Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἡ ζωὴ πίσω ἀπὸ τὸ προσκήνιο τῆς οἰκονομίας

Πρωτοπρεσβύτερου π. Θωμᾶ Βαμβίνη

Ἡ πολιτικὴ ἀστάθεια τῆς χώρας μας, συνδυασμένη μὲ τὴν ἀπειλὴ τῆς οἰκονομικῆς κατάρρευσης, ἔχει αἰχμαλωτίσει τὴν προσοχὴ καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τῆς πλειονότητας τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν στὰ προβλήματα τῆς οἰκονομίας, στὶς ἁμαρτίες τοῦ χρηματοπιστωτικοῦ συστήματος, ἀλλὰ καὶ στὸν ἑσμὸ τῶν παθῶν ποῦ γεννᾶ ἡ κομματικὴ φιλαυτία. Ὅποιος μάλιστα θελήσει νὰ λάβη σοβαρὰ ὑπόψη του ὅσα λέγονται στὰ διάφορα τηλεοπτικὰ πάνελ καί, προπαντός, ἂν ξεχάση τὶς ἄλλες (τὶς σημαντικότερες) ἀνάγκες ποῦ ἔχει ὡς ἄνθρωπος, τότε θὰ βρεθῇ (καὶ βρίσκονται πολλοὶ στὶς μέρες μας) μέσα σ’ ἕνα πνιγηρό, χωρὶς φῶς ἐλπίδας, κοινωνικὸ περιβάλλον, ποῦ ἀχρειώνει καὶ ἐξευτελίζει τὴν θεοειδῆ ὕπαρξή μας, ἀφοῦ τὴν καταντᾶ στὴν κυριολεξία «βοσκηματώδη».

Βοσκηματώδης ὕπαρξη χαρακτηρίζεται ἡ ζωώδης καὶ θηριώδης, ἡ ὕπαρξη ποῦ εἶναι ἀδύναμη νὰ ὑψωθῇ πάνω ἀπὸ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν παθῶν καὶ ὡς ἐκ τούτου εἶναι ἀνίκανη νὰ προσλάβη ὑψηλὴ πνευματικὴ γνώση, ἐρχόμενη σὲ σχέση καὶ κοινωνία μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν καθαρτικὴ καὶ φωτιστικὴ ἐνέργειά Τοῦ. Πράγματι, ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ παγκοσμιοποιημένο χρηματοπιστωτικὸ σύστημα δὲν εἶναι τὸ «ζῶον» τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας ποῦ θεώνεται «τὴ πρὸς Θεὸν νεύσει», οὔτε ἀκόμη εἶναι τὸ «ζῶο» τῆς μαρξιστικῆς ἀνθρωπολογίας «ποῦ κατασκευάζει ἐργαλεῖα», ἀλλὰ εἶναι «τὸ ζῶο ποῦ παράγει χρῆμα», ὄχι τόσο γιὰ τὶς δικές του ἀτομικὲς ἀνάγκες, ὅσο γιὰ τὸν κορεσμὸ τῆς βουλιμίας τῶν δανειστῶν του.

Τὸ παγκοσμιοποιημένο χρηματοπιστωτικὸ σύστημα δὲν ἔχει οὔτε θρησκευτικὴ πίστη οὔτε πατρίδα. Πίστη θεωρεῖ μόνο τὴν συνέπεια τῶν δανειοληπτῶν τοῦ καὶ πατρίδα ὅλους τοὺς τόπους ποῦ πολλαπλασιάζουν τὰ κεφάλαιά του. Γι’ αὐτὸ κάθε ὥριμα σκεπτόμενος Χριστιανὸς πρέπει νὰ τὸ ἐξοβελίση ἀπὸ τὸ κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντός του καὶ νὰ τὸ τοποθετήση στὴν περιφέρεια τῆς ζωῆς του, μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα στοιχεῖα, τὰ ὁποία μὲ συνετὴ χρήση, χωρὶς περιττὲς μέριμνες, τὸν βοηθοῦν στὴν διέλευσή του ἀπὸ τὸν παρόντα αἰῶνα.

