Γράφτηκε στις .

Ο Φθιώτιδος Δαμασκηνός (1914-1996)

τού Χαράλαμπου Χαραλαμπόπουλου

Κάθε άνθρωπος κατά τήν διάρκεια τής ζωής του πρέπει νά έχη ως πρωταρχικό του στόχο νά εκπληρώνη, ανεξάρτητα από τό μετερίζι στό οποίο αγωνίζεται, τό καθήκον πρός τήν κοινωνία καί τούς συνανθρώπους του.

Ο Φθιώτιδος Δαμασκηνός (1914-1996)Καί ο μακαριστός Μητροπολίτης Δαμασκηνός, τόν οποίο τιμάμε σήμερα, χωρίς υπερβολή αναλώθηκε γιά τόν άνθρωπο καί συνέβαλε στήν απάλυνση τού ανθρώπινου πόνου.

Έτσι η σημερινή τελετή δέν είναι μιά απλή τυπική ενέργεια μιάς ομάδας ανθρώπων πού είχαν τήν πρωτοβουλία νά τιμηθή ένα επιφανές πρόσωπο. Είναι η αυθόρμητη εκδήλωση τής ηθικής υποχρέωσης τών συνανθρώπων νά αποδέχονται καί νά ανταποδίδουν τήν προσφορά. Επομένως η σημερινή γιορτή είναι η οφειλόμενη τιμή σ'Αυτόν πού σ' όλη τήν διάρκεια τής ζωής του δέν ξέχασε τόν άνθρωπο, αλλά καί τόν τόπο στόν οποίο γεννήθηκε.

Ο κατά κόσμον Νικόλαος Παπαχρήστου γεννήθηκε εδώ στήν Δορβιτσά τό έτος 1914. Αυτή η χρονιά ήταν σημαδιακή. Τότε υλοποιήθηκε η μεταρρύθμιση τής Κυβέρνησης τού Ελευθερίου Βενιζέλου, πού νομοθετήθηκε τό 1912 μέ τήν κατάργηση τών αποστεωμένων από τίς κρατικές καί κομματικές επεμβάσεις δήμων καί τήν ίδρυση κοινοτήτων. Πρώτος κοινοτάρχης ο κρεοπώλης πατέρας του, Γιάννης Κων. Παπαχρήστου. Οι συνθήκες τής εποχής δύσκολες καί ταραχώδεις καί τό μέλλον γιά τόν μικρό Νίκο αβέβαιο.

Τό 1923, ένα έτος μετά τόν ενταφιασμό τών ονείρων τού Ελληνισμού μέ τήν Μικρασιατική Καταστροφή, νέες δυνάμεις εισέρχονται στήν υπηρεσία τού Έθνους μας καί ο θείος του, αδελφός τής μητέρας του Ουρανίας, Δαμασκηνός Παπανδρέου, ο κατοπινός Αρχιεπίσκοπος, χειροτονείται Μητροπολίτης Κορινθίας.

Ο μικρός Νίκος βρήκε στό πρόσωπο τού θείου του τόν προστάτη, πού τού άνοιξε τόν δρόμο γιά ευρύτερη μόρφωση καί ζηλευτή σταδιοδρομία.
Εδώ πρέπει νά τονισθή η καλή πλευρά τής οικογενειακής αλληλεγγύης μέ τήν επίνευση τής Θείας Πρόνοιας. Μερικά χρόνια πρωτύτερα ο ίδιος Αρχιεπίσκοπος είχε δεχθή τήν πατρική προστασία τού θείου του, τού αδελφού τού πατέρα του, Ηγουμένου Χριστοφόρου Παπανδρέου, πού υπήρξε τό εφαλτήριο γιά τήν ανάρρησή του στά εκκλησιαστικά καί πολιτειακά αξιώματα.

Μετά τήν Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου εγγράφεται στήν Θεολογική Σχολή Χάλκης τού Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου πλάτυναν οι πνευματικοί του ορίζοντες καί είχε τήν τύχη νά συνδεθή καί συναναστραφή μέ συμφοιτητές, όπως ο κατοπινός Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος καί άλλοι διαπρεπείς Ιεράρχες, πού εκόσμησαν τήν Ορθόδοξη Εκκλησία.

