Γράφτηκε στις .

Λόγιοι Μητροπολῖτες Ναυπάκτου: Θεοδόσιος (Θεόφιλος) Κορυδαλλεύς (1640 - 1641)

Ἀρχιμανδρίτου π. Εἰρηναίου Κουτσογιάννη

Ὁ Θεοδόσιος Κορυδαλλεύς, γνωστότερος μέ τό κοσμικό του ὄνομα Θεόφιλος, ὑπῆρξε σπουδαῖος Ἀριστοτελικός φιλόσοφος, διδάσκαλος καί συγγραφεύς. Γεννήθηκε στήν Ἀθήνα τό 1563, ὅπου καί διδάχθηκε τά πρῶτα γράμματα. Ἀργότερα φοίτησε στό Ἑλληνικό Γυμνάσιο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στή Ρώμη καί στή συνέχεια σπούδασε φιλοσοφία καί ἰατρική στό Πανεπιστήμιο Παδούης. Στό διάστημα 1609 - 1614 διετέλεσε καθηγητής τῆς Σχολῆς τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Βενετίας. Τό 1615 ἐπέστρεψε στήν Ἀθήνα καί δίδαξε φιλοσοφία καί ἀστρονομία, ἐνῶ τό 1620 ἐγκαταστάθηκε στή Ζάκυνθο μετά ἀπό πρόσκληση τοῦ Μητροπολίτου Ζακύνθου καί Κεφαλληνίας Νικοδήμου Μεταξά, ὅπου ἐξάσκησε τό ἐπάγγελμα τοῦ ἰατροῦ καί δίδαξε φιλοσοφία.

Περί τό 1625 ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Α’ Λούκαρις ἐγκατέστησε τό Κορυδαλλέα, Σχολάρχη τῆς Πατριαρχικῆς Ἀκαδημίας στήν Κῶν/πόλη. Ἐν τῷ μεταξύ ἐκάρη Μοναχός μέ τό ὄνομα Θεοδόσιος ἀντί τοῦ Θεόφιλος. Ἀργότερα ὅμως ἀπέβαλε τό Μοναχικό Σχῆμα καί μέ τό κοσμικό του ὄνομα, ἐπανῆλθε στήν Βενετία. Λίγο πρίν τήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχου Παρθενίου τοῦ Γέροντος, ἐπέστρεψε στήν Πόλη, καί ἔγινε καί πάλι δεκτός, λόγω τῶν πολλῶν του γνώσεων. Στήν πανηγυρική ὁμιλία ὅμως πού ἐκφώνησε ἀπό τόν ἄμβωνα, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ νέου Πατριάρχου Παρθενίου, ὑποστήριξε Λουθηρο-Καλβινιστικές αἱρετικές θεωρίες καί διεκήρυξε “ὅτι τά ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ψευδοκυρίλλου φερόμενα καλβινικᾶ κεφάλαια, ἤσαν ἡ εἰλικρινής της Ἀνατολικῆς ἐκκλησίας ὁμολογία”. Ὁ κλῆρος καί ὁ λαός ἀντέδρασαν καί κινήθηκαν ἐναντίον του, ἀλλά αὐτός διέφυγε καί βρῆκε καταφύγιο στήν οἰκία τοῦ ἄρχοντα Δημητρίου Ἰουλιανοῦ. Στή συνέχεια ἔγινε καί πάλι δεκτός στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ πρῶτα ὁμολόγησε μετάνοια.

Στίς 14 Νοεμβρίου 1640 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἄρτης, “ἀλλά μετ’ οὐ πολύ ἐγένετο ἔκπτωτος ὑπό τῆς μεγάλης ἐκκλησίας τῆς ἀρχιερωσύνης, διότι ἀπεδείχθη ἐπαμφοτερίζων τοῖς δόγμασιν”. Ἐπέστρεψε ἔτσι στήν Ἀθήνα, ὅπου καί ἀπέθανε τό 1645.
Πάντως ὁ Θεόφιλος Κορυδαλλεύς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ὁ ὁποῖος εἰσήγαγε στήν Ἑλλάδα τήν συστηματική διδασκαλία τῆς φιλοσοφίας καί πλησίον του μαθήτευσαν ἐπιφανεῖς Μητροπολίτες καί διδάσκαλοι, ὅπως ὁ Διονύσιος Μητροπολίτης Ναυπλίου, ὁ Μελέτιος Συρίγος, ὁ Νεκτάριος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων, ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης, ὁ Γερμανός ὁ Λοκρός, ὁ Θεοφάνης Ξενάκιος Μητροπολίτης Φιλαδελφίας καί ἄλλοι.

Ἔγραψε πολλά συγγράμματα ἀπό τά ὁποῖα ἐξεδόθηκαν τά ἑξῆς:

  1. Περί ἐπιστολικῶν τύπων (Λονδίνο 1624, Μοσχοπόλις 1743, Βενετία 1786).
  2. Εἰς ἅπασαν τήν Λογικήν του Ἀριστοτέλους ὑπομνήματα καί ζητήματα (Βενετία 1729).
  3. Εἴσοδος φυσικῆς ἀκροάσεως κατ’ Ἀριστοτέλη (Βενετία 1779).
  4. Περί γενέσεως καί φθορᾶς κατ’ Ἀριστοτέλη (Βενετία 1780).
  5. Διαίρεσις τῆς ποιητικῆς καί τά εἴδη αὐτῆς (Βενετία 1781 καί 1795).
  6. Ἐπιστολή δογματική πρός Σωφρόνιον Ποκζάσκην, πρώην της ἐν Κιαιβίω σχολῆς, τόδε δέ ἐν Γιασίω τῆς Μολδαβίας ἡγουμενεύοντα (Πετρούπολις 1797).
  7. Περί τοῦ τινι τρόπω κέχρηται ὁ Ἀριστοτέλης ἐν τῇ περί ψυχῆς αὐτοῦ πραγματεία.

Ἀνέκδοτα, τέλος, παραμένουν τά ἑξῆς ἔργα του:

  1. Ὑπομνήματα καί ζητήματα εἰς τήν περί τοῦ οὐρανοῦ πραγματείαν.
  2. Ὑπομνήματα εἰς τό περί Ψυχῆς.
  3. Ὑπομήματα εἰς τά μετά τά φυσικά.
  4. Γεωγραφικά, ἤ περί Κόσμου καί τῶν μερῶν αὐτοῦ.
  5. Ἔκθεσις Ρητορικῆς.
  6. Λόγοι ἐπικήδειοι.
  7. Ἐπιστολαί πρός διαφόρους.