Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Σκάνδαλα καὶ πόλεμος ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Θωμᾶ Βαμβίνη

Κάθε φορὰ ποὺ ἀποκαλύπτονται σκάνδαλα, στὰ ὁποῖα ἐμπλέκονται καὶ "ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας", συνήθως προβάλλεται, ὡς πρόχειρη ἀσπίδα ἀπέναντι στὸν καταιγισμὸ τῶν ἀποκαλύψεων, ἡ ἄποψη ὅτι ἡ προβολὴ τῶν σκανδάλων συνιστᾶ πόλεμο ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι, ὅμως, ἔτσι τὰ πράγματα;

Ὑπάρχουν πολλοὶ τρόποι γιὰ νὰ προσεγγίση κανεὶς αὐτὸ τὸ θέμα. Μπορεῖ νὰ τὸ προσεγγίση κοινωνιολογικά, πολιτικά, νομικά, ἀλλὰ καὶ θεολογικά. Μπορεῖ, ἀκόμη, νὰ τὸ ἀντιμετωπίση μὲ βάση ψυχολογικὲς θεωρίες ἢ νὰ τὸ ἀναλύση μέσα στὸ πλαίσιο μιᾶς δημοσιογραφικῆς δεοντολογίας. Ὅλες αὐτὲς οἱ προσεγγίσεις φωτίζουν ἢ συσκοτίζουν πλευρὲς τοῦ θέματος ἀνάλογα μὲ τὶς ἐσωτερικὲς προϋποθέσεις τοῦ κάθε μελετητῆ. Αὐτὸ λέγεται μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἀλλιῶς βλέπει τὰ πράγματα ἕνας ποὺ ἔχει "καλὲς διαθέσεις", ὁ ὁποῖος ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καλλιεργεῖ ἁπλοὺς καὶ ἀπόνηρους λογισμοὺς καὶ ἀλλιῶς ἕνας ποὺ διακατέχεται ἀπὸ πονηρὴ καὶ καχύποπτη διάθεση. Ὁ πρῶτος, κατὰ κάποιο τρόπο καὶ σὲ ὁρισμένο βαθμό, ἔχει ἐθισθῇ στὸ καλό, γι' αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ δὴ εὔκολα στοὺς ἄλλους διαφθορά, κακότητα καὶ δολιότητα, πολὺ περισσότερο ὅταν πρόκειται γιὰ "ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας". Ὁ δεύτερος βρίσκει παντοῦ δολοπλοκίες, ὑπόγειες σκέψεις καὶ ἄνομα συμφέροντα. Αὐτὴ ἡ τελευταία τάση ἐπιτείνεται στὶς μέρες μας, ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ "ἱεραποστολικὸ" δημοσιογραφικὸ μεράκι τῆς ἀποκάλυψης τῶν σκανδάλων, τὸ ὁποῖο συμπορεύεται μὲ τὸ κυνήγι τῆς τηλεθέασης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἀνίερη ἐπιθυμία πολλῶν συγχρόνων ἀνθρώπων νὰ ἀπομυθοποιήσουν κάθε τί τὸ ἱερό. Τὰ ὑπαρκτὰ σκάνδαλα δίνουν τροφὴ σὲ αὐτὴ τὴν ἀνίερη ἐπιθυμία. Αὐτὴ ἡ πτυχὴ τοῦ μεγάλου προβλήματος τῶν ἡμερῶν μας δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγη.

Μετὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς σύντομες εἰσαγωγικὲς ἐπισημάνσεις πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἡ οὐσιαστικότερη μελέτη τοῦ θέματος μπορεῖ νὰ γίνη μόνο μὲ κριτήρια ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικά, καὶ μὲ προσπάθεια ὁ λογισμός μας νὰ εἶναι ἁπλός, χωρὶς ὅμως νὰ ἐθελοτυφλοῦμε. Χρειάζεται καὶ ἐδῶ ἡ ἀκεραιότητα τῆς περιστερᾶς καὶ ἡ φρονιμάδα τοῦ φιδιοῦ. Ἄλλωστε, ὁ ἀγαθὸς λογισμὸς δὲν ἀγνοεῖ τὶς "μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ"· γιὰ παράδειγμα, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ εἶχε "νοῦν Χριστοῦ", δὲν ἀγνοοῦσε τὰ "βαθέα τοῦ Σατανᾶ".

