Γράφτηκε στις .

Γεγονός καὶ Σχόλιο: Ἡ διάχυση τοῦ πόνου

Πάντοτε ὁ ἄνθρωπος συνδεόταν στενὰ μὲ τὸν πόνο. Δὲν ὑπάρχει ἀνθρώπινη ζωὴ σὲ ὅλους τοὺς χρόνους καὶ τοὺς τόπους χωρὶς τὴν βίωση τοῦ πόνου. Ὁ πόνος εἶναι τὸ νερὸ μὲ τὸ ὁποῖο ζυμώνεται ἡ ζωή μας ὁλόκληρη. Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ κλάμα, καὶ φεύγει μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ κλάμα. Ἡ διαφορὰ εἶναι ὅτι ὅταν γεννιέται τὸ παιδὶ κλαίει τὸ ἴδιο, ἀλλὰ οἱ γύρω του γελοῦν, ἀλλὰ ὅταν πεθαίνη ὁ ἄνθρωπος συμβαίνει το ἀντίθετο, ἀφοῦ ὁ ἴδιος ἐνδεχομένως νὰ χαίρεται καὶ οἱ γύρω του κλαῖνε τὸν χωρισμό.

Ἰδίως στὶς ἡμέρες μας ὁ πόνος ἔχει περισσεύσει. Ὅπου καὶ νὰ πᾶς, μὲ ὅποιον καὶ νὰ συζητήσης θὰ ἀγγίξης τὴν ὕπαρξη τοῦ πόνου. Ἀλλὰ τὸν πόνο τὸν ἔχουμε καὶ μέσα μας, φωλιάζει μέσα στὴν ὕπαρξή μας. Συνεχῶς τὸν κουβαλᾶμε σὰν ἕνα ὑπαρξιακὸ δηλητηριῶδες φίδι. Καὶ πολλὲς φορές μας δηλητηριάζει. Τὸ φοβερὸ πνευματικὸ καὶ ψυχολογικὸ καυσαέριο ποὺ δημιουργεῖται μέσα μας, μᾶς πνίγει καὶ γι’ αὐτὸ χρειαζόμαστε νὰ ἐκτονωθοῦμε, αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ διαχύσουμε τὸν πόνο μας.

Ὁ Λάμπρος Κουτλουμπαρίτσης, Καθηγητὴς Φιλοσοφίας στὸ Ἐλεύθερο Πανεπιστήμιο τῶν Βρυξελλῶν ULB καὶ μέλος τῆς βασιλικῆς Ἀκαδημίας τοῦ Βελγίου, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐκδόσεως τοῦ βιβλίου του μὲ τίτλο «ἡ ἐγγύτητα καὶ τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπινου πόνου» ἔδωσε μιὰ συνέντευξη ποὺ ἀναφέρεται στὸν πόνο καὶ τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε νὰ τὸν διαχύσουμε. Γράφει μεταξὺ τῶν ἄλλων:

«Ὁ ἀνθρώπινος πόνος δὲν εἶναι φαντασίωση, εἶναι πραγματικότητα γι’ αὐτὸν ποὺ τὸν βιώνει. Τὸ ζήτημα εἶναι πὼς διαχέεται ὁ πόνος στοὺς ἄλλους. Πρέπει νὰ τὸν δοῦμε πὼς τὸν διαχειριζόμαστε στὶς οἰκογενειακές, φιλικὲς καὶ ἐπαγγελματικὲς σχέσεις. Ὅταν μιλᾶμε γι’ αὐτὸν τότε τὸν μεταμορφώνουμε, δηλαδὴ δὲν ἔχουμε ἄμεση σχέση».

Ὥστε τὸ θέμα εἶναι πὼς καὶ μὲ ποιό τρόπο θὰ μεταμορφώσουμε τὸν πόνο ποὺ αἰσθανόμαστε μέσα μας.

