Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι σχολιασμοί: Ἡ "αἰωνία μνήμη" καὶ τὰ "χρόνια πολλά"

Πρωτοπρεσβυτέρου. π. Θωμᾶ Βαμβίνη

Ἡ ἐπέτειος τοῦ ἑκατοστοῦ φύλλου τῆς Παρέμβασης μοῦ φέρνει συνειρμικὰ στὸ νοῦ διάφορες περίπου ὁμόηχες ἐπετείους, ὅπως εἶναι, γιὰ παράδειγμα, τὰ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατο ἢ τὴν γέννηση τοῦ τάδε μεγάλου τῶν γραμμάτων, τῆς ἐπιστήμης ἢ τῆς πολιτικῆς ἤ, ἀκόμη, τὰ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὸ τάδε ἱστορικὸ γεγονὸς ποὺ ἄλλαξε τὸν ροῦ τῆς ἱστορίας. Βέβαια, γιὰ νὰ εἴμαστε πιὸ κοντὰ στὰ πράγματα, ἡ ἐπέτειος τῆς Παρέμβασης θυμίζει περισσότερο τὰ γενέθλια ποὺ συνηθίζουν νὰ γιορτάζουν μικροὶ καὶ μεγάλοι στὶς μέρες μας, ἀφοῦ ὅσο περνᾶ ὁ καιρὸς ἀφομοιώνουμε ὅλο καὶ πιὸ πολὺ τοὺς τρόπους τοῦ δυτικοευρωπαίου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δίνει μεγάλη σημασία στὴ βιολογική του γέννηση, ἀφοῦ ἀγνοεῖ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση. Μόνο ποὺ στὴν περίπτωση τῆς Παρέμβασης ἔχουμε μιὰ σημαντικὴ ποιοτικὴ διαφορά, γιατί μιλᾶμε γιὰ τὸ γενέθλιο μιᾶς πνευματικῆς προσπάθειας, ἡ ὁποία ἀποβλέπει, στὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, νὰ βοηθήση τὶς βιολογικὲς ὑποστάσεις νὰ μεταποιηθοῦν σὲ ἐκκλησιαστικές.

Στὰ γενέθλια, συνήθως, εὐχόμαστε "χρόνια πολλά". Αὐτὴ πιστεύω ὅτι εἶναι καὶ ἡ εὐχὴ ὅλων τῶν συνεργατῶν καὶ ὅλων τῶν ἀναγνωστῶν τῆς Παρέμβασης μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπετειακὴ ἔκδοση τοῦ ἑκατοστοῦ φύλλου της. "Χρόνια πολλὰ" νὰ παρεμβαίνη μὲ πνεῦμα εὐθύτητος στὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, μὲ λόγο διακριτικό, καθαρό, θεραπευτικό. "Χρόνια πολλὰ" νὰ παρεμβαίνη στὰ κοινωνικὰ δρώμενα, μὲ ἤρεμο σχολιασμὸ τῶν στρεβλῶν φαινομένων, μὲ ἀρθρογραφία ἐξαγγελτικὴ τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας, ποὺ εἶναι ἄρρηκτα δεμένη μὲ τὴν ἀπροϋπόθετη ἀγάπη γιὰ τὸ σύγχρονο ἀγωνιζόμενο ἄνθρωπο.

