Γράφτηκε στις .

Συνέντευξη στον δημοσιογράφο Αριστείδη Βικέτα της Εφημερίδος «Ο Φιλελεύθερος» Κύπρου

1 Ερώτηση: Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Εκκλησία (Ορθόδοξη και Καθολική) αδυνατεί να δώσει λύσεις στα υπαρξιακά προβλήματα του συγχρόνου ανθρώπου. Έχει βάση αυτή η άποψη και αν ναι, που οφείλεται αυτό;

Απάντηση: Υπάρχουν διαφορές μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και «Καθολικισμού». Η «Καθολική Εκκλησία» ασχολείται περισσότερο με την κοινωνική και πολιτική πλευρά των θεμάτων, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για τα υπαρξιακά και υπαρκτικά προβλήματα του ανθρώπου και θεραπεύει την νοσούσα προσωπικότητά του. Αυτό φαίνεται από το ότι το Βατικανό είναι και Κράτος και ασκεί πολιτική εξουσία, ενώ στην Ορθόδοξη Εκκλησία διασώζεται η ησυχαστική-νηπτική ζωή που αναπαύει το «πνεύμα» του ανθρώπου. Στην Δύση χάθηκε η ησυχαστική παράδοση και αντικαταστάθηκε από τον σχολαστικισμό, την ψυχολογία, τον ηθικισμό και τον κοινωνισμό.

Πάντως, όταν γνωρίζη κανείς την θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο βάθος της, θα δη ότι αυτή απαντά στα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου που έχουν σχέση με την ζωή και τον θάνατο, λειτουργεί ως πνευματικό θεραπευτήριο. Αν έχουμε αντίθετη άποψη, σημαίνει ότι δεν γνωρίζουμε την ορθόδοξη θεολογία στο βάθος της.

 

2 Ερώτηση: Υπάρχει η αίσθηση μέσα στο πλήρωμα της Εκκλησίας, αλλά και ευρύτερα στην κοινωνία, και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, ότι οι Ιεράρχες συμπεριφέρονται περισσότερο ως εξουσία και λιγότερο ως ποιμένες. Ποιό είναι το σχόλιό σας;

Απάντηση: Είναι γνωστός ο λόγος του Χριστού ότι, ενώ οι άρχοντες εξουσιάζουν, οι Απόστολοι πρέπει να είναι διάκονοι όλων. Το έργο της «εκκλησιαστικής ιεραρχίας», όπως το βλέπουμε στον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, φανερώνει ότι σκοπός των Ιεραρχών και των Κληρικών είναι να οδηγούν τους ανθρώπους στην κοινωνία με τον Θεό με την μέθοδο που έχει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Αυτό είναι και λέγεται ποιμαντική και δεν έχει σχέση με την πολιτική και την κομματικοποίηση. Υπάρχουν Κληρικοί που εργάζονται περισσότερο ηθικιστικά και εξουσιαστικά, αλλά υπάρχουν και Κληρικοί που εργάζονται ποιμαντικά και διακονικά, δηλαδή κενωτικά.

 

3 Ερώτηση: Ένα ζήτημα, που συχνά σκανδαλίζει, είναι η εκκλησιαστική περιουσία. Πως πρέπει να γίνεται η διαχείρισή της από την ηγεσία της Εκκλησίας;

Απάντηση: Δεν ξέρω τι γίνεται στην Κύπρο, αλλά η δήθεν «μεγάλη» εκκλησιαστική περιουσία της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι περισσότερο ένας μύθος, αφού δεν είναι τόσο μεγάλη όσο παρουσιάζεται. Και η Εκκλησία κάνει ένα τεράστιο κοινωνικό έργο που δεν κάνουν οι άλλοι Οργανισμοί. Πάνω από 1.000 φιλανθρωπικά Ιδρύματα έχει και λειτουργεί η Εκκλησία στην Ελλάδα.

Εμένα περισσότερο με ενοχλεί η φιλοχρηματία και η φιλοκτημοσύνη μερικών Κληρικών που ζουν πλουσιοπάροχα, ενώ οι οικογενειάρχες λαϊκοί του ποιμνίου τους «φτύνουν αίμα» για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Αυτό για μένα είναι πρόκληση και προδοσία της ποιμαντικής ιδιότητας.

