Skip to main content

Ὁ Ζωντανὸς Θεός

Ἔχουμε μάθει ἀπὸ τὰ μικρά μας χρόνια νὰ θεωροῦμε τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων σὰν μιὰ ζεστὴ οἰκογενειακὴ ἑορτή... Τὸ μεγάλο νόημα τῆς ἑορτῆς ἀντὶ νὰ γίνη ἕνα φάρμακο ἀναγεννητικό, θὰ γίνη ἕνα ψυχοναρκωτικό, ἀντὶ νὰ γίνη ἀφορμὴ γιὰ τὴν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου, θὰ γίνη ἕνα παυσίπονο! Θὰ γιορτάσουν πολλοὶ τὰ Χριστούγεννα σὰν μιὰ ἑορτὴ ἑνὸς νεκροῦ καὶ πεθαμένου Θεοῦ. Στὴν σκέψη πολλῶν ἀνθρώπων ὁ Χριστὸς εἶναι μιὰ ἔννοια καὶ ὄχι ὁ Ζωντανὸς Θεὸς ποὺ διευθύνει τὴν ἱστορία...

Καὶ ὅμως ὁ Χριστὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ γίνουμε ἐμεῖς Θεοί. Ταπεινώθηκε βαθειὰ γιὰ νὰ μᾶς ἀνυψώση. Ἔλαβε μορφὴ δούλου γιὰ νὰ μᾶς χαρίση τὴν ἐλευθερία. Γεννήθηκε στὸν χρόνο γιὰ νὰ ὑπερβοῦμε ἐμεῖς τὸν χρόνο. Ἀπέθανε γιὰ νὰ νικήση τὸν θάνατο. Ἔλαβε τὴν ἀνθρώπινη φύση γιὰ νὰ τὴν θεώση καὶ ζῇ ἀδιάλειπτα ἑνωμένος μὲ τὴν Ἐκκλησία. Μέσα στὸ ταπεινὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, μὲ τὴν μυστηριακὴ ζωὴ γεννιέται ἀκατάπαυστα ὁ Χριστός. Περιμένει τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ γεννηθῇ καὶ αὐτὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζεται πανηγυρικὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὥστε νὰ πάθουμε "τὴν καλὴν ἀντιστροφήν".

Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι οὔτε μιὰ ἀνάμνηση τοῦ παρελθόντος, μιὰ ρομαντικὴ ἱστορία, οὔτε ἰδέα καὶ ἀξία γιὰ τὴν περιφρούρηση τῆς κοινωνίας, ἀλλὰ Πρόσωπο ποὺ ὑπάρχει στοὺς αἰῶνες καὶ καλεῖ τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τὸν κάνη πρόσωπο. Ὁ Ζωντανὸς Θεὸς προσφέρει ἐλπίδα στὴν ἀπελπισία, συντροφιὰ στὴν μοναξιά, ἀγάπη στὸ μῖσος, ζωὴ στὴν νέκρωση καὶ τὸν θάνατο. Σ' αὐτὴν τὴν προσωπικὴ ἑορτή μας καλεῖ ἡ Ἐκκλησία.

Νοιώθουμε τὸν Χριστὸ μέσα μας γεννημένο; Γεννηθήκαμε καὶ ἐμεῖς ἐν Χριστῷ;

(Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ποιότητα Ζωῆς)

Ὁ Θεόπτης Μέγας Βασίλειος

Ἄλλωστε, ὁ ἀδελφός του Μεγάλου Βασιλείου, ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, μᾶς παρέχει τήν ἀξιόλογη πληροφορία: «Νυκτός οὔσης, γίνεται αὐτῷ φωτός ἔλλαμψις κατά τόν οἶκον προσευχομένῳ• ἄϋλον δέ τι φῶς ἦν ἐκεῖνο, θείᾳ δυνάμει καταφωτίζον τό οἴκημα, ὑπ’ οὐδενός πράγματος ὑλικοῦ ἐξαπτόμενον».

Αὐτό δείχνει καθαρά ὅτι ὁ ἅγιος Πατήρ εἶχε θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός. «Ἔπασχε τά θεῖα» ὁ οὐρανοφάντωρ Βασίλειος, ἔμαθε τά θεῖα καί μιλοῦσε αὐθεντικά γιά τόν Θεό. Γιατί δέν μπορεῖ κανείς νά εἶναι θεολόγος χωρίς νά εἶναι ἄν δέν ἔχη ἀδιάλειπτη ἐσωτερική προσευχή καί θεωρία Θεοῦ. Αὐτό τό διακρίνει κανείς στά ἔργα τοῦ ἁγίου Βασιλείου. Ὁμιλεῖ γιά διάφορα θέματα, ἀλλά ὁ νοῦς του εἶναι διαρκῶς ἀγκυροβολημένος στόν Θεό. Νομίζεις ὅτι σοῦ μιλᾶ ἀπό ἄλλον κόσμο, ἀλλά σέ ἀναπαύει τελείως.

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ «τῶν θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος» ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅπως καί πολλοί Πατέρες, συχνά ἀναφέρεται στόν Μέγα Βασίλειο, ὅταν ὁμιλῆ γιά τήν μέθεξη τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, γιά τήν θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός, γιά τίς προχωρημένες καταστάσεις τῆς προσευχῆς καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Ἑπομένως, ὅταν παραθεωρῆται αὐτή ἡ πλευρά τῆς ζωῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, κυριολεκτικά ἀγνοεῖται ἡ μεγάλη μορφή του καί ὑποσκάπτεται ὅλη ἡ μυστική θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Καιρός τοῦ ποιῆσαι

Ο Θεός καί ο διάβολος

«Ο Θεός αγαπάει καί τόν διάβολο. Δέν πρόκειται όμως νά σωθή ο διάβολος. Ο Θεός αγαπάει τούς πάντας. Δέν είναι θέμα άν ο Θεός μέ αγαπάη, θά σωθώ. Τό θέμα είναι, εάν κανείς υφίσταται τήν θεραπεία, πού χρειάζεται γιά νά μπορή νά βρεθή στήν κατάσταση τού φωτισμού, ώστε, όταν βρεθή στήν θέα τής δόξης τού Θεού, θά βλέπη τήν δόξα τού Θεού ως φώς καί όχι ως πύρ αιώνιον καί σκότος εξώτερον.

Ο διάβολος δέν είχε κανένα νόμο υπ’ όψη του. Δέν είναι ένας ο οποίος κάνει πόλεμο, όπως σήμερα κάνουμε πόλεμο, πού λέμε, ξέρετε ότι η συνθήκη τής Λωζάνης λέει ότι... Ο διάβολος δέν αναγνωρίζει κανέναν κανονισμό καλής συμπεριφοράς στήν διαμάχη του εναντίον τών ανθρώπων. Γι’ αυτόν τόν λόγο είναι πάρα πολύ δύσκολο νά γίνη κανείς ορθόδοξος θεολόγος... Η πρώτη μέριμνα τού διαβόλου είναι ούτε ν’ ακούσουμε τό όνομα τού Χριστού τίποτα περί τού ονόματος τού Χριστού. Εάν παρ’ ελπίδα γιά τόν διάβολο, ακούσουμε κάτι γιά τόν Χριστό καί αρχίζη νά κινή τό ενδιαφέρον, έ, τότε αλλάζει τακτική. Εφ’ όσον έχασε εκείνη τήν μάχη, έχει άλλα οχυρά. Κάνει άλλου είδους πόλεμο.

Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι νομίζουν πώς άμα έχουν αγαθές διαθέσεις, π.χ. όταν βλέπουν έναν πτωχό καί τόν συμπονούν, αυτά είναι ανθρώπινα αισθήματα πού υπάρχουν. Καί όταν κανείς έχη καλά αισθήματα, θά λέμε ότι αυτά εμπνέονται από τόν Θεό. Ναί, αλλά τά καλά αισθήματα μπορεί νά εμπνέονται καί από τόν διάβολο. Οι εμπνεύσεις είναι πολλαχόθεν. Κατά τήν πατερική παράδοση η μόνη απλανής αίσθηση, πού μπορεί νά υπάρχη στόν άνθρωπο είναι, όταν τό ίδιο τό Πνεύμα τό Άγιον προσεύχεται μέσα στόν άνθρωπο».

(π. Ιωάννης Ρωμανίδης, από τό βιβλίο τού Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου «Εμπειρική Δογματική»)

Ὁ θυμὸς εἶναι τρέλα

«"Ἄνδρας ὀργίλος δὲν εἶναι σεβαστός". Διότι τὸ πάθος αὐτὸ ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποῦ θὰ ἐκδιώξη τὰ λογικὰ καὶ ἐξουσιάση τὴν ψυχὴ ἀποθηριώνει καθ’ ὁλοκληρία τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει οὔτε ἄνθρωπος νὰ εἶναι, ἀφοῦ πλέον δὲν ἔχει τὴ βοήθεια τῆς λογικῆς. Διότι ὅ,τι πρᾶγμα εἶναι τὸ δηλητήριο γιὰ τὰ φαρμακερὰ ζῶα, τὸ ἴδιο γίνεται ὁ θυμὸς σ’ αὐτοὺς ποῦ θὰ ἐξοργισθοῦν. Σὰν τὰ σκυλιὰ λυσσοῦν, σὰν τοὺς σκορπιοὺς ἐπιτίθενται, σὰν τὰ φίδια δαγκώνουν...

Ἐξ αἰτίας τοῦ θυμοῦ ὑπάρχουν ἀχαλίνωτες γλῶσσες καὶ ξέφραγα στόματα, χέρια ἀσυγκράτητα, ὕβρεις, χλευασμοί, κατηγορίες, προσβολὲς καὶ ἄλλα πάθη, γεννήματα τῆς ὀργῆς καὶ τοῦ θυμοῦ, τόσα, ὅσα θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ ἀπαριθμήση. Ἐξ αἰτίας τοῦ θυμοῦ καὶ τὸ ξίφος ἀκονίζεται καὶ ὁ θάνατος ἀνθρώπου ἀπὸ ἀνθρώπινο χέρι ἐπιχειρεῖται. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τὰ ἀδέρφια δὲ θέλουν νὰ ξέρουν τὸ ἕνα τὸ ἄλλο καὶ οἱ γονεῖς καὶ τὰ παιδιὰ ξεχνοῦν τὴ συγγένειά τους...

Ὁ θυμὸς εἶναι στιγμιαῖα τρέλα...

Νὰ καθησυχάζης, παρακαλῶ, τὴν καρδιά σου ὅταν ὀργίζεται καὶ ἀγριεύη. Τὰ πάθη ἅς ντραποῦν τὴν παρουσία τοῦ λόγου ποῦ βρίσκεται μέσα σου, ὅπως τὸ ἄτακτο παιδὶ τὴν παρουσία σεβαστοῦ ἄνδρα ἀνάμεσα στὰ παιδιά.

Πῶς λοιπὸν θὰ μπορούσαμε νὰ ἀποφύγουμε τὴ ζημία ποῦ προξενεῖ ἡ ὀργή; Ἐὰν πείσουμε τὸ θυμὸ νὰ μὴν προτρέχη τοῦ λογικοῦ. Ἀλλὰ νὰ φροντίζουμε πρῶτα γι’ αὐτό, ὥστε οὐδέποτε νὰ τρέχη αὐτὸς μπροστὰ ἀπὸ τὸ νοῦ.

Ἅς μὴ εἰσάγουμε λοιπὸν ἕνα τόσο μεγάλο κακὸ στοὺς ἑαυτούς μας. Διότι εἶναι ἀρρώστια τῆς ψυχῆς, σκοτοδίνη τῶν λογισμῶν, ἀποξένωση ἀπὸ τὸ Θεό, ἄγνοια τῆς συγγένειας, ἀρχὴ πολέμου, ἐπισώρευση συμφορῶν, πονηρὸς δαίμονας ποῦ γεννιέται στὶς ἴδιες τὶς ψυχές μας καὶ ποῦ, σὰν ξετσίπωτος νοικάρης κυριαρχεῖ στὴν οἰκία μας καὶ ἀποκλείει τὴν εἴσοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος.»

Μέγας Βασίλειος, Κατὰ ὀργιζομένων.

Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει κεφαλή τόν Χριστό, καί τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας  εἶναι μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν σέ ὅλους    τούς  αἰῶνες καί θά ὑπάρχουν μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Ὅταν θά παύσουν νά ὑπάρχουν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, τότε θά ἔλθη τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἔτσι ζοῦμε μέ πολύ λαό. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ φανερώνει τήν πραγματική κοινωνία. Ὅπως εἴπαμε στήν ἀρχή, πάνω στό δισκάριο κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας φαίνεται ὁ πολύς λαός. Τόν ἀποτελοῦν ἡ Παναγία, οἱ Ἄγγελοι, οἱ Προφῆτες, οἱ ἅγιοι Πατέρες, οἱ Μεγαλομάρτυρες, καί, γενικά, οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως, οἱ ὅσιοι καί ἀσκητές, οἱ ζῶντες καί κεκοιμημένοι πού μετέχουν τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καί θεοποιοῦ ἀκτίστου ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Δέν εἴμαστε μόνοι μας. Δέν εἴμαστε «ξένοι καί πάροικοι, ἀλλά συμπολῖται τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ » (Ἐφ. β΄, 19).

Τό μεγαλύτερο χάρισμα πού ἔχουμε εἶναι ὅτι ἀνήκουμε στήν Ἐκκλησία. Ἡ μεγαλύτερη δωρεά εἶναι ὅτι βρισκόμαστε σέ αὐτήν τήν μεγάλη Οἰκογένεια. Θά πρέπει νά ἐκτιμᾶμε αὐτήν τήν δωρεά, νά συγκινούμαστε βαθύτατα καί νά ἀγωνιζόμαστε νά παραμένουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, βιώνοντας τήν ἁγιαστική της Χάρη καί ἀποδεικνύοντας μέ τήν ζωή μας ὅτι βρισκόμαστε μέσα στόν λυτρωτικό καί ἁγιαστικό της χῶρο. Ἔτσι θά ἔχουμε καί τό μεγάλο χάρισμα τῆς «μακαρίας τελευτῆς », ὅταν θά ἀξιωθοῦμε νά κοιμηθοῦμε «ἐν μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας ».

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «Ἐκκλησία καί Ἐκκλησιαστικό Φρόνημα»)

Ὁ μέγας Διονύσιος

 Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀπό τότε πού ἐμφανίσθηκαν τά ἔργα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. μέχρι σήμερα, τά ἔχει υἱοθετήσει ἀπόλυτα καί τά ἔχει ἐντάξει στήν ὅλη παράδοσή της. Θεωρεῖ ὅτι τά περίφημα αὐτά συγγράμματα τά ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί κατά ἕναν τρόπο, πού ἔγινε καί μέ ἄλλα κείμενα, εὑρέθηκαν ἀργότερα καί παρουσιάσθηκαν στήν Ἐκκλησία μετά ἀπό πολλά χρόνια.