Τὰ "χρόνια πολλά", ὅμως, εἶναι μιὰ εὐχὴ ποὺ ἐξαντλεῖται σὲ ἐνδοκοσμικὰ πλαίσια. Αὐτό, πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι εἶναι κάτι ποὺ δὲν ταιριάζει μὲ τὸ χαρακτῆρα καὶ τὸν κύριο σκοπὸ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παρέμβασης. Ἡ ἐξήγηση γι' αὐτὸ τὸ γεγονὸς εἶναι προφανῶς θεολογική. Μιὰ τέτοια εὐχή –ὅπως τὰ "χρόνια πολλά"–υπονοεί ὅτι ἀντιλαμβανόμαστε τὸ χρόνο γραμμικά. Τὸν θεωροῦμε σὰν μιὰ πορεία πάνω σὲ μιὰ γραμμή, ἡ ὁποία μᾶς ἀπομακρύνει διαρκῶς ἀπὸ τὴν ἀφετηρία καὶ μᾶς ὁδηγεῖ πρὸς τὰ ἐμπρός, πρὸς ἕνα σκοπὸ ποὺ βρίσκεται στὸ μέλλον. Ἡ εὐχὴ αὐτὴ δείχνει σὰν νὰ μὴν ἔχει σημαντικὸ νόημα τὸ παρὸν καὶ τὸ παρελθόν μας, ἀλλὰ τὸ πλῆθος τῶν ἐτῶν ποὺ ἔρχονται. Σ' αὐτὸ τὸ πλῆθος τοποθετοῦμε τὸ νόημα τῆς ζωῆς μας. Αὐτὸ θυμίζει –χωρὶς νὰ ὑπάρχη ἀπόλυτη ταύτιση τῶν ἀντιλήψεων– τὴν γραμμικὴ ἀντίληψη περὶ χρόνου ποὺ ἔχουν οἱ Ἑβραῖοι. Γι' αὐτοὺς ἡ πληρότητα τῆς ζωῆς δὲν ὑπάρχει στὸ παρόν, γιατί δὲν μποροῦν σ' αὐτὸ νὰ συναντήσουν τὸ αἰώνιο. Αὐτὸ συμβαίνει γιατί δὲν δέχονται ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος ἀπὸ τοὺς Προφῆτες Μεσσίας, γι' αὐτὸ καὶ Τὸν περιμένουν ἀκόμη. Ἡ ἔλευσὴ Τοῦ εἶναι κάτι ποὺ τοὺς τραβᾶ γραμμικὰ πρὸς τὸ μέλλον. Ἡ στροφὴ πρὸς τὸ παρελθὸν δὲν ἔχει γι' αὐτοὺς κανένα νόημα. Γιὰ μᾶς ὅμως τὰ πράγματα δὲν εἶναι ἔτσι.

Ὁ Χριστὸς ἦλθε, πέθανε καὶ ἀνέστη.Μας ἔστειλε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἔκανε τὴν Ἐκκλησία σῶμα Τοῦ. Ἡ ἀνάμνηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι λειτουργικὰ ζωντανὴ μέσα στὴν Θεία Εὐχαριστία, στὴν ὁποία τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον, χάρη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, συνυπάρχουν μέσα στὸ λειτουργικὸ παρόν. Ἔτσι, μέσα στὸ μεγάλο μυστήριο τῆς Ἐκκλησία, ἡ μνήμη ἀποκτᾶ μιὰ ἰδιαίτερη λειτουργικότητα. Δὲν συνδέεται πλέον μονοσήμαντα μὲ τὴν ἀνυπόστατη φαντασία, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς δὲν ἀποτελεῖ γιὰ μᾶς ἕνα παρελθόν, τὸ ὁποῖο ἀναπολοῦμε μὲ τὴ φαντασία μας, ἀλλὰ μιὰ παρουσία, μιὰ ἐπίσκεψη μέσα στὴν κάθε στιγμή μας, ἐφόσον, βέβαια, ἐπιθυμοῦμε κι ἐμεῖς κάτι τέτοιο καὶ προετοιμάζουμε γι' αὐτὸ κατάλληλα τὸν ἑαυτό μας. Μὲ αὐτὰ γίνεται φανερὸ ὅτι ἡ μνήμη, γιὰ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ δύναμη τῆς ψυχῆς ποὺ τὰ συνδέει μὲ τὸν Χριστό, εἶναι ἡ πύλη μέσῳ τῆς ὁποίας ἔρχεται καὶ κατοικεῖ ὁ Θεὸς μέσα τους. Χάρη σ' αὐτὴ τὴν λειτουργία τῆς μνήμης, γιὰ μᾶς, τὸ νόημα τῆς ζωῆς μας, ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὸ παρελθόν, εἶναι ἐνεργὸ μέσα στὸ παρόν, ἐνῷ ἀναμένεται λαμπρότερο στὸ μέλλον.

