Γράφτηκε στις .

Γραπτό κήρυγμα: Κυριακή 24 Ἰουλίου "Γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς"

Κυριακὴ 24 Ἰουλίου

Στὴν Κυριακὴ προσευχή, τὸ "Πάτερ ἡμῶν", ποὺ μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός, προσευχόμαστε στὸν Θεὸ νὰ γίνεται στὴν γῆ τὸ θέλημά Του, ὅπως γίνεται στὸν οὐρανό. "Γενηθήτω τὸ θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς". Τρία σημεῖα μποροῦμε νὰ τονίσουμε σὲ αὐτὸ τὸ αἴτημά μας πρὸς τὸν Θεό.

Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἂς δοῦμε ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἡ λέξη θέλημα προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα θέλω καὶ δηλώνει αὐτὸ ποὺ κάποιος θέλει καὶ ἐπιθυμεῖ. Στὴν προκειμένη περίπτωση θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Θεός, ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτὸ Του, ἀλλὰ γιὰ τὴν δική μας σωτηρία. Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ σκοπὸ νὰ φθάση στὴν κοινωνία μαζὶ Του καὶ νὰ δοξάζεται μαζὶ μὲ Αὐτόν. Ὅμως ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα ἱκανοποίησαν τὸ δικό τους θέλημα καὶ ἔτσι ἔχασαν τὴν εὐκαιρία νὰ συμμετάσχουν στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἐφαρμόση τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ φθάση στὸν δοξασμό, τὴν θέωση, τὴν τελειότητα, τὴν ἁγιότητα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θὰ γράψη: "Τοῦτο γὰρ ἐστι θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἁγιασμὸς ὑμῶν" (Α' Θέσ. δ΄, 3).

Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ διὰ τῶν ἁγίων καὶ δικαίων ἀνθρώπων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τῶν Προφητῶν, στὴν πληρότητά του ὅμως διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀπεκάλυψε τὴν ὁδὸ ποὺ πρέπει νὰ ἀκολουθήσουμε γιὰ νὰ σωθοῦμε. Ὁ Ἴδιος, ὅπως ἔλεγε, δὲν ζητοῦσε τὸ δικὸ Του θέλημα, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ Πατρὸς Του ποὺ τὸν ἀπέστειλε (Ἰω. ε΄, 20). Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦταν πεπεισμένος ὅτι ἦταν Ἀπόστολος "διὰ θελήματος Θεοῦ" (Α' Κόρ. α΄, 1). Ὁ ἴδιος προτρέπει τοὺς Χριστιανοὺς νὰ δοκιμάζουν στὴν ζωή τους "τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον" (Ρώμ. ἰβ΄ 2).

Ἐδῶ, ὅμως, βλέπουμε καὶ μιὰ ἄλλη ἀλήθεια. Μὲ τὴν παράκληση στὸν Θεὸ νὰ μᾶς βοηθήση νὰ κάνουμε τὸ θέλημά Του, δηλώνεται ὅτι ἡ ἀρετὴ δὲν εἶναι ἐπίτευγμα δικῆς μας ἐπιθυμίας καὶ σπουδῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς θείας Χάριτος, ἀφοῦ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀνταποκρίνεται στὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.

Τὸ δεύτερο σημεῖο εἶναι τὸ "ὡς ἐν οὐρανῷ". Μὲ τὴν λέξη οὐρανὸς ἐννοοῦνται οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ καὶ οὐσιαστικὰ μὲ τὴν προσευχὴ αὐτὴ διδασκόμαστε νὰ τηροῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὸ κάνουν οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανό. Ἐκεῖνοι ἀφ' ἑνὸς μὲν δοξάζουν συνεχῶς τὸν Θεό, ἀφ' ἑτέρου δὲ ὑπακούουν στὸ θέλημα Τοῦ, δὲν ἐκφράζουν ποτὲ ἀντίρρηση, ζοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ εἶναι ὑπηρετικὰ πνεύματα. Αὐτὰ τὰ δύο δίδουν μιὰ διαρκῆ ἔμπνευση στοὺς ἀγγέλους, καὶ δὲν αἰσθάνονται ποτὲ κόπωση καὶ κόρο. Ἑπομένως, μὲ αὐτὸ τὸ αἴτημα ὁμολογοῦμε ὅτι θέλουμε νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ τηροῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, στὶς ὁποῖες ἐντολὲς ἐκφράζεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τὸ νὰ ἀναζητοῦμε νὰ πραγματοποιοῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως γίνεται στὸν οὐρανό, ἔχει καὶ μιὰ ἄλλη ἔννοια. Μὲ τὸ προηγούμενο αἴτημα "ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου" ἐπιθυμήσαμε τὰ μελλοντικὰ ἀγαθὰ καὶ δηλώσαμε ὅτι βιαζόμαστε γιὰ τὴν ἀποδημία αὐτή, δηλαδὴ νὰ φθάσουμε ἐκεῖ. Ἐπειδή, ὅμως, καθυστερεῖ ἡ ἔλευση τῶν μελλόντων αὐτῶν ἀγαθῶν καὶ ἡ εὐλογημένη αὐτὴ ἀποδημία στὸν Θεό, γι' αὐτὸ καὶ προσευχόμαστε νὰ ζοῦμε ἀπὸ τώρα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ θὰ ζήσουμε ἐκεῖ, καὶ νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸν οὐρανὸ πρὶν ἔλθη ὁ οὐρανός.