Ἀπό τότε προξένησαν μεγάλη ἐντύπωση, ὁ ἅγιος Διονύσιος θεωρήθηκε ἕνας πολύ μεγάλος θεολόγος, τά χρησιμοποίησε ὁ Λεόντιος Βυζάντιος, τά ἑρμήνευσε ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἀντέκρουσε καί τά πρῶτα ἐπιχειρήματα πού διατυπώθηκαν τότε ἐναντίον τῆς πατρότητός τους, τά ἐπιδέχθηκαν οἱ μεταγενέστεροι Πατέρες, ὅπως ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὁ ὅσιος Νικήτας ὁ Στηθάτος, ὅλοι οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες, ἰδιαιτέρως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ἔχει ἐπηρεασθῆ ἀπό αὐτά, ἄν καί δέν τό ἀναφέρη, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τά χρησιμοποιεῖ κ.λπ.

Πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ ὅτι ἀναφέρονται τά συγγράμματα αὐτά στόν 2ο Κανόνα τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅταν γίνεται ἐπίκληση τοῦ χωρίου τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου: «Οὐσία γάρ τῆς καθ’ ἡμᾶς ἱεραρχίας ἐστί τά θεοπαράδοτα λόγια, ἤγουν ἡ τῶν θείων Γραφῶν ἀληθινή ἐπιστήμη, καθώς ὁ μέγας ἀπεφήνατο Διονύσιος».

Ναυπάκτου Ἱερόθεος στόν τόμο:
Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης βίος, ἔργο καί θεολογία
Πρακτικά ΣΤ´ Θεολογικοῦ Συνεδρίου

Ὁ μοναχός

Δέν εὑρίσκω λόγους γιά νά ἐκφράσω τήν συγκίνησίν μου, νά ἐκφράσω τήν χαράν μου, ἐπειδή ἐκεῖνος ὁ μαθητάκος τοῦ ὁποίου ἔπαιζαν τά μάτια του, τώρα εἶναι μοναχός διά χειρῶν ἐμοῦ τοῦ Ἐπισκόπου της Ἐπαρχίας ταύτης. Βεβαίως, μεγάλη εἶναι ἡ ἀπόφασις. Δέν εἶναι μικρά. Μέχρι τώρα ἤσουνα εις τόν στρατόν τοῦ Κυρίου καί ἐλάμβανες μέρος εἰς ἁψιμαχίας, ἐλάμβανες μέρος εἰς μάχας μικράς. Τώρα ὅμως, ἀπό ἀπόψε, ἐξαποστέλλεσαι εἰς τό μέτωπον, ἐξαποστέλλεσαι εἰς τήν πρώτην γραμμήν τοῦ πυρός. Τώρα ὁ ἀγώνας εἶναι πιό σκληρός. Τώρα ὁ ἀγώνας εἶναι πιό τραχύς. Τώρα ἔχεις νά ἀντιμετωπίσης θηριώδεις τους τρεῖς ἐχθρούς.

Τόν κόσμον! Ὤ, τόν κόσμον… τόν κόσμον! Ἄχ! «κόσμε, κόσμε» - πού εἶπε ἕνας ποιητής ἐξ ὀνόματός του Κυρίου – «ὁ ἕνας μου σταυρός δέ σούφτασε, χρειάζεται καί ἄλλος, ἀκόμα πιό μεγάλος». Μέ τέτοια ἀγανάκτηση εἶπε γιά τόν κόσμο. Ὁ κόσμος ὁ ὁποῖος δέν εἶναι τίποτε καί ὅμως ὁ κόσμος ἔχει δύναμιν, ἔχει ἕλξιν, ὥστε πολλοί νά ἀκολουθοῦν. Καί ὅταν σκέπτωμαι ἐκεῖνο τό θλιβερόν παράδειγμα, τό ὁποῖον ἀναφέρει ὁ Παῦλος, τρέμω: «Δημᾶς με ἐγκατέλιπεν ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα». Τί θλιβερόν πράγμα! «Ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα». Ἐγκατέλειψε τόν Παῦλον! Ἐγκατέλειψε τόν Παῦλον! Ἐγκατέλειψε τόν μέγαν Παῦλον! Ὁ κόσμος τώρα θά ἀγωνισθῆ διά νά ἀνακόψη τήν πορείαν σου.

Ὁ ἑαυτός πάλιν καί αὐτός θά ὠρύεται. Ἀλλά προπαντός ὁ Σατανᾶς! Ἤθελα νἆχα τά μάτια τῆς ψυχῆς ἀνοικτά. Νά ἔβλεπα ἐδῶ πάνω, ἀπό πάνω ἀπό τήν Ἐκκλησίαν, ἀπό τήν στέγην, νά ἔβλεπα τάς ταξιαρχίας τῶν δαιμόνων. Νά ἔβλεπα τάς συνεδριάσεις τοῦ Ἑωσφόρου, ὁ ὁποῖος εἶδε ὅτι τοῦ πήραμε ἀπό τά χέρια του, διότι ἤθελε νά τόν πάρη καί δέν μποροῦσε νά τόν πάρη, καί τώρα τόν πήραμε μαζί μας, τόν ἐκάναμε μοναχόν.

Ὁμιλία τοῦ ἁγίου Καλλινίκου κατά τήν κουρά τοῦ μοναχοῦ Ἱεροθέου, 12 Σεπτεμβρίου 1971

Ο πνευματικά υγιής

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό, αλλ' ολίγοι γνωρίζουν από την πείρα τους τον Θεό. Πολλοί εκκλησιάζονται, αλλά ολίγοι θεραπεύονται. Πολλοί, ιδίως θεολόγοι, κάτοχοι πτυχίου Θεολογικής Σχολής, έχουν πολλές γνώσεις γύρω από τον Θεό, αλλά ολίγοι κατέχουν την γνώση του Θεού. Πολλοί ονομάζονται Χριστιανοί, αλλ' ολίγοι έχουν υγεία πνευματική. …

Ο πνευματικά υγιής μεθάει από την αγάπη του Θεού. Έχει αισθήσεις πνευματικές και μπορεί να συλλάβη την αγάπη του Θεού στην χαρά και στην λύπη, στον πόνο και στην ευφροσύνη, στην λεγόμενη ευτυχία και στην λεγόμενη δυστυχία... Ο νους του είναι αγκυροβολημένος στον Θεό και δεν μετατοπίζεται, παρά τις υπάρχουσες εξωτερικές δυσκολίες. Μπορεί να θλίβεται, αλλά δεν μετακινείται. Αισθάνεται την αγάπη του Θεού. …

Ο πνευματικά υγιής παραθεωρεί το δικαίωμά του για να τηρήση το δικαίωμα του Θεού στην ζωή του... Μόνον όποιος διαθέτει πνευματική υγεία μπορεί να ξεχωρίση την δικαιοσύνη του Θεού μέσα από την φαινομενική ανθρώπινη αδικία. …

Ο πνευματικά υγιής διακατέχεται η μάλλον καλύτερα διαποτίζεται από την ταπείνωση. Δεν κάνει αγώνα να ταπεινωθή, αλλά, ακριβώς, επειδή διαθέτει πνευματική ωριμότητα, ταπεινώνεται αυτόματα. Η ταπείνωση είναι φυσική του κατάσταση… Ο πνευματικά υγιής είναι ταπεινός στην χαρά και στην λύπη, στην δόξα και στην ατιμία. Η θεία Χάρη ενώθηκε με την φύση του. Ντύθηκε με το ένδυμα της θεότητος, που είναι η αγία ταπείνωση του Χριστού. …

Ο πνευματικά υγιής δεν δέχεται πονηρούς λογισμούς εναντίον των αδελφών του, αλλά τους μετατρέπει σε καλούς. Παντού βλέπει το σχέδιο του Θεού για την σωτηρία του. Από τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους λογισμούς, καλούς και κακούς, που έρχονται καθημερινώς, φαίνεται αν διαθέτουμε πνευματική υγεία. …

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, «Η Ιατρική εν Πνεύματι Επιστήμη»).

Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς

Ἀπό Ἐγκύκλιο τοῦ Ἁγίου Καλλινίκου

Προβλήματα πολλά ἔχει ἡ ζωή, ἄλλα μεγαλυτέρας καί ἄλλα μικροτέρας σημασίας. Πάντως τό πρόβλημα τῶν προβλημάτων εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Διατί ζῶμεν; Ἄν δέν γνωρίζωμεν τόν προορισμόν μας, ὁμοιάζομεν μέ ἕνα δυστυχῆ ταξιδιώτην, ὁ ὁποῖος πλανᾶται εἰς τήν ἔρημον, χωρίς νά γνωρίζῃ ποῦ κατευθύνεται.
...
Ποῖος λοιπόν εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου; Μᾶς τό λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Πρό τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου ὁ Μέγας Δημιουργός εἶπεν: "Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾽ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾽ ὁμοίωσιν" (Γεν. Α´, 26). Ἄς δημιουργήσωμεν τώρα τόν ἄνθρωπον, σύμφωνα μέ τήν ἰδικήν μας εἰκόνα καί νά ἔχῃ τήν δυνατότητα νά ὁμοιάσῃ μέ ἡμᾶς. Ἔδωκεν ὁ Ὕψιστος Θεός χαρίσματα εἰς τόν ἄνθρωπον διά νά τοῦ ὁμοιάσῃ εἰς τήν καλωσύνην, εἰς τήν ἀγάπην, εἰς τήν ἁγιότητα.

Ἀκριβῶς διά τόν λόγον αὐτόν ἦλθεν ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἰς τόν κόσμον. "Ὁ Θεός ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς Θεοποιηθῶμεν" κατά τόν Μέγαν Ἀθανάσιον. Ἦλθε διά νά μᾶς ἀνοίξῃ τόν δρόμον πρός τόν Οὐρανόν. Ἦλθε διά νά μᾶς δώσῃ τό παράδειγμα. "Ὑπόδειγμα δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθώς ἐγώ ἐποίησα ὑμῖν καί ὑμεῖς ποιῆτε" (Ἰωάν. ιγ´, 15).

Μερικά συστήματα παρουσιάζονται ὡς ἀγωνιζόμενα διά νά κάνουν τόν ἄνθρωπον, ἄνθρωπον χωρίς τόν Θεόν καί τόν καταβιβάζουν εἰς τήν θέσιν τῶν κτηνῶν. Ὁ Χριστιανισμός κάμνει τόν ἄνθρωπον Θεόν.

Ἀγαπητοί, Ἄς ἐρευνήσῃ ὁ καθένας μας ἐάν ἔλυσε τό μέγα πρόβλημα τοῦ προορισμοῦ του. Ἐάν πολλά προβλήματα ἔλυσεν, ἔστω μέ τόν καλύτερον τρόπον, ἐάν δέν ἔλυσε τό πρόβλημα τοῦ προορισμοῦ, ἀπολύτως τίποτε δέν ἔκανε, τίποτε δέν ἐπέτυχεν.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Ὁ ἅγιος Καλλίνικος Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας

Ὁ χρόνος καί τό αἰώνιο

Ἀπό τήν ὀρθόδοξη θεολογία γνωρίζουμε ὅτι ὁ χρόνος συνδέεται στενά μέ τόν χῶρο, καί τά δύο, –χῶρος καί χρόνος– εἶναι δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ χρόνος εἶναι ἡ ἐνέργεια πού διακρίνει τά ὄντα καί ἑπομένως δέν εἶναι μιά ἁπλή κίνηση τῶν ἀστέρων, ἀλλά εἶναι ἡ κίνηση ὅλων τῶν ὄντων καί κυρίως τῶν ζωντανῶν ὑπάρξεων. Καί βέβαια, ὁ χρόνος συνδέεται μέ τήν κτιστή ὕπαρξη καί μάλιστα τήν θνητή. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά πῆ εὔστοχα ὅτι αἰώνας εἶναι ὁ χρόνος πού σταματᾶ νά κινῆται, καί χρόνος εἶναι ὁ αἰώνας πού μετρεῖται κινούμενος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅσο ζῆ ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτήν τήν ζωή συνδέεται μέ τόν χρόνο, καί ὅταν φύγη ἀπό τόν κόσμο αὐτόν τότε εἰσέρχεται σέ μιά ἄλλη διάσταση χρόνου πού λέγεται αἰώνας. 

Δυστυχῶς, οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι ταυτίζουν τόν χρόνο μέ τό αἰώνιο, δηλαδή ζοῦν τήν βιολογική ζωή, ὡσάν νά πρόκειται νά ζήσουν αἰώνια, γι’ αὐτό καί ἀπολυτοποιοῦν ὅλα ἐκεῖνα πού ἔχουν σχέση μέ τά ὑλικά ἀγαθά, τήν ἡδονή, τήν εὐχαρίστηση, καί ἄλλοι περιφρονοῦν τελείως αὐτήν τήν ζωή, ἀναμένοντας τά πάντα μόνο στήν ἄλλη ζωή. Ὅταν, ὅμως, ταυτίζουμε ἀπόλυτα τόν χρόνο μέ τό αἰώνιο, ὅταν ἐξαντλοῦμε τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος στό ἐνθάδε, τότε αὐτό εἶναι καί λέγεται ἐκκοσμίκευση. Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ζοῦσαν συνεχῶς μέ τήν αἴσθηση τῆς παροδικότητος τῶν πραγμάτων αὐτῆς τῆς ζωῆς, καί τήν νοσταλγία τῆς αἰωνίου ζωῆς, τήν ὁποία βίωναν ἀπό αὐτήν τήν ζωή. Μάλιστα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς...»

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «Θεολογία καί ποιμαντική»

Ὁ χρυσὸς τῆς Ρωμηοσύνης

Ὑπάρχουν Νεοέλληνες ποὺ αἰσθάνονται Εὐρωπαῖοι σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις τους, καὶ ὑπάρχουν Νεοέλληνες ποὺ αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν μιὰ πνευματικὴ ὑποδομὴ ποὺ διαφέρει σαφῶς ἀπὸ αὐτὴν ποὺ ἐπικρατεῖ σήμερα στὴν "ἄρχουσα" τάξη τῆς Εὐρώπης.

Τὸ πρόβλημα αὐτὸ δὲν εἶναι σημερινό... Πρόκειται βασικὰ γιὰ διαφορετικὴ στάση ζωῆς, ὅπως φαίνεται στὴν διάσταση ἀπόψεων μεταξὺ τῶν ὀρθολογιστῶν-στοχαστῶν θεολόγων καὶ τῶν ἡσυχαστῶν θεολόγων τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Μποροῦμε νὰ σχηματοποιήσουμε τὴν διαφορὰ αὐτὴ μὲ τοὺς ὅρους Ρωμηοσύνη καὶ Φραγκοσύνη.