 

4 Ερώτηση: Σε πρόσφατη συνέντευξή σας σε αθηναϊκή εφημερίδα καυτηριάσατε την βιωτή ορισμένων Κληρικών, κυρίως αγάμων, κάνοντας λόγο για «εκπόρνευση» της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν είναι πολύ βαριά αυτή η μομφή;

Απάντηση: Αν σκεφθούμε ότι η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, τότε κάθε ασέβεια σε αυτό το Σώμα, κάθε εκμετάλλευση της θέσεως που έχει κανείς στην Εκκλησία είναι μια ασέλγεια σε αυτό το Σώμα. Τα προσωπικά αμαρτήματα κάθε Κληρικού είναι σοβαρά, που τα θεραπεύει με την βοήθεια του Πνευματικού του Πατέρα, αλλά τα εκκλησιαστικά αμαρτήματα, που αναφέρονται στις αιρέσεις, τις παρασυναγωγές, τα σχίσματα, την ποικίλη εκμετάλλευση των εκκλησιαστικών πραγμάτων για πλουτισμό και προβολή είναι ασυγκρίτως βαρύτερα. Ποιά άλλη λέξη μπορεί κανείς να χρησιμοποιήση για να χαρακτηρίση αυτήν την κατάσταση; Ο Απόστολος Παύλος τους κακούς εργάτες χαρακτηρίζει «κύνας» (Φιλιπ. γ , 2).

 

5 Ερώτηση: Ποιός είναι ο μεγαλύτερος πειρασμός για έναν Επίσκοπο και ποιά η πιο μεγάλη αμαρτία, την οποία πρέπει να αποφεύγουν και οι λαϊκοί και οι κληρικοί;

Απάντηση: Κάθε Επίσκοπος έχει ιδιαιτέρους πειρασμούς, ανάλογα με τα ειδικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίση στην Ιερά Μητρόπολή του. Ένας παλαιός πεπειραμένος Ιεράρχης έχει γράψει ότι ο Επίσκοπος έχει να αντιμετωπίση τρεις πειρασμούς. Τον πειρασμό της δυνάμεως που του δίνει το Αρχιερατικό «αξίωμα», τον πειρασμό της αδυναμίας, όταν το ποίμνιό του δεν τον ακολουθεί και πολλές φορές τον διαβάλλει, τον συκοφαντεί και τον αφήνει μόνο του, και τον πειρασμό της νομιζομένης αγιότητός του, όταν υπερηφανεύεται για τα κατορθώματά του και αποξενώνεται από το ποίμνιο.

Πάντως, ένας μόνιμος πειρασμός Κληρικών και λαϊκών είναι να ζουν ατομικά μέσα στην Εκκλησία, με το πάθος της φιλαυτίας, να υπερτονίζουν το χάρισμα που τους έδωσε ο Θεός, να το ιδιοποιούνται, να έχουν έλλειψη εκκλησιαστικού φρονήματος, δηλαδή να μη συντονίζονται με «τας των αγίων θεοπνεύστους θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα».

 

6 Ερώτηση: Γίνεται πολύς λόγος για «γέροντες» του Αγίου Όρους και άλλους. Ποιός είναι πραγματικά «γέροντας» σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία; Μήπως το φαινόμενο του «γεροντισμού» στις μέρες μας εκφεύγει από το Ορθόδοξο ήθος και γίνεται μια άλλη μορφή ευσεβισμού;

Απάντηση: «Γέροντας» είναι αυτός που απέκτησε προσωπική γνώση του Θεού. Στην πατερική γλώσσα λέγεται θεούμενος. Όταν διαβάσουμε το «Γεροντικό», βλέπουμε την πνευματική σοφία και γνώση των αββάδων και αμμάδων, στους οποίους έτρεχε ο λαός για να ακούσουν «ρήματα ζωής αιωνίου». Είναι οι «βλέποντες» και οι «ορώντες», όπως ονόμαζαν τους Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη, και βοηθούν τους ανθρώπους να δουν τα πάθη τους, γι' αυτό και δεν τους οδηγούν στον ευσεβισμό.