Μέ τόν βαρύ θεολογικό εξοπλισμό τής Χάλκης, τήν ιερατική πατρογονική παράδοση τού πατρικού καί μητρικού γένους του, καθώς καί τήν παρότρυνση καί καθοδήγηση τού θείου του Αρχιεπισκόπου, δέν μπορούσε παρά νά ακολουθήση τόν δρόμο τού Ιερού Θυσιαστηρίου. Έτσι τό 1946 χειροτονείται Πρωτοσύγκελος καί Ιεροκήρυκας στήν Μητρόπολη Ναυπακτίας καί Ευρυτανίας.

Τό 1947 μετατίθεται στήν Αρχιεπισκοπή Αθηνών καί τοποθετείται Πρωθιερεύς στόν Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου Πολυγώνου, ως καί μόνιμος Σύμβουλος τού ΤΑΚΕ, όπου έδειξε τίς διοικητικές του ικανότητες, αλλά καί τήν ιδιαίτερη εκτίμησή του στόν εφημεριακό Κλήρο.

Η ενοριακή καί η γενικότερη εκκλησιαστική δράση του προκάλεσαν τό ενδιαφέρον τής Ιεράς Συνόδου, η οποία τού ανέθεσε τό 1956 τά καθήκοντα τού Γραμματέως καί τό 1957 τά νευραλγικά καθήκοντα τού Αρχιγραμματέως. Φυσικό επακόλουθο τής ευδόκιμης 14ετούς ιερατικής καί ποιμαντικής πορείας, αλλά καί τών διοικητικών ικανοτήτων πού επέδειξε κατά τήν διάρκειά της, ήταν η εκλογή του στίς 7 Μαΐου 1960 στόν θρόνο τής Μητρόπολης τής Φθιώτιδος, τήν οποία εποίμανε επί τριανταέξι χρόνια μέχρι τόν θάνατό του. Τριανταέξι ολόκληρα χρόνια πού οι ίδιοι οι Φθιώτες χαρακτηρίζουν ως έτη δημιουργικής παραγωγής, πνευματικής καί ανθρωπιστικής παιδείας.

Ευαγή ιδρύματα κοινωνικής ευποιΐας, εκκλησιαστικά σχολεία, πνευματικά ιδρύματα, ενορίες πού αναδιοργανώνονται καί επανδρώνονται, διαλυμένα μοναστήρια πού ανακαινίζονται καί στελεχώνονται, παιδικές κατασκηνώσεις πού γίνονται αναπτυξιακό καί εξυγιαντικό εργαλείο μιάς ολόκληρης περιοχής.
Ένα τεράστιο έργο αγάπης καί κοινωνικής αλληλεγγύης καί στό κέντρο ο Άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο πονεμένος, ο δυστυχισμένος, ο κατατρεγμένος, ο φτωχός.

Ο Δαμασκηνός δέν ήταν επαγγελματίας φιλάνθρωπος, πού χρησιμοποιεί τόν ανθρώπινο πόνο γιά νά επιδειχθή καί νά αναδειχθή. Πίστευε στόν άνθρωπο καί θεωρούσε επιτακτικό χριστιανικό του καθήκον νά προσφέρη τήν οποιαδήποτε βοήθεια χωρίς τυμπανοκρουσίες καί μέ απόλυτη διακριτικότητα, γιά νά μήν προσβάλη καί υποτιμήση τήν ανθρώπινη προσωπικότητα. Ήταν ο ίδιος ταπεινός καί ευπροσήγορος, αφιλοχρήματος καί γενναιόδωρος καί όλη η συμπεριφορά του προερχόταν από τά ενδόμυχα τού είναι του. Ήταν τρόπος ζωής καί φιλοσοφίας γιά τόν αμνησίκακο Δαμασκηνό νά βοηθάη ακόμα καί τούς αχάριστους.