Φυσικά, ὅταν κάνουμε λόγο γιὰ Ρωμηοσύνη, δὲν πρέπει νὰ τὴν ἐννοοῦμε ἰδεολογικὰ καὶ ἐθνικιστικά. Πέρα ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ στὰ ἱστορικὰ πλαίσια τοῦ ὅρου, τὰ ὁποία εἶναι ἀπαραίτητα στοιχεία, ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι τρόπος ζωῆς, διακρίνεται γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν ἑλληνικὴ παράδοση καὶ τὴν πολυεθνικότητα. Αὐτὸ ἀκριβῶς βιώθηκε, μὲ διαφορετικοὺς τρόπους, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας.

Ρωμηοσύνη, τελικά, εἶναι ἡ αὐθεντικὴ καὶ ρεαλιστικὴ ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ρωμηοὶ εἶναι ὅσοι, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀγαποῦν εἰλικρινὰ καὶ θυσιαστικά, ὑπομένουν στὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, εὐγνωμονοῦν καὶ εὐχαριστοῦν τὸν Θεό, ἔχουν προσευχητικὴ ὕπαρξη, ἀφοῦ ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς ὑπάρξεώς τους βγαίνει ἀβίαστα καὶ αὐθόρμητα τὸ "δόξα σοι ὁ Θεός", ξέρουν νὰ συγχωροῦν καὶ νὰ εὐεργετοῦν καὶ τοὺς μεγαλύτερους ἐχθρούς, εἶναι ταπεινοί, μέσα ἀπὸ τὸν ἀγῶνα τοῦ θυμικοῦ τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ παραμένουν στὴν τάξη τῶν θεουμένων.

Τὸ βιβλίο (Γέννημα καὶ θρέμμα Ρωμηοί)... ἐξαγάγη μερικὰ ἀτόφια ψήγματα χρυσοῦ, ἀπὸ τὸν θησαυρὸ τοῦ ἁγίου ὅρους τῆς Ρωμηοσύνης, ποὺ βιώνεται μέχρι καὶ σήμερα ἀπὸ πολλοὺς ἀνθρώπους. Τελικά, αὐτὲς οἱ πλάκες χρυσοῦ εἶναι ὁ πλοῦτος καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ἔθνους μας. Ἡ ἀπώλειά τους θὰ καταστρέψη ὄχι ἁπλῶς τὴν ἐθνικὴ οἰκονομία, ἀλλὰ κυρίως τὴν ἐθνικὴ ταυτότητά μας, καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι ἐθνικὴ τραγωδία.

(Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἰερόθεος, Γέννημα καὶ θρέμμα Ρωμηοί, 1993)

Οἱ κατ’ ἐξοχήν μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ

Στά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς παρουσιάζονται ἕνδεκα ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, ἀπό τίς ὁποῖες οἱ δέκα ἔγιναν στό διάστημα μεταξύ τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Ἀναλήψεως καί μία μετά τήν Πεντηκοστή....

Προφανῶς ὑπῆρξαν καί ἄλλες ἐμφανίσεις τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικός ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων: «οἷς καί παρέστησεν ἑαυτόν ζῶντα μετά τό παθεῖν αὐτόν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι’ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καί λέγων τά περί τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. α΄, 3). Εἶναι φυσικό αὐτό νά γινόταν γιατί, ἀφ’ ἑνός μέν ἤθελε νά τούς παρηγορήση, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά τούς προετοιμάση γιά τήν Ἀνάληψή Του, ἀλλά καί τήν ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

...

Οἱ ἐμφανίσεις αὐτές τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἀναφέρονται μέσα στήν Καινή Διαθήκη. Ὡστόσο, ὑπάρχουν καί ἄλλοι πολλοί ἅγιοι πού ἀξιώθηκαν τῆς θεωρίας τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Ἄλλωστε, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πού εἶναι τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, προσφέρει τήν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως.

Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, ἀναφερόμενος στήν προσευχή «ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι προσκυνήσωμεν ἅγιον, Κύριον, Ἰησοῦν, τόν μόνον ἀναμάρτητον», διδάσκει ὅτι δέν ἀναφερόμαστε στήν Ἀνάσταση πού εἶδαν οἱ Μαθητές, δηλαδή δέν πρόκειται μόνο γιά μιά ἱστορική ἀναφορά, ἀλλά γιά τήν Ἀνάσταση ἤ μᾶλλον τόν Ἀναστάντα Χριστό πού Τόν βλέπουμε μέσα στήν Ἐκκλησία. Δέν λέμε «ἀνάστασιν Χριστοῦ πιστευσάμενοι», ἀλλά «θεασάμενοι». Βέβαια, ὑπάρχουν πολλοί πού πιστεύουν στήν Ἀνάσταση, ἀλλά ὑπάρχουν καί ἄλλοι, ἔστω ὀλίγοι, πού βλέπουν καί κάθε ὥρα τόν Ἀναστάντα Χριστό λαμπροφοροῦντα καί ἀπαστράπτοντα «τάς τῆς ἀφθαρσίας καί Θεότητος ἀστραπάς». Γιατί, πραγματικά, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ «ἡ ἡμετέρα ὑπάρχει ἀνάστασις, τῶν κάτω κειμένων».

Ἔτσι, ἄλλοι εἶναι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ «ἐξ ἀκοῆς» καί ἄλλοι εἶναι μάρτυρες «ἀπό θέας». Οἱ τελευταῖοι εἶναι οἱ κατ’ ἐξοχήν μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Δεσποτικές Ἑορτές)

Οἱ πνευματικὲς "τρέλλες" τοῦ π. Παϊσίου

Ἡ πνευματική του βιογραφία μᾶς ὑπενθυμίζει μεγάλες μορφές ἀσκητῶν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Τό ἀδύνατο σῶμα του ἄντεχε αὐτήν τήν ἄσκηση, γιατί λάμβανε Χάρη ἀπό τόν Θεό. Ἔκανε μεγάλες πνευματικές «τρέλλες» γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, στόν ὕπνο, τό φαγητό, τίς μετάνοιες, τίς ὁδοιπορίες, τόν ἐγκλεισμό σέ σπηλιές, τήν διαμονή σέ κουφάλες βελανιδιῶν, τήν κατάβαση σέ γκρεμό γιά ἡσυχία, τήν στέρηση, τήν ἀκρότατη ἡσυχία, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν ὀδύνη τῆς καρδιᾶς γιά ὅλον τόν κόσμο, τήν φιλανθρωπία, τήν συνάντηση μέ ἀρκοῦδες καί τήν ἐπίδειξη εὐγένειας σέ αὐτές, τήν ἀτρομία καί ἀφοβία του γιά πράγματα πού προκαλοῦν φόβο. Δέν φοροῦσε παπούτσια στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ, γι’ αὐτό «εἶχαν σχιστεῖ οἱ φτέρνες του καί ἔτρεχαν αἷμα». Ἄλλοτε συμπεριφερόταν ὡς κατά Χριστόν σαλός καί ἄλλοτε ὡς σοφός διδάσκαλος. Μερικά μαρτυρικά γεγονότα μοῦ τά διηγήθηκε ὁ ἴδιος, ὅπως γιά παράδειγμα τό πῶς ἀντέδρασε στόν πειρασμό τῆς «σαρκικῆς πύρωσης» στήν Ἱερά Μονή τοῦ Στομίου τῆς Κόνιτσας. Μάλιστα, μοῦ ἔδειξε καί τίς οὐλές ἀπό τίς πληγές στό πόδι του καί δίνω τήν μαρτυρία μου γι’ αὐτό...

