Γράφτηκε στις .

«Πνευματικὸ Μνημόσυνο Ἀποδήμων»

Πραγματοποιήθηκε την 3η Σεπτεμβρίου ε.ε., στην Παπαχαραλάμπειο Αίθουσα Ναυπάκτου, εκδήλωση τιμής και μνήμης στους πρωτοπόρους αποδήμους Ρουμελιώτες, με την ευκαιρία της 120ης επετείου από την άφιξη των πρώτων Ρουμελιωτών στην Νέα Υόρκη, το 1888. Την εκδήλωση οργάνωσε η Ναυπακτιακή Αδελφότητα Νέας Υόρκης, υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως.

Την εναρκτήρια ομιλία εκφώνησε ο Σεβασμιώτατος και την δημοσιεύουμε στις σελ. 8-9. Στην συνέχεια μίλησε, ως κεντρικός ομιλητής, ο κ. Τρύφων Χατζηνικολάου, με ενάργεια και γλαφυρότητα, και ξεδίπλωσε με θαυμαστή ακρίβεια και από στήθους όχι μόνον δικές του αναμνήσεις από την Αμερική, αλλά και την ιστορία του ελληνισμού στην νέα ήπειρο. Αποσπάσματα θα δημοσιεύσουμε σε επόμενο φύλλο.

Χαιρετισμούς απηύθυναν –ο Δήμαρχος Ναυπάκτου κ. Αθανάσιος Παπαθανάσης, ο οποίος μεταξύ άλλων έκανε την πρόταση για παναυπακτιακό αντάμωμα ομογενών απ' όλα τα μέρη του κόσμου στην Ναύπακτο, –ο εκπρόσωπος του Νομάρχη κ. Βασ. Μπαρμπαγιάννης, –ο Πρόεδρος της Ναυπακτιακής Αδελφότητος, κ. Νικόλαος Αναγνωστός –ο π. Ιωάννης Ραμπαούνης, Εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Νέας Υόρκης, που θάφτηκε κάτω από τα ερείπια των Δίδυμων Πύργων, ο οποίος π. Ιωάννης πρωτοστατεί στην προσπάθεια ανέγερσής του, μόλις δοθή η σχετική άδεια, –ο Διευθυντής της Παπαχαραλαμπείου Βιβλιοθήκης κ. Ιωάννης Χαλάτσης κ.α.

Μετά την εκδήλωση ο κ. Χατζηνικολάου προσέφερε γεύμα σε εστιατόριο της Ναυπάκτου, κατά το οποίο οι συνδαιτημόνες είχαν την ευκαιρία να πουν πολλά για την πατρίδα την Ναύπακτο και την Αμερική, για τα ταξίδια, για τους ομογενείς, τους ευεργέτες, παλαιούς και νέους, κ.α.

Ήταν μια σημαντική βραδυά, με ιστορικές μνήμες και σε οικογενειακή ατμόσφαιρα.–

Ομιλία κατά το Πνευματικό Μνημόσυνο

για τους πρωτοπόρους Ρουμελιώτες στην Αμερική

(1888-2008)

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Προλογίζοντας το σημερινό «Πνευματικό Μνημόσυνο για τους πρωτοπόρους Ρουμελιώτες στην Αμερική» με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 120 ετών από τότε που οι πρώτοι Ρουμελιώτες μετανάστευσαν στην Αμερική, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον Πρόεδρο της Ναυπακτιακής Αδελφότητος Νέας Υόρκης κ. Νικόλαο Αναγνωστό που ανέλαβε την πρωτοβουλία της εκδηλώσεως αυτής και τον γνωστό σε όλους μας κ. Τρύφωνα Xατζηνικολάου, ο οποίος ήταν η «ψυχή» αυτής της διοργάνωσης.