Όμως οι αληθινοί Γέροντες που έχουν την Χάρη του Αγίου Πνεύματος σέβονται το ιεραρχικό πολίτευμα της Εκκλησίας, αφού αυτό το Άγιον Πνεύμα αγιάζει και καθοδηγεί τον θεσμό της Εκκλησίας. Αλλά και οι Επίσκοποι σέβονται τους πραγματικούς Γέροντες. Όταν όμως παραθεωρούνται οι Επίσκοποι, εν ονόματι των Γερόντων, αυτό είναι μια μορφή Γεροντισμού και κατ' επέκταση ευσεβισμού. Οι τρεις άξονες της πνευματικής ζωής είναι οι Επίσκοποι, το Θυσιαστήριο και οι Άγιοι. Αυτό φαίνεται από το ότι ο Ναός εγκαινιάζεται από τον Επίσκοπο, που θέτει άγια λείψανα μαρτύρων στο Θυσιαστήριο, όπως ερμηνεύει ο ιερός Νικόλαος Καβάσιλας. Κάθε παραθεώρηση του ενός από αυτούς τους άξονες συνιστά αλλοίωση της εκκλησιαστικής ζωής.

 

7 Ερώτηση: Στην Ελλάδα και στην Κύπρο γίνονται συζητήσεις για τον ρόλο της Εκκλησίας (Προκαθημένων και Ιεραρχών) σε πολιτικά και εθνικά θέματα. Πως θα πρέπει να ασκείται αυτός ο ρόλος και να εκφράζεται ο λόγος των Ιεραρχών σε πολιτικά και εθνικά ζητήματα, όπως το Κυπριακό;

Απάντηση: Όπως είπα προηγουμένως, ο ρόλος των Επισκόπων είναι κατ' εξοχήν εκκλησιαστικός και ποιμαντικός. Αυτό το βλέπουμε αν εξετάσουμε τον ρόλο των Αποστόλων και των Πατέρων της Εκκλησίας, που ενδιαφέρονταν πως θα καθοδηγηθούν οι Χριστιανοί στο να θεραπευθούν και να αποκτήσουν κοινωνία με τον Θεό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν δικαίωμα να προστατεύουν το Ποίμνιο από διάφορους εχθρούς η δεν πρέπει να ενδιαφέρονται για την επίλυση κοινωνικών προβλημάτων. Δεν είμαστε μανιχαϊστές και μονοφυσίτες.

Ως προς τα πολιτικά θέματα εξαρτάται πως νοείται η πολιτική. Αν με τον όρον αυτόν εννοείται η κομματικοποίηση, φυσικά και δεν πρέπει να ασχολούνται, γιατί οι Επίσκοποι πρέπει να ενώνουν τους πάντες. Η Εκκλησία είναι η μάνα που αγκαλιάζει όλους.

Σε δύσκολες εθνικές στιγμές, όταν δεν υφίσταται νόμιμη εκπροσώπηση του λαού, Ιεράρχες αναλαμβάνουν και εθναρχικό ρόλο. Στο θέμα του Κυπριακού υπάρχει μια ιδιαιτερότητα, αφού ο ρόλος της Κυπριακής Εκκλησίας ήταν σημαντικός στον αγώνα απελευθέρωσης, αλλά ως Επίσκοπος άλλης Εκκλησίας δεν επιθυμώ να εισέλθω στα εσωτερικά άλλης Εκκλησίας. Απλώς έχω σχηματίσει την εντύπωση ότι ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος και άλλοι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Κύπρου έχουν μεγάλη πείρα στο θέμα αυτό και η γνώμη τους θα είναι ωφέλιμη. Πάντως σε όλα τα θέματα πρέπει να υπάρχη διάκριση και εκκλησιαστικό φρόνημα.

Προσωπικά σε θέματα εθνικά που σχετίζονται με την διεθνή πολιτική κατάσταση και χρειάζεται έξυπνη διπλωματία, εμπιστεύομαι τους πολιτικούς και τον λαό, όταν ενημερώνεται πολύπλευρα. Ο,τι βοηθά στην άσκηση καλής διπλωματίας είναι καλό.