Ἐννοεῖται ὅτι δὲν μᾶς πρέπουν ψυχοφθόρες ἀγωνίες καὶ ἄγχη, τὰ ὁποία δημιουργοῦν στὶς ψυχὲς πολλῶν ἀνθρώπων φόβους μεταφυσικῆς ἐντάσεως γιὰ καταστροφὲς ποῦ ἔρχονται, γιὰ πράγματα καθαρῶς ὑλικά, ποῦ δὲν σχετίζονται μὲ τὸ κεντρικὸ νόημα τῆς ὑπάρξεώς μας.

Αὐτό, βέβαια, δὲν σημαίνει ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἔχουμε τὴν ἀπαραίτητη μέριμνα «ὡς σάρκα φοροῦντες» γιὰ τὴν «οἰκονομία τοῦ χρήματος», οὔτε ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ κάθε γόνιμη κριτικὴ διερεύνηση τῶν κομματικῶν ἐπαγγελιῶν, ὥστε ὡς πολῖτες νὰ παίρνουμε τὶς σωστὲς ἀποφάσεις. Αὐτὸ ποῦ λέμε εἶναι ὅτι ὡς ἄνθρωποι χρειαζόμαστε, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ χρήματα καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν οἰκονομικὴ εὐστάθεια καὶ εὐημερία τῆς χώρας, καὶ πολλὰ ἄλλα «πράγματα τοῦ Θεοῦ», ποῦ δὲν ἀγοράζονται μὲ κανένα νόμισμα, γιατί δὲν ὑπάρχει τίποτε τὸ γήϊνο, γενικὰ τίποτε τὸ κτιστό, ποῦ νὰ μπορεῖ νὰ ἀντιμετρηθῇ μαζί τους. Τέτοιου εἴδους παρατηρήσεις, βέβαια, μπορεῖ νὰ χαρακτηρίζονται ἀπὸ ἀρκετοὺς ὡς «μεταφυσικὲς διαφυγές», δὲν συνιστοῦν ὅμως ἀπόδραση σὲ καμμιὰ οὐτοπία. Δὲν εἶναι φυγὴ ἀπὸ τὴν δύσκολη πραγματικότητα σ’ ἕναν ἰδανικὸ φανταστικὸ τόπο. Ἀναφέρονται στὴν φυσική, παρατηρήσιμη καὶ ἐπαληθεύσιμη ζωὴ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, τὰ ὁποία ψάλλουν ἐν ἐπιγνώσει τὸ «Μὴ πεποίθατε ἐπ' ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία»(Ψαλμ. 145) καὶ γνωρίζουν ἐμπειρικὰ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωὴ» (Ἰωάν. 14,6).

Ὅλα τὰ παραπάνω διατυπώθηκαν μὲ ἀφορμή, ὅπως ἤδη σημειώσαμε, τὴν αἰχμαλωσία τῆς πλειονότητας τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν, ἀλλὰ καὶ τοῦ λόγου τῶν κομμάτων ποῦ ζήτησαν τὴν ψῆφο τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, στὰ πιεστικὰ προβλήματα τῆς οἰκονομίας. Ἡ πολιτικὴ φαίνεται ὅτι ταυτίσθηκε μὲ τὸ «μνημόνιο» ἢ «ἀντιμνημόνιο», μὲ τὸ δίλημμα εὐρὼ ἢ δραχμὴ καὶ ἐξαφανίστηκαν ἀπὸ τὸ προσκήνιο τοῦ πολιτικοῦ ἐνδιαφέροντος ὅλα τὰ ἄλλα θέματα. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ἐντύπωση ποῦ δημιουργεῖται ἀπὸ τὴν πρόχειρη παρατήρηση τῆς πολιτικῆς καθημερινότητας στὴν μεταμνημονιακὴ Ἑλλάδα. Ἂν αὐτὴ ἡ παρατήρηση ἐκφράζη τὴν πολιτικὴ πραγματικότητα, τότε ὑπάρχει πρόβλημα μὲ τὴν ποιότητα τῆς δημοκρατίας μας. Τότε πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε πραγματικά, γιατί ἀποδεχθήκαμε ὡς ἀφέντες τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου, μέσα στὰ ὅρια τῆς ἑλλαδικῆς ἐπικράτειας, τοὺς ὑπερεθνικοὺς διαχειριστὲς τοῦ μεγάλου κεφαλαίου, τοὺς δανειστές μας.