Επίσης ευχαριστώ για την τιμή να μου αναθέσουν την προλογική αυτή ομιλία στην σημαντική αυτή εκδήλωση. Το θεωρώ ιδιαίτερη τιμή, η οποία ανάγεται στον εκάστοτε Μητροπολίτη Ναυπάκτου και γενικότερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Βεβαίως, ο κ. Τρύφων Χατζηνικολάου, ο οποίος θα με διαδεχθή στο βήμα θα αναφερθή διεξοδικά στην ζωή και το έργο των Ρουμελιωτών της Αμερικής και θα δούμε τον κόπο και τον μόχθο τον οποίο κατέβαλαν προκειμένου να μεταναστεύσουν οι Ρουμελιώτες και γενικά Ναυπάκτιοι στον Νέο Κόσμο. Το έχει γράψει συναρπαστικά σε ένα κείμενό του με τίτλο «Η πατριωτική δράση των Ρουμελιωτών Αμερικής και Καναδά, 1888-1988». Ο ίδιος πέρασε πολλές περιπέτειες για να φθάση στην Αμερική, εργάσθηκε πολύ και είναι αθεράπευτος νοσταλγός της πατρίδας του. Μάλιστα έγραψε ότι, όταν έφευγε για την Αμερική πάνω στο πλοίο σκεφτόταν: «Έλεγα στον εαυτό μου ΟΧΙ, δεν πρέπει να ξεχάσω την πατρίδα μου. Αντίθετα, πρέπει να ζω, να δουλεύω, να την θυμάμαι κάθε στιγμή και να βρω τρόπο να την βοηθήσω όσο μπορώ περισσότερο».

Επειδή δεν προτίθεμαι να ταυτολογήσω, άλλωστε κάποια άλλη φορά αναφέρθηκα στον κόπο και τον μόχθο, την αγωνία και τον αγώνα, τις αντίξοες συνθήκες των πρώτων μεταναστών, που είχαν να παλαίψουν με τον χρόνο, τον χώρο και τον τρόπο ζωής, που πόνεσαν, έκλαυσαν και πέθαναν στην ξενιτειά, γι' αυτό επιτρέψτε μου στην εναρκτήρια αυτή σύντομη ομιλία μου να παρουσιάσω μερικά άλλα ενδιαφέροντα σημεία.

1. Οι Έλληνες και ο οικουμενικός πολιτισμός τους

Κατ' αρχάς είναι γνωστόν ότι οι αρχαίοι Έλληνες, οι πρόγονοί μας, είχαν μέσα στο «είναι» τους την διαρκή μετακίνηση, την συνεχή μετανάστευση, την μετάβαση από τόπο σε τόπο. Άλλωστε, ο γεωγραφικός χώρος της Ελλάδος ένωνε την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική. Το αιώνιο πρότυπο κάθε Έλληνα ήταν ο Οδυσσέας και κουβαλούσε μέσα του πάντοτε έναν Οδυσσέα. Στην διαρκή αυτή μετακίνηση οφείλονται και τα πολλά ονόματα τα οποία απέκτησε η φυλή μας.

Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης στα «Μετερεωλογικά» του αναφερόμενος στον μεγάλο κατακλυσμό που έγινε «περί την Ελλάδα την αρχαίαν», γράφει: «Αύτη δ' εστίν η περί την Δωδώνην και τον Αχελώον… ώκουν γαρ οι Σελλοί ενταύθα και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δ' Έλληνες». Δηλαδή, ο Αριστοτέλης συνδέει στενά τους Σελλούς, τους Γραικούς και τους Έλληνες, οι οποίοι κατοικούσαν στην Δωδώνη και τον Αχελώο.