 

8 Ερώτηση: Ειδικά στην Κύπρο, όπου ο λαός αποτελείται από Χριστιανούς και Μουσουλμάνους, ποιά νομίζετε ότι πρέπει να είναι η στάση της Εκκλησίας σε σχέση με το Κυπριακό και την προοπτική για ειρηνική συμβίωση μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων;

Απάντηση: Πάντοτε ο ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ποιμαντικός, διακονικός και συμβάλλει στην ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Χριστιανικών Ομολογιών και μεταξύ διαφόρων Θρησκειών. Έργο της ποιμαίνουσας Εκκλησίας είναι να ομολογή την αποκαλυπτική πίστη της και να ποιμαίνη τον λαό στην βίωση της πίστεως. Δεν πρέπει να αλλοιώνεται η αλήθεια εν ονόματι της αγάπης, ούτε να φυγαδεύεται η αγάπη εν ονόματι της αληθείας. Πρέπει πάντα να βρίσκουμε τα όρια μεταξύ αληθείας και αγάπης, καθώς επίσης τα όρια μεταξύ ελευθερίας και ενότητος. Ούτε εν ονόματι της ελευθερίας να καταργούμε την ενότητα του συνόλου, ούτε χάριν της ενότητος του συνόλου να καταστρατηγήται η ελευθερία του προσώπου.

Σε όλες τις θρησκείες υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι που ενδιαφέρονται για το καλό της κοινωνίας. Τα προβλήματα δημιουργούνται, όταν αναμειγνύεται η πολιτική στα θρησκευτικά ζητήματα η όταν αναπτύσσεται ο εθνικισμός.

Ως προς την συνύπαρξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων εδώ στην περιοχή σας, εσείς το γνωρίζετε το θέμα καλύτερα από μένα. Εμείς προσευχόμαστε να ευρεθή το καλύτερο σύστημα διοικήσεως, να θεραπευθούν τα τραύματα του παρελθόντος και να βελτιωθούν οι σχέσεις σε προσωπικό επίπεδο. Ο ελληνορθόδοξος τρόπος ζωής διακρίνεται από μια αρχοντιά και επιβάλλεται με τον πολιτισμό του και την ανωτερότητά του.

 

9 Ερώτηση: Ο νέος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος είναι όντως φορέας και εκφραστής μιας νέας αντίληψης για τις σχέσεις της Εκκλησίας με την Πολιτεία και την κοινωνία;

Απάντηση: Γνωρίζω τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο από πολλά χρόνια, έχω ουσιαστική προσωπική επικοινωνία και όντως εκφράζει μια άλλη αντίληψη των πραγμάτων σε πολλά ζητήματα και στο θέμα που θίγετε. Το ότι ασχολήθηκε με την Διοίκηση της Εκκλησίας ως Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου, και ήταν ένας από τους καλυτέρους Αρχιγραμματείς που πέρασαν, το ότι ασχολήθηκε με την ποιμαντική της Εκκλησίας, το ότι τον ενδιαφέρει ο πονεμένος άνθρωπος και είναι ευαίσθητος σε αυτό το θέμα, δείχνει την άλλη αντίληψη από την οποία διακατέχεται.

Για το θέμα σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας κατά καιρούς μου έλεγε ότι πρέπει να βρεθούν τα όρια μέσα στα οποία έχουν αρμοδιότητα και κινούνται καθεμιά, τόσο η Πολιτεία, όσο και η Εκκλησία, και να βρεθούν τα σημεία εκείνα στα οποία συναντώνται για να βοηθηθή ο άνθρωπος. Άλλωστε είναι γνωστή η λεγομένη θεωρία των συστημάτων, υποσυστημάτων και υπερσυστημάτων, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν όρια σε κάθε σύστημα, οργάνωση κάθε συστήματος και γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ τους. Έτσι η διακριτότητα των ρόλων Εκκλησίας και Πολιτείας και οι καλές σχέσεις μεταξύ της ηγεσίας κάθε πλευράς είναι καλό για τον λαό.

