Γράφτηκε στις .

Κλωνισμὸς καὶ Κλωνοποίηση

Ἡ γενετική στήν ἐποχή μας προκαλεῖ τό ἐνδιαφέρον καί τήν προσοχή τῶν ἀνθρώπων καθημερινά μέ τίς ἀνακαλύψεις καί τά ἐπιτεύγματά τῆς. Τελευταία δόθηκε μεγάλη δημοσιογραφική προβολή στόν λεγόμενο κλωνισμό, ἀφοῦ εἴχαμε καί ἰδιαίτερα ἀποτελέσματα.

Στήν πραγματικότητα ὁ κλωνισμός εἶναι ἡ “μεταμόσχευση” τοῦ κληρονομικοῦ ὑλικοῦ ἀπό τό ἕνα ζῶο στό ἄλλο, ἀφοῦ ἐν τῷ μεταξύ καταργοῦνται οἱ κληρονομικές καταβολές πού θά κληρονομοῦσε τό νέο ζῶο ἀπό τόν “γονέα” του, καί ἡ ἐμφύτευση τοῦ ἐμβρύου πού σχηματίστηκε ἀπό αὐτήν τήν “μεταμόσχευση” στήν μήτρα τρίτου ζώου. Ἑπομένως πρόκειται γιά μιά παρέμβαση στό γενετικό ὑλικό (DNA).

Σκοπός τοῦ σημειώματος αὐτοῦ δέν εἶναι νά ἀναπτύξη αὐτήν τήν μέθοδο κλωνοποίησης, ἡ ὁποία ἄλλωστε θά δημιουργήση ἔντονες συζητήσεις, θετικές καί ἀρνητικές στίς ἑπόμενες μέρες καί στά ἑπόμενα χρόνια. Ἐκεῖνο πού ἤθελε νά ὑπογραμμίση εἶναι ὅτι πρέπει νά δοῦμε πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπισθῆ ἕνα τέτοιο πρόβλημα, ὅπως καί τόσα ἄλλα ἀπό ἕναν ἐκκλησιαστικό ἄνδρα.

Σίγουρα ὁ κλωνισμός εἶναι ἕνα μεγάλο ἐπιστημονικό ἐπίτευγμα, μπροστά στό ὁποῖο πρέπει ὡς ἐκκλησιαστικοί ἄνδρες νά σταθοῦμε μέ πολλή προσοχή καί περίσκεψη. Καί βέβαια εἶναι καλό νά τονίζουμε ὅτι σέ τέτοια ἐπιτεύγματα πρέπει νά τίθενται φραγμοί, ἠθικοί καί νομικοί, γιατί αὐτά εἶναι δυνατόν νά καταστρέψουν τήν ἴδια τήν ζωή καί τήν ἀνθρωπότητα.

Ἔχω τήν γνώμη, ὅμως, ὅτι ἕνας θεολόγος καί ἕνας ἐκκλησιαστικός ὑπεύθυνος ἄνδρας δέν πρέπει νά στέκεται μόνο σέ αὐτήν τήν παράμετρο, δέν πρέπει νά βλέπη τό θέμα αὐτό ἁπλῶς δημοσιογραφικά καί ἐπιφανειακά, παραθέτοντας ἀπόψεις ἐπιστημόνων πού ὁμιλοῦν γιά θέσπιση βασικῶν προϋποθέσεων γιά τήν εἰσαγωγή τοῦ ἐπιστήμονος στό γενετικό ὑλικό του ἀνθρώπου, ἀλλά πρέπει νά τό ἀντιμετωπίζη θεολογικά.

Ὑπάρχει ἕνας μεγάλος πειρασμός. Γιά νά φαινόμαστε ὅτι εἴμαστε μέσα στά πράγματα καί ὅτι ἀσχολούμαστε μέ τήν καθημερινότητα, παραμένουμε στήν ἐπιφάνεια, καί τό χειρότερο παρασυρόμαστε στόν προβληματισμό τοῦ “κοσμικού” ἀνθρώπου καί ξεχνοῦμε τήν θεολογία μας. Τέτοια ζητήματα ἀντιμετωπίζονται μέ σοβαρότητα, ψυχραιμία καί προπαντός μέσα σέ θεολογικά πλαίσια.

Δηλαδή, σαφῶς ξεχωρίζουμε τά ὅρια τῆς ἐπιστήμης καί τῆς θεολογίας. καί ἀφήνουμε τήν ἐπιστήμη νά ἐργάζεται στά ὅριά τῆς καί τήν ἐλέγχουμε ὅταν ἐξέρχεται ἀπό αὐτά. Στήν συνέχεια καθορίζουμε ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς θεολογίας, δηλαδή ποιά εἶναι ἡ ἀνθρωπολογική καί ἡ σωτηριολογική ἄποψη τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας. Ἀπαντοῦμε βασικά στά ἐρωτήματα τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πού βρίσκεται ἡ οὐσία τοῦ ἀνθρώπου, τί ρόλο παίζει ἡ ψυχή στόν ἄνθρωπο, τί εἶναι ἡ ψυχή, τί εἶναι τό πρόσωπο - ὑπόσταση, σέ ποιό σημεῖο ἔγκειται ἡ ἀξία καί ἡ ἰδιαιτερότητα τοῦ ἀνθρώπου, ποιός εἶναι ὁ βασικός σκοπός τῆς ὑπάρξεώς του, τί εἶναι τό ἄκτιστο καί τό κτιστό, πῶς ὑπερβαίνεται ὁ θάνατος κ.λ.π.