Ο Καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου σε μια ενδιαφέρουσα μελέτη του με τίτλο: «Οι περιπέτειες των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων» αναφέρεται διεξοδικά στο θέμα αυτό, από το οποίο φαίνεται ότι η πολυωνυμία της φυλής μας δεν συνιστά μια σχιζοφρένεια, αλλά μια εκπληκτική ταυτότητα και μια μεγαλειώδη αυτοσυνειδησία. Γράφει ότι ενώ πρόκειται περί της ίδιας φυλής, της ελληνικής φυλής, εν τούτοις η Ιταλία και η Δύση μας εγνώριζαν ως Γραικούς και η Ανατολή μας εγνώριζε ως Ίωνες, διότι δια του Ιονίου Πελάγους οι Έλληνες πέρασαν στην Μικρά Ασία και γι' αυτό η Περιοχή ονομάσθηκε Ιωνία και η κάτοικοί της Ίωνες – Γιουνάν. Έτσι διαρκώς οι Έλληνες επεκτείνονταν προς ανατολάς και δυσμάς.

Μελέτες έχουν δείξει τις στενές επαφές μεταξύ Ελλήνων και Κελτών στους προϊστορικούς χρόνους. Κατά τον ιδ α?ώνα π.Χ. ανθεί το εμπόριο μεταξύ Μυκηνών και Κελτικών φυλών. Ο πολιτισμός της τότε Ευρώπης είχε επηρεασθή από τους πολιτισμούς του Αιγαίου. Έπειτα, οι Λατίνοι είχαν επαφές με τους Έλληνες. Ο πολιτισμός της «προϊστορικής Ευρώπης είναι αδιανόητος χωρίς την μοναδική συμβολή του μυκηναϊκού πολιτισμού». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Ρωμαίοι ονόμαζαν τα κελτικά φύλα της Δύσεως ως «ελληνόφωνους», που δείχνει πόσο είχαν επηρεασθή από τον ελληνικό πολιτισμό. Επίσης, κατά την μυκηναϊκή εποχή αναπτύχθηκαν εμπορικές σχέσεις των Ελλήνων με την Παλαιστίνη.

Στην συνέχεια κατά την περίοδο που αναπτύχθηκε η τότε γνωστή οικουμένη επί Μεγάλου Αλεξάνδρου και Ρωμαϊκής κυριαρχίας η Ελλάδα και ο πολιτισμός της έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο, ώστε ήταν η Δύση της Ανατολής και η Ανατολή της Δύσης.

Όσοι μελετούμε την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και κυρίως την προσωκρατική, διαπιστώνουμε ότι τότε αναπτύχθηκαν δύο μεγάλες Σχολές, ήτοι η Σχολή της Ελαίας της Κάτω Ιταλίας, της οποίας ηγέτης ήταν ο Παρμενίδης, και η Σχολή της Μικράς Ασίας, στην οποία δεσπόζουσα θέση είχε ο Ηράκλειτος. Και οι δύο Σχολές ασχολήθηκαν με το «είναι» και το «γίγνεσθαι», με την διαφορά ότι ο Παρμενίδης έδινε βαρύτητα και προτεραιότητα στο «είναι», ενώ ο Ηράκλειτος έδινε σημασία στο «γίγνεσθαι». Μάλιστα υπάρχουν σύγχρονες σοβαρές μελέτες οι οποίες αποδεικνύουν ότι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι είναι «οι θεμελιωτές της Δυτικής σκέψης».

Το ίδιο παρατηρούμε και για μετέπειτα φιλοσοφικές Σχολές, όπως την πλατωνική, αριστοτελική και νεοπλατωνική που επηρέασαν βαθύτατα τόσο την Δύση όσο και την Ανατολή μέχρι βαθειά το σημερινό Ιράκ και το σημερινό Ιράν. Παντού αναπτύχθηκε ένας θαυμάσιος ελληνικός πολιτισμός. Να θυμηθούμε την Μεγάλη Ελλάδα στην Κάτω Ιταλία και την Σικελία, καθώς επίσης την Μικρά Ασία, την σημερινή Κριμαία, δηλαδή την παλαιά Ταυρίδα, την οποία επισκέφθηκα και οι περισσότερες πόλεις της έχουν σήμερα ελληνικά ονόματα (Συμφερούπολη, Σεβαστούπολη κλπ.), όπως επίσης και την σημερινή Γεωργία που ήταν η αρχαία Κολχίδα.

