Γράφτηκε στις .

Ἐγκυκλιος Χριστουγέννων 2012

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,

Δοξάζουμε τὸν Θεὸ καὶ Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν μεγάλη δωρεὰ Του νὰ ἀγαπήση τὸν κόσμο, ἰδιαιτέρως τὸν ἄνθρωπο, καὶ νὰ ἐκδηλώση αὐτὴ τὴν ἀγάπη πλούσια. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ τὴν συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνηνθρώπησε, προσέλαβε τὴν δική μας ἀνθρώπινη φύση, τὴν θέωσε, χωρὶς νὰ ἐκστῇ τῆς θεότητός Του. Καὶ ἐπίσης δοξάζουμε τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία ποὺ γέμισε τὴν ζωή μας μὲ αὐτὰ τὰ θεῖα δῶρα, δηλαδὴ τὶς ἑορτὲς τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἅγια Θεοφάνεια, τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Αὐτὲς τὶς ἡμέρες θὰ δοκιμάσουμε καὶ πάλι τὴν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ὅλους μας, ἀρκεῖ νὰ ἔχουμε τὶς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις νὰ τὴν καταλάβουμε.

Ἡ Γέννησις τοῦ ΧριστοῦΑὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία, γιατί τὸ μυστήριο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθῆ λογικὰ καὶ ἐγωϊστικά, καὶ γι’ αὐτὸ πρέπει κανεὶς νὰ τὸ πλησιάση μὲ ταπείνωση, εὐλάβεια καὶ σεβασμό. Ἄλλωστε, κάθε μεγάλο γεγονὸς πλησιάζεται μὲ ταπεινὴ διάθεση, θυσιαστικὸ ἦθος, ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Ἐπειδὴ ἡ κατανόηση τοῦ μυστηρίου δὲν εὐδοκιμεῖ στὴν ψυχρὰ λογική, γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία ἔβαλε ὅλο αὐτὸ τὸ γεγονὸς στὴν ποίηση, τὰ τροπάρια ποῦ ψάλλουμε αὐτὲς τὶς ἡμέρες. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἁγιογραφία εἶναι καὶ αὐτὴ ἕνα ἄλλο εἶδος ποίησης, ἀφοῦ μέσα ἀπὸ αὐτὴν ἡ Ἐκκλησία μᾶς φέρνει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Ἂν δοῦμε προσεκτικὰ τὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως, μὲ τὶς ποικίλες ἐκφράσεις της, θὰ παρατηρήσουμε ὅτι παρουσιάζει ἀφ' ἑνὸς μὲν τὴν Ἐκκλησία, ἀφ' ἑτέρου δὲ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ζοῦμε μέσα σὲ αὐτήν.

Ὁ Χριστὸς ὡς βρέφος βρίσκεται στὸ κέντρο τῆς εἰκόνας καὶ τῆς προσοχῆς ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποῦ ὑπηρέτησαν τὸ μυστήριο. Γύρω ἀπὸ τὸν Χριστὸ εἶναι ἡ Παναγία Μητέρα, ὁ Ἰωσήφ, οἱ ποιμένες, οἱ μάγοι καὶ οἱ ἄγγελοι. Ἀπὸ τὸν Χριστὸ ἐκπορεύεται τὸ φῶς ποῦ φωτίζει ὅλους, καὶ τὴν ἄλογη κτίση. Ὑπερβαίνονται οἱ διαστάσεις τοῦ χρόνου καὶ τοῦ χώρου καὶ ὅλοι ἔχουν κέντρο τὸν Χριστό.

