. Το ακροτελεύτιον άρθρον του Ελληνικού Συντάγματος λέγει, αν θυμάμαι καλά, το 114, ότι “η τήρηση του παρόντος ανατίθεται στην φιλοπατρίαν των Ελλήνων”. Και εν προκειμένω η φροντίδα ειρηνεύσεως ανατίθεται στην φιλοτιμίαν των φιλοχρίστων Ναυπακτίων. Ταύτα έγραψα από την μοναστικήν πείραν 63 ετών.

Θ.μ.δ.

ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