Αὐτὰ τὰ σημείωσα γιὰ νὰ ξεφύγουμε ἀπὸ τὰ κοσμικὰ γενέθλια –μὲ τὰ "χρόνια πολλά"– καὶ νὰ περάσουμε σὲ ἄλλες ἐπετείους, οἱ ὁποῖες μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ ἐκφράσουμε τὴν κατάλληλη εὐχή –ἂν καὶ λίγο παρεξηγημένη– ποὺ ταιριάζει πιὸ πολὺ στὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παρέμβασης.

Οἱ πιὸ πολλὲς ἐπέτειοι ἐνεργοποιοῦν τὴν μνήμη καὶ συνδέονται μὲ μνημόσυνα. Σ' αὐτὰ ἡ πιὸ γνωστὴ φράση εἶναι τὸ "αἰωνία ἡ μνήμη", ποὺ ψάλλουμε στὸ τέλος τους. Αὐτὴ ἡ φράση, ἐπειδὴ συνδέεται μὲ ἐξόδιες ἀκολουθίες καὶ μνημόσυνα κεκοιμημένων, ἔχει ταυτισθῇ ἀπὸ πολλοὺς μὲ τὸ θάνατο. Γι' αὐτό, ὅταν λένε γιὰ κάποιον ἄνθρωπο: "αἰωνία του ἡ μνήμη", συνήθως ἐννοοῦν ὅτι πέθανε. Αὐτό, ὅμως, δὲν εἶναι ὀρθό, γιατί δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ πραγματικὸ νόημα αὐτῆς τῆς φράσης.

Ἡ φράση "αἰωνία ἡ μνήμη" εἶναι μιὰ πολὺ σημαντικὴ εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸ περιεχόμενο τῆς ὁποίας μπορεῖ νὰ κατανοηθῆ μόνο μέσα στὸ πλαίσιο τῆς εὐαγγελικῆς πίστης καὶ τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησιολογίας. Δημιουργεῖ, βέβαια, στὸ σαρκικὸ νοῦ, ὁρισμένα λογικὰ ἐρωτήματα, ὅπως εἶναι τὸ ἀκόλουθο: Χρειάζεται ἄραγε νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν παντογνώστη Θεὸ νὰ θυμᾶται αἰωνίως τους μεταστάντας; Αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι φυσικὸ στὸ Θεό; Ἀπέναντι σ' αὐτὸ τὸ λογικὸ ἐρώτημα στέκεται ὁ διακαὴς πόθος τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ περάση ἀπὸ τώρα μέσα στὴν αἰωνία μνήμη τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίζει τί σημαίνει ὁ Θεὸς νὰ σὲ θυμᾶται αἰωνίως. Μὲ λίγα λόγια ἡ εὐχὴ "αἰωνία ἡ μνήμη" δὲν εἶναι μιὰ περιττὴ εὐχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἂν ἦταν περιττή, τότε τὸ ἴδιο περιττὴ θὰ ἦταν καὶ ἡ παράκληση τοῦ Ληστῆ πρὸς τὸν Χριστό: "μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τῇ βασιλείᾳ σου", ὅπως, ἐπίσης, θὰ ἦταν περιττὴ καὶ ἡ ἐκφώνηση ποὺ λέγεται κατὰ τὴν Μ. Εἴσοδο, στὴν θεία Λειτουργία: "Πάντων ἡμῶν μνησθείη Κύριος ὁ Θεὸς ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ...", γιὰ νὰ περιοριστοῦμε σὲ δυὸ πολὺ χαρακτηριστικὲς περιπτώσεις. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ παντογνώστης Κύριος μᾶς ἀποκάλυψε, ὅτι κατὰ τὴ μέλλουσα κρίση, σὲ κάποιους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ κατὰ ποικίλους τρόπους δραστηριοποιήθηκαν (καὶ δραστηριοποιοῦνται) στὸ ἔργο Τοῦ, θὰ πῇ: "οὐκ οἴδα ὑμᾶς πόθεν ἐστὲ· ἀπόστητε ἀπ' ἐμοῦ πάντες οἱ ἐργάται τῆς ἀνομίας" (Λουκᾶ 13,27). Δηλαδή, δὲν θὰ θυμηθῇ ὁρισμένους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δούλεψαν (καὶ δουλεύουν) στὸ δικὸ Τοῦ ἔργο. Ὁπότε, ἡ εὐχὴ νὰ θυμᾶται ὁ Θεός τους μεταστάντας, ἀλλὰ καὶ ἐμᾶς τους ζῶντες, ἔχει πολὺ σημαντικὸ νόημα –συνδέεται μὲ τὴ σωτηρία– καὶ δὲν εἶναι περιττή.