Τὸ τρίτο σημεῖο εἶναι τὸ "ἐπὶ τῆς γῆς". Αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἶναι πραγματοποιήσιμο τὸ νὰ ζοῦμε στὴν γῆ, ὅπως ζοῦν οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ ὅπως θὰ ζήσουν οἱ ἅγιοι μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε δὲν μᾶς δίδαξε ὁ Χριστὸς νὰ ζητοῦμε ἀκατόρθωτα πράγματα. Ἔτσι, τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἐμποδίση ἀπὸ τοῦ νὰ ζοῦμε ὅπως καὶ οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανό. Τὸ ὅτι ὑπάρχουν ἅγιοι ποὺ τὸ πραγματοποίησαν αὐτὸ στὴν ζωή τους, πρὶν τὴν κοίμησή τους, γι' αὐτὸ καὶ ὅπως ψάλλουμε στὰ τροπάρια ἔζησαν "ἀγγελικῶς ἐν τῷ κόσμῳ", αὐτὸ δείχνει ὅτι μποροῦμε ὅλοι μας, ἂν τὸ θέλουμε, νὰ τὸ ζήσουμε ἀπὸ τώρα.

Ἐπίσης, μὲ τὴν φράση αὐτὴ "ἐπὶ τῆς γῆς" δηλώνεται ὅτι δὲν πρέπει νὰ φροντίζουμε μόνον νὰ τηροῦμε ἐμεῖς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ θὰ πρέπη νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ ἐπικρατήση τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς γῆς. Πρέπει νὰ ξεριζωθῇ ἡ πλάνη καὶ νὰ φυτευθῇ ἡ ἀλήθεια, νὰ ἀποβληθῇ ἡ κακία καὶ νὰ ἔλθη ἡ ἀρετή. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ μὴ διαφέρη ἡ γῆ ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι, ἐνῷ προσευχόμαστε μὲ τὴν δέηση αὐτὴ νὰ γίνη τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὴν πράξη ἐπιδιώκουμε νὰ πραγματοποιοῦμε τὰ δικά μας θελήματα. Καὶ πολλὲς φορὲς ἐνῷ προσευχόμαστε μὲ τὰ λόγια στὸν Θεὸ "γενηθήτω τὸ θελημὰ Σου", οὐσιαστικά, μὲ τὶς πράξεις μας, πολλὲς φορὲς καὶ μὲ τὰ λόγια μας, ζητοῦμε ἀπὸ Αὐτὸν τό: "γενηθήτω τὸ θέλημά Μου", δηλαδὴ ἐπιδιώκουμε νὰ πραγματοποιοῦμε τὰ θελήματα τῆς σαρκὸς καὶ τῶν διανοιῶν μας (Ἐφ. β΄,3). Γι' αὐτὸ καὶ δὲν ἔχουμε γαλήνη, ἠρεμία, χαρὰ καὶ γι' αὐτὸ δὲν μποροῦμε νὰ ἁγιασθοῦμε.

Πρέπει, ὅμως, νὰ ἀλλάξουμε διαγωγὴ καὶ νὰ ζητοῦμε νὰ πραγματοποιῆται καὶ ἀπὸ μᾶς καὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον μας, καὶ ἂν εἶναι δυνατὸν καὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