Γράφτηκε στις .

Συζήτηση μέ τούς Φοιτητές τής Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας: Θεολογία καί Ποιμαντική (Α')

Θά δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τήν πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση τού Σεβασμιωτάτου μέ τούς Φοιτητές τής Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας, στήν Λαύρα τού Αγίου Σεργίου, τήν Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου ε.έ. (βλ. τεύχος 158). Η συζήτηση, πού διήρκησε περίπου τρείς ώρες, έγινε μετά τήν εισήγηση τού Σεβασμιωτάτου πού είχε θέμα «Η θεολογία ως επιστήμη καί ως χάρισμα» καί αναρτήθηκε στήν ιστοσελίδα τής Ακαδημίας, στά ελληνικά καί στά ρωσικά. Στό παρόν τεύχος δημοσιεύουμε τίς τρείς πρώτες από τίς δεκαπέντε ερωτήσεις καί απαντήσεις.

* * *

 

1 Ἐρώτηση:  Σεβασμιώτατε, μάς ενδιαφέρει πώς προσευχηθήκατε στά φοιτητικά σας χρόνια, δηλαδή πώς ξεπεράσατε αυτή τήν κρύα προσευχή, πώς φθάσατε στήν θερμή προσευχή τών ησυχαστών; Ή πώς μπορεί κανείς νά φτάση σ’ αυτήν, πώς μπορεί νά ξεπεράση κανείς αυτήν τήν κρύα κατάσταση τής προσευχής;

Δέν ξέρω άν έφθασα στήν προσευχή τών ησυχαστών, αλλά έμαθα πώς γίνεται αυτή η προσευχή. Όταν ήμουν στήν μικρή μου ηλικία, προσευχόμουν συμμετέχοντας στήν λατρεία τής Εκκλησίας. Στήν συνέχεια προσπάθησα νά μάθω γιά τήν νοερά προσευχή.

«Η θεολογία ως επιστήμη καί ως χάρισμα» Θεολογική Ακαδημία Μόσχας, Λαύρα τού Αγίου Σεργίου, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009Η ψυχή τού ανθρώπου έχει δυό ενέργειες. Η μία είναι η λογική ενέργεια καί η άλλη είναι η νοερά ενέργεια. Η λατρεία τής Εκκλησίας μας είναι λογική λατρεία, γιατί γίνεται μέ τήν λογική. Ταυτόχρονα, όμως, αγωνιζόμαστε νά αναπτύξουμε καί τήν νοερά ενέργεια, ώστε νά γίνεται καί νοερά προσευχή.

Είχα τήν μεγάλη ευλογία από τόν Θεό νά έχω καθηγητές, οι οποίοι μού δίδαξαν τήν θεολογία τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, αλλ' όμως, από τήν θεωρία πρέπει νά οδηγηθή κανείς στήν πράξη. Ο καθηγητής μου Παναγιώτης Χρήστου μέ συνέδεσε μέ τό Άγιον Όρος. Εργαζόμουν στίς βιβλιοθήκες τών Ιερών Μονών τού Αγίου Όρους καί στήν συνέχεια βοήθησα στήν κριτική έκδοση τών έργων τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά. Παράλληλα, όμως μού δινόταν η ευκαιρία νά συζητώ μέ μοναχούς τού Αγίου Όρους γιά νά μάθω πώς γίνεται η νοερά προσευχή στήν πράξη.

Υπήρξε μιά περίοδος τής ζωής μου πού πήγαινα στό Άγιον Όρος καί δέν μέ ενδιέφερε καθόλου νά δώ τίς βιβλιοθήκες τών Μονών καί τά μουσεία τους. Ρωτούσα κάθε μοναχό πού συναντούσα νά μού πή γιά τήν νοερά προσευχή. Έτσι, συνάντησα τόν πατέρα Παΐσιο, τόν πατέρα Εφραίμ Κατουνακιώτη, τόν πατέρα Εφραίμ Φιλοθεΐτη καί πολλούς άλλους Πατέρες πού ζούσαν στήν έρημο τού Αγίου Όρους. Δέν τούς ρωτούσα τίποτε άλλο παρά μόνο γιά τήν νοερά προσευχή. Καί η αλήθεια είναι ότι έμαθα πολλά πράγματα θεωρητικά.