Ἄν διαβάση κανείς προσεκτικά τα ἔργα τοῦ Μ. Βασιλείου, τοῦ ἄγ. Γρηγορίου Νύσσης, τοῦ ἄγ. Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, θά διαπιστώση ὅτι οἱ Πατέρες δέν ἔπεσαν στόν πειρασμό τῆς ἐπιστημονολογίας, κοινωνιολογίας καί δημοσιογραφίας, ἀλλά ἀντιμετώπισαν τά θέματα τῆς ἐποχῆς τους μέ θεολογικό τρόπο καί σκοπό.

Δυστυχῶς σήμερα πολλές φορές ἡ ἐπιστήμη, ὅπως ἀναπτύχθηκε στήν Δύση καί ὡς ἀντίδραση στήν μεταφυσική πού ἐπικρατοῦσε καί ἐπικρατεῖ στόν δυτικό κόσμο, εἰσέρχεται μέσα στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας καί κατά κάποιο τρόπο θεοποιεῖται. Ἀλλά δυστυχῶς καί ἡ θεολογία, ἤ μᾶλλον μερικοί θεολόγοι, εἰσέρχονται στόν χῶρο τῆς ἐπιστήμης, προσπαθώντας μάλιστα νά ἐπιστημονολογοῦν καί ὄχι νά θεολογοῦν, καί τότε δημιουργοῦνται μεγαλύτερα προβλήματα. Εἶναι γνωστές οἱ ἐπεμβάσεις μερικῶν θεολόγων καί ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν σέ ἐπιστημονικές ἀνακαλύψεις, ὅπως στό παρελθόν ἔγιναν στόν δυτικό χῶρο. Τουλάχιστον ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι πού δέν εἴχαμε τέτοια παραδείγματα στήν παράδοσή μας πρέπει νά εἴμαστε καί σήμερα προσεκτικοί σέ καινούριες ἀνακαλύψεις καί ἐπιστημονικές μεθόδους.

Ἐπαναλαμβάνω καί πάλι ὅτι ἡ ἀντιμετώπιση τέτοιων θεμάτων ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς πρέπει νά γίνεται μέ σοβαρότητα καί ὑπευθυνότητα καί μέσα ἀπό τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας γιά τόν ἄνθρωπο, τόν κόσμο καί τήν ζωή. Δέν ἀρκεῖ νά ἐπαναλαμβάνουμε τίς γνῶμες ἄλλων ἐπιστημόνων καί ἐξεχόντων ἀνθρώπων τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικῆς ζωῆς, γιατί δέν εἴμαστε οὔτε ἐπιστήμονες, οὔτε δημοσιογράφοι, οὔτε ἄλλωστε αὐτό εἶναι τό ἔργο μας. Ὡς Κληρικοί ἀχολούμαστε μέ τόν ἄνθρωπο, πού εἶναι πλασμένος κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση Θεοῦ. Γνωρίζουμε σαφῶς ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἔστω καί ἄν κλωνοποιηθῆ, γιά τό ὁποῖο δέν συμφωνοῦμε, ἐν τούτοις ἔχει ψυχή, ἡ ὁποία δημιουργεῖται ἀπό τόν Θεό καί βέβαια δέν μεταβιβάζεται μέ τήν μεταμόσχευση τοῦ γενετικοῦ ὑλικοῦ. Ἔτσι, ποιμαίνουμε τόν ἄνθρωπο θεολογικά καί ὄχι δημοσιογραφικά καί δεοντολογικά. Σέ ἕναν τέτοιο πειρασμό (δημοσιογραφική καί οὐμανιστική ποιμαντική καί ὄχι θεολογική) παρασύρονται πολλοί Κληρικοί στήν ἐποχή μας.

Βέβαια, γνωρίζουμε ὅτι ἡ δημοσιογραφία ἀπαιτεῖ ἀντιμετώπιση τέτοιων θεμάτων μέσα ἀπό τήν νοοτροπία τῆς σύγχρονης κοινωνίας καί ὄχι μέσα ἀπό τήν θεολογία. Διαφορετικά, δέν δημοσιεύονται τέτοια κείμενα στίς κοσμικές Ἐφημερίδες. Δηλαδή, οἱ Διευθυντές τῶν Ἐφημερίδων δέν θέλουν θεολογικά κείμενα, ἀλλά κείμενα τά ὁποῖα θά ἐντάσσονται μέσα στήν νοοτροπία τοῦ ἐκκοσμικευμένου ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ἰσχυρίζομαι ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική δημοσιογραφία, πάνω σε τέτοια ἐπιστημονικά θέματα, εἶναι ἐπικίνδυνη, δέν μπορεῖ νά ἀναπληρώση τό ἔργο τῆς ὀρθοδόξου ποιμαντικῆς. Ἄλλο ἡ δημοσιογραφία καί ἄλλο ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστική ποιμαντική, πού γίνεται θεολογικά καί προσωπικά.

Τελικά, πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι τό ἔργο τῶν Κληρικῶν κινεῖται σέ ἄλλα πλαίσια, καθώς ἐπίσης πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι θέλουν τόν Κληρικό νά κινῆται σέ ἄλλο ἐπίπεδο. Πρέπει νά θεολογοῦμε, ἀλλά καί ὅταν ἀντιμετωπίζουμε σύγχρονα ζητήματα, πρέπει νά τό κάνουμε θεολογικά.

Ν.Ι.