Εἶναι χαρακτηριστική καί ἡ «πνευματική διαθήκη τοῦ Γέροντα», ἡ ὁποία βρέθηκε μετά τήν κοίμησή του στό Κελλί του «Παναγούδα» καί δείχνει τήν πνευματική καί θεολογική του ὡριμότητα. Ἡ «διαθήκη» του, μέ τήν ὀρθογραφία τοῦ Γέροντος, ἔχει ὡς ἑξῆς:

«Τοῦ λόγου μου ὁ Μοναχός Παΐσιος, ὅπως ἐξέτασα τόν ἑαυτό μου, ἴδα ὅτι ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου τῆς παρέβην, ὅλες τῆς ἁμαρτίες τῆς ἔχω κάνη. Δέν ἔχει συμασία ἑάν ὁρισμένες ἔχουν γίνη σέ μικρότερο βαθμό, διότι δέν ἔχω καθόλου ἐλαφριντικᾶ, ἐπειδή μέ ἔχει ἐβεργετήση πολύ ὁ Κύριος. Εὔχεσθε νά μέ ἐλεήση ὁ Χριστός. Συνχωρήστε με, καί συνχωρημένοι νά εἶναι ὅσοι νομίζουν ὅτι μέ λύπησαν. Εὐχαριστῶ πολύ, καί πάλιν. Εὔχεσθε. – Μοναχός Παΐσιος».

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἡσυχία καί Θεολογία)

Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο

Ὁ Οἰκουμενικός Θρόνος εἶναι καί λέγεται Πανίερος, διότι ἔχει καθιερωθῆ ἀπό ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖες συνῆλθαν εἴτε στήν Πρωτεύουσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους, τήν Νέα Ρώμη, εἴτε σέ περιοχή της, καθώς ἐπίσης ἔχει ἐξαγιασθῆ ἀπό μεγάλες ἁγιασμένες Πατριαρχικές μορφές. Καί βεβαίως, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἔχει συντονιστικό ρόλο, ἀναλαμβάνει σοβαρές πρωτοβουλίες, ὅταν τό ἀπαιτήσουν οἱ ἱστορικές καί ἐκκλησιαστικές συγκυρίες σέ κάποια περιοχή, καλεῖ καί προεδρεύει σέ ὅλες τίς Οἰκουμενικές καί Πανορθόδοξες Συνόδους. Εἶναι γνωστά σύγχρονα περιστατικά εὐεργετικῆς παρεμβάσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σέ δύσκολες ἐκκλησιαστικές ὑποθέσεις μέ ἐπιτυχία, ἀκριβῶς γιατί τά ἀντιμετωπίζουν μέ νηφαλιότητα καί μέ διαχρονική γνώση καί πείρα.

...

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σήμερα πρέπει νά παρουσιάση στούς ἀνθρώπους πού κατοικοῦν σέ ὅλα τά μήκη καί πλάτη τῆς γῆς, τόν ἐσωτερικό της πλοῦτο, τήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια τήν ὁποία διαθέτει καί νά ἀπαντήση σέ ὅλες τίς ἰδεολογικές, θρησκευτικές, ἀκόμη καί οὑμανιστικές προκλήσεις τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας. Πιστεύω ὅτι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, μέ ὅλη τήν ἐκκλησιαστική του διάρθρωση, τούς Ἀρχιερεῖς στίς κατά τόπους Ἐκκλησίες, τίς Ἐνορίες, τά Μοναστήρια, τούς ἱεραποστόλους, ἐπιτελεῖ ἕνα θαυμάσιο ἔργο καί ἀνταποκρίνεται στίς ἀνησυχίες τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά βλέπουμε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο μόνον ὡς διοικητικό κέντρο, πού ἑδρεύει στήν Κωνσταντινούπολη, ἀλλά νά τό βλέπουμε στήν ὅλη ἐκκλησιαστική, λειτουργική, ὁμολογιακή κλπ. παρουσία του στόν σύγχρονο κόσμο. Μάλιστα μπορῶ νά ὑποστηρίξω ὅτι τό Κέντρο τοῦ Πατριαρχείου ἐνισχύει καί καλύπτει μέ τό κύρος του τήν διάδοση τῆς μαρτυρίας τῆς πίστεως.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου: Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος)

Ὅλα τά ἔχω πεῖ στόν Θεό

Καί κάποτε ἦλθε ὁ καιρός ὁ πνευματικός αὐτός ἥλιος νά δύση ἤ μᾶλλον νά ἀνατείλη στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία γνώρισε ἀπό τίς ἐπανειλημμένες φανερώσεις της. Καί κοιμήθηκε ὅπως δίδασκε, προσευχόταν, λειτουργοῦσε.

Ὅταν αἰσθάνθηκε τό τέλος του εἶπε: «Ὅλα τά ἔχω πεῖ στόν Θεό. Τελείωσα ὅ,τι εἶχα νά κάνω. Τώρα πρέπει νά φύγω». Ἔστειλε γράμμα στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαῖο, κάτω ἀπό τήν κανονική δικαιοδοσία τοῦ ὁποίου βρίσκεται ἡ Ἱερά Μονή του, νά ζητήση τήν εὐχή του γιά νά ἀπέλθη «πρός τό ποθούμενο Φῶς τῆς Χριστοῦ Ἀναστάσεως». Αὐτό δείχνει καί τό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα. Λίγο πρίν κοιμηθῆ εἶπε: «δέν μπορῶ νά περιμένω ἄλλο». Ἔδωσε τίς ὁδηγίες του στά πρόσωπα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἀπηύθυνε τίς τελευταῖες διδασκαλίες του καί τούς χαιρέτισε ὅλους. Σταύρωσε τά χέρια του καί παρέμεινε πάνω στό κρεββάτι, προσευχόμενος καί ἑτοιμαζόμενος γιά τήν συνάντηση μέ τόν ποθούμενο Χριστό.

Ὅταν τόν εἶδα στό φέρετρο κατά τήν ἐξόδιο ἀκολουθία, διέκρινα ὅτι εἶχε τήν ἴδια στάση, τήν ἴδια ἔκφραση πού εἶχε, ὅταν προσευχόταν καί κυρίως ὅταν λειτουργοῦσε, ἀκόμη καί ὅταν δίδασκε καί φανέρωνε τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό ἔδειχνε τήν ἑνοποίηση πού ἔγινε στήν ζωή του μεταξύ θεωρίας καί πράξεως, ἐρήμου καί κοινωνίας, θείας λειτουργίας καί ἱερῆς ἡσυχίας, σιωπῆς καί κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς, ζωῆς καί θανάτου. Τά χέρια του εἶχαν τό χρῶμα τοῦ κεχριμπαριοῦ, σάν νά ἔβγαινε φῶς μέσα ἀπό αὐτά καί εὐλογοῦσαν. Ἔτσι, ὡς λειτουργός Ἱερεύς, ἀπό τόν κτιστό Ναό εἰσῆλθε στόν ἄκτιστο Ναό, ἀπό τήν κτιστή Ἐκκλησία στήν ἄκτιστη Ἐκκλησία. Καί ἀπό ἐκεῖ μᾶς εὐλογεῖ, προσεύχεται καί μᾶς περιμένει.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ»

Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία

Μεγάλη συμμετοχή στήν ἔκφραση ὅλου αὐτοῦ τοῦ οἰκουμενικοῦ καί πολιτισμένου τρόπου ζωῆς εἶχε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια, ὅπως ἐκφραζόταν στά πρόσωπα τῶν θεουμένων ἁγίων.