Μετά γνώρισα τόν Γέροντα Σωφρόνιο (Σαχάρωφ) στήν Αγγλία, στήν Μονή τού Έσσεξ. Είχε μεγάλη πνευματική εμπειρία καί συνέδεε τήν νοερά προσευχή μέ τήν θεολογία τής Εκκλησίας. Καί αυτός μέ βοήθησε πάρα πολύ στήν πνευματική μου ζωή.

Βέβαια, τήν μεγαλύτερη βοήθεια λαμβάνει κανείς όταν ο ίδιος αγωνίζεται νά μάθη νά προσεύχεται. Υπάρχει ένα πολύ ωραίο βιβλίο τού Anthony Bloom «Μάθε νά προσεύχεσαι». Μάλιστα όλοι οι Πατέρες λένε ότι όχι μόνο διαβάζει κανείς γιά τήν προσευχή, αλλά θά πρέπει νά μάθη νά προσεύχεται. Άν τό πρωί αφιερώσει κανείς λίγη ώρα γιά νά κάνη τήν ευχή, νά πή τό «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον μέ», καθώς επίσης νά κάνη τό ίδιο καί τό βράδυ ή εάν κατά τήν διάρκεια τής ημέρας, τήν ώρα πού περπατάει, τήν ώρα πού ταξιδεύει προσεύχεται, τελικά θά μάθη πολλά γιά τήν προσευχή.

Νά σάς πώ ένα παράδειγμα γιά νά καταλάβετε τί θά πή, πώς νά μάθη κανείς νά προσεύχεται. Η προσευχή στόν Θεό είναι έκφραση αγάπης καί έρωτα. Όποιος αγαπά τό Θεό, Τόν θυμάται καί προσεύχεται. Όταν κάποια μητέρα αγαπά τό παιδί της θέλει συνέχεια νά τό σκέφτεται. Όταν ένα αγόρι ερωτεύεται μιά κοπέλα συνέχεια τήν σκέφτεται. Δέν είναι θέμα απλώς νά σάς διδάξη κάποιος τί θά πή έρωτας, ούτε θά σάς μάθη κανείς μερικές εξωτερικές ασκήσεις γιά τόν έρωτα. Έτσι δέν χρειάζεται πολλές οδηγίες, αλλά, όποιος αγαπά τόν Θεό, θέλει συνέχεια νά Τόν σκέφτεται. Καί όταν σκέφτεται τόν Θεό μέ τήν λογική του, κάποια στιγμή η λογική προσευχή θά γίνη νοερά προσευχή. Κάποια στιγμή η προσευχή από τήν λογική θά κατεβή μέσα στόν νού, στήν καρδιά.

