Γράφτηκε στις .

Προσκύνημα Ἱερέων τῆς Μητροπόλεως μᾶς σὲ τόπους μαρτυρίου, δόξας καὶ ἀσκήσεως

Τὴν Πέμπτη, 27 Σεπτεμβρίου 2012, ἡ Ἱερὰ Μητρόπολή μας πραγματοποίησε γιὰ τοὺς Ἱερεῖς τῆς προσκυνηματικὴ ἐκδρομὴ σὲ τόπους μαρτυρίου, δόξας καὶ ἀσκήσεως τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας, μὲ ἐπί κεφαλῆς τὸν Μητροπολίτη μας κ. Ἰερόθεο. Ἡ ἐκδρομὴ συνδυάζει τὴν ἐνημέρωση καὶ τὴν ἀνάπτυξη θεολογικῶν καὶ ποιμαντικῶν θεμάτων μὲ τὸ προσκύνημα σὲ ἱεροὺς τόπους καὶ τὴν ἐπικοινωνία μὲ Κληρικοὺς καὶ ἀνθρώπους, ἄλλων Μητροπόλεων, ποῦ δραστηριοποιοῦνται στὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.

Γιὰ τὴν ὑποδοχή, ξενάγηση καὶ φιλοξενία στοὺς διάφορους προορισμοὺς τῆς ἐκδρομῆς μερίμνησε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ προσωπικὸ ἐνδιαφέρον ὁ Μητροπολίτης Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας κ. Ἀμβρόσιος.

Ἡ ἐκκίνηση τῆς ἐκδρομῆς ἔγινε στὶς 7.30 τὸ πρωΐ ἀπὸ τὴν Ναύπακτο καὶ οἱ κληρικοί-ἐκδρομεῖς γύρω στὶς 9.30 π.μ. βρίσκονταν στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα ἀπὸ ἀρχαιότερα Μοναστήρια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἡ ἀφετηρία της ἐντοπίζεται στὰ 362 μ.Χ.. Τὸν Σεβασμιώτατο καὶ τοὺς Ἱερεῖς ὑποδέχθηκε, ξενάγησε στοὺς χώρους τῆς Μονῆς καὶ παρέθεσε μικρὴ δεξίωση στὸ ἀρχονταρίκι της ὁ Ἡγούμενος Ἀρχιμ. Ἱερώνυμος Κάρμας. Ὁλόκληρη ἡ Μονὴ εἶναι ἕνα θαυμαστὸ (ἀρχιτεκτονικὰ καὶ πνευματικὰ) γεγονός, ἰδιαίτερα ὅπως ἀνακαινίσθηκε τὰ τελευταῖα χρόνια, μὲ βάση τὸν παλαιό της τύπο, μὲ τὴν προσωπικὴ φροντίδα τοῦ Μητροπολίτου κ. Ἀμβροσίου. Τρεὶς σημαντικοὶ χῶροι της ὅμως συγκέντρωσαν περισσότερο τὸ ἐνδιαφέρον τῶν ἐκδρομέων: (α) Τὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς, στὸ ὁποῖο φυλάσσεται (στὸ δεξιὸ ἄκρο τοῦ τέμπλου) ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας, τὴν ὁποία φιλοτέχνησε, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, μὲ κηρομαστίχη ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς. (β) Τὸ σπήλαιο, στὸ ὁποῖο βρέθηκε ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ στὸ ὁποῖο μιὰ βοσκοπούλα τῆς περιοχῆς, ὀνόματι Εὐφροσύνη, ὁδήγησε τοὺς κτήτορες τῆς Μονῆς, Θεσσαλονικεῖς ἀδερφοὺς Συμεῶν καὶ Θεόδωρο, οἱ ὁποῖοι μετὰ ἀπὸ ὅραμα ἔψαχναν τὴν εἰκόνα αὐτὴ στὰ μέρη τῆς Ἀχαΐας. Καὶ (γ) τὸ μικρὸ Παρεκκλήσιο στὸ ὁποῖο φυλάσσονται πολλὰ Ἱερὰ Λείψανα ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Μ. Σπηλαίου ἔχει ἔντονη παρουσία μέσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἐθνικὴ ἱστορία τῆς περιοχῆς, μὲ ἀγῶνες, δόξες καὶ καταστροφές. Πρώτη φορὰ καταστράφηκε τὸ 840 ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους, τὸ 1460 καὶ τὸ 1640 ἀπὸ τοὺς Τούρκους, τὸ 1934 ἀπὸ πυρκαγιὰ καὶ τὸ 1943 ἀπὸ τὰ ναζιστικὰ στρατεύματα κατοχῆς. Στὶς 8 Δεκεμβρίου τοῦ 1943, τὰ ναζιστικὰ στρατεύματα λεηλάτησαν τὴν Μονή, τὴν ἔκαψαν καὶ ἐκτέλεσαν 16 ἄτομα, μοναχούς, ἐπισκέπτες καὶ ὑπαλλήλους. Ἐννέα μοναχοὺς τοὺς ἐκτέλεσαν ρίχνοντάς τους στὸ κενὸ ἀπὸ τὴν θέση Ψηλὸς Σταυρός, τὴν ὁποία εἶδαν οἱ ἐκδρομεῖς, καθὼς ἔφευγαν ἀπὸ τὸ Μέγα Σπήλαιο γιὰ τὰ Καλάβρυτα.