Τά προβλήματα τού κόσμου απασχολούσαν πολύ καί τόν ίδιο. Γι' αυτό μέ ατέλειωτες λίστες αιτημάτων ανεβοκατέβαινε τίς σκάλες τών Υπουργείων γιά νά επιτύχη λύσεις, όπου ήταν μπορετό, στά αμέτρητα προβλήματα τών συνανθρώπων του. Καί στούς Κληρικούς καί μοναχούς τής Περιφέρειάς του δέν ήταν ο υπερόπτης προϊστάμενος, αλλά ο αληθινός πνευματικός πατέρας πού τούς καθοδηγούσε, τούς συμβούλευε καί τούς ενθάρρυνε. Καί αυτοί τόν αισθάνονταν ως προστατευτικό κάλυμμα καί τόν αποκαλούσαν μέ υιϊκή τρυφερότητα "Ιερόν Πάπλωμα".

Γιά όλα αυτά καί γιά πολλά άλλα, πού δέν υπάρχει χρόνος νά απαριθμηθούν, τόν Σεπτέμβρη τού 1995, έναν χρόνο περίπου πρό τού θανάτου του, τό Δημοτικό Συμβούλιο Λαμίας, εκφράζοντας τά παμφθιωτικά αισθήματα, τόν ανεκήρυξε Επίτιμο Δημότη καί τού απέδωσε τό χρυσό μετάλλιο τής πόλης. Τό ποίμνιο αναγνωρίζει καί ευγνωμονεί τόν ποιμενάρχη του. Τούτο φάνηκε γιά μιά ακόμη φορά κατά τήν πάνδημη κηδεία του στίς 24 Μαΐου 1996. Τά δάκρυα στά μάτια χιλιάδων Φθιωτών πού τόν συνόδευαν ήταν εύγλωττο δείγμα τιμής τού απορφανισμένου ποιμνίου στόν άξιο Ιεράρχη του.

Καί στό ευρύτερο Εκκλησιαστικό πεδίο ο Δαμασκηνός ήταν ο Ιεράρχης τών χαμηλών τόνων, τής μεριοπάθειας καί τής καταλλαγής καί αγωνιζόταν στά συλλογικά εκκλησιαστικά όργανα γιά τήν επικράτηση τού μέτρου. Οι αγώνες του γιά τήν ανύψωση τού εφημεριακού Κλήρου είναι επίσης γνωστοί.
Μπορεί ο Δαμασκηνός νά απομακρύνθηκε από τήν γενέτειρά του, ουδέποτε όμως αποκόπηκε ψυχικά από αυτήν. Τό πνεύμα του τριγυρνούσε εδώ, όπου οι τάφοι τών γονέων καί παππούδων του. Η τακτική παρουσία στό πανηγύρι τής Αγίας Παρασκευής καί οι συχνές επισκέψεις του στό χωριό αποδεικνύουν τόν άρρηκτο δεσμό μέ τήν γενέτειρα.

Ο Δαμασκηνός έθεσε τό χωριό υπό τήν προστατευτική του ομπρέλα καί μιά σειρά κοινωφελών έργων οφείλονται στίς δικές του σύντονες ενέργειες.
Καί ο Σύλλογος Δορβιτσωτών ευγνωμονώντας τον, τόν Ιούλιο τού 1971 τόν ανεκήρυκε Επίτιμο Πρόεδρό του, μιά μικρή εκδήλωση τιμής καί ευγνωμοσύνης, πού ο ίδιος ετίμησε μέχρι τόν θάνατό του.

Σήμερα οι Δορβιτσώτες μέ τήν καθοριστική συμβολή τού πατρός παπα-Γιάννη Ραμπαούνη επαναβεβαιώνουν τούς στενούς δεσμούς μέ τόν Δαμασκηνό καί η προκείμενη προτομή άς αποτελεί μνημόσυνο ες αεί.
Τού Μακαριστού Μητροπολίτου Δαμασκηνού αιωνία η μνήμη!–