Θυμάστε τήν συνάντηση πού είχε ο Χριστός μέ τούς δυό Μαθητές πού πήγαιναν πρός Εμμαούς. Οι Μαθητές ήταν απογοητευμένοι γιά όσα είχαν γίνει τήν εβδομάδα εκείνη στά Ιεροσόλυμα. Ο Χριστός τούς συνάντησε σάν ένας ξένος καί τούς είπε: «Τί είναι αυτά πού συζητάτε μεταξύ σας καί γιατί είστε σκυθρωποί-στενοχωρημένοι;». Αυτοί Τού είπαν: «Εσύ είσαι ο μόνος πού κατοικεί στά Ιεροσόλυμα καί δέν γνωρίζεις όσα συνέβησαν εκεί αυτές τίς ημέρες;». Ο Χριστός έκανε πώς δέν γνώριζε καί ρώτησε: «Ποιά;». Καί στήν συνέχεια άρχισε νά τούς εξηγή ότι αυτά τά είχαν προφητεύσει όλα οι Προφήτες. Τότε η καρδιά τών μαθητών θερμάνθηκε, γι' αυτό αργότερα είπαν: «Δέν έκαιγε μέσα μας η καρδιά μας καθώς μάς μιλούσε στόν δρόμο καί μάς εξηγούσε τίς Γραφές;». Αυτή η θερμότητα τής καρδιάς είναι η αγάπη τού ανθρώπου γιά τόν Θεό καί έτσι γίνεται η προσευχή. Μετά Τόν παρεβίασαν, Τόν κράτησαν καί Τού είπαν: «Μείνε μαζί μας». Πήγαν στό σπίτι καί τήν ώρα πού ευλόγησε καί κομμάτιασε τόν άρτο, ανοίχτηκαν τά μάτια τών Μαθητών καί ανεγνώρισαν τόν Χριστό. Καί τότε Αυτός έγινε άφαντος από αυτούς (Λουκ. κδ', 13-35).

Στήν πραγματικότητα αυτή η πορεία είναι μιά θεία Λειτουργία. Στήν αρχή τής θείας Λειτουργίας ακούμε τόν Χριστό μέ τόν Απόστολο καί τό Ευαγγέλιο καί θερμαίνεται η καρδιά μας. Μετά οδηγούμαστε στήν Λειτουργία τής αναφοράς καί κοινωνούμε τού Σώματος καί τού Αίματος τού Χριστού. Αυτό δείχνει τήν πνευματική ζωή, τό πώς από τήν θλίψη καί από τήν στενοχώρια μπορούμε νά φτάσουμε στήν θέα τού Θεού, τό πώς από τήν ακρόαση τού λόγου φθάνουμε στήν θεωρία τού Λόγου.

Έτσι, αυτή η πορεία δείχνει καί τόν τρόπο μέ τόν οποίο η λογική προσευχή γίνεται νοερά προσευχή. Μέσα στήν καρδιά τού ανθρώπου υπάρχει τό πνευματικό θυσιαστήριο, όπου γίνεται μιά θεία Λειτουργία. Αυτά τά γνωρίζετε καί εσείς. Καί χάρηκα πάρα πολύ πού έμαθα ότι ο άγιος Σέργιος Ραντονέζ, πού τιμάται εδώ στήν Λαύρα καί σέ όλη τήν Ρωσία, έλαβε τήν ευλογία από τόν άγιο Φιλόθεο τόν Κόκκινο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος ήταν συμμοναστής καί φίλος τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά. Άρα, βλέπουμε ότι υπάρχει μιά ολόκληρη ζωή πού μεταφέρεται καί στήν Ρωσία καί σέ άλλους χώρους.

Αυτή είναι μιά γενική απάντηση πού μπορώ νά δώσω. Άν κάποιος θέλη πιό πολλές λεπτομέρειες γιά τό θέμα αυτό μπορεί νά υποβάλη άλλη ερώτηση.

 

 

2 Ἐρώτηση: Πόσο βαθειά χρησιμοποιούνται τά έργα τών Ρώσων θεολόγων Πατέρων στήν Ελληνική θεολογία καί στήν Δυτική ορθόδοξη θεολογία καί σέ πόσο βαθμό χρησιμοποιούνται τά έργα τών συγχρόνων Ρώσων θεολόγων;

Όλοι οι Ορθόδοξοι έχουμε τήν ίδια παράδοση καί καθένας βοηθάει τόν άλλον. Όλοι, όσοι είμαστε μέλη τής Εκκλησίας, ανήκουμε στήν ίδια Εκκλησία. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι η Εκκλησία είναι μιά μεγάλη Μητέρα πού τρέφει τά παιδιά της από τούς δυό μαστούς της. Ο ένας μαστός είναι τό Βάπτισμα καί ο άλλος μαστός είναι η θεία Κοινωνία. Επομένως, έχουμε ίδια τροφή καί αυξανόμαστε ως ορθόδοξοι.