Ἑπόμενος σταθμὸς ἦταν ὁ Ναὸς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῶν Καλαβρύτων, ὅπου ὑποδέχθηκε τοὺς ἐκδρομεῖς ὁ Ἀρχιερατικὸς Ἐπίτροπος, Πρώτ. Γεώργιος Μπίρμπας, ὁ ὁποῖος μὲ ἰδιαίτερη ζωντάνια μίλησε γιὰ τὴν μαρτυρικὴ ἱστορία τοῦ Ναοῦ, ἀλλὰ καὶ τῶν Καλαβρύτων. Ὡς σημαντικοὺς θησαυροὺς ἐπέδειξε τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ποῦ μὲ θαυμαστὸ τρόπο διασώθηκε ἀπὸ τὴν πυρκαγιὰ τῆς 13ης.12.1943 (ἀποφράδας ἡμέρας τῶν Καλαβρύτων), καθὼς καὶ τὴν ματωμένη Σύνοψη τοῦ Παπακαλοῦ (π. Παναγιώτη Δημοπούλου), ἡ ὁποία βρέθηκε ἀνοιχτὴ στὴν ἀκολουθία τῆς ἐνάτης Ὥρας, τὴν ὁποία, ὅπως φαίνεται, διάβαζε ὁ Παπακαλὸς τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ Γερμανοὶ ἄνοιξαν πῦρ καὶ σκότωσαν τοὺς ἀμάχους Καλαβρυτινούς, ἔξω ἀπὸ τὰ Καλάβρυτα, στὸ ὕψωμα τῆς θυσίας, ὅπου τοὺς εἶχαν ὁδηγήσει.

Ἑπόμενος σταθμὸς ἦταν ἡ ἱστορική, μὲ ἔντονη παρουσία μέσα στὴν ἐθνική μας μνήμη, Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Λαύρας. Τὸν Σεβασμιώτατο καὶ τοὺς Ἱερεῖς ὑποδέχθηκε καὶ ξενάγησε στοὺς χώρους τῆς Μονῆς ὁ νέος ἡγούμενος, π. Εὐσέβιος Σπανός. Πρῶτος σταθμὸς ἦταν ὁ Ναὸς μέσα στὸν ὁποῖο ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ὕψωσε στὶς 17 Μαρτίου 1821, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου, τὸ Λάβαρο τῆς Ἐπανάστασης, πάνω στὸ ὁποῖο ὁρκίσθηκαν οἱ ἀγωνιστές. Ἡ ἡμέρα ποῦ εἶχε ἀποφασισθῇ γιὰ ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης ἦταν ἡ 25η Μαρτίου, ἀλλὰ οἱ τοπικὲς συνθῆκες τοῦ ἀγῶνα, καθὼς καὶ ἡ συρροὴ κάθε χρόνο μεγάλου πλήθους προσκυνητῶν στὴν γιορτὴ τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου (στὴν Μονὴ ὑπάρχει ἡ κᾶρα του), ὁδήγησε στὴν ἐπίσπευση τῆς κήρυξης τοῦ ἀγῶνα. Τὸ συνηθισμένο θέαμα τοῦ πλήθους τῶν προσκυνητῶν δὲν θὰ δημιουργοῦσε ὑπόνοιες στοὺς Τούρκους ὅτι κάτι ἄλλο συμβαίνει, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πανήγυρη τοῦ Ἁγίου. Ἀπέναντι ἀπὸ τὸν ἱστορικὸ Ναὸ ὑπάρχει μεγάλο ἄγαλμα τοῦ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανοῦ.