 

10 Ερώτηση: Ποιά η γνώμη σας για την στάση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος στην πρόθεση της Πολιτείας να ρυθμίσει νομοθετικά την ελεύθερη συμβίωση;

Απάντηση: Όλοι οι Ιεράρχες, Κληρικοί και λαϊκοί συμφωνούμε κατά βάση, στο ότι από εκκλησιαστικής πλευράς ο,τι ευλογείται από την Εκκλησία ξεφεύγει από τον κόσμο της πτώσεως και της αποστασίας και ότι οι Ποιμένες έχουν αρμοδιότητα για το ποίμνιό τους, το οποίο θα ποιμαίνουν χωρίς να παραβιάζουν την ελευθερία των ανθρώπων.

Από εκεί και πέρα ο τρόπος με τον οποίον ενεργεί κάθε Κληρικός έχει σχέση με την θεολογία του, τον χαρακτήρα του και τον τρόπο με τον οποίον ζη στην Εκκλησία. Ίσως το ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου θα έπρεπε να γραφή κατά έναν διαφορετικό τρόπο, χωρίς να απομακρύνεται από την θεολογία της Εκκλησίας.

Φυσικά, η Πολιτεία είναι αρμόδια να νομοθετήση για θέματα που απασχολούν τους πολίτες, διότι τα μέλη της Πολιτείας δεν ταυτίζονται απόλυτα με τα μέλη της Εκκλησίας. Για παράδειγμα, η Εκκλησία διδάσκει την νηστεία κατά τις νηστήσιμες ημέρες και την Μ. Εβδομάδα, αλλά η Πολιτεία πρέπει να ρυθμίση τους όρους λειτουργίας των Καταστημάτων γι' αυτούς που δεν θέλουν να νηστεύσουν. Είναι ευνόητον ότι και η Πολιτεία όταν νομοθετή, δεν θα πρέπει απλώς να ικανοποιή τα πάθη των ανθρώπων, αλλά να τους παιδαγωγή.

 

11 Ερώτηση: Τι αναμένετε από την επικείμενη επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Αθηνών στο Φανάρι αναφορικά με τις σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, οι οποίες στο παρελθόν –πρόσφατο και απώτερο– δοκιμάστηκαν πολλές φορές;

Απάντηση: Σίγουρα οι σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχουν αρχίσει να βελτιώνονται από την αρχιεπισκοπεία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Είναι μια ιστορία που την έζησα από κοντά, γιατί ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος με είχε ορίσει ως μέλος της Επιτροπής από Αρχιερείς και Καθηγητές Πανεπιστημίου που συγκροτήθηκε το 1998 για το θέμα της μνημονεύσεως του Ονόματος του Αρχιεπισκόπου Αθηνών από τους Μητροπολίτες. Από τότε διαφωνούσα –με επιχειρήματα, με διάκριση και σεβασμό– και γραπτώς και προφορικώς για τον επιχειρούμενο τρόπο, αλλά και υπεστήριζα ότι δεν συμφέρει την Εκκλησία της Ελλάδος η σύγκρουσή της με το Οικουμενικό Πατραρχείο και συνέβαλα ουσιαστικά στην εξομάλυνση των σχέσεων. Νομίζω ότι τώρα οι σχέσεις μεταξύ Εκκλησίας της Ελλάδος και Οικουμενικού Πατριαρχείου βρίσκονται σε καλό δρόμο και θα βελτιωθούν ακόμη περισσότερο. Νομίζω όμως ότι δεν θα επανέλθουμε σε μια νέα συγκρουσιακή κατάσταση. Βγήκαμε όλοι ωριμότεροι από την κρίση που περάσαμε.