Συγχρόνως, στὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ περιγράφεται καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο πλησιάζει κανεὶς τὸν Χριστό. Κατ’ ἀρχάς, ὁ Χριστὸς εἶναι γεμᾶτος ἀπὸ ταπείνωση, δὲν περιβάλλεται ἀπὸ κοσμικὴ ἐξουσία, ἀλλὰ ὡς ταπεινὸ βρέφος μέσα σὲ μιὰ φάτνη ἀλόγων. Ἔπειτα, ἡ Παναγία ἀτενίζει τὸν Χριστὸ μὲ ἀνάλογη ταπείνωση καὶ εὐλάβεια. Ὁ Ἰωσήφ, ὁ μνήστωρ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὑπηρετεῖ τὸ μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μὲ ὑπακοὴ καὶ σεμνότητα. Οἱ ποιμένες προσκυνοῦν τὸν Χριστὸ μὲ τὴν ἁπλότητά τους, ἡ ὁποία τοὺς ἀξίωσε νὰ δεχθοῦν καὶ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἀγγέλου. Οἱ μάγοι προσφέρουν πολύτιμα δῶρα, ὕστερα ἀπὸ ἀναζήτηση καὶ δύσκολη πορεία. Οἱ ἄγγελοι δοξολογοῦν τὸν Χριστὸ μὲ τὴν καθαρότητά τους. Ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα τῆς εἰκόνας τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ δείχνει τὴν ταπείνωση, τὴν ἁπλότητα, τὴν καθαρότητα, τὴν ὑπακοή, τὴν εὐλάβεια καὶ τὸν σεβασμό.

Αὐτὸ δείχνει πῶς καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ πλησιάζουμε αὐτὸ τὸ μεγάλο μυστήριο, ἀλλὰ καὶ πῶς νὰ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἡ ἀλαζονεία, ὁ ἐγωϊσμός, ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ξένα στὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως καὶ τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὴν εἰκόνα τῆς Γεννήσεως δὲν παρουσιάζονται ὁ σκληρὸς Ἡρώδης, ποῦ διακρινόταν ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία, οὔτε οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ποῦ ἦταν γεμᾶτοι ἀπὸ αὐτάρκεια καὶ ὑποκρισία, οὔτε ὁ Ἰουδαϊκὸς λαὸς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ποῦ ζοῦσε κοσμικά. Τέτοιες νοοτροπίες βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀλλὰ ἡ εἰκόνα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μᾶς δείχνει καὶ τί εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία καὶ πῶς μετέχει κανεὶς σὲ αὐτήν. Ἂν προσέξουμε τὴν εἰκόνα θὰ παρατηρήσουμε ὅτι ὅλα εἶναι διατεταγμένα ὡσὰν νὰ γίνεται θεία Λειτουργία. Στὸ κέντρο ὁ Χριστὸς ποῦ βρίσκεται στὴν φάτνη, ὡσὰν ἄλλη Ἁγία Τράπεζα, καὶ ὅλοι ὅσοι τὸν περιβάλλουν παρευρίσκονται ὡσὰν νὰ λειτουργοῦν μὲ εὐλάβεια καὶ ταπείνωση. Τελικά, αὐτὸ εἶναι τὸ ἐκκλησιαστικὸ καὶ εὐχαριστιακὸ ἦθος ποῦ δημιουργεῖ ἑνότητα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία. Ἔτσι πρέπει νὰ ζοῦμε γιὰ νὰ χαιρόμαστε τὴν παρουσία μας στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία καὶ νὰ ὠφελούμαστε πνευματικά.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Μέσα στὴν περίοδο τοῦ χειμῶνος, ἀλλὰ καὶ τὸν οἰκονομικό, κοινωνικὸ καὶ πνευματικὸ χειμῶνα, ποῦ δημιουργεῖ ψῦχος καὶ ψυχραίνει τὴν ψυχή μας, ἡ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τὴν ἐκφράζουν ἡ ὑμνογραφία καὶ ἡ εἰκονογραφία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι μιὰ πνευματικὴ ζεστασιά, μιὰ θαλπωρή, μιὰ νότα ἐλπίδας γιὰ ὅλους μας, Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς. Ὅμως, αὐτὴ ἡ πνευματικὴ ἄνοιξη καὶ ζεστασιὰ τῆς ἑορτῆς δὲν πρέπει νὰ μείνη σὲ ἕνα ἁπλὸ συναίσθημα, ἀλλὰ νὰ ἀγγίξη τὴν καρδιά μας, νὰ ἀλλάξη τὴν ζωή μας, νὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν θεία Εὐχαριστία μὲ ταπείνωση, ὑπακοή, εὐλάβεια, καθαρότητα ψυχῆς, γιὰ νὰ ἀνατείλη μέσα στὴν ψυχή μας τὸ φῶς τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης.

Εὔχομαι σὲ ὅλους σας χρόνια πολλὰ καὶ εὐλογημένα.

Μὲ θερμὲς εὐχές

Ὁ Μητροπολιτης

Ὁ Ναυπακτου καὶ Ἁγιου Βλασιου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