Κατ’ ἀρχάς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πού διαφέρει σαφῶς ἀπό τό μονοκρατορικό σύστημα διοικήσεως τῆς παπικῆς «Ἐκκλησίας», διότι διακρίνεται ἀπό τήν ἀρχή τῆς συνοδικότητας, προσέλαβε τό διοικητικό σύστημα διαιρέσεως τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καί ἑπομένως τό σύστημα διοικήσεώς της εἶναι καθαρά συνοδικό. Στίς ὑπαρχίες τοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους ὁρίσθηκε τό Πατριαρχικό σύστημα διοικήσεως, στίς ἐπαρχίες ὁρίσθηκε τό Μητροπολιτικό σύστημα διοικήσεως.

Ἀλλά ἐκεῖνο πού ἔχει μεγάλη σημασία δέν εἶναι μόνον τό ἐξωτερικό σύστημα διοικήσεως, πού διακρίνεται ἀπό τήν αὐτονομία, ἀλλά καί ὁ τρόπος ζωῆς καί πολιτείας τῶν Χριστιανῶν, τό ὅραμα πού εἶχε κάθε Χριστιανός πολίτης τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους. Βάση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καί τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν οἱ θεούμενοι ἅγιοι, πού ζοῦσαν τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί ὑπῆρξαν τό εἰκονογραφημένο Εὐαγγέλιο.

Εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ βάση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας εἶναι ὁ θεραπευτικός της χαρακτήρας. Ὁ ἄνθρωπος μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πρέπει νά μετατρέψη τήν ἰδιοτελῆ ἀγάπη σέ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, τήν φιλαυτία νά τήν κάνει φιλοθεΐα καί φιλανθρωπία. Οἱ Ἐνορίες καί τά Μοναστήρια λειτουργοῦσαν ὡς θεραπευτικές κοινότητες. Ὁ ἄνθρωπος θεραπευόμενος καθίσταται παράγων κοινωνικός καί λύει πολλά προβλήματα ἐσωτερικά, κοινωνικά καί οἰκολογικά. Ἐπίσης ἡ ἐσχατολογική προσδοκία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν ὁ κύριος στόχος τῶν Χριστιανῶν, ἔδινε ἄλλη προοπτική στήν κοινωνική ζωή. Τελικά εἶναι φανερό ὅτι οἱ θεσμοί μποροῦν νά λειτουργοῦν καλά, ὅταν τό περιεχόμενό τους εἶναι ὑπαρξιακό, πνευματικό, ἰσορροπημένο.

Ὅλοι ἀναγνωρίζουν τήν σημαντική προσφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν διατήρηση γιά χίλια ἑκατό χρόνια τοῦ μεγαλείου τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἐνιαύσιον 2003

Ὀρθόδοξη Παράδοση

Ἔχουμε πολλοὶ ἀπὸ μᾶς τὴν γνώμη ὅτι Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι κάτι ἐξωτερικὸ καὶ ἐπιφανειακό. Ἔχουμε τὴν ἐντύπωση ὅτι οἱ λειτουργικὲς τέχνες, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τοῦ λαοῦ, ὁ παλαιὸς τρόπος ζωῆς, ἡ θεολογία καὶ τὸ δόγμα εἶναι αὐτὰ ποὺ λέγονται Ὀρθόδοξη Παράδοση. Καί, βέβαια, δὲν ἀρνούμαστε αὐτὸ τὸ γεγονός. Δὲν ἀρνούμαστε, δηλαδή, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὸ δόγμα καὶ τὶς λειτουργικὲς τέχνες, οἱ ὁποῖες σαφῶς διαφοροποιοῦνται ἀπὸ ἄλλες μορφὲς τέχνης. Ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ διαφωνοῦμε εἶναι, ὅταν βλέπουμε τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἐπιφανειακὰ καὶ ἀγνοοῦμε τὸ βάθος της.

Παράδοση θὰ πῆ κάτι ποὺ παραδίδεται. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση συνδέεται μὲ τὴν Ἀποκάλυψη. Ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε τὸν Ἑαυτὸ Του στοὺς ἁγίους καὶ αὐτοὶ παρέδωσαν αὐτὴν τὴν Ἀποκάλυψη μὲ διαφόρους τρόπους, κυρίως διὰ τῆς πνευματικῆς ἀναγεννήσεως, στὰ πνευματικά τους παιδιά. Αὐτὴ ἡ Παράδοση ἐκφράσθηκε μέσα ἀπὸ τὸ δόγμα, τὶς λειτουργικὲς τέχνες καὶ ὅλη τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Μὲ ἄλλα λόγια Παράδοση εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, καθὼς ἐπίσης καὶ ὅ,τι συντελεῖ πρὸς τὴν κοινωνία αὐτή.

Γενικὰ μποροῦμε νὰ ὑποστηρίξουμε ὅτι τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας, οἱ λειτουργικὲς τέχνες, τὰ ὀρθόδοξα λειτουργικὰ ἤθη καὶ ἔθιμα στηρίζονται πάνω στὴν μέθοδο τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση. Αὐτὴ οὐσιαστικὰ εἶναι ἡ ἀσκητικὴ μέθοδος τῆς Ἐκκλησίας. Δόγμα χωρὶς τὴν βάση του, ποὺ εἶναι τὰ στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, εἶναι φιλοσοφία. Τέχνη χωρὶς τὴν θεραπευτικὴ αὐτὴ μέθοδο εἶναι ἁπλῶς αἰσθητική. Καὶ γνωρίζουμε καλὰ ὅτι διαφέρει πολὺ ἡ ἀσκητικὴ ἀπὸ τὴν αἰσθητική. Ἐπίσης ἤθη καὶ ἔθιμα τοῦ λαοῦ ἔξω ἀπὸ τὸ κλίμα τῆς γνησίας θεραπευτικῆς μεθόδου εἶναι ἀνθρώπινα ἤθη καὶ ἔθιμα, ποὺ δὲν σώζουν τὸν ἄνθρωπο.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Τὸ Πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ»)

Ὀρθόδοξος ἐκκλησιαστικὸς μοναχισμός

Ὁ Ὀρθόδοξος μοναχισμὸς εἶναι καύχημα καὶ δόξα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀπὸ ἐκεῖ βγῆκαν οἱ ἅγιοι Ἐπίσκοποι, οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ ὅσιοι ἀσκητές. Πολλὲς φορὲς ἔχω γράψει ὅτι ὁ μοναχισμός, στὴν ὀρθόδοξη διάστασή του, εἶναι ἡ προφητικὴ ἐνόραση, ἡ ἀποστολικὴ ζωή, ἡ μαρτυρικὴ βιοτή, διατηρεῖ δηλαδὴ ἄσβεστο τὸ προφητικό, ἀποστολικό, μαρτυρικὸ καὶ πατερικὸ χάρισμα.

Βέβαια, κάνουμε λόγο γιὰ ὀρθόδοξο ἐκκλησιαστικὸ μοναχισμό. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι συνδέουμε τὸν μοναχισμὸ μὲ τὸ «ὀρθόδοξο» καὶ τὸ «ἐκκλησιαστικό». Ἄλλωστε, κάθε τί τὸ ὀρθόδοξο πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἐκκλησιαστικὸ καὶ κάθε ἐκκλησιαστικὸ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὀρθόδοξο. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἐν ὀνόματι κάποιας «ὀρθοδοξίας» νὰ καταργῆται τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ πολίτευμα, καὶ ἐν ὀνόματι κάποιας «ἐκκλησιαστικότητος» νὰ καταργῆται ἡ Ὀρθοδοξία. Γιὰ παράδειγμα, ἡ Δ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δογμάτισε γιὰ τὶς δύο φύσεις στὸν Χριστό, καταδικάζοντας τὸν μονοφυσιτισμὸ καὶ τὸν νεστοριανισμό, ἀλλὰ ταυτόχρονα θέσπισε ἱεροὺς Κανόνες γιὰ τὴν καλὴ λειτουργία τοῦ μοναχισμοῦ. Ἔτσι, δὲν εἶναι δυνατὸν ἕνας μοναχὸς νὰ ὑπεραμύνεται τοῦ δόγματος τῆς Χαλκηδόνος, καὶ νὰ παραβαίνη τοὺς ἱεροὺς Κανόνες ποῦ ἐθέσπισε ἡ ἴδια Οἰκουμενικὴ Σύνοδος γιὰ τὸν μοναχισμό. Πάντως, οἱ καλοὶ μοναχοὶ εἶναι μάρτυρες τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ἀλλὰ ἔχουν καὶ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, σέβονται τοὺς Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας.