Ὅμως τὰ πράγματα πιστεύουμε ὅτι δὲν εἶναι ἔτσι. Ἡ πολιτικὴ στὴν μεταμνημονιακὴ Ἑλλάδα δὲν ταυτίσθηκε ἀπόλυτα μὲ τὴν οἰκονομία. Βέβαια, ὁ πολὺς λαὸς περιορίζει τὸ ἐνδιαφέρον του μόνο στὴν στάση τῶν κομμάτων ἀπέναντι στὶς συμβάσεις ποῦ ὑπέγραψε τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, προκειμένου νὰ συνεχίση νὰ δανείζεται, καθὼς καὶ στὶς ἐπαγγελίες τους ποῦ ἀναφέρονται στὴν ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας, τὴν δημιουργία θέσεων ἐργασίας, τὴν αὔξηση τοῦ εἰσοδήματος τῶν χαμηλόμισθων καὶ χαμηλοσυνταξιούχων, γενικὰ τὴν ἀναστροφὴ τῆς πτωτικῆς πορείας ποῦ πῆρε ἡ κρατικὴ οἰκονομία, ἀλλὰ συνακόλουθα καὶ ἡ οἰκονομία τῶν ἑλληνικῶν νοικοκυριῶν. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον τῆς πλειονότητας τῶν πολιτῶν, ποῦ περνοῦν πολὺ δύσκολες μέρες, λόγῳ ἐλλείψεως (σὲ κάποιες περιπτώσεις) ἀκόμη καὶ τῆς ἀναγκαίας καθημερινῆς τροφῆς. Τὰ ἴδια ὅμως τὰ κόμματα δὲν περιορίζουν τὰ προγράμματά τους μόνο στὰ θέματα τῆς οἰκονομίας. Ἂν κανείς, ὡς εὐαίσθητος πολίτης, ἐνδιαφερθῇ νὰ διαβάση τὶς προεκλογικὲς θέσεις τῶν κομμάτων, θὰ δὴ ὅτι ἀναφέρονται καὶ σὲ πτυχὲς τῆς λειτουργίας τοῦ Κράτους, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, γιὰ τὶς ὁποῖες δὲν γίνεται συχνὰ λόγος στὶς συνηθισμένες προεκλογικὲς συζητήσεις. Ἄναφέρονταί, γιὰ παράδειγμα, στὴν ἀναδιοργάνωση τῆς κρατικῆς διοίκησης, στὴν παιδεία, τὸν πολιτισμό, τὴν προστασία τοῦ περιβάλλοντος καὶ τοῦ πολίτη, στὸ μεταναστευτικό, ἀκόμη στὴν θέση καὶ τὸν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὴν ἑλληνικὴ κοινωνία καὶ τὴν σχέση της μὲ τὸ Κράτος.

Ἐπειδή, ὅπως εἶναι φυσικό, μᾶς ἐνδιαφέρουν ἰδιαίτερα οἱ ἀπόψεις τῶν κομμάτων γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἐνδεικτικὰ ἀναφέρουμε ὅτι συναντᾶ κανεὶς στὰ προγράμματά τους ποικιλία ἀπόψεων ἀπὸ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ καθεστῶτος ποῦ ἰσχύει σήμερα μέχρι τὸν ἀφύσικο «χωρισμὸ Κράτους-Ἐκκλησίας» (καὶ ὄχι κρατικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης), ποῦ συνοδεύεται μάλιστα ἀπὸ τὴν προγραμματικὴ ἀπαίτηση: «Νὰ καταργηθεῖ τὸ εἰδικὸ καθεστὼς φορολογικῆς ἀσυλίας... τῆς Ἐκκλησίας», σὰν νὰ μὴ πληρώνη ἡ Ἐκκλησία φόρους ἀκόμη καὶ γιὰ ἐκτάσεις ποῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκμεταλλευθῇ, λόγῳ τῆς κρατικῆς ἀβελτηρίας. Σὲ ἄλλο κόμμα ὑπάρχει λεπτομερέστερη ἀνάλυση, μὲ ἀναφορὰ στὴν ἱστορία καὶ τὸ κανονικὸ δίκαιο, γιὰ τὶς σχέσεις «Κράτους-Ἐκκλησιῶν» καὶ ὄχι ἁπλῶς Ἐκκλησίας. Χρησιμοποιεῖται ὁ πληθυντικός, διότι, ὅπως λέγεται, «πορευόμαστε πρὸς μία ἐποχὴ συγκατοίκησης μὲ ἄλλα ἔθνη καὶ ἄτομα ἄλλων θρησκειῶν», λὲς καὶ τὸ κανονικὸ δίκαιο θεωρεῖ τὸν Μουσουλμανισμὸ ἢ τὶς ποικιλώνυμες ἀνατολικὲς θρησκεῖες ὡς ἐκκλησίες, τὴν στιγμὴ ποῦ γιὰ τὴν θεολογία καὶ τὸ δίκαιο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία εἶναι «μία, ἁγία καὶ ἀποστολική». Ἐξάλλου, κανεὶς Μουσουλμᾶνος ἢ Βουδιστὴς δὲν θὰ πή, ὅταν πηγαίνη στὸν τόπο τῆς λατρείας του, ὅτι πάει στὴν ἐκκλησία.