Πολλά έργα Ρώσων θεολόγων έχουν μεταφρασθή στήν Ελλάδα. Τελείωσα τό Πανεπιστήμιο τό 1968. Όταν έδωσα τίς εξετάσεις στό μάθημα τής ηθικής, εξετάστηκα στό βιβλίο τού Νικολάϊ Μπερντιάγιεφ: «Ο προορισμός τού ανθρώπου», οπότε διάβασα πολύ καλά τόν Μπερντιάγιεφ καί πήρα πτυχίο από τήν μελέτη αυτή. Επίσης διάβασα πολλά βιβλία τού Ντοστογιέφσκι. Γιά παράδειγμα «Οι αδελφοί Καραμάζωφ» είναι τό τελευταίο καταπληκτικό έργο τού Ντοστογιέφσκι. Είναι πολύ σημαντικό το ότι εκεί τίθεται τό ερώτημα: «Ελευθερία ή ευτυχία;».

Στήν αρχή τής ζωής μου ως Κληρικού ήμουν στήν Αθήνα σ’ ένα Συνέδριο καί ομίλησε ο Ρουμάνος θεολόγος π. Δημήτριος Στανιλοάε. Μού έκανε μεγάλη εντύπωση τό θέμα τό οποίο ανέπτυξε τότε, πού ήταν «Η θεολογία τού δώρου». Ανέπτυξε, δηλαδή, τήν θεολογία ότι όλος ο κόσμος είναι δώρο Θεού καί αυτό μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση καί πολλές φορές χρησιμοποιώ αυτό στίς ομιλίες μου.

Επίσης βοηθούν τά έργα τών Ρώσων τής διασποράς. Γιά παράδειγμα τό βιβλίο «Η πάλη μέ τό Θεό» τού Ευδοκίμοφ ή «Η Μυστική θεολογία» τού Λόσσκι. Είναι πολύ σημαντικά τά βιβλία αυτά. Ακόμη μεγάλη είναι η προσφορά τού π. Γεωργίου Φλωρόφσκι πού θεωρείται ο μεγαλύτερος Ορθόδοξος Θεολόγος τού 20ου αιώνος.

Νομίζω ότι οι Ρώσοι τής διασποράς στό Παρίσι έκαναν ένα παράλληλο έργο μέ εκείνο τών Πατέρων τού τετάρτου μ.Χ. αιώνος, τηρουμένων τών αναλογιών. Γιατί, όπως οι Πατέρες τότε μελέτησαν πολύ καλά τήν Ελληνική φιλοσοφία καί προσπάθησαν νά απαντήσουν στά ερωτήματα τών φιλοσόφων μέ βάση τήν Αποκάλυψη πού είχαν δεχθεί από τόν Θεό, έτσι καί οι Ρώσοι τής διασποράς μελέτησαν πολύ καλά τήν δυτική νοοτροπία, τόν σχολαστικισμό τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας καί τόν ηθικισμό τού Προτεσταντισμού, γνώρισαν πολύ καλά τήν αγωνία τών αθέων καί τών αγνωστικιστών στήν Ευρώπη καί προσπάθησαν νά απαντήσουν σ’ αυτά τά θέματα μέσα από τήν διδασκαλία τών νηπτικών Πατέρων τής Εκκλησίας.

Επίσης, στήν Ελλάδα καί στόν δυτικό κόσμο έκανε μεγάλη εντύπωση τό βιβλίο τού Ρώσου ανωνύμου συγγραφέως «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού». Όπως επίσης μεταφράσθηκαν έργα πού αναφέρονταν στούς Ρώσους Αγίους καί ασκητές, γιά παράδειγμα τόν άγιο Σεραφείμ τού Σαρώφ, τόν άγιο Αμβρόσιο, τόν άγιο Λουκά τόν ιατρό κλπ.