Όλος ο τότε γνωστός κόσμος είχε δεχθή Έλληνες μετανάστες που ίδρυαν αποικίες, οι οποίες συνδέονταν με τις ελληνικές μητροπόλεις και είχε επηρεασθή από τον ελληνικό πολιτισμό. Έτσι ο ελληνισμός είχε έναν οικουμενικό χαρακτήρα και οι Έλληνες ήταν στην πραγματικότητα οικουμενικοί και βεβαίως και ο πολιτισμός τους είχε το στοιχείο της οικουμενικότητος.

Ο Καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης, Καππαδόκης ο ίδιος που οι γονείς του μετανάστευσαν στην Αμερική και μεγάλωσε εκεί, στο βιβλίο του «Ρωμηοσύνη» μας δίδει πολλές πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες από τον 4ο π.Χ. αιώνα η Ιταλία είχε δεχθή τον ελληνικό πολιτισμό, μάλιστα δε ο μαθητής του Πλάτωνος Ηρακλείδης ο Ποντικός αποκαλεί την Ρώμη «πόλιν Ελληνίδα Ρώμην». Από το 150 π.Χ., πριν ακόμη οι Ρωμαίοι κατακτήσουν την Ελλάδα, όλοι οι μορφωμένοι τότε Ρωμαίοι γνώριζαν την ελληνική γλώσσα και φιλολογία. Τον 1ο αιώνα π.Χ. στην ρωμαϊκή Σύγκλητο ομιλούσαν ελληνικά και καταργήθηκε η θέση του μεταφραστού, γιατί όλοι οι Ρωμαίοι αριστοκράτες γνώριζαν απταίστως την ελληνική γλώσσα. Ακόμη και ο Απόστολος Παύλος που έγραψε επιστολή στους Χριστιανούς της Ρώμης, εξ Εβραίων και εξ Εθνών, χρησιμοποίησε την ελληνική γλώσσα.

Έτσι και ο λεγόμενος ρωμαϊκός πολιτισμός στην βάση του είναι ελληνικός πολιτισμός και έγινε ο φορέας της μεταδόσεως της ελληνικής γλώσσης και των ελληνικών στοιχείων πολιτισμού σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Είχε βεβαίως προηγηθή και η επέκταση του ελληνικού πολιτισμού με τον Μέγα Αλέξανδρο.

Βλέπουμε σαφέστατα την δυναμικότητα του ελληνικού πολιτισμού, αλλά και την κινητικότητα των Ελλήνων μεταναστών, οι οποίοι όπου βρίσκονταν μετέφεραν την ελληνική παράδοση και τον ελληνικό πολιτισμό. Σε αυτό συνετέλεσε και το «πνεύμα» του Χριστιανισμού, το οποίο εκφράσθηκε μέσα από την ελληνική γλώσσα και ορολογία. Ο Έλληνας μετανάστης είχε μέσα του μια οικουμενική έκφραση. Μέσα από την προοπτική αυτή βλέπω και τους Έλληνες μετανάστες στην Αμερική και το εντοπίζω και στους Ρουμελιώτες και τους Ναυπακτίους, για τους οποίους γίνεται ειδικός λόγος σήμερα.