Εἶναι ἐνδιαφέροντα καὶ κάποια ἄλλα πράγματα ποῦ λέγονται στὸ συγκεκριμένο πρόγραμμα γιὰ τὴν σχέση τῆς Παιδείας μὲ τὴν Ἐκκλησία. (Ἐδῶ χρησιμοποιεῖται ὁ ἑνικός). Γράφει ὅτι: «Ὁ ρόλος τῆς παιδείας δὲν εἶναι νὰ προσφέρει θρησκευτικὴ ἐκπαίδευση. Αὐτὸ δὲν γίνεται γιὰ τὸ «χατήρι» κάποιων μειονοτήτων, ἀλλὰ ἁπλῶς διότι ἡ Δημόσια Παιδεία ἔχει ἄλλο ρόλο καὶ ἄλλον προορισμὸ σὲ ἕνα σύγχρονο κράτος». Δηλαδή, σαφῶς προτείνεται ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἄρθρου 16 τοῦ Συντάγματος, τὸ ὁποῖο στὴν δεύτερη παράγραφο λέει ὅτι ἡ Παιδεία εἶναι βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ Κράτους καὶ ὅτι ἔχει σκοπό, μεταξὺ ἄλλων, τὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως. Αὐτὸ θεωρεῖται ἀναχρονισμός, ἀφοῦ ὡς σύγχρονο Κράτος θεωρεῖται τὸ ἄθρησκο.

Αὐτὰ σημειώθηκαν γιὰ νὰ δειχθῇ ὅτι ἡ ζωὴ ἑνὸς λαοῦ δὲν ἐξαντλεῖται μόνο στὰ θέματα τῆς οἰκονομίας. Ὅπως εἴδαμε, αὐτὸ δὲν τὸ λέει μόνον ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία συνεχῶς τονίζει τὸν θεολογικὸ προσανατολισμὸ ποῦ πρέπει νὰ ἔχη ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή, ὁ μέσα μας βαθύς, «κρυπτὸς ἄνθρωπος», τὸ λένε μὲ τὸν δικό τους τρόπο καὶ τὰ προγράμματα τῶν κομμάτων.

Ἂν τὸ μόνο πρόβλημα τῆς Ἑλλάδος ἦταν τὸ μνημόνιο καὶ ἡ οἰκονομία, θὰ μᾶς ἀρκοῦσαν τὸ πολὺ τρία κόμματα. Ἡ ὕπαρξη πολλῶν κομμάτων μὲ ἱκανὸ ἀριθμὸ ψηφοφόρων, ποῦ πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ἔχουν ταυτόσημες ἀπόψεις γιὰ τὸ μνημόνιο, σημαίνει ὅτι ὑπάρχουν μεταξύ τους σημαντικὲς διαφοροποιήσεις στὶς ἀντιλήψεις τους γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν ὀργάνωση τῆς κοινωνίας του. Διαφοροποιήσεις ποῦ καθιστοῦν δύσκολη τὴν ἕνωσή τους σὲ ἕναν κομματικὸ ὀργανισμὸ ἢ τὴν σύμπραξή τους σὲ ἕνα κυβερνητικὸ σχῆμα.

Σὲ μᾶς πάντως προσφέρονται ὡς δυνατότητες ἐπιλογῆς. Ἀρκεῖ φυσικὰ νὰ γνωρίζουμε τί πραγματικὰ λένε γιὰ τὰ οὐσιώδη τῆς ζωῆς μας.–

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