Εγώ βοηθήθηκα πολύ από τό βιβλίο τού πατέρα Σωφρονίου γιά τόν άγιο Σιλουανό. Ο αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος μέ βοήθησε πάρα πολύ στήν πνευματική μου ζωή. Διότι, όταν ήμουν φοιτητής, διάβασα τούς Πατέρες τής Εκκλησίας. Όμως, όταν πήγα στό Άγιο Όρος, βρήκα καλούς Πατέρες, πού έκαναν άσκηση, αλλά δέν γνώριζαν τήν θεολογία τών αγίων Πατέρων πού διάβαζα. Αργότερα, όταν έγινα Κληρικός, είδα ότι μέσα στήν Εκκλησία υπήρχαν αντιπαλότητες, διενέξεις μεταξύ τών Κληρικών καί τότε έπαθα ένα θεολογικό σόκ. Δηλαδή, γνώρισα καλούς θεολόγους καθηγητές, καλούς μοναχούς καί καλούς Κληρικούς, αλλά δέν γνώρισα κάποιον πού νά συνδύαζε καί τά τρία αυτά γνωρίσματα, συγκεντρωμένα σ’ ένα πρόσωπο. Έλεγα μέσα μου: «Θεέ μου, πού θά βρώ ένα πρόσωπο τό οποίο νά έχει τήν θεολογία τών Πατέρων, τόν ησυχασμό τών ασκητών τού Αγίου Όρους καί νά εργάζεται μέσα στόν κόσμο ως Πνευματικός;». Καί αυτό τό βρήκα στόν πατέρα Σωφρόνιο.

Σάς είπα όλα αυτά γιά νά σάς δείξω πώς εγώ είμαι Έλληνας, αλλά πιό πολύ είμαι ορθόδοξος, καί πάνω από τήν Ελλάδα θέτω τήν Εκκλησία, καί πάνω από τούς φιλοσόφους τοποθετώ τούς Πατέρες τής Εκκλησίας. Έχω γεννηθεί πνευματικά μέ τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τών Ρώσων, Ρουμάνων, Ελλήνων ασκητών, δηλαδή Ορθοδόξων. Απ' ό,τι, όμως, γνωρίζω καί στήν Ρωσία μεταφράζονται βιβλία γιά τούς συγχρόνους Πατέρες πού έζησαν στό Άγιον Όρος καί στήν Ελλάδα, όπως τού πατρός Παϊσίου, τού πατρός Πορφυρίου καί ωφελείσθε απ’ αυτά. Μεταφράζονται επίσης καί δικά μου βιβλία.

Είμαστε αδέλφια μεταξύ μας. Μπορεί νά μάς χωρίζουν οι γλώσσες, αλλά έχουμε τήν ίδια γλώσσα τής καρδιάς, πού είναι η αγάπη. Καί εγώ θέλω πολύ νά μάθω αυτή τήν γλώσσα τής καρδιάς, η οποία είναι η δυσκολότερη γλώσσα στόν κόσμο. Μπορεί νά μάθης δέκα γλώσσες πιό εύκολα καί δύσκολα νά μάθης τήν γλώσσα τής καρδιάς, τήν θεολογική γλώσσα τών Πατέρων καί τών ησυχαστών, τών πραγματικών Στάρετς.

 

 

3 Ἐρώτηση:  Στήν «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» εσείς μιλάτε γιά τό πώς γίνεται η αποκατάσταση τού νού τού ανθρώπου. Ήθελα νά ρωτήσω πώς μπορεί νά θεραπευθή η θέληση τού ανθρώπου, ιδιαίτερα όταν πρόκηται γιά τήν ναρκομανία, όταν η βούληση τού ανθρώπου είναι καταβεβλημένη. Καί στό βιβλίο σας «Η ζωή μετά τόν θάνατο» γράφετε ότι θά γίνη η αποκατάσταση τού ανθρώπου εκτός από τήν θέληση καί ότι η καταπιεσμένη θέληση δέν μπορεί νά θεραπευθή.