Τιμῶ καὶ σέβομαι τοὺς ὀρθοδόξους μοναχούς. Γιατί, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Σιναΐτη, «μοναχὸς ἐστιν, ὁ μόνον τῶν τοῦ Θεοῦ ἐνταλμάτων ἐχόμενος, ἐν παντὶ καιρῷ καὶ τόπῳ καὶ πράγματι. Μοναχὸς ἐστι, βία φύσεως διηνεκής, καὶ φυλακὴ αἰσθήσεως ἀνελλιπής. Μοναχὸς ἐστιν, ἠγνισμένον σῶμα, κεκαθαρμένον στόμα, καὶ πεφωτισμένος νοῦς. Μοναχὸς ἐστι, κατώδυνος ψυχή, ἐν διηνεκεῖ μνήμῃ θανάτου ἀδολεσχοῦσα, ἐγρηγορυία τε καὶ ὑπνώτουσα». Ποιός μπορεῖ νὰ μὴν τιμήση τὸν μοναχὸ ποὺ ἔχει ἠγνισμένο σῶμα, κεκαθαρμένο στόμα καὶ πεφωτισμένο νοῦ;

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ὁ Ὀρθόδοξος Μοναχισμός).

Ὅσιος Ἐπίσκοπος

Ὡς αὐτήκοος καί αὐτόπτης μάρτυς παρακολούθησα ἀπό κοντά ὅλη τήν ἐπισκοπική του διακονία, τήν προσωπική του ζωή, τήν σεμνότητά του, τήν ἀφιλαργυρία του, τόν πόνο τῆς καρδιᾶς του ἀπό ὅσα ἐπληροφορεῖτο, τό σύννουν καί εὐχάριστο τοῦ χαρακτήρα του, τήν προσευχή του, τήν καθαρότητα τοῦ βίου του, τό ἐκκλησιαστικό φρόνημά του, τήν εὐφυΐα του καί πολλά ἄλλα, τά ὁποῖα ἔχω περιγράψει στά βιβλία πού ἐξέδωσα.

Ἐκεῖ ὅμως πού εἶδα τό μεγαλεῖο του ἦταν ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως τῆς ἀσθενείας του, μετά τήν ἐγχείριση στόν ἐγκέφαλο γιά τόν ὄγκο πού εἶχε δημιουργηθῆ (γλύωμα) μέχρι τήν κοίμησή του. Ἐξομολογήθηκε πρίν τήν ἐπέμβαση, κάτι πού ἔκανε συχνά∙ ὑπαγόρευσε τήν διαθήκη του σέ Συμβολαιογράφο, ὅπου ζητοῦσε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ νά τόν συνοδεύη μετά τήν ἐκδημία τῆς ψυχῆς του∙ προσευχόταν ἀδιάλειπτα μέ τήν εὐχή «γενηθήτω τό θέλημά σου»∙ ἄφησε τόν ἑαυτό του στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ∙ ἔφθασε σέ μεγάλο βάθος αὐτομεμψίας καί ταπεινώσεως∙ πρόσεχε νά μή δεχθῆ κανέναν ἀπολύτως λογισμό, ὥστε νά παρουσιασθῆ καθαρός στό φοβερό βῆμα τοῦ Χριστοῦ∙ εἶδε τήν Παναγία τήν Προυσιώτισσα μέσα στό Φῶς καί πολλά ἄλλα.

Μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τήν δωρεά νά δῶ τά τέλη ἑνός Ἀρχιερέως, ὡς ἑνός ἁγιορείτου ἀσκητοῦ, ἑνός πραγματικοῦ ἐρημίτου μοναχοῦ. Πάνω στό κρεβάτι τῆς ἀσθενείας του, ὅπου συνεχῶς δόξαζε τόν Θεό, ἔβλεπα ἕναν ὅσιο ἀσκητή καί μάρτυρα, μέ τόν τρόπο πού ἀντιμετώπιζε τήν ἀσθένειά του, καί ὄχι ἁπλῶς ἕναν Ἐπίσκοπο.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Ὁ ἅγιος Καλλίνικος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας

Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ θεόπτης

Εἶχα τήν μεγάλη εὐλογία ἀπό τόν Θεό μερικές φορές νά μιλήσω [μέ τόν παπα-Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη] γιά θέματα πνευματικῆς ζωῆς. Εἶχε διαβάσει μερικά βιβλία μου καί θέλησε νά μοῦ ἀποκαλύψη πολλές ἀθέατες, ἀπό τούς πολλούς, πλευρές τῆς ζωῆς τῶν θεουμένων ἁγίων, γιά νά τά γράψω πρός ὠφέλειαν τῶν ἀδελφῶν. Μέ νοσταλγία θυμᾶμαι μιά ἀνεπανάληπτη ἡμέρα πού ὁ παπα-Ἐφραίμ ἄνοιξε τήν καρδιά του καί μοῦ ἔλεγε γιά τά μυστήρια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Μοῦ ἔλεγε γιά τήν σημασία καί τά ἀποτελέσματα τῶν δακρύων τῆς μετανοίας, πῶς καθαρίζεται ὅλο τό λογιστικό ἀπό τά δάκρυα, γιά τό ὅτι τά δάκρυα δέν ἔχουν σχέση μέ τήν θεωρία τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος βλέπη τό ἄκτιστο Φῶς, τότε σταματοῦν τά δάκρυα, γιά τήν ἐμπειρία πού εἶχε τῆς θεωρίας τοῦ Θεοῦ, ὅταν εἶδε τρία Φῶτα, τά ὁποῖα Φῶτα πλημμύρισαν ὅλο τόν χῶρο τοῦ κελλιοῦ του καί τόν ἀγκάλιασαν , γιά τήν στάση τοῦ σώματός κατά τήν διάρκεια τῆς θεωρίας καί τόσα ἄλλα.

Ἐνθυμοῦμαι ὅτι ἔμεινα ἄλαλος ἀκούγοντας αὐτές τίς ἐμπειρίες τοῦ θείου Φωτός. Καί ἦταν πέρα γιά πέρα ἀληθινές, δηλαδή δέν εἶχαν ἴχνος φαντασίας καί ἀρρωστημένων συναισθηματικῶν καταστάσεων, γιατί ἦταν ἀποτέλεσμα μακροχρόνιου ἀγώνα καθάρσεως, ἀφοῦ ὁ παπα-Ἐφραίμ ζοῦσε μέσα στήν ἀφάνεια καί τήν σιωπή, ἀποφεύγοντας τήν ἐπίδειξη, ἀκόμη καί τήν ἐπικοινωνία μέ πολλούς ἀνθρώπους, καί κυρίως εἶχε τό χάρισμα τῆς μεγάλης ἀγάπης, μιᾶς ἀγάπης πού δέν γνώριζε ὅρους καί ὅρια.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Ὁ Ὀρθόδοξος Μοναχισμός