Στὴν συνέχεια οἱ ἐκδρομεῖς προσκύνησαν στὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς καὶ σὲ ἰδιαίτερο Παρεκκλήσι τὶς κᾶρες τοῦ ἁγίου Ἀλεξίου καὶ τοῦ ἁγίου Φιλαρέτου τοῦ Ἐλεήμονος. Μετὰ ἀπὸ τὴν προσφορὰ καφὲ καὶ κεράσματος στὸ ἀρχονταρίκι τῆς Μονῆς ἐπισκέφθηκαν τὸ Μουσεῖο της, στὸ ὁποῖο εἶδαν τὸ ἱστορικὸ Λάβαρο μαζὶ μὲ πολλὰ ἄλλα ἐκθέματα μεγάλης ἀξίας. Καὶ αὐτὴ ἡ Μονή, στὴν ἔνδοξη ἱστορική της διαδρομή, γνώρισε πολλὲς ταλαιπωρίες. Κτίσθηκε τὸ 961. Τὸ 1585 πυρπολήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Στὶς 14 Μαΐου 1826 ὁ Ἰμπραὴμ διέταξε πάλι τὴν πυρπόλησή της. Στὶς 24 Ἰουλίου 1844 καταστρέφεται ἀπὸ ἰσχυρὸ σεισμό. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1943 καίγεται ἀπὸ τὰ ναζιστικὰ στρατεύματα κατοχῆς, ἀφοῦ λεηλατοῦνται οἱ ἀποθῆκες της καὶ ἐκτελοῦνται τρεὶς μοναχοί, ποῦ δὲν τὴν εἶχαν ἐγκαταλείψει. Σήμερα ἀνακαινισμένη εἶναι ἕνα κέντρο ἱστορίας, ἐθνικῆς μνήμης καὶ ὀρθόδοξου μοναστικοῦ βίου.

Ἀπὸ τὴν Ἁγία Λαύρα οἱ ἐκδρομεῖς ὁδηγήθηκαν ἀπὸ ἐντεταλμένο Κληρικὸ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καλαβρύτων στὸ Καλλιμανοπούλειο Διακονικὸ Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ποῦ βρίσκεται στὰ Καλάβρυτα. Ἐκεῖ ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἀμβρόσιος ἐξέπληξε τοὺς ἐκδρομεῖς μὲ τὴν ἀγάπη του, ἡ ὁποία ἐκδηλώθηκε μὲ τὴν φροντίδα του νὰ τοὺς παρατεθῇ ἀρχοντικὸ γεῦμα. Δὲν μποροῦσε ὁ ἴδιος νὰ εἶναι παρών. Ἦταν ὅμως παρὼν μὲ τοὺς συνεργάτες του καὶ τὴν φροντίδα του.

Τὸ ἀπογευματινὸ πρόγραμμα τῆς ἐκδρομῆς ξεκίνησε μὲ ἐπίσκεψη στὸν τόπο τῆς θυσίας τῶν Καλαβρυτινῶν, ὅπου τελέσθηκε ἀπὸ τὸν Σέβ. Μητροπολίτη μᾶς κ. Ἰερόθεο Τρισάγιο ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν ἀδίκως σφαγιασθέντων ἀπὸ τὰ στρατεύματα κατοχῆς. Κατόπιν μέσῳ Αἰγίου οἱ ἐκδρομεῖς ἐπισκέφθηκαν στὴν περιοχὴ τοῦ Βερίνου τὴν γυναικεία Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τὴν ὁποία ἀναδιοργάνωσε, τὸ 1987, μὲ μιὰ ὁμάδα πνευματικῶν του θυγατέρων ὁ μακαριστὸς Ἀρχιμανδρίτης Εὐσέβιος Γιαννακάκης, ὁ ὁποῖος ἄφησε μνήμη ἁγίου ἀνδρός. Τὸν Σεβασμιώτατο καὶ τοὺς Ἱερεῖς ὑποδέχθηκε μὲ τὴν συνοδεία της ἡ ἡγουμένη μοναχὴ Ἐπιστήμη. Μετὰ ἀπὸ τὸ μοναστηριακὸ κέρασμα στὸ ἀρχονταρίκι τῆς Μονῆς οἱ ἐκδρομεῖς παρακολούθησαν τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ κατόπιν, ἔμφορτοι μὲ ὕμνους καὶ λόγους πνευματικούς, πῆραν τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.

Ἦταν μιὰ προσκυνηματικὴ ἐκδρομὴ ποῦ ζωντάνεψε ἱστορικὲς μνῆμες, φόρτισε πνευματικὰ τοὺς Ἱερεῖς καὶ τοὺς πλούτισε μὲ τὸ νὰ δοὺν πῶς δρὰ καὶ πῶς λειτουργεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σὲ μιὰ γειτονικὴ Ἱερὰ Μητρόπολη.