Τό βιβλίο «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία», καθώς επίσης καί μερικά επόμενα βιβλία πού έχουν τό ίδιο θέμα, ήταν καρπός τής ποιμαντικής μου διακονίας. Υιοθέτησα τόν όρο "ψυχοθεραπεία", πού τόν χρησιμοποιούν οι ψυχοθεραπευτές, αλλά εγώ συνέδεσα τόν όρο αυτό μέ τήν λέξη "Ορθόδοξη".

Πρόσφατα σέ ένα βιβλίο, τό οποίο εξεδόθη από τήν Αμερικανική Εταιρεία Ψυχολογίας, έγινε αποδεκτός αυτός ο όρος –Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία– καί μάλιστα γράφεται ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μέ τήν προσευχή καί τήν άσκηση θεραπεύει τήν κατάθλιψη.

Βασικό θέμα τού βιβλίου μου «Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία» είναι ότι ο νούς τού ανθρώπου τραυματίσθηκε, σκοτίσθηκε καί αυτός πρέπει νά θεραπευθή καί νά αποκατασταθή. Στήν πραγματικότητα πρέπει νά θεραπευθή ολόκληρος ο άνθρωπος, πού αποτελείται από ψυχή καί σώμα.

Κατά τόν φιλόσοφο Πλάτωνα η ψυχή τού ανθρώπου έχει λογιστικό καί παθητικό. Τό λογιστικό είναι τό κύριο χαρακτηριστικό τής ψυχής τού ανθρώπου καί τό παθητικό (επιθυμικό καί θυμικό) συνδέεται μέ τό σώμα. Έτσι, κατ' αυτόν, πρέπει νά νεκρωθή τό παθητικό μέρος τής ψυχής καί τελικά η ψυχή πρέπει νά απαλλαγή από τό σώμα. Τέτοιες απόψεις είχε καί ο Βαρλαάμ καί γι' αυτό καί ισχυριζόταν ότι τό σώμα είναι κακό, πρέπει νά νεκρωθή τό παθητικό μέρος τής ψυχής καί η λογική νά έχη μνήμη τού Θεού.

Όμως, οι Πατέρες τής Εκκλησίας διδάσκουν ότι μέσα στόν άνθρωπο δέν υπάρχουν κακές δυνάμεις, οι οποίες πρέπει νά νεκρωθούν, αλλά υπάρχουν δυνάμεις πού έχουν διαστραφή από τήν αμαρτία καί πρέπει νά μεταμορφωθούν. Γιά παράδειγμα, η αγάπη είναι μιά ενέργεια τής ψυχής, τήν οποία πρέπει νά στρέψουμε πρός τόν Θεό. Δέν πρέπει νά νεκρώσουμε τήν αγάπη, αλλά νά τήν μεταμορφώσουμε. Τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τό θυμικό μέρος τής ψυχής.

Τό παθητικό μέρος τής ψυχής θεραπεύεται μέ τήν τήρηση τών εντολών τού Χριστού καί τήν όλη εκκλησιαστική ζωή. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι στό λογιστικό θέτουμε τήν προσευχή, στό επιθυμητικό μέρος τήν εγκράτεια καί στό θυμικό μέρος τήν αγάπη.

Βέβαια, η όλη θεραπεία τού ανθρώπου δέν είναι μιά ατομική πράξη, αλλά γίνεται μέσα στήν Εκκλησία μέ τά Μυστήρια καί τήν άσκηση. Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μιλώντας γιά τήν καθιέρωση τού Ιερού Ναού, λέγει ότι υπάρχουν τρία σημεία, ο Επίσκοπος πού κάνει τήν τελετή, τό Θυσιαστήριο πού αγιάζεται καί τά λείψανα τών Αγίων πού τίθενται κάτω από τήν Αγία Τράπεζα. Αυτοί οι τρείς άξονες συνιστούν τό εκκλησιαστικό φρόνημα καί τήν εκκλησιαστική ζωή, πού σώζει τόν άνθρωπο.