Ἡ "κήρυξη", λοιπόν, τῆς Ἐκκλησίας "σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση" ἔχει, τὶς πιὸ πολλὲς φορές, αἰτιολογία (ἢ πρόφαση) ποιμαντική. Ἐπιδιώκει νὰ προστατεύση τὴν ἁπλὴ πίστη τοῦ λαοῦ στὸν ἱερὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι γεγονὸς ὅτι ὁ ἁπλὸς λαὸς ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὶς ἀποκαλύψεις τῶν σκανδάλων. Εἶναι, ὅμως, ἐπίσης γεγονὸς ὅτι δὲν χάνει τὴν πίστη του στὸν Χριστό, οὔτε τὴν εὐλάβειά του πρὸς τοὺς Ἁγίους Τοῦ. Συγκρίνει, μάλιστα, τὴν ζωὴ τῶν σκανδαλοποιῶν μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ζωὴ τῶν Ἁγίων καὶ βλέπει τὴν ἀβυσσαλέα διαφορὰ ποὺ ὑπάρχει ἀνάμεσά τους. Ἀπὸ τὴν ἀποκάλυψη, ὅμως, τῶν σκανδάλων δέχεται δύο ἰσχυροὺς πειρασμούς, ποὺ ταράσσουν τὴν ἐκκλησιαστική του ζωή. Ὁ πρῶτος, περνᾶ στὴν ψυχή του τὴν ἀμφιβολία γιὰ τὴν ποιότητα τοῦ Κλήρου. Τὸν προσβάλλει, δηλαδή, –ἐάν, βέβαια, εἶναι εὐπρόσβλητος– μὲ ἀμφιβολίες γιὰ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τοὺς ὁποίους ἔχει ψυχικὴ ἀνάγκη νὰ αἰσθάνεται βαθὺ σεβασμὸ καὶ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη. Αὐτό, βέβαια, δὲν συμβαίνει σὲ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. Συμβαίνει σὲ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἀπέκτησαν ἀκόμη ξεκάθαρα πνευματικὰ κριτήρια, ποὺ δὲν γνώρισαν ἀκόμη τὸν πραγματικὸ ρόλο τῆς ἱερωσύνης στὴν ζωή τους, τὴν γνησιότητα καὶ τὰ ὅρια τῆς πνευματικῆς σχέσης μὲ πνευματικὸ πατέρα. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀναπαύονται στὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι στραμμένοι "κατὰ ἀνατολάς", βρίσκονται, ὅμως, ἀκόμη στὸν ἐξωνάρθηκα τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ αὐτὴν τὴν κατηγορία ἐντάσσονται κυρίως οἱ νέοι, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τὴν πιὸ εὐπαθῆ, ἀλλὰ καὶ τὴν πιὸ ἀπαιτητικὴ κατηγορία τῶν Χριστιανῶν. Ὁ δεύτερος πειρασμὸς προκαλεῖ τοὺς εὐπρόσβλητους νὰ θεωρήσουν τὴν ἁμαρτία φυσικὴ καὶ τὴν εὐαγγελικὴ ζωὴ ἀκατόρθωτη. Τὰ "ἐκκλησιαστικὰ σκάνδαλα", δηλαδή, ἀδυνατίζουν τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦ ἀφαιροῦν πειστικότητα, γιατί προσφέρουν ἰσχυρὰ ἀντιπαραδείγματα ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τῆς Ἐκκλησίας· ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ θὰ ἔπρεπε μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὸν λόγο τους νὰ σηκώνουν τὸ βλέμμα τοῦ λαοῦ πάνω ἀπὸ τὰ χαμερπῆ καὶ ἐφήμερα. Ἰσχύει, δηλαδή, αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα: "δι' ὑμᾶς διὰ παντὸς τὸ ὄνομά μου βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι" (52, 5). Αὐτοὶ εἶναι δύο ἰσχυροὶ πειρασμοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους περνάει ὁ πιστός, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει γίνει ἀκόμη "βεβαιόπιστος". Ἡ "κήρυξη", λοιπόν, τῆς Ἐκκλησίας "σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση", ὅταν προέρχεται ἀπὸ ποιμαντικὴ ἀγωνία ἐπιδιώκει τὴν προστασία τῶν πιστῶν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δύο ἰσχυροὺς πειρασμούς.