 

12 Ερώτηση: Τι πρέπει να γίνη, ώστε στο μέλλον να μην υπάρξουν άλλα προβλήματα μεταξύ των δύο Εκκλησιών; Μήπως τελικά στην ρίζα των κατά καιρούς προβλημάτων βρίσκεται η σύγκρουση ανάμεσα στην νοοτροπία του «ελλαδιτισμού» και στο οικουμενικό πνεύμα του Φαναρίου;

Απάντηση: Φυσικά η διαφορά μεταξύ «ελλαδισμού» και «οικουμενικού πνεύματος» είναι υπαρκτή και αιτία προστριβών. Όμως υπάρχουν και άλλα αίτια. Εκείνο που πρέπει να γίνη είναι να τηρούνται επακριβώς τα Καταστατικά Κείμενα, όπως ο Πατριαρχικός Τόμος του 1850 και η Συνοδική Πράξη του 1928. Κυρίως να υπάρχη στενή προσωπική σχέση μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Η διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος έχει μια ιδιομορφία που πρέπει να προσεχθή. Οι εγωϊσμοί και οι φιλοδοξίες πρέπει να τίθενται στο περιθώριο, γιατί σήμερα αποτελούν πολυτέλεια οι εκκλησιαστικές συγκρούσεις.

 

13 Ερώτηση: Επιγραμματικά τι σημαίνει Φανάρι για όλη την Ορθοδοξία ανά την οικουμένη;

Απάντηση: Σημαίνει το λήμμα της ένδοξης Ρωμηοσύνης με ο,τι αυτό συνεπάγεται. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ένας ευλογημένος θεσμός που εξαγιάσθηκε από τους Πατέρας των Οικουμενικών Συνόδων, από την Ορθόδοξη πίστη που εξέφρασε, από τα αίματα των μαρτύρων Κληρικών και λαϊκών και από τους ασκητικούς ιδρώτες των μοναχών. Το σεβόμαστε ως πολύτιμη πνευματική εικόνα και βαρύτιμο θησαυρό. Είναι ένας χώρος σταυροαναστάσιμης εμπειρίας και ζωής.

 

14 Ερώτηση: Δημοσκόπηση στην Ελλάδα πριν από τις αρχιεπισκοπικές εκλογές κατέγραψε ένα ισχυρό ρεύμα υπέρ της συμμετοχής και του λαού στην εκλογή των Επισκόπων. Ποιά είναι η γνώμη σας;

Απάντηση: Η συμμετοχή του λαού στην εκλογή των Ποιμένων του είναι σημαντική και γίνεται με πολλούς τρόπους, άλλωστε ο Επίσκοπος θα ασχοληθή με την ποιμαντική διακονία των Κληρικών, μοναχών και λαϊκών. Χρειάζεται όμως προσοχή ώστε να μην αλλοιώνεται ο σκοπός της υπάρξεως της Ιερωσύνης. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει ότι στους πρώτους χρόνους οι Επίσκοποι ήταν «θεόκλητοι» και «δημόκλητοι» και ποτέ «αυτόκλητοι». Πρέπει να διαφυλάσσεται ο συνδυασμός μεταξύ «θεοκλήτου» και «δημοκλήτου». Χρειάζεται να βρεθή η χρυσή τομή. Γιατί ο τρόπος της εκλογής των Επισκόπων έχει σχέση με το πως πρέπει να διακονούν τον λαό: Ως Ποιμένες η ως κοσμικοί άρχοντες; Να ασκούν ποιμαντική διακονία η κοσμική εξουσία; Είπαμε κάτι γι' αυτό προηγουμένως.

Έπειτα ο Κληρικός και ιδιαίτερα ο Επίσκοπος δεν πρέπει να είναι υποχείριος των πολιτικών παρατάξεων, σε μια εποχή μάλιστα που όλα κομματικοποιούνται. Ο Επίσκοπος πρέπει να ενώνη τους πάντας και όχι να διαιρή. Δεν πρέπει να αναλαμβάνη την επισκοπική του διακονία με δεσμεύσεις πολιτικές η οικονομικές, ώστε να είναι ελεύθερος να εργασθή με βάση την όλη παράδοση της Εκκλησίας.