Είναι πάρα πολύ σημαντική αυτή η σχέση μεταξύ Επισκόπου, Θυσιαστηρίου καί Αγίων. Άν κάποιος πή ότι εγώ κάθε Κυριακή κοινωνώ, αλλά δέν αναγνωρίζω τόν Επίσκοπο ούτε τούς Αγίους, αυτός δέν έχει εκκλησιαστικό φρόνημα. Άν κάποιος άλλος πή ότι εγώ σέβομαι καί αναγνωρίζω μόνο τούς Αγίους, αλλά δέν κοινωνώ ούτε αναγνωρίζω τόν Επίσκοπο καί αυτός δέν έχει εκκλησιαστικό φρόνημα. Καί άν κάποιος πή ότι σέβομαι μόνο τόν Επίσκοπο, αλλά δέν εκκλησιάζομαι ούτε κοινωνώ, ούτε αναγνωρίζω τούς Αγίους καί αυτός δέν έχει εκκλησιαστικό φρόνημα. Νομίζω ότι καθένας θεραπεύεται μέσα στήν Εκκλησία στηριζόμενος στούς τρείς αυτούς άξονες τής πνευματικής ζωής.

Γιά νά θεραπευθούμε δέν πρέπει απλώς νά βρούμε έναν Πνευματικό Πατέρα γιά νά μάς βοηθήση, αλλά θά πρέπει νά κάνουμε υπακοή στόν Στάρετς καί ο πραγματικός Στάρετς σέβεται τήν παράδοση καί τόν θεσμό τής Εκκλησίας, καθώς επίσης νά χρησιμοποιήσουμε καί τόν τρόπο θεραπείας πού έχει καθιερωθή από τούς Πατέρες μας. Κανένας πραγματικός Στάρετς δέ θά σάς πή: "μήν κάνετε υπακοή στόν Επίσκοπο".

Έτσι, όταν ζή κανείς μέσα στήν Εκκλησία, σιγά-σιγά μεταμορφώνεται. Γιά παράδειγμα, ένα μικρό έμβρυο πού κυοφορείται μέσα στήν κοιλιά τής μητέρας του αναπτύσσεται φυσιολογικά, δηλαδή μεγαλώνει σιγά-σιγά παραμένοντας μέσα στήν μήτρα καί τρεφόμενο μέ τό αίμα τής μητέρας του. Θά έρθη στιγμή πού θά βγή από τήν μήτρα. Νά υποθέσετε ότι αυτή η πνευματική μήτρα είναι η Εκκλησία. Εμείς είμαστε τά έμβρυα καί καθόμαστε εκεί καί μεγαλώνουμε. Άν κάποιο έμβρυο πή: «Εγώ δέ θέλω νά μείνω στήν μήτρα, πρέπει νά βγώ από αυτήν», τότε θά πεθάνη. Πρέπει νά 'ρθη η ώρα του γιά νά γεννηθή.

Πήγε κάποιος δυτικός Χριστιανός στό Άγιον Όρος καί είπε σέ κάποιο μοναχό: «Δέν μπορώ νά καταλάβω τί κάνετε εσείς οι μοναχοί. Κάθεστε τόσες ώρες μέσα στόν Ιερό Ναό. Γιατί χάνετε τόν καιρό σας;». Εκείνη τήν ώρα σκέφτηκε ο μοναχός: «Τί νά τού απαντήσω, τί θά καταλάβη αυτός;». Καί τού είπε τό εξής: «Είμαστε πνευματικά έμβρυα καί καθόμαστε μέσα στήν μήτρα τής Εκκλησίας μας, στίς ακολουθίες πού έχει η Εκκλησία, καί περιμένουμε κάποτε νά γεννηθούμε».

