Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Περὶ Πολιτικῆς κηδεύσεως

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τόπος ἐλευθερίας. Κηρύττει τήν ἀλήθεια, ἀλλά δέν ἐξαναγκάζει κανένα νά τή δεχθῆ, γιατί γνωρίζει ὅτι ἡ σωτηρία καί ἡ ἁγιότητα δέ “δωρίζονται” διά τῆς βίας, δέν παρέχονται μαγικά καί ἐξαναγκαστικά. Μέ τήν Ἐκκλησία συμβαίνει ὅ,τι μέ τό Θεό, οὔτε μᾶς ἐκβιάζει, οὔτε ἀπό ἐμᾶς ἐκβιάζεται. Θέτει τούς ἀνθρώπους πρό τῶν εὐθυνῶν τούς ἀπέναντι στήν ἀλήθεια καί σέβεται τίς ἐπιλογές τους.

Αὐτά λέγονται μέ ἀφορμή τήν πρόθεση τῆς πολιτείας νά καθιερώση τήν πολιτική κηδεία. Ἡ πολιτεία μέ τόν τρόπο αὐτό θέλει νά ἐκφράση τή μέριμνά της γιά τήν τιμή τοῦ σώματος μετά τό θάνατό του, χωρίς ὅμως νά συνδέη τήν τιμή αὐτή μέ κάποια πίστη σέ ζωή μετά τό θάνατο, ἤ μέ τήν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς καί τή σχέση της μέ τό σῶμα, ἤ μέ τήν ἀθανασία τῆς ὑποστάσεως τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν στοιχεῖα θρησκευτικῆς πίστης, ἀπό τά ὁποῖα θέλει νά ἀπογυμνώση τήν προπομπή τῶν νεκρῶν, προκειμένου νά ἱκανοποιήση ὅσους τά ἀρνοῦνται. Ὁ ἑλληνικός λαός, ὅμως, τόν ὁποῖο ἐκφράζει ἡ Ἑλληνική πολιτεία, ἔχει πίστη. Πιστεύει στόν Τριαδικό Θεό, τόν Ὁποῖο ἐπικαλεῖται στήν ἀρχή τοῦ Συντάγματος, πιστεύει καί στόν Θεάνθρωπο Χριστό, πού νίκησε τό θάνατο μέ τήν Ἀνάστασή Του. Ἔτσι, ἐν Χριστῷ, ὁ θάνατος γιά τόν Ὀρθόδοξο Ἕλληνα εἶναι κοίμηση, γι’ αὐτό οἱ τεθνεῶτες λέγονται κεκοιμημένοι καί τά νεκροταφεῖα κοιμητήρια. Σ’ αὐτή τήν πίστη στηρίζεται καί ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία. Ὁπότε ἐπιβάλλεται νά προσεχθῆ τό ἑξῆς λεπτό σημεῖο: ἡ Ἑλληνική πολιτεία δέν πρέπει νά διαχωρίση τόν ἑαυτό της ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὁρίζοντας ἕνα δικό της τρόπο κήδευσης τῶν νεκρῶν πολιτῶν της, σέ ἀντιδιαστολή μέ τήν ἐκκλησιαστική τάξη. Ἡ “πολιτική κηδεία” θά πρέπη ἁπλῶς νά ἀποτελῆ μιά δυνατότητα “ἐντίμου ταφής” αὐτῶν πού δέν αἰσθάνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί δέν θέλουν νά ἔχουν σχέση μαζί της.

Σέ ἐρώτηση δημοσιογράφου τοῦ Ἐλεύθερου Τύπου σχετική μέ τό θέμα, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μᾶς κ. Ἱερόθεος ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: “Η Ἐκκλησία μέσα στήν ποιμαντική της εὐθύνη ἐνδιαφέρεται ὥστε τά μέλη της νά ζοῦν μυστηριακή ζωή, νά συμμετέχουν στήν λατρεία καί νά δέχονται τίς εὐχές της μέ τήν ἐξόδιο ἀκολουθία. Ὅσοι αἰσθάνονται ὅτι δέν εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τήν δυνατότητα καί τήν ἐλευθερία νά ἐπιλέξουν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ζοῦν καί θά κηδεύονται. Ἑπομένως δέν εἶναι πρόβλημα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά τῶν ἀνθρώπων πού δέν θέλουν νά ἀνήκουν στόν χῶρο της. Χρειάζεται ὅμως ἀπό τήν πολιτεία προσοχή, γιά νά μή δημιουργῆ θέματα ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχουν καί νά μή συντελῆ στόν ἀποχρωματισμό τῆς κοινωνίας καί τήν ἀλλοίωση τῆς ἑτερότητας τῆς παράδοσης τοῦ τόπου μας”

Ὁ θάνατος εἶναι τό πιό κρίσιμο σημεῖο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ συμπυκνώνεται ὅλη ἡ πείρα πού ἀποκτήθηκε, θετική ἤ ἀρνητική, φανερώνεται ἡ ποιότητά μας. Στήν ἀντιμετώπισή του ἡ ὕπαρξη ἀνοίγεται σέ ἀναζητήσεις πού τήν κάνουν δεκτική της ὀρθόδοξης διδασκαλίας. Ἡ ποιότητα τοῦ πολιτισμοῦ μᾶς φαίνεται στήν μελέτη καί τήν ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου. Ἀπό τά λαϊκά μοιρολόγια, τά δημοτικά τραγούδια, ὡς τήν ἐξόδιο ἀκολουθία καί τόν ἀναστάσιμο κανόνα, φαίνεται ὁ πόνος, ἡ ἀντοχή καί ἡ ἐλπίδα τοῦ λαοῦ μας, πού βλέπει τή ζωή νά συνεχίζεται καί μετά τόν τάφο, περιμένοντας τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων. Ἡ πολιτεία δέν μπορεῖ νά ἀγνοήση αὐτόν τόν πολιτισμό θεωρώντας τήν “ἐκκλησιαστική κηδεία” ὡς κάτι ἄσχετο μέ τόν ἑαυτό της καί τήν “πολιτική” ὡς τόν δικό της τρόπο προπομπῆς τῶν νεκρῶν. Ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τῶν λίγων δέν πρέπει νά ἀλλοιώση τήν ἑτερότητα τῆς παράδοσης τοῦ τόπου μας.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