 

15 Ερώτηση: Ποιά είναι η σημασία του κειμένου της Ραβένας αναφορικά με τον διάλογο για την αποκατάσταση της ενότητος Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας; Πως κρίνετε την παρέμβαση Αγιορειτών και άλλων μοναχών στα δρώμενα του διαλόγου μεταξύ των δύο Εκκλησιών;

Απάντηση: Διάβασα το κείμενο και αισθάνθηκα σαν να προϋπέθετε την ενότητα, παρά να αποβλέπη σε αυτήν. Πρέπει να γίνη κατανοητό ότι λόγω πολιτικών και θεολογικών αιτίων η Δυτική Εκκλησία έχει απομακρυνθή από την θεολογία των Οικουμενικών Συνόδων. Έτσι η αποκατάσταση μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και «Καθολικής Εκκλησίας» πρέπει να γίνη με πατερικές προϋποθέσεις, να εντοπισθούν οι θεολογικές διαφορές, να αποβλέπουμε στην ενότητα της πίστεως και όχι σε μια επιφανειακή «Ένωση των Εκκλησιών».

Η παρέμβαση Αγιορειτών Πατέρων, όταν γίνεται από αγάπη για την Εκκλησία και διάκριση, όπως το κάνει η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους και ο Αρχιμ. Γεώργιος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου, που έχω υπ' όψη μου, είναι ουσιαστική και πολυτρόπως χρήσιμη. Άλλωστε, έχω πάγια αντίληψη ότι οι θεολογικές διαφορές πρέπει να εντοπισθούν μεταξύ της διακρίσεως ουσίας και ενεργείας στον Θεό, μεταξύ σχολαστικισμού και ησυχασμού, μεταξύ φιλοσοφίας και θεολογίας. Οι ορθόδοξοι μοναχοί, λόγω της ζωής τους, έχουν προσωπική μέθεξη του Θεού, εκφράζουν τον ησυχασμό και αποτελούν «την αγρυπνούσα συνείδηση της Εκκλησίας», είναι οι πνευματικοί ενδοκρινείς αδένες της Εκκλησίας και γι' αυτό διαθέτουν λεπτή γνώση των πραγμάτων. Όταν αυτή η γνώση διατυπώνεται με σύνεση και σεβασμό προς τους Ποιμένες της Εκκλησίας, προξενεί καλά αποτελέσματα.

Λυπάμαι πολύ όταν γίνονται διάλογοι μεταξύ θεολόγων και ο λαός δεν συμμετέχει, δεν παρακολουθεί.

 

16 Ερώτηση: Ποιά η άποψή σας για τις εισηγήσεις ακαδημαϊκών για αλλαγές –γλώσσα κλπ.– στην θεία Λειτουργία;

Απάντηση: Ο χώρος της λατρείας είναι αρκετά ευαίσθητος και σε αυτόν εκφράζονται όλα τα ορθόδοξα δόγματα και οι αιρετικές αποκλίσεις. Κάθε παρέμβαση πρέπει να γίνεται από αγίους που γνωρίζουν το «πνεύμα» της λατρείας. Άλλωστε, μέσα στην λατρεία δεν υπάρχει μόνον η γλώσσα των χειλέων και της λογικής, αλλά και η γλώσσα των συμβόλων. Αν δεν μάθουμε αυτήν την συμβολική γλώσσα (κινήσεις Ιερέων, εικόνες, κανδήλες, κερί κλπ.) και εάν δεν μάθουμε πως λειτουργεί η πνευματική καρδιά, δεν θα μπορέσουμε να έχουμε πραγματική μετοχή στην λατρεία. Για να χορεύη κανείς, δεν είναι απαραίτητο να μάθη τα λόγια των τραγουδιών και την γλώσσα με την οποία εκφράζονται (ελληνική, αγγλική, γαλλική). Μπαίνει στον χορό και εκστασιάζεται. Η λατρεία της Εκκλησίας είναι μια «νηφάλια μέθη». Την ζη αυτός που μπαίνει στον χορό της ζωής των αγίων. Αν πρέπει να γίνη μια προσπάθεια, είναι να μάθουμε το «πνεύμα» της λατρείας, να μάθουμε να «χορεύουμε» πνευματικά, να έχουμε θείο έρωτα. Και αν γίνουν μερικές αλλαγές, τις δέχομαι όταν γίνονται από τους αγίους. έτσι πάντοτε έγιναν οι λειτουργικές αλλαγές στην ιστορία της Εκκλησίας.–

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