Ένα άλλο παράδειγμα είναι από τήν τροφή πού λαμβάνουμε. Τρώμε πρωΐ, μεσημέρι, βράδυ καί η τροφή αυτή πηγαίνει στό στομάχι, στό πεπτικό σύστημα καί από 'κεί διά τού αίματος τρέφεται όλο τό σώμα. Δέν μπορεί κάποιος νά πή, ότι μέ τό φαγητό τής σημερινής ημέρας θά τραφή τό δεξί μου πόδι καί αύριο τό αριστερό μου πόδι καί τίς άλλες ημέρες κάθε χέρι ξεχωριστά. Τό σώμα μεγαλώνει σιγά-σιγά καί όλο μαζί. Έτσι καί ο άνθρωπος μεγαλώνει μέσα στήν Εκκλησία, μέ τά Μυστήρια της σιγά-σιγά, καλλιεργώντας όλες τίς αρετές.

Βέβαια, αυτό έχει σχέση μέ τήν ενέργεια τού Θεού καί τήν συνέργεια τήν δική μας. Τά πάντα είναι θέμα θεολογικής συνέργειας. Γιατί ο Θεός μάς σώζει, όταν θέλουμε καί εμείς. Έχουμε έναν τέτοιο μεγάλο Θεό πού σέβεται τήν ελευθερία μας καί δέν μάς σώζει χωρίς τήν θέλησή μας.

Έτσι, η θεραπεία τού ανθρώπου είναι αποτέλεσμα δυό παραγόντων, τού Θεού καί τού ιδίου τού ανθρώπου. Στήν θεολογία τής Εκκλησίας κάνουμε λόγο γιά τήν συνέργεια, δηλαδή ο Θεός ενεργεί καί ο άνθρωπος συνεργεί. Ο Θεός δέν παραβιάζει ποτέ τήν ελευθερία τού ανθρώπου. Μιά σωτηρία χωρίς ελευθερία δέν είναι σωτηρία.

Αυτό σημαίνει ότι η θεραπεία τών ανθρώπων, πού έχουν υποδουλωθή στά ναρκωτικά, γίνεται μέ τήν όλη εκκλησιαστική ζωή, τά Μυστήρια, τήν προσευχή, τήν προσπάθεια τηρήσεως τών εντολών τού Χριστού. Όποιος λαμβάνει ναρκωτικά έχει εξάρτηση, δηλαδή η θέληση τού ανθρώπου έχει ασθενήσει, γι' αυτό ο ναρκομανής γιά νά θεραπευθή χρειάζεται νά συναντήση πολύ μεγάλη αγάπη από τούς ανθρώπους, αλλά, συγχρόνως, νά κάνη καί ασκήσεις γιά νά ενισχύση τήν θέλησή του. Όπως απαιτείται φυσιοθεραπεία γιά ένα μέρος τού σώματος πού έχει ατροφήσει καί αγκυλωθή, τό ίδιο γίνεται καί μέ τήν θέληση. Η θέληση, πού έχει αρρωστήσει, πρέπει νά θεραπευθή.

Πρέπει νά καταλάβουμε ότι η θεραπεία γίνεται στήν Εκκλησία μέ τά Μυστήριά της, μέ τό θεσμό τής Εκκλησίας καί τήν όλη ασκητική ζωή.

Γιά τό τί θά γίνη στήν ζωή μετά τό θάνατο, ο άγιος Μάξιμος έχει μιά θεωρία ότι θά γίνη αποκατάσταση τής φύσεως, αφού θά νικηθή ο θάνατος, καί όλοι θά αναστηθούν, δίκαιοι καί αμαρτωλοί, αλλά δέν θά γίνη αποκατάσταση τής θελήσεως, πού σημαίνει ότι ό,τι κάνει ο άνθρωπος από τήν ζωή αυτή θά έχη αιώνιες συνέπειες. Γι' αυτό από τώρα χρειάζεται νά προσφέρουμε τήν θέλησή μας στήν ενέργεια τού Θεού γιά νά θεραπευθή.

(συνεχίζεται)