Μιὰ ἐκκλησιολογικὴ προσέγγιση στὸ νόημα αὐτῆς τῆς φράσης κάνει ὁ καθηγητὴς Γεώργιος Μαντζαρίδης στὸ βιβλίο τοῦ "Μέθεξις Θεοῦ", στὸ ὁποῖο –μέσα στὸ κλίμα τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας– γράφει: "Ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἀδιαίρετος κοινωνία πιστῶν, ἔχουσα κεφαλὴν τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐν ταυτῷ ΄'ὁ ὧν καὶ ὁ ἥν καὶ ὁ ἐρχόμενος'', συνθέτει τὰς τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου [παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον] εἰς ἕνα αἰώνιον παρὸν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο ἄλλωστε δύναται νὰ ἔχη καὶ αἰωνίαν μνήμην. Ὅταν ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ὑποσχώμεθα εἰς τοὺς νεκρούς μας αἰωνίαν μνήμην, δὲν τοὺς εἰρωνευόμεθα, ἀλλὰ τοὺς παραδίδομεν εἰς τὴν μνήμην τῆς Ἐκκλησίας· εἰς τὴν μνήμην τοῦ διαχρονικοῦ καὶ αἰωνίου αὐτοῦ σώματος, εἰς τὸ ὁποῖον καὶ ἡμεῖς ἀνήκομεν, καὶ ἐν ὀνόματι τοῦ ὁποίου δυνάμεθα νὰ διατηρῶμεν τὴν μνήμην των αἰωνίαν" (σέλ. 247).

Μένουμε στὴ μνήμη τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν εἴμαστε μέσα στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ. Εἴμαστε μέσα στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ, ὅταν κινούμαστε αὐτοπροαίρετα σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Τοῦ. Αὐτὸ ποὺ δὲ γνωρίζει καὶ δὲ θυμᾶται ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἁμαρτία· μαζί της δὲ θυμᾶται καὶ ὅσους ἀπὸ ἀμέλεια τὴν ἔχουν ἀφήσει νὰ διαβρώνη τὴ ζωή τους. Γι' αὐτὸ μὲ τὴν εὐχὴ "αἰωνία ἡ μνήμη" εὐχόμαστε: ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν ὁποῖο τὴν ἀναπέμπουμε νὰ βρίσκεται μέσα στὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ, μέσα στὴ μνήμη τῆς Ἐκκλησίας.

Ποιά θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι καλύτερη εὐχὴ γιὰ τὴν Παρέμβαση ἀπὸ τὸ νὰ περάση ὅσους μοχθοῦν γι' αὐτὴν μέσα στὴν αἰωνία μνήμη τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στὴν αἰωνία μνήμη τοῦ Θεοῦ; "Μνησθείη Κύριος ὁ Θεὸς πάντων τῶν κοπιόντων δι' αὐτήν".

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