2. Οι Ρουμελιώτες «όπου γης»

Κατά τις πολλές επισκέψεις μου στην Αμερική, αλλά και στα Βαλκάνια και στην Μέση Ανατολή συνήντησα Έλληνες και ειδικά Ρουμελιώτες μετανάστες που διακατέχονταν από αυτό το θαυμάσιο «πνεύμα» της οικουμενικότητας. Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι είναι και λέγονται κοσμοπολίτες, δηλαδή διατηρούν την ελληνορθόδοξη παράδοση, χωρίς να απομονώνονται σε γκέτο, και ζουν αρμονικά με τις άλλες παραδόσεις, χωρίς βεβαίως να αφομοιώνονται, ούτε όμως και να κλείνονται σε μικρές φανατικές ομάδες. Τους διακρίνει αυτή η ελληνική, αλλά και η ορθόδοξη παράδοση, όπως εκφράζεται από το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Βλέποντας αυτούς τους κοσμοπολίτες οικουμενικούς ανθρώπους χαίρομαι για την λεβεντιά τους, την δυναμικότητά τους και τα πατριωτικά τους αισθήματα, χωρίς όμως να είναι σωβινιστές και χωρίς να απομονώνονται από τα σύγχρονα δεδομένα του χώρου στον οποίο ζουν και εργάζονται. Αισθάνονται ότι είναι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, έχουν μια ιδιαίτερη πατρίδα καταγωγής, αλλά ταυτόχρονα αισθάνονται ως πατρίδα τους και τον χώρο στον οποίον ζουν.

Μέσα από το πρίσμα αυτό πρέπει να δούμε το «πνευματικό μνημόσυνο των Ρουμελιωτών», όχι σαν μια ανάμνηση του ενδόξου παρελθόντος, αλλά σαν μια δυναμική πορεία στον σύγχρονο γίγνεσθαι των πραγμάτων, γιατί εάν παραμείνουμε μόνον στις δάφνες του παρελθόντος και δεν βλέπουμε την παρουσία μας στο σύγχρονο γίγνεθαι, τότε αποξενωνόμαστε από την ιστορία, αφού η ιστορία δεν είναι παρελθόν, αλλά παρόν και προσδιορισμένο μέλλον και όποιος αποδεσμεύεται από το παρόν και το μέλλον δεν έχει και παρελθόν.

Είναι εύκολο κανείς να ομιλή για το παρελθόν, αλλά όταν το απομονώνη από την παρούσα πραγματικότητα γίνεται οδυνηρό, για να χρησιμοποιήσω τον λόγο του Γιώργου Σουρή, όπως μου τον υπενθύμισε ο Καθηγητής Νίκος Παπανικολάου. Δηλαδή, ο Σουρής αναφερόμενος σε κάποιον που μιλούσε έντονα για το παρελθόν, είπε: «Την παρελθούσαν γενεάν ζητών να αφυπνήση, κατόρθωσε την σύγχρονον να την αποκοιμίση». Όμως εδώ ήλθαμε για να αφυπνήσουμε και την σύγχρονη γενεά.

Έτσι, ενθυμούμενος τους αγώνες, την δράση, την καλλιέργεια, την ανάπτυξη και των παλαιών Ρουμελιωτών που μετακινήθηκαν με δυσκολίες στον Νέο Κόσμο, αλλά και των συγχρόνων Ρουμελιωτών και Ναυπακτίων που εργάζονται και πολιτεύονται στην Αμερική και διακατέχονται από αυτό το οικουμενικό πνεύμα και τον κοσμοπολιτισμό, πολλές φορές πονώ όταν βλέπω την ζωή πολλών από μας στην Ελλάδα.

3. Σύγχρονος «επαρχιωτισμός»

Είναι γνωστόν ότι μια από τις μεγάλες διαφορές μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των Ορθοδόξων Ελλήνων στην Ελλάδα είναι ότι, ενώ το Οικουμενικό Πατριαρχείο διακρίνεται από το οικουμενικό «πνεύμα», εμείς διακρινόμαστε από έναν επαρχιωτισμό. Με τον όρο επαρχιωτισμό δεν εννοώ την εμμονή στα πάτρια και την Ορθόδοξη Παράδοση, αλλά μια ιδιαίτερη νοοτροπία που διακρίνεται από φανατισμό, φονταμενταλισμό, μυωπικότητα, στενότητα σκέψεως και λογικής.