Ὅμως οἱ προθέσεις δὲν εἶναι πάντα τόσο "ποιμαντικὲς" καὶ "ἐκκλησιαστικές". Πολλὲς φορὲς τέτοιου εἴδους κινήσεις εἶναι πολὺ ἀτομοκεντρικὲς καὶ ὑστερόβουλες. Ἡ ποιμαντικὴ μέριμνα εἶναι τὸ ἐπίχρισμα, εἶναι ἡ πρόφαση γιὰ νὰ καλυφθοῦν προσωπικὰ προβλήματα. Σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἡ συγκάλυψη τῶν προσωπικῶν προβλημάτων ἔχει σὰν μιὰ βασικὴ φάση τὴν παρουσίαση τῆς κριτικῆς τῶν προσώπων ὡς πόλεμο ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ὁ ἁπλὸς πιστὸς νὰ στραφῆ ἐναντίον τῶν θεωρουμένων ὡς πολεμίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ξεχάση τὴν ἀνάγκη τῆς ἔρευνας τοῦ σκανδάλου καὶ τὴν ἐνεργοποίηση τῶν ἱερῶν κανόνων γιὰ τὴν θεραπεία τῶν σκανδαλοποιῶν.

Μὲ προϋπόθεση ὅλα τὰ παραπάνω μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ "κήρυξη" τῆς Ἐκκλησίας "σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση", ὅταν ἀποκαλύπτονται σκάνδαλα ἱερωμένων, ἢ γενικὰ ἀνθρώπων ποὺ κατέχουν κάποιες θέσεις μέσα στὸν διοικητικό της ὀργανισμό, θεμελιώνεται σὲ δύο λανθασμένες ἐκτιμήσεις: Πρῶτον, στὴν ὄχι ὀρθὴ θεώρηση τῆς σχέσης προσώπου καὶ θεσμοῦ, κληρικῶν καὶ Ἐκκλησίας, στὴν προκειμένη περίπτωση. Καὶ δεύτερον, στὴν παραθεώρηση βασικῶν πτυχῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου, ἡ ὁποία ἀποκρύπτει τὸ ποιοὶ πραγματικὰ εἶναι πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ πῶς τὴν πολεμοῦν.

Τὸ πρόσωπο δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν θεσμό. Ὁ Κληρικὸς δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν Ἐκκλησία. Διακονεῖ μὲ τὸ χάρισμά του, τὸ ὁποῖο ἔλαβε μυστηριακά, τὸ σῶμα της. Ἄν, ὅμως, ἡ ζωή του εἶναι ἄσχετη μὲ τὴν διακονία του, τότε εἶναι ξένο σῶμα μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ταλαιπωρεῖ τὸν λαό της. Βλέποντας κανεὶς τὴν ἐκκλησιαστικὴ καθημερινότητα διαπιστώνει, ὅτι ταυτίζουν τὸ πρόσωπό τους μὲ τὸν θεσμό, ὅσοι ἀντλοῦν ὅλη τὴν προσωπική τους ἀξία ἀπὸ τὴν θέση ποὺ κατέχουν. Αὐτοί, συνήθως, ὅταν διαβρώνεται τὸ κῦρος τους, ἀπὸ τὴν προσωπική τους ἀνεπάρκεια ἢ ἀσυνέπεια, κηρύσσουν τὸν θεσμό –τὴν Ἐκκλησία, στὴν προκειμένη περίπτωση– σὲ ἐμπόλεμη κατάσταση. Ἔτσι ἐλπίζουν ὅτι θὰ ἐπιβιώσουν στὸ ἐφήμερο σχῆμα τοῦ κόσμου. Ὅμως, "παράγει" (παρέρχεται) πολὺ γρήγορα "τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου"... Ἀκόμη καὶ μὲ ἕνα κλὶκ δεξιὰ ἢ ἀριστερὰ στὴν θεματολογία τῶν δημοσιογράφων...

Πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ ὅλα, ὅμως, εἶναι ἡ παραθεώρηση βασικῶν πτυχῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ βίου, ποὺ μᾶς καθιστᾶ ἀνίκανους νὰ καταλάβουμε τὸ ποιοὶ πραγματικὰ εἶναι πολέμιοι τῆς Ἐκκλησίας καὶ πῶς τὴν πολεμοῦν. Ἡ Ἐκκλησία δὲν πολεμάται μὲ τὴν ἄδικη ἔστω κριτικὴ τῶν ποιμένων της, ἡ ὁποία, βέβαια, ὄντως ταλαιπωρεῖ τὸν λαό της. Πολεμάται ὅταν πλήττονται τὰ στοιχεῖα ποὺ τὴν συνιστοῦν. Πολεμάται ὅταν παραχαράσσεται καὶ διαστρεβλώνεται ἡ θεολογία της καὶ ἡ ἀνθρωπολογία της. Ὅταν ἀλλοιώνεται ἡ πίστη της στὸν Τριαδικὸ Θεό, στὸν Θεάνθρωπο Χριστό, στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν δυνατότητα μετοχῆς τοῦ ἀνθρώπου στὴν δόξα τῆς θεότητας. Πολεμάται ὅταν ἀλλοιώνεται ἡ λατρεία της, ὅταν χάνεται ἡ κατανυκτικὴ μεγαλοπρέπειά της, ὅταν ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὶς ἀσκητικὲς προϋποθέσεις της. Τὴν πολεμοῦν, γιὰ παράδειγμα, ὅσοι παραθεωροὺν τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν μετοχὴ στὴν θ. Εὐχαριστία, ἢ τὶς προϋποθέσεις γιὰ τὴν εἴσοδο στὶς τάξεις τοῦ Κλήρου. Τὴν πολεμοῦν ὅσοι συντελοῦν στὴν ἐκκοσμίκευση τῶν μυστηρίων της, τὰ ὁποῖα συνήθως μετατρέπονται σὲ κοσμικὰ γεγονότα, μὲ στολισμοὺς καὶ ἐμφανίσεις ποὺ δὲν ἔχουν καμμιὰ σχέση μὲ τὸ περιεχόμενό τους, ὅπως συμβαίνει σὲ πολλὲς Βαπτίσεις καὶ Γάμους. Τὴν πολεμοῦν, τέλος, ὅσοι παραθεωροὺν τὴν φιλοκαλικὴ ζωή, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐσωτερικὴ ἡσυχία, τὴν παράδοση τῶν νηπτικῶν Πατέρων μας. Ὑπάρχουν, δυστυχῶς, πολλοὶ ποὺ ὄχι μόνον παραθεωροὺν αὐτὴ τὴν ζωὴ καὶ τὴν θεολογία, ἀλλὰ καὶ τὴν εἰρωνεύονται. Καὶ αὐτοὶ δὲν εἶναι σκανδαλοθῆρες δημοσιογράφοι, ἀλλὰ ἄνθρωποι μὲ εὐθύνες μέσα στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ φοβερότερος πόλεμος ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας γίνεται ἐκ τῶν ἔσω, σὲ θέματα ποὺ δὲν ἀγγίζουν οἱ δημοσιογράφοι.–

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