Αὐτὸν τὸν πόνο πολλοὶ προσπαθοῦν νὰ τὸν μεταμορφώσουν μὲ πολιτικὰ μέσα καὶ ἀναμφίβολα ἡ πολιτικὴ ἐπιδιώκει νὰ ἀπαλύνη τὸν ἀνθρώπινο πόνο μὲ διαφόρους τρόπους. Ὅμως, κατὰ τὸν Καθηγητή, ἡ πολιτικὴ διαχειρίζεται τὸν ἀνθρώπινο πόνο «μὲ κοινωνικὴ πολιτική, μὲ ἀποφάσεις, μὲ βοήθεια, ἀλλά τις πιὸ πολλὲς φορὲς κρατάει τοὺς πονεμένους σὲ ἀπόσταση». Μπορεῖ ἡ πολιτικὴ νὰ βοηθᾶ ἐξωτερικὰ οἰκονομικὰ καὶ βιολογικὰ γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ πόνου, καὶ εἶναι αὐτὸ ἀπαραίτητο, ἀλλὰ τὸν ἀφήνει μακρυά, δὲν σχετίζεται μαζί του, γιατί δὲν προσεγγίζει τὸ πρόσωπο, τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.

Ἐπίσης, τὸν πόνο προσπαθοῦν νὰ τὸν διαχειρισθοῦν καὶ τὰ Μ.Μ.Ε. Πολλοὶ βγαίνουν στὶς διάφορες ἐκπομπὲς καὶ ἐκφράζουν, ἐξωτερικεύουν τὰ παράπονά τους καὶ τὸν πόνο τους, γιὰ νὰ «ἀναπαυθοῦν». Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ δὲν ξεκουράζει πραγματικά, γιατί μὲ τοὺς τρόπους αὐτοὺς ὁ πόνος βγαίνει διαφορετικά. Λέγει ὁ Καθηγητής: «Τὸν μεταδίδουν (τὸν πόνο) οἱ δημοσιογράφοι μέσα ἀπὸ τὰ τεχνολογικὰ μέσα, ὁ κόσμος τον δέχεται μεταμορφωμένο διαμέσου αὐτῶν τῶν μέσων. Μπορεῖ νὰ τὸν πάρει σοβαρὰ ἡ νὰ ἀδιαφορήσει. Ὅταν ἐνέσκυψε ἡ θεομηνία του τσουνάμι, ἀλλοῦ ὁ κόσμος ἀπάντησε στὸν πόνο καὶ τὴν οἰκονομικὴ βοήθεια, ἐνῷ στὴν Ἀμερικὴ ὑπῆρχε κάποια ἀδιαφορία» (Ἐλευθεροτυπία 17-11-2005).

Ὁ ἀνθρώπινος πόνος ἀποτελεῖ μιὰ πρόκληση γιὰ ὅσους θέλουν νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἐπειδὴ οἱ περισσότεροι προσεγγίζουν τοὺς ἀνθρώπους γιὰ ἄλλους σκοπούς, οἰκονομικούς, ψηφοθηρικοὺς κλπ. γι’ αὐτὸ στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει καὶ μπορεῖ νὰ παίξη σημαντικὸ ρόλο ἡ Ἐκκλησία.

Μέσα στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ μυστήριο τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἐξομολογήσεως ἀνοίγει τὴν καρδιά του στὸν Θεό, διὰ τοῦ πνευματικοῦ, καὶ δέχεται μιὰ πνευματικὴ ὑπαρξιακὴ ἀνακούφιση. Ἔπειτα, στὴν Ἐνορία ποὺ λειτουργεῖ ὡς θεραπευτικὴ Κοινότητα μπορεῖ νὰ συναντήση Πατέρα καὶ ἀδελφοὺς ποὺ ἀγαποῦν μὲ ἀνιδιοτέλεια. Ἰδίως ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκαταστήση τὶς σχέσεις του μὲ τὸν Θεό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἁγίους, τότε ὄχι μόνον διαχέει σὲ αὐτοὺς τὸν πόνο του, ἀλλὰ μεταμορφώνει τὸν πόνο σὲ ὁρμὴ πρὸς τὸν Θεό, δίψα Θεοῦ, ἀχόρταγο χορτασμό, ποὺ δημιουργεῖ πνευματικὴ πληρότητα.

Ν.Ι.