Αυτό, δυστυχώς, πολλές φορές το παρατηρώ σε κοινωνικό, τοπικό και κομματικό επίπεδο. Διακρινόμαστε από μια μικροπολιτική, επαρχιώτικη νοοτροπία, που διακρίνεται από ιδιοτέλεια και συμφεροντολογία, που προσπαθούμε να υπονομεύσουμε κάθε αντίπαλο προκειμένου να κυριαρχήσουμε, που επιδιώκουμε να στήσουμε ιδιαίτερα «καπετανάτα» και «μπαϊράκια», τα οποία αποβλέπουν στην δική μας επιβίωση και όχι στην ανάπτυξη του τόπου, που εκφράζεται από έναν οπορτουνισμό και μια επιπολαιότητα. Είμαστε εύκολοι να παραθεωρήσουμε και να παραβλέψουμε κάθε άνθρωπο με προσωπικότητα, με ιδιαίτερη εμβέλεια εντός και εκτός της Ελλάδος, με επιχειρήματα μικρονοϊκά. Πάνω απ' όλα κυριαρχεί το ατομικό συμφέρον και η μικροπολιτική.

Παρατηρώ πολλές φορές τις σκέψεις και τις κινήσεις πολλών παραγόντων του τόπου μας και διερωτώμαι: Ποιά είναι η σχέση μας με τους παλαιούς Έλληνας και Ορθοδόξους, οι οποίοι μετέφεραν «όπου πήγαιναν» έναν ιδιαίτερο πολιτισμό, μια ιδιαίτερη πρόταση ζωής; Και φυσικά όταν λέμε πολιτισμό, εννοούμε κάτι που νοηματοδοτεί την ύπαρξή μας. Πως συνδεόμαστε με τους παλαιούς Ρουμελιώτες, όταν βλέπουμε τον κόσμο μέσα από την «τρύπα ενός μακαρονιού», και όταν δεν έχουμε την δυνατότητα στον σύγχρονο ανήσυχο κόσμο να προσφέρουμε την πρόταση της δικής μας πολιτιστικής παράδοσης και να απαντήσουμε στις σύγχρονες αγωνίες του ανθρώπου; Πως μπορούμε να καυχόμαστε για την καταγωγή μας, όταν αντί να ζούμε, απλώς επιβιώνουμε μέσα στο νέφος της ιδιοτέλειας, της σκοπιμότητας, της απαξίωσης, της φιλαυτίας και του καιροσκοπισμού; Πως μπορούμε να θεωρούμαστε απόγονοι των προγόνων μας, όταν έχουμε τελείως επιπεδοποιηθή, όταν μας διακρίνη η φιλαυτία και η ιδιοτέλεια και υπονομεύουμε καθέναν που θεωρούμε ανταγωνιστή η αντίπαλο; Πως μπορούμε να κάνουμε λόγο για σύγχρονη καταξίωση, όταν η νοοτροπία που μας διακατέχει είναι κατώτερη των περιστάσεων; Είναι γνωστόν ότι εάν ένας πολιτισμός δεν απαντά στα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου, όχι μόνον δεν προσφέρει και δεν γονιμοποιεί κάτι καινούριο, αλλά αφομοιώνεται και καταστρέφεται.

Έχω την εντύπωση ότι από το σημερινό «πνευματικό μνημόσυνο» πρέπει να κρατήσουμε αυτό το οικουμενικό και κοσμοπολίτικο πνεύμα των Ρουμελιωτών εκτός Ελλάδος και να αποβάλλουμε τον αρρωστημένο επαρχιωτισμό, που άλλωστε είναι ξεπερασμένος και δεν έχει όραμα και νόημα ζωής. Θα πρέπει να αποκτήσουμε μια αρχοντιά σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής μας. Αυτό είναι στην πραγματικότητα ένα «πνευματικό μνημόσυνο» αυτών για τους οποίους θα ομιλήση ευθύς αμέσως ο κ. Τρύφων Χατζηνικολάου.